Νέα μελέτη αποκαλύπτει πώς ο τρόπος και η ώρα που παίρνουμε έναν υπνάκο μέσα στην ημέρα, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο θανάτου.
Μια πρόσφατη μελέτη, που παρουσιάστηκε στο συνέδριο SLEEP 2025 και βασίστηκε σε δεδομένα από 86.565 ενήλικες ηλικίας 43 έως 79 ετών, εξετάζει τη σχέση μεταξύ των μοτίβων «υπνάκου» και της θνησιμότητας.
Οι συμμετέχοντες φορούσαν ειδικές συσκευές που κατέγραφαν τα μοτίβα ύπνου και αφύπνισης για επτά ημέρες, με τους σύντομους ύπνους να ορίζονται ως ύπνος μεταξύ 9 π.μ. και 7 μ.μ. Κατά τη διάρκεια 11 ετών παρακολούθησης, 5.819 άτομα απεβίωσαν.
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα της μελέτης
Τα αποτελέσματα, τα οποία παρουσίασε το health.com, έδειξαν ότι όχι μόνο η ύπαρξη υπνάκου, αλλά και η διάρκεια, η ακανόνιστη συχνότητα και η ώρα που λαμβάνει χώρα, συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο θανάτου.
Συγκεκριμένα, μικροί ύπνοι μεγαλύτερης διάρκειας αύξησαν τον κίνδυνο έως και 20%, ενώ ακανόνιστoι μικροί ύπνοι μεταξύ 11 π.μ. και 3 μ.μ. συσχετίστηκαν με αύξηση του κινδύνου θνησιμότητας κατά περίπου 14%. Η σύνδεση παρέμεινε έπειτα από προσαρμογή για παράγοντες όπως ο δείκτης μάζας σώματος, το κάπνισμα και ο νυχτερινός ύπνος.
Η μελέτη δεν αποδεικνύει αιτιώδη σχέση, δηλαδή ότι οι σύντομοι ύπνοι προκαλούν θάνατο, αλλά υποδεικνύει ότι ορισμένα μοτίβα υπνάκου μπορεί να αντικατοπτρίζουν υποκείμενα προβλήματα υγείας ή διαταραχές όπως η υπνική άπνοια. Ειδικοί τονίζουν ότι οι μικροί ύπνοι πιθανότατα σχετίζονται με την αιτία και όχι με την ίδια τη θνησιμότητα, επισημαίνοντας πως διαταραχές στον νυχτερινό ύπνο ή χρόνιες παθήσεις μπορεί να ευθύνονται για την κόπωση που οδηγεί σε σύντομους ύπνους.
Τι συστήνουν οι ειδικοί
Οι ειδικοί συστήνουν σύντομους ύπνους έως 30 λεπτών, προτιμώντας την πραγματοποίησή τους πριν τις 3 μ.μ., ώστε να μην επηρεάζεται η ποιότητα του νυχτερινού ύπνου. Όσοι κάνουν μακροχρόνια ή συχνούς ύπνους καλό είναι να συμβουλεύονται γιατρό για πιθανή αξιολόγηση υποκείμενων προβλημάτων υγείας.
Τέλος, συνιστώνται πρακτικές για βελτίωση της ποιότητας του νυχτερινού ύπνου, όπως η διατήρηση σταθερού προγράμματος ύπνου, η έκθεση στο φυσικό φως, η σωματική άσκηση, η περιορισμένη κατανάλωση καφεΐνης και αλκοόλ, καθώς και τεχνικές χαλάρωσης.
Η μελέτη, παρέχει σημαντικά στοιχεία για τη σύνδεση μεταξύ υπνάκου και μακροζωίας, ανοίγοντας το δρόμο για περαιτέρω έρευνα.