Ο Νίκος Χατζηλίας είναι ένας μελισσοκόμος με μια βασική διαφορά από τους άλλους: Τα μελίσσια του δεν βρίσκονται σε κάποιο βουνό αλλά έχουν μια μοναδική θέα πάνω από τις στέγες της Αθήνας.
Ο 37χρονος Νίκος Χατζηλίας ήταν μεγάλος καταναλωτής μελιού, το οποίο έτρωγε για πρωινό με ψωμί και χρησιμοποιούσε και ως υποκατάστατο της ζάχαρης σε μπισκότα και άλλα γλυκίσματα. Απογοητευμένος όμως από τα συνηθισμένα προϊόντα, αποφάσισε να φτιάξει το δικό του μέλι, παρακολουθώντας μαθήματα μελισσοκομίας το 2020 και στη συνέχεια ασχολούμενος επαγγελματικά.

Είναι ένας από τους δεκάδες Αθηναίους που έχουν αγκαλιάσει την αστική μελισσοκομία για να στηρίξουν τα τοπικά οικοσυστήματα, να επανασυνδεθούν με τη φύση και να απολαύσουν μέλι με γεύση από τα φυτά και τα λουλούδια κάθε γειτονιάς.
«Είδα ότι λειτουργούσε πολύ καλά για τις κυψέλες. Για εμάς, η καθημερινή επαφή με τις μέλισσες μας έφερε πολλή χαρά, και γι’ αυτό συνεχίσαμε» είπε στο Associated Press.

Φέτος παρήγαγε 500 κιλά μέλι -Οι διαφορετικές γεύσεις
Το φετινό καλοκαίρι, ο Νίκος Χατζηλίας φρόντισε 30 κυψέλες που τοποθέτησε σε επτά ταράτσες σε περιοχές της Αθήνας, μεταξύ αυτών και μία με θέα την Ακρόπολη. Περίπου 1,2 εκατομμύρια μέλισσες στις κυψέλες του παρήγαγαν 500 κιλά μέλι. Κάθε παρτίδα συσκευάζεται και παίρνει το όνομα της γειτονιάς προέλευσής της, όπως «Ηλιούπολη», «Νέος Κόσμος», «Βύρωνας».
Το μέλι που παράγει δεν είναι ίδιο, με τον 37χρονο μελισσοκόμο να εξηγεί ότι οι διαφορετικές γεύσεις προκύπτουν από τις αναλογίες ευκαλύπτου, ακακίας και νεραντζιάς που υπάρχουν σε διάφορες περιοχές της πόλης, καθώς και άλλης χλωρίδας. Στα νότια παράλια, για παράδειγμα, τα πεύκα δίνουν στο μέλι έναν τόνο που θυμίζει δάσος.

Η αστική μελισσοκομία δεν είναι κάτι νέο, ούτε στον κόσμο ούτε στην Αθήνα. Δεκαετίες πριν, ελληνικές οικογένειες έφερναν μαζί τους κυψέλες όταν μετακόμιζαν από την ύπαιθρο στην πόλη. Ωστόσο, ο κ. Χατζηλίας βλέπει τη σημερινή μελισσοκομία ως μια πιο συνειδητή επιλογή, με επίκεντρο τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, κάτι που βρίσκει απήχηση σε ολόκληρη την κοινωνία.
Μία από τις πρόσφατες «μαθήτριές» του, η Αγγελίνη Χατζησταύρου, αγάπησε τις μέλισσες όταν ήταν ακόμα φοιτήτρια.

«Μου άρεσε πολύ η ιδέα να έχω δικές μου» είπε από την ταράτσα της με θέα στην Ακρόπολη. «Αν ο καθένας μπορούσε να έχει μία κυψέλη σε έναν ανοιχτό χώρο στο σπίτι του, πιστεύω ότι θα άλλαζε σε μεγάλο βαθμό το περιβάλλον μας».
Τι λέει για τις ανησυχίες των γειτόνων σχετικά με τις μέλισσες
Βέβαια, παρά το αυξανόμενο ενδιαφέρον, οι επίδοξοι μελισσοκόμοι συχνά συναντούν αντιρρήσεις από τους γείτονες στις πολυκατοικίες.
«Υπάρχουν φόβοι, του τύπου ''Μπορεί να με τσιμπήσουν, ή τα παιδιά μου ή τον σκύλο μου. Τι θα γίνει αν είμαι αλλεργικός;» λέει ο 37χρονος μελισσοκόμος στο AP. «Γενικά, για τους ανθρώπους της πόλης -επειδή είναι αποκομμένοι από τη φύση τόσα χρόνια-, ακόμη και κάτι φυσικό μπορεί να προκαλέσει φόβο».

Η συνεχής εναλλαγή της ανθοφορίας στην Αθήνα, με πολλά φυτά φίλια προς τους επικονιαστές, την καθιστά ιδανικό τόπο για να δοκιμάσει κανείς να βάλει τις μέλισσες στις ταράτσες όλο τον χρόνο, κάτι που ο Ν. Χατζηλίας επιχειρεί φέτος για πρώτη φορά.
«Ακόμη και μέσα σε ένα χαοτικό περιβάλλον που έχουμε δημιουργήσει, η φύση -ή ό,τι έχει απομείνει από αυτήν στην πόλη- εξακολουθεί να ανταποκρίνεται και μπορεί να δώσει ζωή» λέει.