Λίγο πριν τη μεγάλη του συναυλία, στις 11 Οκτωβρίου, στο Ηρώδειο ο Θανάσης Βασιλόπουλος μιλάει στο iefimerida.gr.
Το νεαρό αγόρι που περπατούσε ξυπόλητο στις ταβέρνες όπου έμαθε να κρατάει κρυφά το κλαρίνο του πατέρα του για να μην μένει μόνος, ετοιμάζεται να δώσει την πρώτη του συναυλία στο Ηρώδειο. Ο Θανάσης Βασιλόπουλος με το κλαρίνο ως συνοδοιπόρο, ξεπέρασε φτώχεια, σκληρές συνθήκες και προσωπικές δυσκολίες, μετατρέποντας το όργανο σε σύμβολο της μουσικής του ταυτότητας. Στις 11 Οκτωβρίου αυτή η διαδρομή φτάνει στην πιο φωτεινή στιγμή της: η δική του συναυλία στο Ηρώδειο ολοκληρώνοντας ένα μεγάλο πρώτο κύκλο.
Ο ίδιος αφηγείται τη διαδρομή του στο iefimerida.gr
«Από μικρό παιδί είχα τα ακούσματα του κλαρίνου. Ο πατέρας μου ήταν πολύ δυνατός στο κλαρίνο, όπως και ο θείος μου ο Γιάννης Βασιλόπουλος κι έτσι το όργανο έγινε μέρος της καθημερινότητάς μας. Θυμάμαι πως ήμουν μόλις 4-5 ετών όταν οι φίλοι μου, που ήταν όλοι μεγαλύτεροι, άρχισαν να κάνουν τις δικές τους παρέες. Ένιωσα μόνος και σκεφτόμουν τι θα μπορούσα να κάνω για να τους ξανακερδίσω.
Ένα απόγευμα, πήρα κρυφά το κλαρίνο του πατέρα μου. Έκατσα όλη την ημέρα προσπαθώντας να μάθω μόνος μου, με στόχο να μαζέψω ξανά τους φίλους μου και να πηγαίνουμε να παίζουμε στις ταβέρνες. Έβαλα και τη μητέρα μου στο παιχνίδι: της έλεγα να φυσάει στο όργανο για να καταλαβαίνω πώς παράγεται ο ήχος. Σιγά σιγά μαζευτήκαμε ξανά, μια μικρή παρέα, και αρχίσαμε να πηγαίνουμε σε διάφορες ταβέρνες για να παίξουμε μουσική.
Η ζωή τότε είχε και ωραίες αλλά και δύσκολες στιγμές. Θυμάμαι να περπατάω ξυπόλητος στα χωράφια - μπορεί να μην υπήρχαν γυαλιά, αλλά υπήρχαν αγκάθια. Όταν γυρνούσα σπίτι, η μητέρα μου ζέσταινε λάδι σε ένα κουταλάκι για να βγάλει τα αγκάθια από τα πόδια μου. Κι όμως, μέσα σε όλα αυτά, υπήρχε μια απίστευτη χαρά: η αίσθηση ότι έβγαζα τα πρώτα μου χρήματα από τη μουσική. Μου άρεσε να αγοράζω καφέ και ζάχαρη για τη μητέρα μου, Το πρωί εκείνη με τη γιαγιά μου έφτιαχναν τον ελληνικό καφέ και οι μυρωδιές γέμιζαν το σπίτι. Ήταν εικόνες θαλπωρής, εικόνες που με έκαναν να νιώθω πολύ όμορφα.
Κάποια στιγμή φύγαμε από το Αγρίνιο. Όλα άλλαξαν όταν ήρθαμε στην Αθήνα. Χάσαμε τη ζεστασιά που είχαμε εκεί και βρεθήκαμε χωρίς τίποτα, δεν είχαμε ούτε καν σπίτι. Θυμάμαι τον θείο μου, τον αδελφό της μητέρας μου, που είχε φορτηγό και πουλούσε καρπούζια να μας φορτώνει όλους και να μας φέρνει στην Αθήνα. Αν θυμάμαι καλά, καταλήξαμε κάπου στα Λιόσια, στον Προφήτη Ηλία, πάνω στο βουνό.

«Όταν ήρθα την Αθήνα ξεκίνησα να παίζω κλαρίνο ξυπόλητος σε ταβέρνες, αλλά από εκείνη την ημέρα δεν ξαναπεινάσαμε»
Στην αρχή, όσο είχε καλό καιρό, όλα έμοιαζαν όμορφα. Όμως, όταν άρχισαν οι βροχές, τα πράγματα δυσκόλεψαν πολύ. Κοιμόμασταν στρωματσάδα στο πάτωμα . Η μητέρα μου έβαζε νάιλον και κουβέρτες για να μη μας πιάνει η υγρασία, κι εμείς σκεπαζόμασταν όπως μπορούσαμε. Κάθε φορά που έβρεχε, έμπαιναν νερά μέσα και δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Εκείνη την περίοδο, θυμήθηκα όσα έκανα στο Αγρίνιο: πήρα τα ξαδέλφια μου και αρχίσαμε να παίζουμε σε ουζερί, καφενεδάκια και ταβερνάκια. Από εκείνη την ημέρα δεν ξαναπεινάσαμε. Σιγά σιγά νοικιάσαμε σπίτι, και μετά ήρθε και το σχολείο στη ζωή μου.
Στο Αγρίνιο δεν ήξερα καν ότι υπάρχει σχολείο. Ήταν μακριά από τον οικισμό που ζούσαμε, οπότε δεν είχα την πληροφορία. Για μένα η ζωή ήταν να ξυπνάω και να παίζω μουσική στα καφενεία κι ομολογώ ότι μου άρεσε. Όταν όμως ήρθαμε στην Αθήνα και κατάλαβα τι σημαίνει σχολείο, όλα άλλαξαν.
Ο λόγος που δεν μιλούσε και το σχολείο που μπήκε ξαφνικά στη ζωή του
«Όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα, χρειάστηκαν 2-3 χρόνια για να μιλήσω. Όχι γιατί δεν μπορούσα, αλλά γιατί δεν ήθελα. Είχα πάθει μελαγχολία που είχα φύγει από τους φίλους μου, από το περιβάλλον μου και συνειδητά δεν μιλούσα. Έπαιζα μουσική, αλλά έμενα σιωπηλός. Σιγά -σιγά κατάφερα να το ξεπέρασω.
Όταν νοικιάσαμε πια σπίτι, απέναντι έμενε ένας κύριος που έβλεπα κάθε πρωί να πηγαίνει τα δύο του κορίτσια στο σχολείο. Κάποια μέρα, παίζοντας σε ένα πατζατζίδικο τον είδα να τρώει. Το ένιωσα σαν ευκαιρία. Πήγα και του είπα: «Σας παρακαλώ πολύ, μπορείτε να με πάτε στο σχολείο;»
Με κοίταξε και κατάλαβε ότι μιλούσα σοβαρά. «Έλα αύριο στις 7 το πρωί», μου απάντησε.
Εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα. Από τις 4 το πρωί ήμουν έξω και τον περίμενα. Και έτσι, με αυτόν τον τρόπο, μπήκε το σχολείο στη ζωή μου»
Από τα πανηγύρια στις μεγάλες πίστες μέχρι τον Scorpio στη Μύκονο
«Νιώθω τυχερός που είχα φίλους να με βοηθήσουν να δω τη ζωή διαφορετικά. Ήταν σίγουρο πως θα γινόμουν κλαριτζής, γιατί το κουβαλούσα μέσα μου. Όμως πίστευα ότι μέχρι εκεί θα έφτανα: στα πανηγύρια. Άλλωστε ο θείος μου ήταν από τα δυνατά ονόματα. Δεν ήξερα ότι μπορούσε να υπάρξει «επόμενο βήμα». Αυτό το κατάλαβα πολύ αργότερα.
Σήμερα, ξέρω γιατί κάνω ότι κάνω. Μπορώ να αναλάβω οποιαδήποτε δουλειά, αλλά πια γνωρίζω το «γιατί». Δεν έχω παράλογες προσδοκίες. Είμαι αυθόρμητος και θέλω να αποφεύγω τα μεγάλα λάθη. Γιατί αυτά πληγώνουν ανθρώπους, και πολλές φορές δεν διορθώνονται. Έμαθα ότι το λάθος δεν είναι πάντα εις βάρος μου -συχνά είναι εις βάρος κάποιου άλλου.
Η τύχη με βοήθησε. Οι φίλοι μου, η αγάπη της μάνας μου, η οικογένειά μου -όλα αυτά με κράτησαν όρθιο. Και μέσα από την πορεία που έχω διανύσει, αλλά και τη δισκογραφία που έχω χτίσει, μπορώ να πω ότι ήμουν πολύ τυχερός. Όταν κοιτάζω πίσω, με πιάνει φόβος: γλίτωσα από πολλά δύσκολα, μόνο και μόνο επειδή βρέθηκαν άνθρωποι που μου έδειξαν ένα φως.

Ο Νίκος και ο Στέλιος, με την εταιρεία «Κρόνος», μου έδωσαν τα πρώτα δημοτικά τραγούδια, ο στιχουργός Λάκης Τσιώλης με έφερε πιο κοντά στο λαϊκό στοιχείο και με έφερε σε επαφή με μεγάλους εμπορικούς τραγουδιστές. Έτσι άνοιξε ο δρόμος για το στούντιο.
Δεν ήταν εύκολο το κλαρίνο να μπει στις μεγάλες πίστες. Έπαιξα με πολλούς καλλιτέχνες, και σταδιακά το όργανο άρχισε να ακούγεται όλο και πιο πολύ. Ήταν φυσικό να το θέλουν στα μαγαζιά, αλλά στην αρχή τα πράγματα δεν ήταν ρόδινα. Μικρός, άφραγκος, περπατούσα ώρες για να πάω σε πρόβες, μόνο και μόνο για να μου πουν τελικά ότι «δεν χρειάζονται τελικά κλαρίνο». Κι όμως, ήξερα μέσα μου ότι μπορούσα να σταθώ, γιατί το κλαρίνο είναι ένα όργανο ζεστό, πολυδιάστατο, που μπορεί να παίξει τα πάντα.
Κάποια στιγμή μου δόθηκε η ευκαιρία να ηχογραφήσω σε έναν δίσκο. Από τότε το κλαρίνο μπήκε στη δισκογραφία και άρχισαν όλα να παίρνουν το δρόμο τους. Τα τραγούδια το ζητούσαν, τα μαγαζιά το έβαζαν, ο κόσμος το αγαπούσε.
Μεγάλο κεφάλαιο ήταν και το Scorpios στη Μύκονο. Στην αρχή ήμουν αρνητικός: δεν έπαιζα με DJs, ούτε με δυτικά ακούσματα. Τότε συνεργαζόμουν με τον Γιώργο Μαζωνάκη. Ο DJ επέμενε και η Χαρά Σαφαρίκα, η σύντροφός μου, με έσπρωξε να το δω αλλιώς. Με βοήθησε πολύ, αλλιώς δεν θα πήγαινα ποτέ.

Όταν τελικά ανέβηκα στη σκηνή του Scorpios, το πρώτο Σάββατο ήρθαν μόλις 150 άτομα. Είχα στο μυαλό μου ότι θα μας έδιωχναν. Όμως άρεσε στον κόσμο. Το δεύτερο Σάββατο, η προσέλευση εκτοξεύτηκε με πάνω από 2.000 άτομα. Και από τότε έγινε χαμός. Έπαιξα σε όλη την Ελλάδα, σε όλο τον κόσμο. Θέλω αυτό που κάνω να το βλέπει ο κόσμος.
«Οι άνθρωποι που έχουν δει τη σκληρή πλευρά της ζωής δεν έχουν περιθώριο για έπαρση»
Αναρωτιέμαι αν ποτέ ψωνίστηκε -αυτό που λέμε «πήραν τα μυαλά του αέρα». Ο ΄ίδιος μου απαντάει: «Όχι! Οι άνθρωποι που έχουν περάσει από τα σίδερα, που έχουν δει τη σκληρή πλευρά της ζωής, δεν έχουν περιθώριο για έπαρση. Το πιο σημαντικό είναι η ταπεινότητα. Αν αφήσεις τα μυαλά σου να πάρουν αέρα η ψυχή σκληραίνει και χάνεται η δημιουργικότητα. Ο ψωνισμένος δεν στέκεται πουθενά, μοιάζει με καρτούν.

Εγώ θέλω να πατάω στη γη. Ο παράδεισος, άλλωστε, είναι η καλοσύνη του κόσμου. Δεν παλεύω για να γίνω κάποιος άλλος, παλεύω για τα αυτονόητα. Και κάθε φορά που κάνω μια συνεργασία, ξεκινάω από την αρχή».
Η συγκινητική πορεία του Θανάση Βασιλόπουλου κορυφώνεται στη σκηνή του Ηρωδείου
Στις 11 Οκτωβρίου θα δώσει τη δική του συναυλία στο Ηρώδειο που ετοιμάζει με τους φίλους του και τον ρωτώ αν είναι ένα όνειρο που γίνεται πραγματικότητα παίζοντας μουσική σε έναν τόσο ξεχωριστό χώρο. «Παραμένει όνειρο ακόμα, δεν μπορώ να το πω πραγματικότητα μέχρι να το ζήσω. Ποτέ δεν περίμενα ότι θα πραγματοποιήσω τη δική μου συναυλία στο Ηρώδειο, πλαισιωμένος από όλους τους αγαπημένους μου συνεργάτες και φίλους. Μέχρι να βρεθώ στη σκηνή, θα είναι για μένα όνειρο. Ανυπομονώ να το βιώσω -έχουμε ετοιμάσει κάτι πραγματικά μαγικό για το κοινό.

Με τους υπέροχους συνεργάτες μου, τον μαέστρο Νίκο Πλατύραχος, την ομάδα των μουσικών μου και τη Σύγχρονη Ορχήστρα της ΕΡΤ, σχεδιάσαμε ένα μουσικό ταξίδι που παντρεύει τα ακούσματα της Ανατολής και της Δύσης. Θέλω το κοινό να συγκινηθεί, να χαρεί, να αφεθεί στο συναίσθημα. Για μένα κάθε νότα στο κλαρίνο πρέπει να έχει ψυχή, κάθε τραγούδι να κρύβει ουσία.
Με την εμφάνιση του στο Ηρώδειο κλείνει ένας πρώτος κύκλος και γίνεται μια επανεκκίνηση. «Θα έλεγα πως είναι το αποτέλεσμα ενός μεγάλου κύκλου. Δεν σημαίνει ότι σταματώ, αλλά βάζω μια τελεία για να ξεκινήσει μια νέα αρχή. Είναι σαν να κλείνει ένα κεφάλαιο και να ανοίγει ένα καινούριο. Έχω βρεθεί πολλές φορές ως σολίστ δίπλα σε μεγάλους συνθέτες, αλλά το να πραγματοποιώ τώρα μια δική μου συναυλία με τόσους αγαπημένους ανθρώπους στο πλευρό μου είναι μοναδικό.
Σε αυτή την τόσο ξεχωριστή στιγμή της πορείας μου, στο Ηρώδειο θα ανέβουν μαζί μου φίλοι και καλλιτέχνες που αγαπώ: ο Κώστας Χατζής, η Μελίνα Ασλάνογλου, ο Λεωνίδας Μπαλάφας, ο Παναγιώτης Λάλεζας, ο Hovig, ο Κώστας Μήτσης, η Δανιέλα Χατζή και ο Omar Faruk Tekbilek. Ο καθένας κουβαλάει μια ιστορία, μια κοινή ανάμνηση, μια ιδιαίτερη σχέση που θα μοιραστούμε με τον κόσμο.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι στη σκηνή του Ηρωδείου θα συμμετέχουν η Σύγχρονη Ορχήστρα της ΕΡΤ, η Παιδική Χορωδία Σπύρου Λάμπρου, το Flamenco σχήμα Solea με την Ελένη Γιαννοπούλου και ο Dj Αντώνης Δημητριάδης, ενώ ο Θαλής Πιτούλης θα χαρίσει τη δική του ξεχωριστή στιγμή στη συναυλία.
Η βραδιά, γεμάτη με αγαπημένα πρόσωπα του καλλιτέχνη, θα έχει την καλλιτεχνική σφραγίδα του Γιώργου Λύρα στη σκηνοθεσία, ο οποίος συνδυάζει με μοναδικό τρόπο την απλότητα με την ποιότητα και την υψηλή αισθητική και στην αφήγηση θα είναι ο Γιάννης Αϊβάζης