Η Ρωσία του Πούτιν στρέφεται -με εξαιρετικά αμφιλεγόμενο τρόπο- στις μαθήτριές της για να αντιμετωπίσει την εντεινόμενη δημογραφική κρίση.
Τα τελευταία χρόνια, η Ρωσία αντιμετωπίζει σοβαρά δημογραφικά προβλήματα, τα οποία επηρεάζουν την κοινωνική και οικονομική της σταθερότητα.
Η χώρα αντιμετωπίζει μια ραγδαία μείωση του πληθυσμού από τα τέλη της δεκαετίας του 1990. Οι κύριοι λόγοι αυτής της πτώσης είναι η μείωση του αριθμού γεννήσεων, η αυξημένη θνησιμότητα και η μετανάστευση.
Παράλληλα, η οικονομική κρίση και η αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών έχουν επηρεάσει το οικογενειακό μοντέλο, με πολλές γυναίκες να αναβάλλουν ή να αποφεύγουν την τεκνοποίηση. Το αποτέλεσμα είναι ένας πληθυσμός που γηράσκει συνεχώς, με λιγότερους νέους που μπορούν να υποστηρίξουν το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και την οικονομία της χώρας.
Τα μέτρα της ρωσικής κυβέρνησης για το δημογραφικό πρόβλημα
Η ρωσική κυβέρνηση, αντιλαμβανόμενη τη σοβαρότητα του προβλήματος, έχει υιοθετήσει μια σειρά μέτρων που αποσκοπούν στην ενίσχυση της γονιμότητας και την υποστήριξη των οικογενειών.
Μια από τις πλέον αμφιλεγόμενες πολιτικές που εφαρμόζει είναι η παροχή οικονομικών κινήτρων σε νέες γυναίκες, ακόμη και σε πολύ νεαρές ηλικίες (15-17 ετών), προκειμένου να τις ενθαρρύνει να γίνουν μητέρες.
Τα πιο γνωστά οικονομικά κίνητρα, όπως το «κεφάλαιο μητρότητας» (материнский капитал), είναι ένα χρηματικό βοήθημα που δίνεται σε οικογένειες με δεύτερο και κάθε επόμενο παιδί. Το ποσό μπορεί να φτάσει τα 470.000 ρούβλια (περίπου 5.500 ευρώ) και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για στέγαση, εκπαίδευση ή σύνταξη.
Εκτός από τα γενικά οικονομικά κίνητρα, η κυβέρνηση έχει προχωρήσει και σε πιο στοχευμένες δράσεις, οι οποίες απευθύνονται κυρίως σε νεαρές γυναίκες σε ορισμένες περιοχές.
Σε κάποιες περιοχές της Ρωσίας, όπως η Καρελία, η Τομσκ και το Άλταϊ, προσφέρονται επιπλέον χρηματικά ποσά -περίπου 100.000 ρούβλια (περίπου 1.000 ευρώ)- σε φοιτήτριες ηλικίας 18 έως 25 ετών που αποφασίζουν να αποκτήσουν παιδί. Η συγκεκριμένη πολιτική στοχεύει να αυξήσει τον αριθμό των γεννήσεων σε περιοχές που αντιμετωπίζουν έντονη δημογραφική συρρίκνωση.
«Αυτό το νέο μέτρο, που εισήχθη τους τελευταίους μήνες σε δέκα περιοχές, αποτελεί μέρος της νέας δημογραφικής στρατηγικής της Ρωσίας, η οποία διευρύνει την πολιτική που υιοθετήθηκε τον Μάρτιο του 2025 και ίσχυε μόνο για τις ενήλικες γυναίκες. Στόχος της είναι να αντιμετωπίσει τη δραματική μείωση του ποσοστού γεννήσεων στη χώρα» σημειώνει η Jennifer Mathers, ανώτερη λέκτορας Διεθνούς Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Aberystwyth της Ουαλίας.
Το 2023, ο αριθμός των γεννήσεων στη Ρωσία ανά γυναίκα ήταν 1,41, σημαντικά χαμηλότερος από το 2,05, που είναι το επίπεδο που απαιτείται για τη διατήρηση του πληθυσμού στο σημερινό του μέγεθος.
«Η "πληρωμή" εφήβων κοριτσιών για να κάνουν παιδιά, ενώ είναι ακόμα στο σχολείο, είναι εξαιρετικά αμφιλεγόμενη στη Ρωσία. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Ρωσικού Κέντρου Έρευνας της Κοινής Γνώμης, το 43% των Ρώσων εγκρίνει την πολιτική αυτή, ενώ το 40% είναι αντίθετο. Ωστόσο, αυτό δείχνει την υψηλή προτεραιότητα που αποδίδει το κράτος στην αύξηση του αριθμού των γεννήσεων», τονίζει εμφατικά η καθηγήτρια.
Αν και τα οικονομικά κίνητρα μπορεί να φαίνονται ως μια πρακτική λύση στην επιφανειακή αντιμετώπιση της δημογραφικής κρίσης, η πρακτική της παροχής χρημάτων σε πολύ νεαρές γυναίκες προκειμένου να γίνουν μητέρες έχει προκαλέσει έντονες συζητήσεις και κριτική τόσο εντός Ρωσίας όσο και διεθνώς.

Οι υποστηρικτές της πολιτικής τονίζουν ότι η οικονομική ενίσχυση βοηθά τις γυναίκες να δημιουργήσουν οικογένειες που διαφορετικά θα δυσκολεύονταν να υποστηρίξουν. Αναφέρουν επίσης πως η υπογεννητικότητα αποτελεί σοβαρή απειλή για το μέλλον της χώρας, και ότι οι πολιτικές αυτές συμβάλλουν στην αναστροφή της τάσης.
Ανευθυνότητα και κοινωνική πίεση
Αντίθετα, οι επικριτές θεωρούν πως τα μέτρα αυτά εκμεταλλεύονται οικονομικά νεαρές γυναίκες, ειδικά φοιτήτριες, οι οποίες μπορεί να μην είναι έτοιμες συναισθηματικά ή κοινωνικά για τον ρόλο της μητρότητας.
Παράλληλα, εκφράζονται ανησυχίες για την πιθανή κοινωνική πίεση που ασκείται στις γυναίκες να τεκνοποιήσουν για οικονομικούς λόγους, καθώς και για την έλλειψη επαρκούς στήριξης μετά τη γέννα. Κάποιοι μιλούν για έναν «οικονομικό εξαναγκασμό», που μπορεί να παραβιάζει μέχρι και τα ίδια τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντίμιρ Πούτιν, θεωρεί τον μεγάλο πληθυσμό ως ένα από τα χαρακτηριστικά μιας ακμάζουσας, μεγάλης δύναμης, μαζί με τον έλεγχο ενός τεράστιου (και αυξανόμενου) εδάφους και ενός ισχυρού στρατού. Παραδόξως, όμως, οι προσπάθειές του να αυξήσει το εδαφικό μέγεθος της Ρωσίας επιτιθέμενος στην Ουκρανία και προσαρτώντας παράνομα το έδαφός της έχουν επίσης καταστροφικές συνέπειες όσον αφορά τη μείωση του πληθυσμού της Ρωσίας.
Ο αριθμός των Ρώσων στρατιωτών που έχουν σκοτωθεί στον πόλεμο έχει φθάσει τους 250.000, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, ενώ ο πόλεμος προκάλεσε τη μαζική έξοδο από τη χώρα εκατοντάδων χιλιάδων από τους πιο μορφωμένους Ρώσους. Πολλοί από αυτούς είναι νεαροί άνδρες που φεύγουν από τη στρατιωτική θητεία και θα μπορούσαν να είναι πατέρες της επόμενης γενιάς Ρώσων πολιτών.
Ωστόσο, ενώ η δημογραφική κατάσταση της Ρωσίας είναι ακραία, η μείωση των γεννήσεων αποτελεί πλέον παγκόσμια τάση. Εκτιμάται ότι έως το 2050, περισσότερο από το 75% των χωρών του κόσμου θα έχουν τόσο χαμηλά ποσοστά γονιμότητας που δεν θα είναι σε θέση να διατηρήσουν τον πληθυσμό τους.

Αμφισβητούμενη πρακτική
Η αποτελεσματικότητα των οικονομικών κινήτρων στη μακροπρόθεσμη αύξηση της γεννητικότητας παραμένει αμφισβητούμενη.
Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι η γεννητικότητα στη Ρωσία παρουσίασε κάποιες μικρές αυξήσεις μετά την εφαρμογή του «κεφαλαίου μητρότητας», αλλά η τάση αυτή δεν έχει σταθεροποιηθεί.
Παράλληλα, οι κοινωνικές συνθήκες και οι οικονομικές ανισότητες συνεχίζουν να επηρεάζουν αποφασιστικά τη δυνατότητα των νέων οικογενειών να μεγαλώσουν παιδιά με ασφάλεια και ποιότητα ζωής.
Γιατί, στο κάτω κάτω της γραφής και στο τέλος της ημέρας, η προσφορά μιας εφάπαξ οικονομικής ενίσχυσης μπορεί να μην αρκεί χωρίς συνολική στήριξη σε θέματα υγείας, εκπαίδευσης, στέγασης και εργασίας.