Δύο πεντανόστιμα χοιρινά αλλαντικά που μπορεί να μοιάζουν, αλλά διαφέρουν περισσότερο από όσο νομίζουμε.
Το μπέικον το ξέρουμε και το αγαπάμε σχεδόν από τότε που γεννηθήκαμε. Στην πίτσα, στο σάντουιτς, στην καρμπονάρα, στο μπέργκερ, στο αγγλικό πρωινό, γύρω από κοτόπουλο, ακόμα και γύρω από γαρίδες, όλο και κάπου το έχουμε πετύχει.
Κάποιοι, μάλιστα, λένε ότι ανήκει σε εκείνη την κατηγορία υλικών που όχι μόνο πάει με όλα, αλλά αναβαθμίζει οποιοδήποτε πιάτο. Όπως ακριβώς το αυγό μάτι και η φέτα, που όπου και να μπουν το σύνολο απογειώνεται.
Το γκουανατσιάλε, από την άλλη, είναι ένα προϊόν που το μάθαμε τα τελευταία χρόνια με τη διάδοση της αυθεντικής ιταλικής κουζίνας ως κύριο συστατικό της ορίτζιναλ καρμπονάρας. Χοντρικά, πρόκειται για δύο χοιρινά αλλαντικά με μπόλικο λίπος και φυσικά υπέροχη γεύση. Ποιες είναι όμως οι πιο συγκεκριμένες ομοιότητές τους; Σε τι διαφέρουν; Και, κυρίως, για ποιες συνταγές είναι πιο κατάλληλο το καθένα από αυτά;
Το μπέικον που ανεβάζει το level σε κάθε περίπτωση
Το μπέικον, λοιπόν, φτιάχνεται από τα πλευρά ή την κοιλιά του χοιρινού. Είναι ένα κομμάτι με αρκετό λίπος, που αφού περάσει από άλμη, βράσει και αποξηρανθεί, στο τέλος καπνίζεται και παίρνει ιδιαίτερο άρωμα και μοναδική γεύση. Αυτοί είναι και οι λόγοι που ολόκληρος ο πλανήτης το λατρεύει και φυσικά κάθε γωνιά της γης, από την Αμερική και τον Καναδά μέχρι τη Γερμανία και την Κίνα, το παρασκευάζει με τον δικό της μοναδικό τρόπο.
Οι Αμερικανοί το βάζουν στα πληθωρικά τους μπέργκερ και στα χορταστικά κλαμπ σάντουιτς, αφού φυσικά το περάσουν πρώτα από το τηγάνι για να λιώσει το λίπος του και να τραγανίσει. Οι Γάλλοι στην πεντανόστιμη Κις Λορέν, στο μελωμένο Μπουργκινιόν και στον κρασάτο κόκορα (Κοκ-ο-Βεν). Οι Γερμανοί στις εμβληματικές πατατοσαλάτες τους και οι Ιάπωνες στο τηγανητό ρύζι.
Το γκουαντσιάλε και η μάχη της καρμπονάρας
Το γκουαντσιάλε είναι παραδοσιακό αλλαντικό της ιταλικής κουζίνας, το οποίο φτιάχνεται από χοιρινά μάγουλα. Όπως είπαμε και παραπάνω, είναι το ένα από τα κύρια συστατικά της αυθεντικής καρμπονάρας, αλλά πρωταγωνιστεί επίσης και στην αματριτσιάνα. Και σε αυτή την περίπτωση η νοστιμιά έρχεται από το λίπος αλλά και από τη διαδικασία δημιουργίας του αλλαντικού και φυσικά από τον χρόνο ωρίμανσης. Η τιμή του στην ελληνική αγορά εξαρτάται από την ποιότητά του, αλλά σε γενικές γραμμές κινείται στα ίδια επίπεδα με αυτή του μπέικον. Η μόνη διαφορά εν προκειμένω είναι ότι δεν το βρίσκουμε τόσο εύκολα.
Σε ό,τι αφορά τη θέση τους στην καρδιά του ελληνικού κοινού, αξίζει να πούμε ότι γενικά είμαστε νεοφώτιστοι όχι μόνο σχετικά με το γκουαντσιάλε αλλά κυρίως με τη γνήσια συνταγή της καρμπονάρας. Άλλωστε για πολλές δεκαετίες για το μέσο ελληνικό σπίτι καρμπονάρα σήμαινε, και σημαίνει ακόμα δηλαδή, μακαρονάδα με μπέικον, κρέμα γάλακτος και μανιτάρια. Ενώ στην πραγματικότητα καρμπονάρα είναι η μακαρονάδα που φτιάχνεται με κρόκους αυγών, γκουαντσιάλε και πεκορίνο. Οπότε, προς το παρόν, περνάμε την εποχή του γκουαντσιάλε και στα νοικοκυριά αλλά και στα εστιατόριά μας.