Στη Σιγκαπούρη, ακόμη και η κορυφή της πολιτικής ηγεσίας μιλά τη γλώσσα της τεχνολογίας. Αυτό έδινε στο δημόσιο τομέα ένα συγκριτικό πλεονέκτημα: μπορούσε να προσελκύει ανθρώπους που θα κατευθύνονταν αποκλειστικά στη Σίλικον Βάλεϊ.
Στη Σιγκαπούρη, μια πόλη-κράτος που χτίστηκε πάνω στην ιδέα ότι το ανθρώπινο κεφάλαιο είναι το πολυτιμότερο καύσιμο της ανάπτυξης, η συζήτηση για τη διαρροή ταλέντων έχει αποκτήσει ιδιαίτερο βάρος.
Για δεκαετίες, το κράτος κατάφερε να προσελκύει και να συγκρατεί τους καλύτερους επιστήμονες και μηχανικούς μέσα στο δημόσιο τομέα, προσφέροντας υψηλούς μισθούς και κύρος.
Όμως, με τη Σίλικον Βάλεϊ να ανοίγει συνεχώς νέες «κερκόπορτες» και κολοσσούς της τεχνολογίας να εγκαθιστούν γραφεία στη Σιγκαπούρη, το έδαφος τρίζει κάτω από τα πόδια της κυβέρνησης.
Η παράδοση της τεχνοκρατίας
Σε αντίθεση με πολλές χώρες όπου το κράτος γεμίζει από νομικούς και οικονομολόγους, η Σιγκαπούρη έχει διαχρονικά επενδύσει σε ανθρώπους με τεχνικό υπόβαθρο. Ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός, Λι Σιεν Λουνγκ, μαθηματικός και προγραμματιστής, έδειξε την κουλτούρα αυτή με τον πιο απλό τρόπο: το 2015 δημοσίευσε στο Facebook έναν αλγόριθμο επίλυσης Sudoku που είχε γράψει ο ίδιος σε C.
Το ποστ έγινε viral, συγκεντρώνοντας δεκάδες χιλιάδες likes και shares. Λίγο αργότερα, ο υπουργός Βίβιαν Μπαλακρασνάν «μετέφρασε» τον ίδιο αλγόριθμο σε JavaScript και ανάρτησε τη δική του εκδοχή.
Τέτοιες σκηνές, ασήμαντες με την πρώτη ματιά, αποκάλυπταν όμως μια ουσιαστική διαφορά: στη Σιγκαπούρη, ακόμη και η κορυφή της πολιτικής ηγεσίας μιλά τη γλώσσα της τεχνολογίας. Αυτό έδινε στο δημόσιο τομέα ένα συγκριτικό πλεονέκτημα: μπορούσε να προσελκύει ανθρώπους που θα κατευθύνονταν αποκλειστικά στη Σίλικον Βάλεϊ.
GovTech και Smart Nation: η κρατική απάντηση
Η κυβέρνηση δημιούργησε οργανισμούς όπως το GovTech, με στόχο να φέρει στους κόλπους της το ίδιο επίπεδο ταλέντου που στρατολογούν εταιρείες όπως η Google ή το Facebook. Μάλιστα, όπως αφηγούνται πρώην αξιωματούχοι, ο Λι Σιεν Λουνγκ συνήθιζε να επισκέπτεται προσωπικά τη Σίλικον Βάλεϊ για να συναντήσει Σιγκαπουριανούς μηχανικούς που δούλευαν εκεί και να τους πείσει να επιστρέψουν.
Για όσους δίσταζαν, δημιουργήθηκε το πρόγραμμα Smart Nation Fellowship, μια τρίμηνη ή ετήσια «θητεία» σε δημόσιους οργανισμούς. «Ακόμη κι αν δεν μένουν όλοι, το κέρδος είναι διπλό: φέρνουν νέες ιδέες, και κάποιοι τελικά αποφασίζουν να συνεχίσουν μόνιμα», εξηγεί μιλώντας στον ιστότοπο The Real World ένας πρώην σύμβουλος.
Η πίεση των πολυεθνικών
Η στρατηγική αυτή, αν και επιτυχημένη, άρχισε να δοκιμάζεται σκληρά. Από τη στιγμή που εταιρείες όπως η OpenAI άνοιξαν γραφεία στη Σιγκαπούρη, η δεξαμενή ταλέντων βρέθηκε στο επίκεντρο ενός σκληρού ανταγωνισμού. Ο επικεφαλής της δημόσιας διοίκησης, Λίο Γιπ, παραδέχεται: «Το μεγαλύτερο μου άγχος είναι πώς θα κρατήσω εδώ τους καλύτερους ανθρώπους μου».
Οι πολυεθνικές δεν κυνηγούν μόνο τεχνικές δεξιότητες· θέλουν και τις συνδέσεις που φέρνει κάποιος από το εσωτερικό του κράτους. Και με προϋπολογισμούς που μοιάζουν ανεξάντλητοι, μπορούν να προσφέρουν μισθούς που το δημόσιο της ασιατικής χώρας, όσο καλά κι αν πληρώνει, δεν μπορεί να φτάσει. «Είναι μια ειρωνεία», σχολιάζει ένας αξιωματούχος. «Θέλαμε να φέρουμε ξένες εταιρείες εδώ για να ενισχύσουμε την καινοτομία. Και τώρα ανταγωνιζόμαστε μαζί τους για τους δικούς μας ανθρώπους».

Η φωνή των ίδιων των «επιστρεφόντων»
Ο Λι Χονγκί, διευθυντής του τμήματος Open Government Products του GovTech, ξέρει από πρώτο χέρι αυτό το δίλημμα. Με δύο πτυχία από το MIT και θητεία ως product manager στη Google, είχε όλες τις προοπτικές για μια λαμπρή καριέρα στις ΗΠΑ. Επέστρεψε στη Σιγκαπούρη λόγω υποτροφίας με υποχρεωτική υπηρεσία, όμως η «προσωρινή θητεία» του στο δημόσιο έγινε τελικά καριέρα πάνω από δέκα χρόνια.
«Ο μισθός έχει σημασία, αλλά είναι αυτοκαταστροφικό να πιστεύουμε ότι είναι το μόνο κίνητρο», λέει. «Η αίσθηση του σκοπού που έχω εδώ δεν συγκρίνεται». Και συνεχίζει, με εμφανή πάθος: «Με ενοχλεί να βλέπω ότι οι πιο έξυπνοι άνθρωποι δουλεύουν στα πιο χαζά προβλήματα. Στη Google υπήρχαν ομάδες με διδακτορικά που αφιέρωναν μήνες για να βρουν ποια απόχρωση του μπλε φέρνει περισσότερα κλικ στις διαφημίσεις. Αν το πετύχαινες, ήσουν ήρωας της Σίλικον Βάλεϊ. Αλλά ποιος νοιάζεται αν ο κόσμος κάνει διπλάσια κλικ σε διαφημίσεις; Στην κοινωνία δεν αλλάζει τίποτα».
Για τον Χονγκί, η πραγματική αξία βρίσκεται αλλού: «Αν φέρεις αυτή τη νοοτροπία και τη βάλεις σε προβλήματα όπως η υγεία ή η εκπαίδευση, τότε έχεις ουσιαστικό αντίκτυπο».
Η Σιγκαπούρη ως μοναδικό παράδειγμα
Η Σιγκαπούρη δεν είναι τυχαίο που μπόρεσε να ακολουθήσει αυτό το μοντέλο. Είναι ταυτόχρονα πόλη και κράτος, με μια μόνο βαθμίδα διακυβέρνησης. Δεν χρειάζεται να περάσει από ομοσπονδιακά ή τοπικά εμπόδια για να εφαρμόσει μια ενιαία τεχνολογική στρατηγική όπως το Smart Nation.

Όμως αυτό έχει και το μειονέκτημά του: δύσκολα αντιγράφεται αλλού. «Ακόμα κι εμείς δεν ξέρουμε πώς θα λειτουργούσε αυτό το μοντέλο σε χώρες με την κλίμακα της Κίνας ή της Ινδίας», παραδέχονται Σιγκαπουριανοί αξιωματούχοι.
Ο διχασμός ταλέντου
Σήμερα, η κατάσταση μοιάζει με αγώνα δρόμου. Από τη μια, το κράτος προσπαθεί να προσφέρει κίνητρα που δεν είναι μόνο οικονομικά: κύρος, αίσθηση σκοπού, τη δυνατότητα να επηρεάσεις την κοινωνία. Από την άλλη, οι κολοσσοί της τεχνολογίας υπόσχονται αστρονομικές απολαβές και διεθνείς προοπτικές.
Η Ντίνα Ταν, νεαρή προγραμματίστρια που συμμετείχε στο Smart Nation Fellowship, περιγράφει τον δικό της δισταγμό: «Στο δημόσιο ένιωθα ότι ό,τι έκανα είχε σημασία. Αλλά όταν μου ήρθε πρόταση από μια αμερικανική εταιρεία με τριπλάσιο μισθό, δεν μπορούσα να την αγνοήσω. Σήμερα δουλεύω στη Σίλικον Βάλεϊ, αλλά ξέρω ότι κάποια στιγμή θα γυρίσω πίσω».
Η κυβέρνηση της Σιγκαπούρης ποντάρει ακριβώς σε αυτό: ότι οι δεσμοί με την πατρίδα και η επιθυμία για ουσιαστικό έργο θα φέρουν πίσω μέρος αυτού του ταλέντου, έστω και μετά από χρόνια.

Μαθήματα για τον κόσμο
Το παράδειγμα της Σιγκαπούρης θέτει ένα κρίσιμο ερώτημα: πώς μπορούν τα κράτη να κρατήσουν τους καλύτερους επιστήμονες και μηχανικούς τους όταν ανταγωνίζονται άμεσα με τη Σίλικον Βάλεϊ; Οι υψηλοί μισθοί δεν είναι αρκετοί· το αίσθημα σκοπού, οι δυνατότητες επιρροής και το περιβάλλον καινοτομίας είναι εξίσου σημαντικά.
Όπως το συνοψίζει ο Χονγκί Λι: «Η Σίλικον Βάλεϊ θα σε κάνει ήρωα αν διπλασιάσεις τα clicks σε διαφημίσεις. Η Σιγκαπούρη μπορεί να σε κάνει ήρωα αν διπλασιάσεις τις πιθανότητες ενός παιδιού να λάβει καλύτερη εκπαίδευση. Για μένα, η δεύτερη νίκη αξίζει πολύ περισσότερο».
Η Σιγκαπούρη ζει τη δική της «αιμορραγία ταλέντου» προς τη Σίλικον Βάλεϊ, αλλά ταυτόχρονα δείχνει και έναν διαφορετικό δρόμο. Αντί να θεωρεί την τεχνολογία αποκλειστικό προνόμιο των ιδιωτικών κολοσσών, την έβαλε στην καρδιά του κράτους, δημιουργώντας ένα περιβάλλον όπου ο δημόσιος τομέας μπορεί να σταθεί ισάξια απέναντι σε πολυεθνικές.
Ο αγώνας δεν έχει κριθεί. Όμως η εμπειρία της δείχνει πως οι κοινωνίες που επενδύουν με πάθος στη γνώση και στη δημιουργία σκοπού μπορούν να συγκρατήσουν το πιο πολύτιμο κεφάλαιο: τους ανθρώπους τους. Και ίσως, όπως λέει χαμογελώντας η Ντίνα Ταν από το γραφείο της στην Καλιφόρνια, «ακόμα κι αν φύγουμε για λίγο, πάντα θα έχουμε έναν λόγο να επιστρέψουμε».