Ο Τζέφρι Σούμαν δεν ήταν απλώς ένας ληστής, αλλά ένα υπόδειγμα εξελιγμένου υπερ-εγκληματία, ο οποίος διαχειρίστηκε με ευφυΐα το γεγονός ότι είχε διπλή υπηκοότητα και γνώση των διεθνών νόμων.
Ο Jeffrey Shuman [Τζέφρι Σούμαν] αποτελεί μία από τις πιο αινιγματικές και πολυσυζητημένες μορφές του οργανωμένου εγκλήματος των τελευταίων δεκαετιών, χάρη στη μακρόχρονη και διασυνοριακή εγκληματική του δραστηριότητα.
Από τη δεκαετία του 1990 μέχρι και τη δεκαετία του 2010, ο Shuman κατόρθωσε να χτίσει ένα προφίλ επαγγελματία τραπεζικού ληστή, επιχειρώντας μεθοδικά και οργανωμένα τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στον Καναδά.
Η υπόθεσή του προκαλεί έντονο ενδιαφέρον, όχι μόνο για τη διάρκεια και την επιμονή της εγκληματικής του δράσης, αλλά και για την έντονα "διεθνή" της διάσταση.
Ο ίδιος δεν ήταν απλώς ένας ληστής, αλλά ένα παράδειγμα εξελιγμένου υπερ-εγκληματία, ο οποίος διαχειρίστηκε με ευφυΐα το γεγονός ότι είχε διπλή υπηκοότητα και γνώση των διεθνών νόμων. Γι' αυτό και η Interpol τον ονόμασε «τον απατεώνα του μέλλοντος».
Ο «Reebok Bandit»
Ο Jeffrey Shuman γεννήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες τον Ιούλιο του 1962. Οι πρώτες καταγεγραμμένες ενδείξεις εγκληματικής του δραστηριότητας εμφανίζονται στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Την περίοδο 1992–1993, προχώρησε σε σειρά ληστειών τραπεζών σε Πολιτείες όπως η Φλόριντα και το Τενεσί. Η μέθοδός του ήταν απλή αλλά αποτελεσματική: φορούσε αθλητικά παπούτσια Reebok και πηδούσε πίσω από τον γκισέ, εκφοβίζοντας το προσωπικό με όπλο. Η συμπεριφορά του, η εμφάνιση και η τακτική του τού χάρισαν το παρατσούκλι «Reebok Bandit», ήτοι «ο ληστής με τα Reebok».
Συνελήφθη τελικά το 1993, και το 1994 καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης 12 ετών. Η ποινή του εξετίθη σε ομοσπονδιακές φυλακές, και αφέθηκε ελεύθερος υπό όρους το 2004.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή, η ιστορία του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «συνηθισμένη» για έναν επαγγελματία ληστή. Ωστόσο, αυτό που ακολούθησε μετέτρεψε τον Shuman σε διεθνές φαινόμενο για την ιστορία της εγκληματολογίας.

Απόδραση στη Γαλλία
Μετά την αποφυλάκισή του, ο Shuman εκμεταλλεύτηκε τη γαλλική του υπηκοότητα – την οποία απέκτησε από τη μητέρα του – και εγκαταστάθηκε στη Γαλλία, αποφεύγοντας περαιτέρω εποπτεία από τις αμερικανικές αρχές. Η Γαλλία, όπως και πολλές άλλες χώρες, δεν εκδίδει υπηκόους της για ποινικά αδικήματα στις ΗΠΑ, γεγονός που του παρείχε ένα άτυπο καταφύγιο. Το 2006, συνελήφθη και καταδικάστηκε για κατοχή και διακίνηση κοκαΐνης, όμως η ποινή ήταν σύντομη και δε φάνηκε να τον αποτρέψει από την επανεμπλοκή σε εγκληματική δραστηριότητα.
Η δεύτερη φάση της εγκληματικής του πορείας ξεκινά το 2010, όταν εμφανίζεται στον Καναδά και ξεκινά μια νέα σειρά από ληστείες τραπεζών. Αυτή τη φορά, οι ληστείες είναι ακόμη πιο επαγγελματικά οργανωμένες, χωρίς περιττές κινήσεις ή βία, αν και πάντοτε υπό την απειλή όπλου. Οι καναδικές αρχές τον αποκάλεσαν «The Vaulter» [Ο Άλτης], εξαιτίας του χαρακτηριστικού τρόπου με τον οποίο πηδούσε πάνω από τον πάγκο των τραπεζών.
21 Ληστείες σε 5 Χρόνια
Από το 2010 μέχρι το 2015, ο Shuman διέπραξε τουλάχιστον 21 επιβεβαιωμένες ληστείες σε τράπεζες του Καναδά, αποκομίζοντας περίπου 450.000 καναδικά δολάρια, περίπου 280.000 ευρώ. Οι ληστείες λάμβαναν χώρα σε διαφορετικές επαρχίες, κυρίως στο Οντάριο και στο Κεμπέκ, και η δράση του προκάλεσε μια πανεθνική κινητοποίηση.
Ήταν πάντα καλά προετοιμασμένος, χρησιμοποιούσε μάσκες και εργαζόταν μόνος του – ποτέ με συνεργούς προκειμένου να μην υπάρχει ο φόβος ότι θα προδοθεί. Σε αντίθεση με άλλους ληστές, σπάνια άφηνε πίσω του ίχνη, ενώ δεν χρησιμοποιούσε ποτέ του βία. Παρ’ όλα αυτά, η απειλή όπλου και ο τρόπος που εκφοβίζονταν οι υπάλληλοι τον κατέταξαν σταθερά στους «επικίνδυνους εγκληματίες», σύμφωνα πάντα με την Interpol.
![Ο Jeffrey Shuman [Τζέφρι Σούμαν] αποτελεί μία από τις πιο αινιγματικές και πολυσυζητημένες μορφές του οργανωμένου εγκλήματος των τελευταίων δεκαετιών / INTERPOL](/sites/default/files/styles/in_article/public/article-images/2025-07/Q4WHVU4JS5FPJP5UICL6RVT2JE.jpeg?itok=4B5kh-QO)
Σύλληψη στην Ελβετία
Παρά την επιτυχία του στην αποφυγή των αρχών, η πίεση από την Καναδική Αστυνομία και η συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς οδήγησε τελικά στη σύλληψή του το 2015 στην Ελβετία, έπειτα από πολυετή έρευνα. Εντοπίστηκε μέσω τηλεφωνικών καταγραφών και διεθνών αιτημάτων εντοπισμού, και οι Ελβετικές Αρχές τον εξέδωσαν στον Καναδά το 2016.
Το 2017, ο Jeffrey Shuman καταδικάστηκε σε 15 χρόνια φυλάκισης από καναδικό δικαστήριο και του επιβλήθηκε να επιστρέψει τα χρήματα που είχε κλέψει – περίπου 450.000 δολάρια. Η υπόθεση θεωρήθηκε μία από τις πιο σημαντικές στο χώρο του οικονομικού εγκλήματος της δεκαετίας στον Καναδά. Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο Shuman έδειξε ελάχιστη μεταμέλεια, αν και τελικά παραδέχθηκε την ενοχή του, γεγονός που του εξασφάλισε ηπιότερη ποινή.
Το 2022 και το 2024, ο Shuman υπέβαλε αιτήσεις για πρόωρη αποφυλάκιση, οι οποίες απορρίφθηκαν από τις καναδικές αρχές. Το δικαστήριο έκρινε πως ο εγκληματίας δεν είχε επιδείξει πειστική αλλαγή στη συμπεριφορά του και δεν έδειξε ειλικρινή μεταμέλεια. Παράλληλα, υπήρξαν ανησυχίες για το αν θα ήταν πιθανό να διαφύγει ξανά – πιθανότατα στη Γαλλία – και να μην είναι δυνατό να εκδοθεί ξανά σε περίπτωση νέων παραβάσεων.

Η περίπτωση του Jeffrey Shuman δεν είναι μόνο ένα παράδειγμα επαναλαμβανόμενης εγκληματικής συμπεριφοράς, αλλά και μια ένδειξη των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι διεθνείς διωκτικές αρχές στην αντιμετώπιση εγκληματιών με διπλή υπηκοότητα και δυνατότητα μετακίνησης μεταξύ κρατών. Ο Shuman κατάφερε να παρατείνει την εγκληματική του καριέρα επί τρεις δεκαετίες, εκμεταλλευόμενος νομικά κενά, διεθνείς περιορισμούς στην έκδοση και την τεχνογνωσία του στην οργάνωση ληστειών χωρίς ίχνη.
Ο Shuman αναμένεται να αποφυλακιστεί σε λίγους μήνες, τον Σεπτέμβριο του 2025, και σύμφωνα με τις αποφάσεις του καναδικού δικαστηρίου, θα απελαθεί στη Γαλλία. Το μέλλον του παραμένει αβέβαιο, και μένει να φανεί αν θα συνεχίσει τη ζωή του ειρηνικά ή αν θα επιστρέψει – για τρίτη φορά – στον (υπό)κόσμο του εγκλήματος.