Ένας καθηγητής που πίστευε ότι αν ο άνθρωπος μπορούσε να εκπαιδευτεί να κοιμάται λιγότερο, θα πολλαπλασίαζε τη δημιουργικότητα και την πρόοδό του.
Το καλοκαίρι του 1925, επτά φοιτητές στο Πανεπιστήμιο George Washington αποφάσισαν να μείνουν άγρυπνοι για εξήντα συνεχόμενες ώρες, όχι από ανησυχία για τις εξετάσεις, αλλά για χάρη της επιστήμης. Πίσω από αυτό το παράξενο εγχείρημα βρισκόταν ο καθηγητής ψυχολογίας Frederick August Moss, ένας άνθρωπος που θεωρούσε τον ύπνο «τραγική σπατάλη του ενός τρίτου της ζωής μας».
Ο Moss ήταν ο ίδιος που είχε εμπνευστεί το πρώτο τεστ εισαγωγής στην ιατρική σχολή, το πρόδρομο του σημερινού MCAT, και πίστευε ότι η πειθαρχία και η αυτοσυγκέντρωση μπορούσαν να αντικαταστήσουν την ξεκούραση. Εκείνη την εποχή, η Αμερική του ’20 έβραζε από τη λατρεία της παραγωγικότητας: εργοστάσια, ηλεκτρισμός, αυτοκίνητα, όλα υπόσχονταν έναν νέο, ακούραστο άνθρωπο. Ο ύπνος, μέσα σε αυτή τη λατρεία της ταχύτητας, έμοιαζε με ντροπή.
Να μείνουν ξύπνιοι τουλάχιστον 60 ώρες
Ένα σαββατοκύριακο του Αυγούστου, ο Moss συγκέντρωσε τους εθελοντές του — τρεις άνδρες και τέσσερις γυναίκες, ανάμεσά τους η 17χρονη Louise Omwake και η οξυδερκής συμφοιτήτριά της Thelma Hunt. Το σχέδιο ήταν απλό: να μείνουν ξύπνιοι τουλάχιστον 60 ώρες, ενώ ο Moss θα κατέγραφε ζωτικά σημεία, αντανακλαστικά, γνωστικές επιδόσεις και κινητικές αντιδράσεις.
Οι φοιτητές όργωναν την ύπαιθρο της Βιρτζίνια με ένα αυτοκίνητο, έπαιζαν μπέιζμπολ, τραγουδούσαν, προσπαθώντας να κρατήσουν τα βλέφαρα ανοιχτά. Κάποια στιγμή, η Thelma Hunt, κουρασμένη αλλά αποφασισμένη, κάθισε πίσω από το τιμόνι για να εκτελέσει ένα από τα πειράματα: να παρκάρει παράλληλα το αυτοκίνητο μετά από δύο νύχτες άυπνη. Η φωτογραφία της από εκείνη τη στιγμή — νεανική, πεισματάρα, συγκεντρωμένη — έγινε το εμβληματικό στιγμιότυπο ενός παράδοξου πειράματος που έμελλε να μείνει στην ιστορία.
Ο Moss πίστευε ότι αν ο άνθρωπος μπορούσε να εκπαιδευτεί να κοιμάται λιγότερο, θα πολλαπλασίαζε τη δημιουργικότητα και την πρόοδό του. «Πάρα πολύς ύπνος», έγραψε ο δημοσιογράφος Newton Burke στο Popular Science περιγράφοντας το πείραμα, «ίσως είναι εξίσου επιζήμιος με την υπερβολική μέθη — μουδιάζει τις δραστηριότητες του νου και του σώματος». Η άποψη αυτή είχε τότε φανατικούς υποστηρικτές, ανάμεσά τους και τον Thomas Edison, που διακήρυσσε πως τέσσερις ώρες ύπνου τη μέρα ήταν αρκετές. Ο ύπνος έμοιαζε με το τελευταίο κατάλοιπο μιας αδύναμης, προ-βιομηχανικής ανθρωπότητας. Το να τον καταργήσεις, σήμαινε να νικήσεις τη βιολογία σου.
Οι φοιτητές άντεξαν. Μετά από δυόμισι μέρες χωρίς ύπνο, είχαν γίνει νωχελικοί, νευρικοί, αλλά λειτουργικοί. Ο Moss σημείωσε ότι η εγρήγορση δεν είχε χαθεί πλήρως, κι έτσι πίστεψε πως η ανθρώπινη αντοχή μπορούσε να εκπαιδευτεί. Όταν το πείραμα έληξε, σύμφωνα με την Evening Star, οι συμμετέχοντες κοιμήθηκαν χωρίς δυσκολία, γεγονός που φάνηκε να επιβεβαιώνει την άποψη ότι η στέρηση ύπνου δεν είχε σοβαρές επιπτώσεις. Όμως η επιστημονική κοινότητα δεν συμμεριζόταν τον ενθουσιασμό του. Ο ίδιος ο Burke, αν και κατέγραψε τα λόγια του Moss, παρέμεινε επιφυλακτικός: «Η μέχρι στιγμής επιστημονική συναίνεση», έγραφε, «είναι πως δεν υπάρχει τρόπος να μειώσει ο μέσος άνθρωπος τον ύπνο του χωρίς να πληρώσει τίμημα στην υγεία του».
Έναν αιώνα αργότερα, η επιστήμη επιβεβαίωσε αυτή την επιφύλαξη. Ο ύπνος δεν είναι αδράνεια, αλλά μια ενεργή διεργασία κατά την οποία ο εγκέφαλος αναδιοργανώνεται, επιδιορθώνει φθορές, απομακρύνει τοξίνες και σταθεροποιεί μνήμες.
Χάρη σε τεχνικές όπως η οπτογενετική και η υπερηχοτομογραφία, οι νευροεπιστήμονες έχουν δείξει πως στη διάρκεια του ύπνου ο εγκέφαλος καθαρίζει πρωτεΐνες όπως η β-αμυλοειδής, που συνδέεται με τη νόσο Αλτσχάιμερ, ενώ το ανοσοποιητικό σύστημα και οι ορμόνες ανασυντάσσονται. Ο ύπνος δεν είναι χαμένος χρόνος, αλλά ο πιο κρίσιμος μηχανισμός συντήρησης του σώματος.
Ωστόσο, υπάρχει μια ειρωνική συνέχεια στη σκέψη του Moss. Αν εκείνος πίστευε ότι κοιμόμαστε υπερβολικά, σήμερα η επιστήμη δείχνει ότι και η υπερβολή στον ύπνο ίσως να μην είναι αθώα. Μελέτες με εκατομμύρια συμμετέχοντες έχουν αποκαλύψει μια καμπύλη σχήματος U: τόσο η έλλειψη όσο και η υπερβολή ύπνου σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο ασθενειών και πρόωρου θανάτου.
Το ιδανικό σημείο φαίνεται να είναι οι επτά με εννέα ώρες τη νύχτα, ούτε λιγότερο ούτε περισσότερο. Όχι γιατί ο πολύς ύπνος είναι αίτιο κακής υγείας, αλλά γιατί μπορεί να αποτελεί σύμπτωμα — ένα σημάδι κρυφής ασθένειας, κατάθλιψης ή διαταραχής ύπνου. Έτσι, με έναν παράδοξο τρόπο, το ερώτημα του Moss παραμένει ζωντανό: όχι αν ο ύπνος είναι άχρηστος, αλλά πόσος ύπνος είναι πραγματικά αρκετός.
Η Thelma Hunt, η νεαρή φοιτήτρια που έπαιξε τότε το ρόλο του «πειραματόζωου», έγινε αργότερα διευθύντρια του ίδιου τμήματος ψυχολογίας όπου δίδασκε ο Moss. Κατέκτησε δύο διδακτορικά, συνέβαλε στην κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και συνήθιζε να λέει πως είχε «μια απίστευτη ενεργητικότητα, ίσως λόγω της φυσιολογίας μου», σαν να κρατούσε μέσα της το αποτύπωμα εκείνων των 60 ωρών άυπνου ενθουσιασμού.
Η Louise Omwake ακολούθησε επίσης εντυπωσιακή πορεία στην εκπαίδευση, αποδεικνύοντας πως ο ύπνος, έστω και αν λείψει για λίγο, δεν στερεί απαραιτήτως τη δημιουργική φλόγα.
Ίσως ο Moss να έκανε λάθος στις υποθέσεις του, μα σωστά κατάλαβε πως πίσω από τον ύπνο κρύβεται ένα μυστήριο άξιο έρευνας. Οι φοιτητές του, άθελά τους, στάθηκαν στην αρχή μιας ολόκληρης επιστημονικής πορείας που θα οδηγούσε έναν αιώνα αργότερα στην κατανόηση των φάσεων REM, των κιρκάδιων ρυθμών και της σημασίας του τακτικού προγράμματος ύπνου.
Από τότε μέχρι σήμερα, ο άνθρωπος δεν έπαψε να παλεύει ανάμεσα στην ανάγκη να κάνει περισσότερα και στην ανάγκη να ξεκουραστεί. Και ίσως το πιο ειρωνικό συμπέρασμα να είναι ότι εκείνοι οι επτά νέοι, που πέρασαν 60 ώρες ξύπνιοι, τελικά μας δίδαξαν πόσο πολύτιμο είναι να κοιμόμαστε.