Το ποσό που δαπανά ο τυπικός τουρίστας αποτελεί έναν από τους πιο αξιόπιστους δείκτες του πόσο ακριβό θα είναι ένα ταξίδι σε έναν προορισμό.
Ο τουρισμός αποτελεί μια από τις πιο ισχυρές εμπειρίες που μπορεί να αποκτήσει ένας ταξιδιώτης, αλλά η αξία αυτή συχνά συνοδεύεται από υψηλό κόστος. Οι πιο ποθητές γωνιές του πλανήτη –ιδιωτικά νησιά, εξωτικά θέρετρα, πολυτελείς προορισμοί μακριά από το πλήθος– έχουν συνήθως τιμή εισόδου που αποθαρρύνει τον μέσο ταξιδιώτη. Όμως η σχέση ανάμεσα στο κόστος και την ποιότητα της ταξιδιωτικής εμπειρίας δεν είναι πάντα ευθύγραμμη.
Σύμφωνα με νέα ανάλυση της Go2Africa, η οποία εξέτασε τα τουριστικά έσοδα κάθε χώρας σε σχέση με τον συνολικό αριθμό των επισκεπτών το 2024, προκύπτει ότι το ποσό που δαπανά ο τυπικός τουρίστας αποτελεί έναν από τους πιο αξιόπιστους δείκτες του πόσο ακριβό θα είναι ένα ταξίδι σε έναν προορισμό. Με άλλα λόγια, το «average spend per visitor» [μέσο κόστος ανά ταξιδιώτη] λειτουργεί ως γρήγορο φίλτρο: δείχνει αν πηγαίνεις σε έναν προορισμό υψηλής αξίας ή σε έναν οικονομικότερο, πιο προσβάσιμο.
Ο πιο ακριβός τουριστικός προορισμός
Στην κορυφή της λίστας με τις χώρες όπου ο τουρίστας ξοδεύει τα περισσότερα συναντά κανείς έναν ενδιαφέρον συνδυασμό μικρών κρατών, νησιωτικών παραδείσων και χωρών με ενισχυμένη τουριστική «οικονομία εμπειριών». Το Λουξεμβούργο βρίσκεται πρώτο, με εντυπωσιακό μέσο κόστος 5.112 δολάρια ανά επισκέπτη, πιθανώς λόγω του σύντομου, επιχειρηματικού τουρισμού που περιλαμβάνει δαπανηρές υπηρεσίες και υψηλό κόστος διαμονής.
Ακολουθεί ο Λίβανος με 4.155 δολάρια, μια χώρα που, παρά τις προκλήσεις της, συνεχίζει να προσελκύει ταξιδιώτες που ενδιαφέρονται για γαστρονομία, κουλτούρα και boutique φιλοξενία. Στην τρίτη θέση βρίσκεται η Αγία Λουκία (2.984 δολάρια), με τα all-inclusive θέρετρά της και το πολυτελές προφίλ της Καραϊβικής.
Το top 10 συμπληρώνουν οι Μπαχάμες (2.842 δολάρια), η Αυστραλία (2.748), οι Μαλδίβες (2.736), η Αντίγκουα και Μπαρμπούντα (2.664), οι Σεϋχέλλες (2.636), οι Ηνωμένες Πολιτείες (2.500) και το Ισραήλ (2.393).
Οι περισσότερες από αυτές τις χώρες είναι είτε απομακρυσμένες, είτε πολυτελείς, είτε απαιτούν μεγαλύτερη διάρκεια ταξιδιού, κάτι που αυξάνει το συνολικό κόστος παραμονής. Επιπλέον, πολλές επενδύουν σε υψηλής ποιότητας εμπειρείες – από σαφάρι και καταδύσεις μέχρι γαστρονομία ή πολιτιστικό τουρισμό – που ανεβάζουν το ποσό που δαπανά ο επισκέπτης.
Eκεί όπου ο τουρίστας ξοδεύει τα λιγότερα
Αντίθετα, η λίστα με τις χώρες όπου ο τουρίστας ξοδεύει τα λιγότερα δείχνει μια εντελώς διαφορετική εικόνα. Η Πόλη του Βατικανού βρίσκεται πρώτη με μόλις 15 δολάρια ανά επισκέπτη – μια εύλογη τιμή αν αναλογιστεί κανείς ότι οι περισσότεροι τουρίστες την επισκέπτονται για λίγες ώρες, στο πλαίσιο ημερήσιων εκδρομών από τη Ρώμη.
Ακολουθεί το Εσουατίνι (21 δολάρια) και η Αλγερία (37), χώρες που δεν έχουν έντονα εμπορευματοποιημένο τουρισμό και προσελκύουν ταξιδιώτες που κινούνται κυρίως σε οικονομικά πλαίσια. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται επίσης το Μαλάουι (55), το Κιργιζιστάν (111), η Μολδαβία (137), η Αγκόλα (155), το Καζακστάν (170), η Μοζαμβίκη (179) και το Μπρουνέι (192).
Το χαμηλό κόστος σε αυτές τις χώρες δεν σημαίνει ότι δεν αξίζουν μια επίσκεψη. Συχνά αντικατοπτρίζει μικρή τουριστική βιομηχανία, περιορισμένη διάρκεια παραμονής, ή το γεγονός ότι μεγάλο ποσοστό των επισκεπτών προέρχεται από γειτονικές χώρες με παρόμοια αγοραστική δύναμη.
Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, το χρήμα ρέει πιο άμεσα στις τοπικές κοινότητες και στις μικρές επιχειρήσεις, σε αντίθεση με τις χώρες πολυτελούς τουρισμού όπου τα έσοδα συχνά καταλήγουν σε μεγάλους διεθνείς ομίλους.
Η σύγκριση των δύο λιστών αναδεικνύει ότι η «ακριβή» και η «φθηνή» ταξιδιωτική εμπειρία δεν είναι απαραίτητα ανταγωνιστικές έννοιες. Κάποιες χώρες προσφέρουν υψηλής αξίας υπηρεσίες που δικαιολογούν το κόστος, ενώ άλλες προσφέρουν απλότητα, αυθεντικότητα και απρόσμενες εμπειρίες σε χαμηλές τιμές.
Το πραγματικό ερώτημα για τον ταξιδιώτη δεν είναι μόνο πόσα θα ξοδέψει, αλλά και πού θα καταλήξει να πηγαίνει αυτό το χρήμα – σε τοπικές κοινότητες, σε έργα προστασίας ή σε πολυεθνικούς ομίλους. Σε έναν κόσμο όπου ο τουρισμός συνεχίζει να μεταμορφώνεται, η κατανόηση αυτών των διαφορών μπορεί να κάνει το ταξίδι όχι απλώς οικονομικό ή πολυτελές, αλλά ουσιαστικά βιώσιμο.