Είναι γνωστό εδώ και πάνω από δύο αιώνες ότι οι γυναίκες ζουν κατά μέσο όρο περισσότερο από τους άνδρες.
Ο βασικός λόγος για αυτήν την ενδιαφέρουσα τάση διέφευγε για πολύ καιρό από τους επιστήμονες, αλλά μια διεθνής ερευνητική ομάδα ισχυρίζεται ότι έχει την οριστική απάντηση.
Αναφέρουν ότι αυτό οφείλεται κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά, σε κάτι που ονομάζεται «θεωρία του ετερογαμετικού φύλου». Οι άνδρες είναι γνωστοί ως το «ετερογαμετικό φύλο» επειδή τα χρωμοσώματά τους δεν ταιριάζουν, έχουν ένα Χ και ένα Υ.
Αυτό όμως τους θέτει σε μειονεκτική θέση σε σύγκριση με τις γυναίκες, που διαθέτουν δύο Χ χρωμοσώματα.
Λόγω των ΧΥ χρωμοσωμάτων τους, οι άνδρες είναι πιο ευάλωτοι σε επιβλαβείς γενετικές μεταλλάξεις και ασθένειες και τελικά σε έναν πρόωρο θάνατο κατά μέσο όρο.
«Πιστεύουμε ότι το ετερογαμετικό φύλο είναι εν μέρει η απάντηση», δήλωσε ο Δρ Φερνάντο Κολτσέρο, συγγραφέας της μελέτης στο Ινστιτούτο Εξελικτικής Ανθρωπολογίας του Μαξ Πλανκ στη Λειψία της Γερμανία, στην Daily Mail.
«Βρήκαμε ότι υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, οι οποίοι συνδέονται στενά με την εξελικτική μας ιστορία και συμβάλλουν επίσης».

Από τη δεκαετία του 1740 είναι γνωστό ότι οι γυναίκες ζουν κατά μέσο όρο περισσότερο από τους άνδρες, ένα μοτίβο που παρατηρείται με συνέπεια σχεδόν σε όλες τις χώρες και σε όλες τις ιστορικές περιόδους.
Σήμερα, το μέσο παγκόσμιο προσδόκιμο ζωής είναι 73,8 έτη για τις γυναίκες και 68,4 έτη για τους άνδρες, σύμφωνα με το Our World in Data.
Παρόλο που τα στοιχεία διαφέρουν μέσα στις δεκαετίες, οι γυναίκες διατηρούν σταθερά το υψηλότερο μέσο όρο ηλικίας.
Η τάση αυτή παρατηρείται και πέρα από το ανθρώπινο είδος, σε μερικούς από τους πιο στενούς συγγενείς μας στο ζωικό βασίλειο.
Τα θηλυκά θηλαστικά, όπως οι μπαμπουίνοι και οι γορίλες, συνήθως ζουν περισσότερο από τα αρσενικά, σύμφωνα με τη διεθνή ομάδα ειδικών. Ωστόσο, σε άλλες κατηγορίες ζώων ισχύει το αντίθετο.
Για παράδειγμα, σε πολλά πουλιά, έντομα και ερπετά, τα αρσενικά είναι εκείνα που ζουν περισσότερο, κάτι που θολώνει κάπως την εικόνα.
Σε μια προσπάθεια να φτάσουν στη ρίζα της διαφοράς στο προσδόκιμο ζωής, οι ερευνητές μελέτησαν αρχεία από 528 είδη θηλαστικών και 648 είδη πουλιών σε ζωολογικούς κήπους σε όλο τον κόσμο.

Όπως και στους ανθρώπους, το 72% των θηλαστικών παρουσίασε πλεονέκτημα στο προσδόκιμο ζωής υπέρ των θηλυκών, ενώ το 68% των πουλιών εμφάνισε πλεονέκτημα υπέρ των αρσενικών, σύμφωνα με τα ευρήματα.
Τι έδειξε η έρευνα για το προσδόκιμο ζωής σε άνδρες και γυναίκες
Ως κύρια εξήγηση για αυτό το μοτίβο στα θηλαστικά, οι ερευνητές επισημαίνουν την «υπόθεση του ετερογαμετικού φύλου».
Η έρευνα δείχνει ότι η ύπαρξη δύο Χ χρωμοσωμάτων προστατεύει τα θηλυκά από επιβλαβείς μεταλλάξεις, προσφέροντας πλεονέκτημα επιβίωσης.
Σε αντίθεση με τα θηλυκά, τα αρσενικά δεν διαθέτουν δεύτερο Χ χρωμόσωμα για να αντισταθμίσουν ένα επιβλαβές «αλληλόμορφο» (μια εκδοχή μιας γενετικής ακολουθίας σε συγκεκριμένη περιοχή ενός χρωμοσώματος).
«Βασικά, αν έχεις δύο αντίγραφα των ίδιων γονιδίων, είναι καλύτερο από το να έχεις μόνο ένα», εξήγησε η Δρ Γιοχάνα Σταρκ, συγγραφέας της μελέτης στο Ινστιτούτο Εξελικτικής Ανθρωπολογίας του Μαξ Πλανκ, μιλώντας στη Daily Mail.
Είναι επίσης πιθανό ότι το χρωμόσωμα Υ περιέχει συχνά μεγάλα τμήματα επαναλαμβανόμενου DNA, τα οποία ενδέχεται να είναι επιβλαβή, πρόσθεσε.

Η ομάδα παραδέχεται ότι υπάρχουν και άλλοι, δευτερεύοντες παράγοντες που εξηγούν γιατί τα θηλυκά θηλαστικά ζουν περισσότερο από τα αρσενικά.
Πρώτα απ’ όλα, αναφέρονται στη «σεξουαλική επιλογή», την ικανότητα να εξασφαλίσει κανείς σύντροφο σε βάρος του ανταγωνισμού.
Στο ζωικό βασίλειο, τα αρσενικά έχουν εξελιχθεί ώστε να αναπτύσσουν εντυπωσιακά χαρακτηριστικά που τραβούν την προσοχή των θηλυκών, όπως μεγάλο σωματικό μέγεθος, πολύχρωμο φτέρωμα ή ακόμα και «όπλα» όπως κέρατα.
Αν και αυτά τα εξελικτικά γνωρίσματα μπορούν να αυξήσουν την αναπαραγωγική επιτυχία, οι ερευνητές θεωρούν ότι συνοδεύονται από το κόστος της μείωσης του προσδόκιμου ζωής.
«Θεωρητικά, είναι πολύ δαπανηρά για να παραχθούν και να διατηρηθούν, ενώ συνδέονται και με την αυξημένη τάση των αρσενικών να μάχονται για να μονοπωλήσουν τα θηλυκά», δήλωσε ο Δρ Κολτσέρο στη Daily Mail.
Τρίτον, η ομάδα πιστεύει ότι ίσως έχει να κάνει με τη γονική φροντίδα. Οι ερευνητές βρήκαν ενδείξεις ότι το φύλο που επενδύει περισσότερο στην ανατροφή των απογόνων τείνει να ζει περισσότερο.
Τα θηλυκά θηλαστικά, που συνήθως είναι ο κύριος φροντιστής, πιθανότατα έχουν εξελιχθεί ώστε να επιβιώνουν μέχρι οι απόγονοί τους να γίνουν ανεξάρτητοι ή να φτάσουν σε σεξουαλική ωριμότητα.
Μια άλλη μακροχρόνια θεωρία είναι ότι οι περιβαλλοντικές πιέσεις, όπως η θήρευση, τα παθογόνα και τα σκληρά κλίματα, οδηγούν στις διαφορές μεταξύ αρσενικών και θηλυκών.