Η εμπειρία των φωνών δεν είναι σπάνια, ούτε αποκλειστικά «ψυχική αρρώστια». Είναι κομμάτι της ανθρώπινης ποικιλίας, όπως τα όνειρα, οι εσωτερικοί διάλογοι, οι φαντασιώσεις. Η κουλτούρα μας καθορίζει αν τις βλέπουμε σαν δώρο ή σαν κατάρα.
Στη Δύση, όποιος δηλώσει ότι ακούει φωνές κινδυνεύει να στιγματιστεί με διάγνωση ψύχωσης ή σχιζοφρένειας. Η ιατρική και ψυχιατρική παράδοση έχει συνδέσει τις ακουστικές ψευδαισθήσεις με την ασθένεια, και η κοινωνία τείνει να απομακρύνεται από εκείνον που ομολογεί πως μια αόρατη φωνή του μιλά ή τον καθοδηγεί.
Όμως η πραγματικότητα δεν είναι τόσο μονοσήμαντη. Έρευνες δείχνουν ότι μεγάλο ποσοστό ανθρώπων, ακόμη και χωρίς ιστορικό ψυχικών διαταραχών, έχουν βιώσει έστω μία φορά στη ζωή τους την εμπειρία μιας φωνής που εμφανίζεται από το πουθενά. Και αν στη Δύση αυτό μοιάζει επικίνδυνο, σε άλλα σημεία του πλανήτη θεωρείται προνόμιο, σημάδι σύνδεσης με τον κόσμο των πνευμάτων ή ακόμη και πηγή σοφίας.
Οι πολιτισμικές διαφορές γύρω από την εμπειρία της «φωνής»
Όπως σημειώνει το ρεπορτάζ του BBC, η ανθρωπολόγος Τάνια Λούρμαν από το Στάνφορντ μελετά εδώ και χρόνια τις πολιτισμικές διαφορές γύρω από την εμπειρία της «φωνής». Στην έρευνά της διαπιστώνει ότι οι Αμερικανοί ασθενείς με ψύχωση συχνά περιγράφουν τις φωνές τους ως απειλητικές, καταπιεστικές, βίαιες. Αντίθετα, σε μέρη όπως η Γκάνα ή η νότια Ινδία, οι ίδιες φωνές λαμβάνονται με θετικότερο πρόσημο, ακόμη και όταν προκαλούν δυσφορία.
Στην πόλη Τσενάι της Ινδίας, για παράδειγμα, οι συμμετέχοντες σε μελέτες της ανέφεραν ότι ακούνε τις φωνές συγγενών τους: μητέρες, πεθερές, αδέλφια. Οι φωνές αυτές δίνουν οδηγίες για απλά πράγματα: να πάνε στο μπακάλικο, να μαγειρέψουν, να πλυθούν. Μπορεί να είναι αυστηρές, αλλά έχουν τον τόνο του «μεγαλύτερου που συμβουλεύει». Στην Άκκρα της Γκάνας, κάποιοι τις ερμήνευσαν ως θεϊκή παρέμβαση. Ένας άντρας μάλιστα είπε πως οι φωνές τού έσωσαν τη ζωή, λέγοντάς του κάθε φορά να κάνει το σωστό.
Οι ίδιες εμπειρίες στη Δύση φέρνουν συχνά πανικό και στίγμα. Ο Δυτικός πολιτισμός ορίζει τον εαυτό ως απόλυτα αυτόνομο· η φωνή από «έξω» παραβιάζει αυτή την εσωτερικότητα. Αντίθετα, σε μη δυτικές κοινωνίες ο νους νοείται ως πλέγμα σχέσεων. Στη Γκάνα οι άνθρωποι θεωρούν ότι ο εαυτός τους είναι αλληλένδετος με οικογένεια, θεό, πνεύματα. Έτσι, μια εξωτερική φωνή δεν είναι πάντα απειλή, μπορεί να είναι επιβεβαίωση αυτής της διασύνδεσης.
Αν πάμε πιο πέρα, σε φυλές του Αμαζονίου, όπως οι Σιόνα και οι Σουάρ, οι φωνές που έρχονται μέσω παραισθησιογόνων φυτών δεν είναι σημάδι ψυχικής διαταραχής αλλά δίοδος σε άλλη πραγματικότητα. Για τους Σιόνα οι φωνές αποκαλύπτουν κρυμμένα επίπεδα του κόσμου· για τους Σουάρ, η καθημερινότητα είναι η ψευδαίσθηση και η αληθινή πραγματικότητα αποκαλύπτεται μέσα στο όραμα. Αντίθετα, σε φυλές όπως οι Ατσουάρ του Ισημερινού, οι επαφές με νεκρούς μέσω φωνών θεωρούνται επικίνδυνες για την ψυχή των ζωντανών. Το πλαίσιο αλλάζει τη σημασία.
Τι ισχύει σε Ευρώπη και ΗΠΑ
Ακόμη και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, η στάση δεν είναι ενιαία. Έρευνες δείχνουν ότι έως και 80% των ανθρώπων που έχασαν πρόσφατα κάποιον δικό τους ανέφεραν πως τον άκουσαν ή τον ένιωσαν κοντά τους. Κι όμως, σε αυτή την περίπτωση η κοινωνία δείχνει ανεκτικότητα. Η «φωνή του νεκρού» βιώνεται σαν παρηγοριά. Έτσι βλέπουμε ότι ακόμη και στη Δύση κάποιες φωνές κρίνονται αποδεκτές, άλλες παθολογικές.

Η Λούρμαν και άλλοι ανθρωπολόγοι εξηγούν ότι υπάρχουν δύο ψυχολογικές ιδιότητες που παίζουν ρόλο: η πορωτικότητα, δηλαδή η ευκολία να δεχθείς ότι σκέψεις ή φωνές μπορεί να μπουν στο μυαλό σου από έξω, και η απορρόφηση, η ικανότητα να αφήνεσαι τόσο στη φαντασία ώστε να μπλέκεται με την πραγματικότητα. Σε πολιτισμούς όπου αυτά είναι κοινά, οι φωνές εντάσσονται πιο εύκολα στη ζωή. Σε κοινωνίες όπου ο εαυτός θεωρείται αδιαπέραστος, οι φωνές μοιάζουν εισβολή.
Η διαφορετική στάση έχει και πρακτικές συνέπειες. Μελέτες σε ασθενείς με σχιζοφρένεια στην Ινδία και τη Νιγηρία έδειξαν ότι είχαν λιγότερα αρνητικά συμπτώματα και καλύτερη κοινωνική λειτουργικότητα σε σχέση με αντίστοιχους ασθενείς στη Βρετανία ή τον Καναδά, ανεξάρτητα από το αν λάμβαναν φάρμακα. Η οικογένεια και η κοινότητα στηρίζουν πιο ενεργά τον πάσχοντα, κι αυτό αλλάζει την πορεία της ασθένειας. Στην πόλη Τσενάι και πάλι, σχεδόν κανείς δεν πάει στον γιατρό χωρίς συγγενή στο πλευρό του. Στη Βόρεια Αμερική, αντίθετα, η έμφαση στην ανεξαρτησία μπορεί να αφήσει τους πάσχοντες εκτεθειμένους στη μοναξιά και στο στίγμα.
Η στάση απέναντι στις φωνές έχει να κάνει και με τις κοινωνικές συνθήκες. Στις ΗΠΑ, όπου η οπλοκατοχή είναι υψηλή και η βία διάχυτη, οι φωνές συχνά παίρνουν πιο σκοτεινό χαρακτήρα. Άνθρωποι σε έρευνες έχουν περιγράψει φωνές που τους διατάζουν να βασανίσουν ή να σκοτώσουν. Η ίδια εμπειρία σε άλλο κοινωνικό πλαίσιο μπορεί να είναι απλώς μια φωνή που θυμίζει να φας ή να προσευχηθείς. Στη Δύση, το βάρος του στίγματος κάνει πολλούς να κρύβουν την εμπειρία τους, με αποτέλεσμα να μην αξιοποιούν ποτέ το πιθανό θετικό της φορτίο.

Στην Ιλιάδα, οι θεοί μιλούν στους ήρωες
Όμως η ιστορία δείχνει ότι δεν ήταν πάντα έτσι. Στην αρχαιότητα, φωνές και οράματα θεωρούνταν θεϊκά σημάδια. Στην Ιλιάδα, οι θεοί μιλούν στους ήρωες· στον Μεσαίωνα, οι άγιοι άκουγαν φωνές του Θεού. Ακόμη και σήμερα, σε θρησκευτικά πλαίσια, οι φωνές μπορεί να είναι ένδειξη ιερού χαρίσματος. Η Δύση τις έχει περιορίσει στην ιατρική, αλλά η παράδοση είναι γεμάτη από φωνές που οδηγούν, εμπνέουν, σώζουν.
Το ερώτημα είναι τι χάνουμε όταν κάθε φωνή την ερμηνεύουμε ως παθολογία. Αν οι φωνές δεν είναι πάντα απειλή, μήπως μπορούν να γίνουν εργαλείο; Σε κάποιες χώρες έχουν αναπτυχθεί δίκτυα αλληλοϋποστήριξης για «voice-hearers», ανθρώπους που μοιράζονται εμπειρίες χωρίς να στιγματίζονται. Η ιδέα είναι ότι ακόμη και οι ενοχλητικές φωνές μπορούν να αποκτήσουν νόημα αν τις ακούσεις και τις εντάξεις σε μια ιστορία ζωής.
Η εμπειρία των φωνών δεν είναι σπάνια, ούτε αποκλειστικά «ψυχική αρρώστια». Είναι κομμάτι της ανθρώπινης ποικιλίας, όπως τα όνειρα, οι εσωτερικοί διάλογοι, οι φαντασιώσεις. Η κουλτούρα μας καθορίζει αν τις βλέπουμε σαν δώρο ή σαν κατάρα. Και ίσως, αντί να φοβόμαστε όποιον παραδέχεται ότι τις ακούει, να σκεφτούμε τι θα μπορούσε να μας διδάξει για τον τρόπο που ο νους μας επικοινωνεί με τον κόσμο.
Στο τέλος, εκείνο που διαφέρει δεν είναι η εμπειρία αλλά το πώς την ερμηνεύουμε: στη Γκάνα μια φωνή μπορεί να είναι ο Θεός που σε προστατεύει, στην Ινδία η μητέρα σου που σου θυμίζει το φαγητό, και στην Αμερική ένα επικίνδυνο σύμπτωμα. Οι φωνές είναι ίδιες· εμείς αλλάζουμε. Και ίσως εκεί να βρίσκεται το κλειδί για μια πιο ανθρώπινη, λιγότερο φοβική θεώρηση της ψυχικής υγείας.