Πριν η Μπέιμπι σηκωθεί στην αγκαλιά του Τζόνι υπό τους ήχους του «(I’ve Had) The Time of My Life», σ’ ένα από τα πιο εμβληματικά κινηματογραφικά στιγμιότυπα, υπήρχε μια άλλη Μπέιμπι, αληθινή αυτή τη φορά.
Η σεναριογράφος Έλενορ Μπέργκστιν, η γυναίκα πίσω από την αγαπημένη ταινία «Dirty Dancing», μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη τη δεκαετία του ’50, χορεύοντας «βρώμικα» στα υπόγεια του Μπρούκλιν. «Ήταν πολύ ερωτικός χορός rhythm and blues», εξηγεί.
Ο λεγόμενος «dirty dance» ήταν ένας αισθησιακός χορός της εποχής, γεμάτος ρυθμό και σωματική έκφραση, που συνδέθηκε με τη μουσική rhythm & blues. Στα συντηρητικά ήθη των ’50s, θεωρούνταν προκλητικός, σχεδόν απαγορευμένος. Οι γονείς της είχαν βάλει έναν όρο: μπορούσε να συνεχίσει να χορεύει και να κερδίζει διαγωνισμούς, αρκεί να συνεχίζει να φέρνει καλούς βαθμούς.
Αυτές οι εμπειρίες έγιναν, χρόνια αργότερα, η βάση για ένα από τα πιο αγαπημένα ρομαντικά φιλμ όλων των εποχών. Έγραψε το «Dirty Dancing» γύρω από τη μουσική που αγαπούσε. Η ιστορία αφηγείται τη γνωριμία μιας νεαρής γυναίκας από πλούσια οικογένεια με έναν δάσκαλο χορού σε θερινό θέρετρο.
Ποια είναι η αληθινή «Μπέιμπι»
Η Έλενορ μεγάλωσε με το παρατσούκλι «Μπέιμπι», είχε πατέρα γιατρό και περνούσε τα καλοκαίρια της στα Κατσκίλς, ακριβώς όπως η ηρωίδα της. Ωστόσο, η ίδια απορρίπτει την ιδέα ότι το «Dirty Dancing» είναι η ιστορία της ζωής της. «Οι άνθρωποι μου λένε “είναι η δική σου ιστορία;” κι αυτό με εκνευρίζει. Φυσικά, με φώναζαν Μπέιμπι μέχρι τα 21 μου», λέει γελώντας.
Η αγάπη της για τη μουσική και τον χορό της δεκαετίας του ’50 και του ’60 αποτέλεσε τη βάση του σεναρίου που θα την έκανε γνωστή. Ήθελε να γράψει μια ιστορία ενηλικίωσης, κοινωνικής αφύπνισης και έρωτα, μέσα από τη γλώσσα του χορού.
Το σενάριο που απέρριψαν όλοι
Το σενάριο του «Dirty Dancing» πέρασε από όλα τα μεγάλα στούντιο του Χόλιγουντ και απορρίφθηκε από όλα. Οι επικεφαλής των στούντιο το χαρακτήρισαν «πολύ ελαφρύ, ανόητο και ασήμαντο». Η Έλενορ όμως δεν το έβαλε κάτω. Έστελνε το σενάριο συνοδευμένο από μια μικρή κασέτα με τη μουσική που είχε φανταστεί για την ταινία.
«Οι παραγωγοί έλεγαν ότι δεν μπορούσαν καν να τη φανταστούν στο μυαλό τους», θυμάται σε συνέντευξη της στην εκπομπή «Outlook» του BBC World Service, με την Jo Fidgen. Για να τους πείσει, ανέβαινε πάνω σε τραπέζια - «την εποχή των πολύ κοντών φουστών» - και τους έδειχνε πώς χόρευαν οι ήρωές της. Παρ’ όλα αυτά, οι απαντήσεις ήταν πάντα «όχι».
Πολιτικά μηνύματα και μια έκτρωση που δεν κόπηκε ποτέ
Για την Έλενορ, το Dirty Dancing δεν ήταν απλώς μια ρομαντική ιστορία με όμορφες φιγούρες. Τοποθέτησε τη δράση στο καλοκαίρι του 1963, τη χρονιά του ιστορικού λόγου του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, της δολοφονίας του προέδρου Κένεντι και της κλιμάκωσης του πολέμου στο Βιετνάμ.
Μέσα από τον έρωτα της Μπέιμπι και του Τζόνι, ήθελε να δείξει τις ταξικές διαφορές, τη γυναικεία αφύπνιση και τις κοινωνικές εντάσεις της εποχής. Ήξερε πως τα στούντιο συχνά «έκοβαν» οτιδήποτε θεωρούσαν πολιτικά ή κοινωνικά ριψοκίνδυνο. Έτσι, ενέταξε στην πλοκή το θέμα της παράνομης έκτρωσης με τρόπο ώστε να είναι αναπόσπαστο από την ιστορία. Αν την αφαιρούσαν, η ταινία δεν θα είχε πια νόημα και έτσι το μήνυμά της έμεινε άθικτο. «Πάλεψα πολύ για να μείνει μέσα», έχει πει.
Η ταινία που «δεν θα γινόταν ποτέ»
Τελικά, μια μικρή εταιρεία διανομής εκτός Χόλιγουντ αποφάσισε να τη στηρίξει. Το σχέδιο ήταν απλό. Όταν κυκλοφόρησε το 1987 με πρωταγωνιστές τον Πάτρικ Σουέιζι και την Τζένιφερ Γκρέι, η ταινία θα παιζόταν για πέντε μόνο ημέρες στις αίθουσες και μετά θα κυκλοφορούσε απευθείας σε βιντεοκασέτα.
Οι παραγωγοί που τελικά το τόλμησαν, πίστευαν ότι θα έβγαινε ένα «κομμάτι σκουπίδι», όπως θυμάται η Έλενορ. «Μας έστελναν σημειώσεις με αλλαγές που δεν έκαναν νόημα και ευτυχώς δεν έλεγξαν ποτέ αν τις ακολουθήσαμε».
Η ίδια πήγαινε κάθε βράδυ στο σινεμά την εβδομάδα της προβολής, χωρίς να περιμένει τίποτα. Όμως, μέσα σε λίγες μέρες, οι θεατές άρχισαν να ζητούν να μείνει στις αίθουσες περισσότερο. «Καθόμουν στο κοινό και νόμιζα ότι είχα πάει στον παράδεισο», θυμάται.
Από «κομμάτι σκουπίδι» σε φαινόμενο
Το Dirty Dancing όχι μόνο δεν κατέβηκε μετά από πέντε μέρες, αλλά έμεινε 19 εβδομάδες στην κορυφή του box office και έφερε πάνω από 200 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως.
Η Έλενορ Μπέργκστιν, σήμερα 87 ετών, είδε τη δημιουργία της να γίνεται πολιτιστικό σύμβολο και διαχρονικό φαινόμενο. Όπως η Μπέιμπι της ταινίας - για την οποία ακούστηκε η διάσημη φράση «κανείς δεν βάζει τη Μπέιμπι στη γωνία» - υποτιμήθηκε, αγνοήθηκε και «μπήκε στη γωνία», μέχρι που απέδειξε σε όλους ότι δεν έπρεπε.