Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι οι συνήθειες της προηγούμενης νύχτας μπορεί να κάνουν τη διαφορά ανάμεσα στο να περνάς ένα ήσυχο καλοκαιρινό βράδυ ή να ξυπνάς γεμάτος τσιμπήματα.
Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που καθορίζουν γιατί τα κουνούπια προτιμούν να τσιμπούν ορισμένους ανθρώπους περισσότερο από άλλους, αλλά μια νέα έρευνα από το Πανεπιστήμιο Radboud της Ολλανδίας φαίνεται να αποκαλύπτει δύο ιδιαίτερα… απρόσμενους πρωταγωνιστές: την κατανάλωση μπύρας και το σεξ.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι οι συνήθειες της προηγούμενης νύχτας μπορεί να κάνουν τη διαφορά ανάμεσα στο να περνάς ένα ήσυχο καλοκαιρινό βράδυ ή να ξυπνάς γεμάτος τσιμπήματα. Η μελέτη, που βρίσκεται ακόμη υπό αξιολόγηση, έγινε με έναν ασυνήθιστο αλλά ιδιαίτερα ευρηματικό τρόπο: όχι σε εργαστήριο, αλλά σε μουσικό φεστιβάλ.
Ένα ιατρικό εργαστήριο στη μέση ενός μουσικού φεστιβάλ
Η ομάδα του βιολόγου Φέλιξ Χολ ήθελε να κατανοήσει καλύτερα ποιες βιολογικές και αισθητηριακές ενδείξεις κάνουν κάποιον πιο «ελκυστικό» στα κουνούπια. Αντί να βασιστούν σε περιορισμένα δείγματα και αποστειρωμένες συνθήκες, αποφάσισαν να στήσουν ένα pop-up εργαστήριο στο φεστιβάλ Lowlands του 2023, περίπου 70 χιλιόμετρα ανατολικά του Άμστερνταμ, ένα από τα μεγαλύτερα μουσικά γεγονότα της Ολλανδίας.
Εκεί, σε τρεις ημέρες γεμάτες μουσική, μπύρες και χορό, 500 εθελοντές κλήθηκαν να απαντήσουν σε ένα λεπτομερές ερωτηματολόγιο για τις συνήθειές τους: από την υγιεινή τους και τη διατροφή τους μέχρι… την ερωτική τους δραστηριότητα. Και ύστερα ήρθε η πιο ασυνήθιστη δοκιμή: Να βάλουν το χέρι τους σε ένα ειδικά κατασκευασμένο κλουβί γεμάτο πεινασμένα κουνούπια.
Ένα σαφές μοτίβο
Το πείραμα ήταν απολύτως ασφαλές, καθώς οι ερευνητές σχεδίασαν τον μηχανισμό με τρύπες τόσο μικρές ώστε τα έντομα να μπορούν να «μυρίζουν» τον εθελοντή, αλλά όχι να τον τσιμπήσουν. Η συσκευή κατέγραφε σε βίντεο την αντίδραση των κουνουπιών, συγκρίνοντας την προτίμησή τους ανάμεσα σε κάθε συμμετέχοντα και ένα μπολ με διάλυμα ζάχαρης στην άλλη πλευρά του κλουβιού.
Όταν οι ερευνητές ανέλυσαν τα δεδομένα, παρατήρησαν ένα σαφές μοτίβο: Τα κουνούπια έδειχναν ενθουσιασμό για όσους είχαν καταναλώσει αλκοόλ και είχαν κάνει σεξ το προηγούμενο βράδυ.
Συγκεκριμένα, όσοι είχαν πιει μπύρα και είχαν ερωτική επαφή ήταν περίπου 1,35 φορές πιο ελκυστικοί για τα κουνούπια από όσους δεν είχαν κάνει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Όσο πιο έντονα είχε διασκεδάσει κάποιος, τόσο πιο πιθανό ήταν να προσελκύσει ανεπιθύμητους φτερωτούς επισκέπτες.
Αντίθετα, οι εθελοντές που είχαν πλύνει τα χέρια ή τα χέρια τους πρόσφατα ή που είχαν χρησιμοποιήσει αντηλιακό ήταν σημαντικά λιγότερο δελεαστικοί για τα έντομα. Ο συνδυασμός ιδρώτα, αλκοόλ και ορμονικών αλλαγών φαίνεται να δημιουργεί ένα «άρωμα» στο οποίο τα κουνούπια δεν μπορούν να αντισταθούν.

«Mosquito Magnet Trial»
Η μελέτη, την οποία οι ερευνητές βάφτισαν «Mosquito Magnet Trial», είναι η μεγαλύτερη του είδους της μέχρι σήμερα. Ωστόσο, οι ίδιοι αναγνωρίζουν ότι τα δεδομένα προέρχονται από ένα περιβάλλον «χαλαρού ελέγχου», όπου η δειγματοληψία περιορίστηκε σε φεστιβαλιστές που αγαπούν την επιστήμη και ήταν πρόθυμοι να συμμετάσχουν. Παρ’ όλα αυτά, οι επιστήμονες δηλώνουν βέβαιοι για το βασικό τους συμπέρασμα: Τα κουνούπια έλκονται περισσότερο από όσους πίνουν μπύρα, κάνουν σεξ και παραλείπουν το αντηλιακό. Όπως γράφουν χαρακτηριστικά στην αναφορά τους, έχουν μια αδυναμία στους ηδονιστές».
Η βιολογία των κουνουπιών εξηγεί εν μέρει το φαινόμενο. Οι θηλυκές, που είναι και οι μόνες που τσιμπούν, καθοδηγούνται από έναν συνδυασμό οσφρητικών και χημικών ερεθισμάτων. Το διοξείδιο του άνθρακα που εκπνέουμε είναι το πρώτο σήμα που τις προσελκύει από μακριά, αλλά, από εκεί και πέρα, παίζουν ρόλο και τα αρώματα του δέρματος, τα βακτήρια που ζουν στην επιδερμίδα, τα επίπεδα ορμονών, ακόμα και το πόσο θερμό είναι το σώμα μας. Το αλκοόλ φαίνεται να αυξάνει τη θερμοκρασία του δέρματος και να αλλάζει τη χημική του υπογραφή, ενώ η ερωτική δραστηριότητα ενδέχεται να ενισχύει την παραγωγή συγκεκριμένων τύπων φερομόνης, δημιουργώντας ένα ισχυρότερο «σήμα» για τα έντομα.
Η σημασία αυτών των ευρημάτων ξεπερνά το απλό ενοχλητικό τσίμπημα. Τα κουνούπια είναι ο πιο θανατηφόρος οργανισμός στον πλανήτη, υπεύθυνα για περίπου 2,7 εκατομμύρια θανάτους κάθε χρόνο, καθώς μεταφέρουν ασθένειες όπως ο δάγκειος πυρετός, η ελονοσία, ο ιός Ζίκα και ο ιός του Δυτικού Νείλου. Καθώς η κλιματική αλλαγή επεκτείνει τις περιοχές όπου ζουν και πολλαπλασιάζονται, η κατανόηση των παραγόντων που αυξάνουν τον κίνδυνο έκθεσης γίνεται ακόμη πιο κρίσιμη για τη δημόσια υγεία. Σε περιοχές της Αφρικής, της Ασίας αλλά και της Νότιας Ευρώπης -συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας- τα κουνούπια-φορείς ιών εμφανίζονται όλο και πιο συχνά.

Αυτό που κάνει τη μελέτη ξεχωριστή είναι ότι εντοπίζει συμπεριφορικούς παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν την έλξη των κουνουπιών και άρα τον κίνδυνο ασθενειών. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τη χημεία του σώματός μας, αλλά μπορούμε να ελέγξουμε τι τρώμε, τι πίνουμε και πώς φροντίζουμε το δέρμα μας.
Τρεις πρακτικές για να μειώσουμε την «ελκυστικότητά» μας
Οι ερευνητές προτείνουν τρεις βασικές πρακτικές για να μειώσουμε την «ελκυστικότητά» μας στα κουνούπια: περιορισμός της κατανάλωσης αλκοόλ, τακτική χρήση αντηλιακού και καλή προσωπική υγιεινή. Όσο για το σεξ, οι επιστήμονες προτιμούν να το αφήσουν στη διακριτική ευχέρεια του καθενός, αν και αναγνωρίζουν ότι ενδέχεται να συμβάλλει στο… έντομο ενδιαφέρον.
Φυσικά, οι ίδιοι τονίζουν ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα. Οι συνθήκες ενός μουσικού φεστιβάλ με μουσική, ιδρώτα, ποτό και χορό απέχουν πολύ από το τυπικό περιβάλλον μελέτης εντόμων. Παρ’ όλα αυτά, τα δεδομένα τους δείχνουν ότι οι συνήθειες της προηγούμενης νύχτας μπορούν να έχουν πραγματικό αντίκτυπο. Όπως σημειώνει ο Φέλιξ Χολ, «αν θέλουμε να κατανοήσουμε τα κουνούπια, πρέπει να τα μελετήσουμε σε πραγματικές συνθήκες, όχι σε τεχνητά περιβάλλοντα».
Μπορεί, λοιπόν, η επόμενη φορά που θα καθίσεις έξω ένα καλοκαιρινό βράδυ με φίλους να σε βρει με μπύρα στο χέρι, αντηλιακό στο δέρμα και μια σκέψη στο μυαλό: Ίσως, τελικά, τα κουνούπια ξέρουν περισσότερα για εμάς απ’ ό,τι νομίζουμε. Έχουν, όπως φαίνεται, προτίμηση στους «ηδονιστές» - εκείνους που πίνουν, κάνουν έρωτα και ζουν στο έπακρο. Ίσως να μην μπορούμε να τους κατηγορήσουμε γι’ αυτό, αλλά τουλάχιστον μπορούμε να αμυνθούμε.