Ο φυσικός χυμός πορτοκαλιού έχει εδώ και δεκαετίες καθιερωθεί ως βασικό στοιχείο του πρωινού σε εκατομμύρια σπίτια παγκοσμίως.
Με τον φωτεινό του χρώμα, τη φρέσκια γεύση και την εικόνα του ως σύμβολο υγείας και ευεξίας, θεωρείται σχεδόν αυτονόητη επιλογή για την έναρξη της ημέρας. Ωστόσο, νέες επιστημονικές μελέτες και απόψεις ειδικών, ανοίγουν τη συζήτηση γύρω από το κατά πόσο η καθημερινή του κατανάλωση είναι πράγματι ευεργετική.
Σύμφωνα με ανάλυση του Verywell Health, ο προβληματισμός δεν αφορά μόνο τις παστεριωμένες, εμπορικές εκδοχές του χυμού, αλλά επεκτείνεται και στον 100% φυσικό φρεσκοστυμμένο χυμό. Η συζήτηση πυροδοτήθηκε εν μέρει από πρόσφατη πρόταση της Αμερικανικής Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) για αναθεώρηση των επιτρεπόμενων ορίων φυσικών σακχάρων στα τυποποιημένα προϊόντα.
Οι κίνδυνοι που κρύβονται σε ένα «υγιεινό» ποτήρι
Ο χυμός πορτοκαλιού περιέχει φυσικά σάκχαρα και ορισμένα σημαντικά θρεπτικά συστατικά, όπως η βιταμίνη C και το κάλιο. Ωστόσο, όπως εξηγούν διαιτολόγοι που μίλησαν στο Verywell Health, η απουσία φυτικών ινών τον καθιστά λιγότερο ωφέλιμο από το ίδιο το φρούτο, ενώ η καθημερινή του κατανάλωση μπορεί να οδηγήσει σε αυξήσεις του σακχάρου στο αίμα, ακόμη και όταν πρόκειται για 100% φυσικό χυμό.
Η Dolores Woods, διατροφολόγος στο UTHealth Houston, εξηγεί ότι, αν και τα σάκχαρα του χυμού είναι φυσικά, ο οργανισμός τα μεταβολίζει με παρόμοιο τρόπο με τα προστιθέμενα. Ενδεικτικά, ένα ποτήρι 240 ml φυσικού χυμού περιέχει 112 θερμίδες και 20,8 γραμμάρια σακχάρου, αλλά σχεδόν καθόλου ίνες, γεγονός που οδηγεί σε γρήγορη απορρόφηση των σακχάρων και ενδεχομένως σε απότομη αύξηση της γλυκόζης στο αίμα.
Σύγκριση με τα αναψυκτικά
Η σύγκριση του φυσικού χυμού με αναψυκτικά με ζάχαρη είναι συχνά αμφιλεγόμενη, αλλά αποκαλυπτική. Η Theresa Gentile, εκπρόσωπος της Αμερικανικής Ακαδημίας Διατροφής και Διαιτολογίας, δήλωσε ότι τόσο τα φυσικά όσο και τα προστιθέμενα σάκχαρα προσφέρουν 4 θερμίδες ανά γραμμάριο και προκαλούν παρόμοιες μεταβολικές επιδράσεις.
Μια μελέτη στο περιοδικό Nutrition & Diabetes σύγκρινε τα μεταβολικά αποτελέσματα από την κατανάλωση χυμού πορτοκαλιού, αναψυκτικών και ολόκληρων φρούτων σε ενήλικες με διαβήτη τύπου 2. Τα ευρήματα έδειξαν ότι ο χυμός και τα αναψυκτικά είχαν σχεδόν ίδια επίδραση στη γλυκόζη και την ινσουλίνη, ενώ η κατανάλωση ολόκληρου φρούτου είχε πιο ήπια αποτελέσματα.
Οι επιστήμονες κατέληξαν ότι, παρά την απουσία προστιθέμενης ζάχαρης, ο φυσικός χυμός μπορεί να προκαλέσει μεταβολικές αντιδράσεις παρόμοιες με εκείνες ενός αναψυκτικού, ειδικά όταν καταναλώνεται συστηματικά και σε μεγάλες ποσότητες.
Τα θετικά του χυμού - αλλά με μέτρο
Παρά τις ανησυχίες, ο φυσικός χυμός πορτοκαλιού δεν είναι χωρίς αξία. Περιέχει βιταμίνη C, φολικό οξύ, κάλιο, και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι εμπλουτισμένος με ασβέστιο και βιταμίνη D – στοιχεία που μπορεί να ωφελήσουν ομάδες πληθυσμού με διατροφικές ελλείψεις.
Μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nutrition Journal το 2012 και βασίστηκε σε στοιχεία από 14.000 Αμερικανούς, έδειξε ότι όσοι κατανάλωναν συστηματικά φυσικό χυμό είχαν υψηλότερα επίπεδα βιταμινών και μικρότερη πιθανότητα εμφάνισης παχυσαρκίας και μεταβολικού συνδρόμου.
Επιπλέον, ο χυμός είναι εύκολα διαθέσιμος όλο τον χρόνο, κάτι που τον καθιστά πρακτική επιλογή σε πολυάσχολες καθημερινές συνθήκες.
Η σαφής υπεροχή του ολόκληρου φρούτου
Ωστόσο, οι ειδικοί συμφωνούν ότι η κατανάλωση του φρούτου στην ολότητά του είναι σαφώς προτιμότερη. Ένα μέσο πορτοκάλι προσφέρει 12 γραμμάρια φυσικών σακχάρων και 2,8 γραμμάρια φυτικών ινών, ενώ ένα φλιτζάνι χυμού περιέχει 21 γραμμάρια σακχάρων και μόλις 0,5 γραμμάρια ινών.
Οι φυτικές ίνες βοηθούν στον έλεγχο του σακχάρου στο αίμα, καθώς επιβραδύνουν την πέψη – κάτι που ούτε ο χυμός με πολτό δεν καταφέρνει να αναπληρώσει πλήρως.
Η γενική σύσταση, σύμφωνα με τους ειδικούς του Verywell Health, είναι να καταναλώνεται ο χυμός περιστασιακά και όχι ως καθημερινή συνήθεια. Η προτεραιότητα θα πρέπει να δίνεται στην κατανάλωση φρούτων ολόκληρων, ενώ ο χυμός μπορεί να λειτουργεί συμπληρωματικά και με μέτρο στο πλαίσιο μιας ισορροπημένης διατροφής.