Η θεωρία του «νεκρού ίντερνετ» στηρίζεται στην ιδέα ότι το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου που βλέπουμε πλέον online δεν δημιουργείται από ανθρώπους, αλλά από προγράμματα που μιμούνται την ανθρώπινη γραφή και συμπεριφορά.
Το διαδίκτυο, κάποτε σύμβολο ελευθερίας και ανθρώπινης δημιουργικότητας, φαίνεται να μετατρέπεται σταδιακά σε έναν τεχνητό καθρέφτη χωρίς ψυχή. Η λεγόμενη «θεωρία του νεκρού ίντερνετ» κερδίζει έδαφος, υποστηρίζοντας ότι το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου που βλέπουμε πλέον δεν παράγεται από ανθρώπους, αλλά από αλγορίθμους και bots. Ο ίδιος ο Σαμ Όλτμαν, CEO της OpenAI, παραδέχτηκε προ ημερών πως «ίσως τελικά το ίντερνετ να έχει πεθάνει». Πίσω από τη δήλωση αυτή κρύβεται ένα βαθύτερο ερώτημα: σε έναν ψηφιακό κόσμο γεμάτο μηχανικές φωνές, υπάρχει ακόμη χώρος για την αληθινή ανθρώπινη παρουσία;
Ο Όλτμαν, άνθρωπος-σύμβολο της τεχνητής νοημοσύνης και επικεφαλής της εταιρείας που ανέπτυξε το ChatGPT, έγραψε πριν λίγους μήνες: «Ποτέ δεν πήρα στα σοβαρά τη θεωρία του νεκρού ίντερνετ, αλλά τώρα μοιάζει να υπάρχουν πραγματικά πάρα πολλοί λογαριασμοί στο Twitter που τρέχουν από LLMs». Το σχόλιό του, λιτό αλλά εύγλωττο, άναψε φωτιές. Γιατί αν ακόμα και ο άνθρωπος που ηγείται της επανάστασης των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων παραδέχεται ότι το διαδίκτυο αρχίζει να γεμίζει από ψεύτικη ζωή, τότε ίσως πράγματι να βρισκόμαστε μπροστά στο τέλος της εποχής της αυθεντικότητας.
Το Διαδίκτυο πέθανε και δεν το καταλάβαμε;
Η θεωρία του «νεκρού ίντερνετ» στηρίζεται στην ιδέα ότι το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου που βλέπουμε πλέον online - άρθρα, σχόλια, tweets, βίντεο, ακόμα και φωτογραφίες - δεν δημιουργείται από ανθρώπους, αλλά από προγράμματα που μιμούνται την ανθρώπινη γραφή και συμπεριφορά. Ήδη από το 2023, έρευνα της εταιρείας Imperva υπολόγιζε ότι σχεδόν το 50% της συνολικής διαδικτυακής κίνησης προερχόταν από bots.
Η γραμμή μεταξύ ανθρώπινης και τεχνητής δραστηριότητας
Αυτά τα bots δεν είναι μόνο μηχανές spam. Είναι περίπλοκοι αλγόριθμοι που παράγουν περιεχόμενο, συνομιλούν μεταξύ τους, και συχνά επηρεάζουν τη ροή της πληροφορίας με τρόπους σχεδόν αόρατους στον μέσο χρήστη. Το αποτέλεσμα είναι ένα τοπίο όπου η γραμμή μεταξύ ανθρώπινης και τεχνητής δραστηριότητας έχει αρχίσει να σβήνει επικίνδυνα.
Τα κοινωνικά δίκτυα αποτελούν την καρδιά αυτού του προβλήματος. Όπως εξηγούν οι ερευνητές Τζέικ Ρενζέλα και Βλάντα Ρόζοβα μιλώντας στην ισπανική εδφημερίδα El Pais, «οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης είναι πλέον η κύρια πηγή ενημέρωσης για εκατομμύρια ανθρώπους». Όταν λοιπόν οι αλγοριθμικά δημιουργημένοι λογαριασμοί αποκτούν χιλιάδες ακόλουθους - μερικούς αληθινούς, πολλούς ψεύτικους, τότε η ίδια η αίσθηση αξιοπιστίας αλλοιώνεται.
Η δημοτικότητα μετατρέπεται σε επιχείρημα κύρους. Έτσι, ένας στρατός από «νεκρούς» λογαριασμούς μπορεί να επηρεάζει συζητήσεις, να προωθεί αφηγήματα ή να σπέρνει παραπληροφόρηση με τρομακτική αποτελεσματικότητα. Στην πραγματικότητα, η εικόνα του διαδικτύου που διαμορφώνεται δεν είναι μια κοινότητα, αλλά ένα θέατρο σκιών, όπου η πλειοψηφία των φωνών ίσως να μην είναι καν ανθρώπινες.
Μια πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου του Βερμόντ και του Santa Fe Institute περιγράφει το φαινόμενο αυτό με έναν απλό, αλλά αποκαλυπτικό παραλληλισμό: όπως μια πυρκαγιά δυναμώνει όσο καίει μέσα σε πυκνό δάσος, έτσι και οι ιδέες, τα αστεία ή οι θεωρίες συνωμοσίας δυναμώνουν όσο εξαπλώνονται μέσα στα κοινωνικά δίκτυα.

Η εξάπλωση της πληροφορίας - είτε πρόκειται για αλήθεια είτε για ψέμα - ακολουθεί πλέον φυσικούς, σχεδόν οργανικούς νόμους. Η παραπληροφόρηση δεν απλώς κυκλοφορεί: μεταλλάσσεται. Γίνεται πιο ελκυστική, πιο εύπεπτη, πιο viral. Και όσο οι αλγόριθμοι τεχνητής νοημοσύνης μαθαίνουν πώς να «τρέφουν» αυτές τις μεταλλάξεις, τόσο περισσότερο η πραγματικότητα αντικαθίσταται από το ίδιο της το ψηφιακό είδωλο.
Το πρόβλημα είναι βαθιά κοινωνικό
Το πρόβλημα, φυσικά, δεν είναι μόνο τεχνικό. Είναι βαθιά κοινωνικό. Ο άνθρωπος που γράφει, αναρτά και συμμετέχει σε αυτό το νέο τοπίο επηρεάζεται με τρόπους που δεν αντιλαμβάνεται. Μια άλλη έρευνα, με τίτλο Big Help or Big Brother?, παρουσίασε τον λεγόμενο «παράδοξο της επιρρέπειας» (Susceptibility Paradox): οι φίλοι μας, λένε οι ερευνητές, είναι κατά μέσο όρο πιο επιρρεπείς στην επιρροή απ’ ό,τι εμείς οι ίδιοι.
Αυτό σημαίνει πως η διάδοση ιδεών στο διαδίκτυο δεν εξαρτάται μόνο από εμάς, αλλά από τη θέση μας στο κοινωνικό δίκτυο και τη συμπεριφορά των γύρω μας. Αν η πλειοψηφία ενός μικρού κύκλου αρχίσει να αναπαράγει μια πληροφορία, η πιθανότητα να την πιστέψουμε αυξάνεται δραματικά, ακόμα κι αν είναι ψευδής. Αυτή η γνώση είναι θησαυρός για όσους θέλουν να κατευθύνουν μαζικά την κοινή γνώμη μέσω αλγοριθμικής στόχευσης.
Η τεχνητή νοημοσύνη κάνει αυτή τη χειραγώγηση σχεδόν αόρατη. Οι νέες γενιές γλωσσικών μοντέλων έχουν τη δυνατότητα όχι μόνο να γράφουν και να απαντούν, αλλά και να μαθαίνουν από τον τρόπο που αντιδρούμε. Κάθε like, κάθε παύση σε ένα βίντεο, κάθε σχόλιο ή αναζήτηση μεταφράζεται σε δεδομένα που επιτρέπουν στα μοντέλα να μας γνωρίζουν λίγο καλύτερα.

Κι όσο περισσότερο μας γνωρίζουν, τόσο πιο πειστικά γίνονται τα ψεύδη που μας σερβίρουν. Στο πλαίσιο αυτό, η θεωρία του «νεκρού ίντερνετ» δεν περιγράφει απλώς έναν κόσμο γεμάτο ψεύτικους λογαριασμούς, αλλά έναν κόσμο όπου η ίδια η ανθρώπινη βούληση διαχέεται και χάνεται μέσα στη στατιστική προβλεψιμότητα.
Απέναντι σε αυτό το τοπίο, κάποιοι τεχνολόγοι επιμένουν πως δεν είναι όλα χαμένα. Ο Άαρον Χάρις, επικεφαλής τεχνολογίας στη Sage, υποστηρίζει ότι ένα «ανθρώπινο διαδίκτυο» εξακολουθεί να είναι εφικτό, αλλά «όχι κατά τύχη». Η απάντηση, λέει, βρίσκεται στη διαφάνεια, στην ηθική ευθύνη των εταιρειών και στη δυνατότητα του χρήστη να γνωρίζει από πού προέρχεται κάθε πληροφορία. Οραματίζεται έναν κόσμο όπου τα αποτελέσματα της τεχνητής νοημοσύνης θα είναι «ελέγξιμα και εξηγήσιμα», όπως ακριβώς οι χρηματοοικονομικοί υπολογισμοί - γιατί, όπως λέει, στο διαδίκτυο η ακρίβεια δεν μπορεί πια να θεωρείται πολυτέλεια.
Ωστόσο, η ειρωνεία παραμένει: η τεχνητή νοημοσύνη, το ίδιο το δημιούργημα που προοριζόταν να ενισχύσει την ανθρώπινη δημιουργικότητα, ίσως να είναι η δύναμη που απονεκρώνει το πιο ανθρώπινο στοιχείο του διαδικτύου: τη φωνή. Όπως ο Δρ. Φρανκενστάιν που τρόμαξε μπροστά στο δημιούργημά του, έτσι κι εμείς κοιτάμε σήμερα τις ψηφιακές μας δημιουργίες και νιώθουμε δέος και φρίκη ταυτόχρονα. Το ίντερνετ που γεννήθηκε ως χώρος ελευθερίας, διαλόγου και αλήθειας έχει μετατραπεί σε έναν λαβύρινθο από πανομοιότυπες φωνές, όπου τα λόγια μας επιστρέφουν παραμορφωμένα, αναπαραγμένα από μηχανές που δεν ζουν, δεν θυμούνται και δεν αισθάνονται.
Η θεωρία του «νεκρού ίντερνετ» ίσως να μην σημαίνει ότι το διαδίκτυο έχει όντως πεθάνει· μπορεί, όμως, να σημαίνει ότι πεθαίνει αυτό που κάποτε το έκανε ζωντανό: η ανθρώπινη παρουσία. Και η αληθινή πρόκληση του 21ου αιώνα δεν είναι πια να ελέγξουμε τις μηχανές, αλλά να θυμηθούμε πώς να μιλάμε μεταξύ μας - χωρίς εκείνες.