Σε έναν κόσμο που κινείται με φρενήρεις ρυθμούς αναδύονται νέες τάσεις που επιδιώκουν να ξαναδώσουν νόημα στην ίδια την εμπειρία του ταξιδιού.
Μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες νέες ταξιδιωτικές τάσεις είναι το slow swimming [αργή κολύμβηση] - μια... ήσυχη θα έλεγε κάποιος επανάσταση στον τουρισμό, που προσεγγίζει το κολύμπι όχι ως άθλημα ή δραστηριότητα, αλλά ως ένα βιωματικό εργαλείο επανασύνδεσης με τον εαυτό μας και τη φύση.
Τι είναι το slow swimming;
Το slow swimming, όπως υποδηλώνει και η ονομασία του, είναι η πρακτική του αργού κολυμπιού σε φυσικά υδάτινα τοπία, κυρίως θάλασσες, λίμνες και ποτάμια. Δεν έχει στόχο την ταχύτητα, την απόδοση ή την απόσταση. Αντιθέτως, προτάσσει την εμπειρία. Είναι μια μορφή αργής τουριστικής πρακτικής, αντίστοιχη του slow travel ή του slow food, που επιδιώκει να συνδέσει τον ταξιδιώτη με το τοπίο, να καλλιεργήσει την εσωτερική ηρεμία και να ενισχύσει τη συνειδητότητα.
Σε πρακτικό επίπεδο, το slow swimming μπορεί να σημαίνει μια πρωινή βουτιά σε έναν απομονωμένο όρμο, ένα ήρεμο κολύμπι κατά μήκος ενός φυσικού ακρωτηρίου, ή ακόμα και ένα... ολόκληρο ταξίδι. Μπορεί δηλαδή κάποιος να επιλέξει να μετακινηθεί σε έναν (κοντινό ασφαλώς) προορισμό... κολυμπώντας!
Η φιλοσοφία του είναι καθαρά αντι-καταναλωτική και αντι-αγωνιστική: δεν υπάρχουν χρονόμετρα, στόχοι ή ανταγωνισμός. Αντί αυτών, υπάρχει η χαρά του νερού, η επίγνωση του σώματος και η αρμονία με το περιβάλλον.
Η φιλοσοφία πίσω από την τάση
Το slow swimming εντάσσεται στη γενικότερη φιλοσοφία του slow movement, που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980 με το slow food στην Ιταλία ως απάντηση στον fast food πολιτισμό. Αυτή η φιλοσοφία επεκτάθηκε στον τρόπο ζωής, την εκπαίδευση, την πόλη (slow cities), το ταξίδι, και, πλέον, την επαφή με το νερό.
«Η κολύμβηση σού προσφέρει μια μοναδική οπτική γωνία του κόσμου, επειδή τον βλέπεις από το έδαφος ή από τη θάλασσα» λέει μιλώντας στο BBC η Ella Foote, συντάκτρια του περιοδικού Outdoor Swimmer Magazine και συγγραφέας του βιβλίου «How to Wild Swim». Και προσθέτει:
«Αλλά είναι επίσης γεγονός ότι μεγάλο μέρος του κόσμου αναπτύχθηκε γύρω από ένα υδάτινο σώμα όπως ένα ποτάμι ή μια θάλασσα. Οι περισσότερες μεγάλες πόλεις αναπτύχθηκαν κατά μήκος της ακτής, ειδικά όταν το νερό ήταν το κύριο μέσο μεταφοράς. Στον σύγχρονο κόσμο έχουμε χάσει αυτή την πολύ σημαντική σύνδεση με το νερό και είναι συναρπαστικό να την ανακαλύπτουμε ξανά και να προσεγγίζουμε ένα νέο μέρος από το νερό που το περιβάλλει ή το διατρέχει».
Η κολύμβηση αναψυχής είναι από καιρό δημοφιλής στο Ηνωμένο Βασίλειο, από τον «χαμένο βασιλιά» της Βρετανίας, πρίγκιπα Χένρι Φρέντερικ Στιούαρτ, τον μεγαλύτερο αδελφό του Καρόλου Α', ο οποίος πέθανε μετά από τυφοειδή πυρετό που κόλλησε κολυμπώντας στον Τάμεση, μέχρι τους Βικτωριανούς Λονδρέζους που έκαναν μόδα τα θέρετρα θαλάσσιας κολύμβησης.
Αλλά ίσως ο μεγαλύτερος «πρωτοπόρος» της κολύμβησης ήταν ο ρομαντικός ποιητής Λόρδος Βύρων.
Το 1820, ο 22χρονος Μπάιρον διέσχισε κολυμπώντας τον Ελλήσποντο. Η κολύμβηση από την Τροία στην Ελλάδα συνδέει την Ευρώπη με την Ασία και είναι διάσημη στην ελληνική μυθολογία για τις νυχτερινές κολυμβητικές διαδρομές του Λέανδρου για να συναντήσει την ερωμένη του.

«Είχα διαβάσει τα ταξιδιωτικά χρονικά του Μπάιρον και την κολύμβηση στον Ελλήσποντο και αποφάσισα ότι αυτό ήθελα να κάνω για τα 30ά μου γενέθλια» δήλωσε ο Simon Murie, ιδρυτής της πρώτης εταιρείας κολυμβητικών διακοπών στον κόσμο, SwimTrek.
«Διαπίστωσα ότι το πιο δύσκολο δεν ήταν η κολύμβηση καθαυτή, αλλά η απόκτηση των απαραίτητων αδειών, ο σχεδιασμός της διαδρομής και η εύρεση σκάφους για να με συνοδεύσει. Συνειδητοποίησα ότι δεν ήμουν ο μόνος κολυμβητής που ήθελε να κολυμπήσει από το ένα μέρος στο άλλο, αλλά υποψιάστηκα ότι πολλοί αποθαρρύνονταν από την οργάνωση και έτσι αποφάσισα να δημιουργήσω μια επιχείρηση που θα αναλάμβανε όλα αυτά, αφήνοντας τους κολυμβητές να προπονηθούν και να εμφανιστούν», συνοψίζει ο ίδιος.
Έτσι, πριν από 21 χρόνια, η SwimTrek, με έδρα τη νότια ακτή του Ηνωμένου Βασιλείου, στο Μπράιτον, ξεκίνησε με ανάμεικτες αντιδράσεις.
«Το πρώτο μας ταξίδι το καλοκαίρι του 2004 ήταν κολύμπι από νησί σε νησί στις Κυκλάδες. Είχα κάνει όλες τις προετοιμασίες και είχα κλείσει τα καταλύματα, αλλά την πρώτη μας νύχτα η ιδιοκτήτρια του ξενοδοχείου είχε δώσει όλα τα δωμάτιά μας. Δεν μπορούσε να καταλάβει ότι θα κολυμπούσαμε μέχρι εκεί!»
Το λάθος διορθώθηκε και από τότε η SwimTrek έχει επεκτείνει τις δραστηριότητές της, από 100 κολυμβητές σε τέσσερις τοποθεσίες το πρώτο έτος σε περισσότερους από 3.000 ταξιδιώτες σε 40 προορισμούς σε όλο τον κόσμο το 2024. Στη συνέχεια, άλλες εταιρείες εισήλθαν στην αγορά. Ορισμένες προσφέρουν παρόμοια γκάμα ταξιδιών και προορισμών, ενώ άλλες, όπως η The Big Blue Swim, ειδικεύονται αποκλειστικά στις Κυκλάδες.
Η άνοδος των διακοπών κολύμβησης συμβαδίζει με την αύξηση της κολύμβησης σε εξωτερικούς χώρους και σε ανοιχτά νερά γενικά. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, αυτό συνέβη μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το 2012, όπου πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά αγώνας κολύμβησης σε ανοιχτά νερά.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η λεγόμενη και «άγρια κολύμβηση» γνώρισε νέα άνθηση κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν απαγορεύτηκαν τα περισσότερα αθλήματα σε κλειστούς χώρους.
Φυσικά, όπως και με κάθε αθλητικές διακοπές, υπάρχουν κίνδυνοι - και μέτρα προστασίας από αυτούς. Εκπαιδευμένοι οδηγοί ελέγχουν τις τοποθεσίες πριν από το κολύμπι και οι διαδρομές τροποποιούνται εάν οι καιρικές ή οι συνθήκες του νερού δεν είναι κατάλληλες. Στην αρχή κάθε κολύμβησης δίνονται οδηγίες ασφαλείας και οι οδηγοί βοηθούν και ενθαρρύνουν τους λιγότερο σίγουρους κολυμβητές να απολαύσουν στο έπακρο το ταξίδι τους.

Η βασική ιδέα του trend πάντως είναι η επαναξιολόγηση του χρόνου και της εμπειρίας: να ζούμε πιο αργά, πιο συνειδητά και με μεγαλύτερο σεβασμό προς το περιβάλλον και τον εαυτό μας.
Στο πλαίσιο του τουρισμού, βέβαια, αυτό σημαίνει λιγότερα check-in - και όλα όσα συχνά παραβλέπουμε στον μαζικό τουρισμό. Το slow swimming επιπλέον λειτουργεί ως αντίδοτο στο ψηφιακό στρες και τη συνεχή σύνδεση.
Η ανάπτυξη του slow swimming στην Ελλάδα
Σε πολλές χώρες, ιδίως στη Βόρεια Ευρώπη, το slow swimming έχει ήδη αναγνωριστεί ως μέρος ενός νέου εναλλακτικού τουριστικού μοντέλου.
Στη Σκωτία, για παράδειγμα, οργανώνονται slow swimming retreats στις λίμνες και τα lochs, με καθοδηγούμενες διαδρομές και παράλληλες δραστηριότητες όπως γιόγκα, αναπνοές και διαλογισμός.
Στην Ιταλία, λίμνες όπως η Λίμνη του Κόμο ή η Γκάρντα προσελκύουν τουρίστες που αναζητούν μια πιο ήρεμη, ποιητική σχέση με το νερό. Το ίδιο ισχύει για τη Σλοβενία και την Κροατία, όπου οι φυσικές λίμνες και οι θαλάσσιες σπηλιές γίνονται τόποι slow swimming εμπειριών.
Στην Ελλάδα, παρά το τεράστιο υδάτινο δυναμικό, το slow swimming βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο. Ωστόσο, νησιά όπως η Αμοργός, η Ανάφη, η Ικαρία ή η Αστυπάλαια, προσφέρουν ιδανικές συνθήκες για την ανάπτυξη αυτού του τύπου τουρισμού.

Οφέλη για τον ταξιδιώτη και τον προορισμό
Από τουριστική άποψη, το slow swimming βοηθά τους προορισμούς να προσελκύσουν ένα ήπιο και πιο συνειδητοποιημένο κοινό, ταξιδιώτες που ενδιαφέρονται για την αυθεντικότητα, τη φύση και την τοπική κουλτούρα.
Επίσης, συμβάλλει στη μείωση της εποχικότητας, καθώς οι δραστηριότητες slow swimming δεν περιορίζονται στους μήνες της υψηλής τουριστικής κίνησης. Ακόμα και το φθινόπωρο ή την άνοιξη μπορούν να οργανωθούν slow swimming retreats ή περιηγήσεις με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Παρά τα οφέλη, η διάδοση του slow swimming δεν είναι χωρίς προκλήσεις. Η εμπορευματοποίηση του βιωματικού τουρισμού εγκυμονεί τον κίνδυνο να αλλοιώσει την ουσία της εμπειρίας. Αν το slow swimming γίνει μαζικό προϊόν, με εμπορικές διοργανώσεις, φωτογραφίσεις influencer και πλαστικές «εμπειρίες», τότε κινδυνεύει να χάσει την αξία του.
Επιπλέον, υπάρχουν ζητήματα ασφάλειας, προστασίας της φύσης και εκπαίδευσης. Οι τοπικές κοινότητες και οι επαγγελματίες του τουρισμού πρέπει να εκπαιδευτούν ώστε να μπορούν να προσφέρουν αυθεντικές, υπεύθυνες και ασφαλείς εμπειρίες slow swimming. Η συνεργασία με περιβαλλοντικούς φορείς και η σύνδεση με τοπικά πολιτιστικά στοιχεία είναι κρίσιμη για την ουσιαστική ενσωμάτωση αυτής της τάσης.