Η Σκάρλετ Γιόχανσον για την Prada και τα γύψινα λιοντάρια για τη Louis Vuitton: Ο Γιώργος Λάνθιμος βάζει την υπογραφή του.
Κινείται με την ίδια ακρίβεια ανάμεσα σε πολυτέλεια και αντίγραφο, μετατρέποντας τη μόδα σε καθαρή αφήγηση με τις φωτογραφίες του.
Κάπου ανάμεσα σε ένα παλάτσο στο Μιλάνο και μια ελληνική επαρχιακή βιοτεχνία εργαστήριο τσιμεντένιων ειδών μπάρμπεκιου και γύψινων εκμαγείων, ο Γιώργος Λάνθιμος στήνει δύο κόσμους που δεν συναντιούνται ποτέ, κι όμως μιλούν ο ένας στον άλλον.
Η νέα καμπάνια της Prada για την τσάντα Galleria που μόλις το πρωί της Τρίτης παρουσίασε το WWD, τον βρίσκει να σκηνοθετεί τη Σκάρλετ Γιόχανσον, η οποία επιστρέφει για τρίτη χρονιά ως πρόσωπο της Galleria ενσαρκώνοντας, θαρρείς, όλες τις ηρωίδες του Χίτσκοκ.

Δεν χρησιμοποιεί το Μιλάνο ως περιβάλλον για να τοποθετήσει την ιστορία του μονάχα η αίσθηση μιας παύσης, ενός δωματίου όπου το φως κινείται αργά και το δέρμα της Galleria μοιάζει να κρατά μυστικά. Η Prada το αποκαλεί «κινηματογραφικό ταίριασμα». Ο Λάνθιμος, χωρίς να χρειάζεται να το πει, στήνει μια ιστορία πιο αινιγματική από οποιοδήποτε διαφημιστικό αφήγημα.
Λίγες εβδομάδες πριν, ο ίδιος φωτογράφιζε για το AnOther Magazine μια εντελώς διαφορετική σκηνή: την κολεξιόν του Νικολά Γκεσκιέρ για τη Louis Vuitton, σ’ έναν χώρο που φαίνεται να βρίσκεται κάπου στην Ελλάδα. Όχι παλάτι, αλλά ένα συνεργείο-κατάστημα γεμάτο γύψινα εκμαγεία, λιοντάρια και κολόνες - τα φτηνά αντίγραφα του κλασικού μεγαλείου που συναντάς τυχαία στις παρυφές των πόλεων.
Louis Vuitton κάπου, σε κάτι σαν ελληνική βιοτεχνία
Οι φωτογραφίες, αυστηρά ασπρόμαυρες, δεν χαρίζονται: Η Sora Choi με παλτό και γυμνή σκιά σε δάπεδο από πατημένο χώμα, το φως να κόβει τη σκόνη σαν μαχαίρι. Ένας κόσμος που μυρίζει υγρό γύψο και παλιό ραδιόφωνο.
Ανάμεσα στις δύο δουλειές απλώνεται όλη η γκάμα του Λάνθιμου. Στην Prada η πολυτέλεια είναι χρυσή και υπνωτική, ένα φιλμ που ανασαίνει σαν βελούδινη αυγή. Στη Louis Vuitton το βλέμμα είναι ωμό, σχεδόν αδιάφορο για τη μόδα που υποτίθεται ότι υπηρετεί. Η Galleria γίνεται υπόσχεση διαχρονικής κομψότητας, τα εκμαγεία στην Ελλάδα γίνονται σχόλιο για την αντιγραφή, για την ομορφιά που εμπορεύεται την ίδια της τη μνήμη.
Δεν είναι τυχαία αυτή η ικανότητα εναλλαγής. Ο Λάνθιμος είχε ήδη δείξει τη διάθεσή του να γλιστρά ανάμεσα σε πραγματικό και σκηνοθετημένο με το βιβλίο Oviparity της Gucci -μοντέλα σαν μαρμάρινα αγάλματα σε ρωμαϊκή βίλα- και με την καμπάνια Of Course a Horse, όπου τα άλογα έμπαιναν στο κάδρο σαν αδέξιοι, αθώοι πρωταγωνιστές.
Η μόδα, για εκείνον, δεν είναι διαφήμιση, αλλά μια ακόμη γλώσσα ώστε να μιλήσει για το ανοίκειο.
Οι φωτογραφίες στο υπόγειο της Στέγης
Την άνοιξη του 2026 η Αθήνα θα δει αυτή τη γλώσσα να ξεδιπλώνεται χωρίς φίλτρα. Η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση παρουσιάζει από 7 Μαρτίου έως 17 Μαΐου την πρώτη μεγάλη ελληνική έκθεση φωτογραφίας του: «Yorgos Lanthimos: Photographs». Ο ίδιος επέλεξε να το κάνει στο -1 της Στέγης και όχι στο Onassis Ready, όπου θα παρουσιαστούν οι εκθέσεις του Jurgen Teller και της Tilda Swinfon.
Τέσσερις ενότητες: στιγμές από τα γυρίσματα των Poor Things, Kinds of Kindness, του ανέκδοτου Bugonia, αλλά και μια σειρά από μοναχικούς περιπάτους στις παρυφές της πόλης και σε νησιά του Αιγαίου. Το βλέμμα του είναι εκεί πιο ήσυχο, σχεδόν στοχαστικό, ένα φωτεινό αρχείο του ασήμαντου που γίνεται ουσιώδες.
Ο Λάνθιμος έχει «ανυποχώρητο μάτι». Παρατηρεί, συλλέγει, περιμένει. Στην Prada αναδεικνύει τη σχεδόν θρησκευτική ακινησία μιας τσάντας. Στη Louis Vuitton αφήνει τα γύψινα λιοντάρια να τον κοιτάξουν στα μάτια, φαντάσματα μιας κληρονομιάς που αντιγράφεται ξανά και ξανά. Και στις δύο περιπτώσεις το τοπίο είναι προσωρινό, λίγο εξωπραγματικό, μια στιγμή πριν χαθεί.