Μία μακροχρόνια νορβηγική μελέτη, αποκαλύπτει ότι η περιεκτικότητα σε λιπαρά του γάλακτος επηρεάζει σημαντικά την υγεία της καρδιάς.
Οι επιστήμονες, αναλύοντας στοιχεία τριών δεκαετιών, κατέληξαν στο συμπέρασμα, ότι το χαμηλών λιπαρών γάλα είναι ασφαλέστερη επιλογή για την καρδιά σε σύγκριση με το πλήρες.
Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο «American Journal of Clinical Nutrition», βασίστηκε σε δεδομένα από 73.860 άτομα με μέση ηλικία τα 41 έτη, τα οποία παρακολουθήθηκαν επί 33 χρόνια. Στο διάστημα αυτό καταγράφηκαν 26.393 θάνατοι, εκ των οποίων οι 8.590 οφείλονταν σε καρδιαγγειακά νοσήματα.
Η αλλαγή στις καταναλωτικές συνήθειες
Τα αποτελέσματα έδειξαν, ότι η κατανάλωση πλήρους γάλακτος συσχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας σε σχέση με το γάλα χαμηλών λιπαρών. Η διαφορά αυτή μπόρεσε να καταγραφεί χάρη σε μια ιδιαιτερότητα της δεκαετίας του ’70, όταν οι περισσότεροι Νορβηγοί προτιμούσαν το πλήρες γάλα, ενώ στη δεκαετία του ’80 επικράτησε το χαμηλών λιπαρών.
Συγκεκριμένα, όσοι έπιναν μεγαλύτερες ποσότητες γάλακτος είχαν 22% αυξημένο κίνδυνο θανάτου από όλες τις αιτίες και 12% αυξημένο κίνδυνο θανάτου από καρδιοπάθειες, σε σχέση με όσους κατανάλωναν μικρότερες ποσότητες. Η περαιτέρω ανάλυση, έδειξε ότι η αύξηση του κινδύνου οφειλόταν κυρίως στο πλήρες γάλα. Αντίθετα, το γάλα χαμηλών λιπαρών συνδέθηκε με 11% χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου και 7% χαμηλότερο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, ακόμη και όταν λήφθηκαν υπόψη άλλοι παράγοντες.
Παράλληλα, οι καταναλωτές χαμηλών λιπαρών ήταν συχνότερα γυναίκες, μη καπνιστές, ενώ οι λάτρεις του πλήρους γάλακτος ήταν πιο ενεργοί καπνιστές.
Η θετική πλευρά του χαμηλών λιπαρών
Οι συγγραφείς της μελέτης υπογράμμισαν ότι η σχέση μεταξύ κατανάλωσης γάλακτος και καρδιαγγειακών νοσημάτων εξαρτάται από τον τύπο του γάλακτος, με το πλήρες να παρουσιάζει θετική συσχέτιση με τον κίνδυνο και το χαμηλών λιπαρών να δείχνει ήπια επίδραση.
Τα ευρήματα συμφωνούν με τις τρέχουσες οδηγίες του βρετανικού NHS, το οποίο προειδοποιεί ότι τα γαλακτοκομικά προϊόντα με υψηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά, μπορούν να αυξήσουν τη χοληστερόλη και τον κίνδυνο εμφράγματος ή εγκεφαλικού.