Τέσσερις λόγοι που το ανέβασμα της θρυλικής όπερας του Πουτσίνι, από την Εθνική Λυρική Σκηνή, στο Ηρώδειο, αποτελεί ορόσημο.
Η Τουραντότ, η θρυλική όπερα του Τζιάκομο Πουτσίνι, με τη Nessum dorma, μία από τις πιο διάσημες άριες στην ιστορία του λυρικού θεάτρου, παρουσιάστηκε στην Αθήνα, στο Ηρώδειο, αυτή την εβδομάδα, με μια παραγωγή που όχι μόνο άλλαξε τα σκηνικά δεδομένα του αρχαίου ωδείου, αλλά μάγεψε πραγματικά το κοινό. Η αύρα του κόσμου, τη νύχτα της πρεμιέρας που παρακολουθήσαμε, είχε κάτι ορμητικό: τον ενθουσιασμό, τη μέθεξη και την ευγνωμοσύνη που νιώθει ο κόσμος όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με μια αληθινή μυσταγωγία, με ένα διαμάντι της Τέχνης.
Τα σκηνικά με τις καλαμιές και τα αυτοσχέδια σπίτια των χωρικών, ενσωματωμένα πλήρως μέσα στην επιβλητική και άγρια ομορφιά των αρχαίων μαρμάρων του Ηρωδείου, οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί των Ζαν Καλμάν και Σιμόν Τροττέ, τα κοστούμια που δέσποζαν στη σκηνή σαν αληθινά έργα τέχνης, οι σπουδαίες ερμηνείες, η αριστουργηματική κινησιολογία-χορογραφία των Κέιτ Φλατ και Γεωργίας Τέγου, η εξαιρετική σκηνοθεσία από έναν βαθύ γνώστη του Πουτσίνι, τον Αντρέι Σερμπάν, αλλά και το όραμα της διεθνούς φήμης Ελληνίδας σκηνογράφου και ενδυματολόγου Χλόης Ομπολένσκι, είναι κάποιοι από τους βασικούς λόγους για τους οποίους αυτή η Τουραντότ έγραψε Ιστορία.
Οι τέσσερις λόγοι της τεράστιας επιτυχίας
Ποια ήταν τα στοιχεία που συνέβαλαν σε αυτόν τον πραγματικό θρίαμβο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής; Πέρα από το γεγονός ότι η Τουραντόν είναι μια πολύ αγαπητή όπερα, με μια συμπαγή θεατρική πλοκή -το λιμπρέτο άλλωστε βασίζεται στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Κάρλο Γκότσι-, και μια μουσική γεμάτη αντιθέσεις, εντάσεις και μια συγκινητική μελωδικότητα που αγγίζει τις πιο βαθιές χορδές του ακροατή/θεατή, το αθηναϊκό κοινό είχε την ευτυχία να απολαύσει μια παραγωγή στην οποία συναντήθηκαν δυο λαμπρά πνεύματα του διεθνούς λυρικού θεάτρου: ο σπουδαίος Ρουμάνος σκηνοθέτης Αντρέι Σερμπάν, που η δική του Τουραντότ -σε μια άλλη εκδοχή από αυτή- παίζεται αδιαλείπτως για πάνω από τέσσερις δεκαετίες στη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου, και η καταξιωμένη Χλόη Ομπολένσκι, η Ελληνίδα σκηνογράφος-ενδυματολόγος, άλλοτε βοηθός του Τσαρούχη, που έχει κάνει μια τεράστια καριέρα συνεργαζόμενη με κορυφαίους σκηνοθέτες από τον Πήτερ Μπρουκ μέχρι τον Λευτέρη Βογιατζή, σε εμβληματικά θέατρα όπως η Επίδαυρος, το Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης, αλλά και χολιγουντιανά στούντιο.
Η καινοτόμα σκηνογραφία
Για πρώτη φορά η σκηνή του Ηρωδείου επεκτείνεται καλύπτοντας τον μισό σχεδόν χώρο που καταλαμβάνει η ορχήστρα. Για το λόγο αυτό άλλαξε, μάλιστα, και όλo το πλάνο των θέσεων του Ηρωδείου, αφού οι πιο χαμηλές θέσεις ήταν πλέον περιορισμένης ορατότητας. Η μεγάλη αυτή σκηνή που δημιούργησε η Χλόη Ομπολένσκι, αποτελεί όμως μία από τις καινοτομίες που αλλάζει τα δεδομένα στο Ηρώδειο.
Το γήινο σκηνικό της Ομπολένσκι εναρμονίζεται με το εμβληματικό φόντο του Ηρωδείου, χάρη σε μια σημαντική απόφαση της δημιουργού να μεταφέρει την πλοκή έξω από την πύλη της αρχαίας πόλης, σε ένα τοπίο γεμάτο καλαμιές όπου ζουν οι χωρικοί. «Θέλοντας να αποφύγω την απεικόνιση ενός ακόμη “χρυσοποίκιλτου κινέζικου» παλατιού προτίμησα την ανάμνηση ενός τοπίου έξω από αυτό», λέει η ίδια η δημιουργός στη συνέντευξη που παραχώρησε στη Σοφία Κομποτιάτη, για τις ανάγκες του προγράμματος που εκδίδει η ΕΛΣ.
Η στρατηγική θέση της χορωδία σε θέσεις του κοινού
Μια άλλη, εξίσου brilliant ιδέα, του σκηνοθέτη Αντρέι Σερμπάν, ήταν η στρατηγική τοποθέτηση της χορωδίας στην κερκίδα Ε του κάτω διαζώματος. Τα μέλη της χορωδίας, ντυμένα σαν κανονικοί θεατές για να μην ξεχωρίζουν, σηκώνονταν όρθια και ερμήνευαν τα χορωδιακά μέρη, εντυπωσιάζοντας το κοινό, τραγουδώντας ουσιαστικά ανάμεσά τους, δημιουργώντας ένα αίσθημα διάδρασης, επικοινωνίας και μέθεξης.
«Η χορωδία είναι μέρος του κοινού. Αυτό σημαίνει ότι είναι ντυμένοι σαν εμάς και κάθονται μαζί με τους θεατές. Παρακολουθούν, σχολιάζουν και αντιδρούν στην πράξη που εκτυλίσσεται μπροστά τους. Αυτό ενώνει τους καλλιτέχνες με το κοινό και σπάει το τείχος μεταξύ μουσικών, τραγουδιστών και θεατών. Ο ήχος είναι στερεοφωνικός και ταυτόχρονα πολύ κοντά στο κοινό. Μια βαθιά εσωτερική και συναρπαστική εμπειρία για όλους μας», εξηγεί ο σκηνοθέτης της παράστασης Αντρέι Σερμπάν στη Σοφία Κομποτιάτη.
Μια κλασική σκηνοθετική ματιά που εστιάζει στο έργο και όχι στις μεταμοντέρνες αναγνώσεις του
Πίσω από το κινέζικο παραμύθι της πριγκίπισσας Τουραντότ που θα παντρευτεί μόνον όποιον λύσει τα τρία αινίγματα που του θέτει, αλλά θα οδηγήσει σε θανατική ποινή όποιον αποτύχει, πολλοί σκηνοθέτες διεθνώς έχουν δει μια ευκαιρία για να θίξουν ζητήματα αιχμής για τις κοινωνίες του σήμερα. Η βιαιότητα του συγκεκριμένου έργου σηκώνει ενδεχομένως ερμηνείες που μπορεί να αγγίζουν πολιτοκοινωνικά ζητήματα του σήμερα, όπως ο ρατσισμός, η τρομοκρατία, ο σεξισμός κτλ.
Ωστόσο ο Αντρέι Σερμπάν εστιάζει στο ίδιο το έργο του Πουτσίνι και όχι στις μεταμοντέρνες αναγνώσεις του, προσφέροντας μια λυρική ματιά που είναι κλασικά οπερετική και απολαυστική.
Όπως εξηγεί ο ίδιος: «Η αλήθεια είναι ότι πολλοί σκηνοθέτες σήμερα επιμένουν σε αυτές τις σκοτεινές πολιτικές ερμηνείες. Με τον κόσμο τόσο διχασμένο, η τέχνη τείνει να επηρεάζεται από την ιδεολογία. Όλα αγγίζονται από τον ιό του woke ή του MAGA (Make America Great Again), και όταν η προπαγάνδα επικρατεί, παύει να υφίσταται τέχνη. Πολλοί καλλιτέχνες σήμερα νιώθουν την ανάγκη να αποδείξουν ότι είναι “καλοί πολίτες” παίρνοντας πολιτική θέση σε ό,τι κάνουν. Αν δεν το κάνεις, θεωρείσαι αναχρονιστικός, ξεπερασμένος, μπουρζουά. Μου θυμίζει τον κομμουνισμό όπως τον γνώριζα εγώ, μεγαλώνοντας στη Ρουμανία -μοιάζει με την ίδια νοοτροπία. Εγώ κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ ώστε να κατανοήσω τον δημιουργό: τον Πουτσίνι, τον Βάγκνερ, τον Σαίξπηρ, επικοινωνώντας με ειλικρίνεια τον τρόπο που με επηρεάζουν προσωπικά. Προσπαθώ να θυμάμαι ότι είμαι μόνο ένας ερμηνευτής, και πολύ υποκειμενικός».
Οι δυνατές ερμηνείες
Από τον διεθνώς καταξιωμένο αρχιμουσικός Πιερ Τζόρτζιο Μοράντι, ο οποίος καθοδήγησε άψογα την Ορχήστρα της ΕΛΣ, μέχρι τις δυνατές ερμηνείες της Αμερικανίδας σοπράνο Λιζ Λίντστρομ στον ρόλο της Τουραντότ, του υπέροχου τενόρου Ρικκάρντο Μάσσι στον ρόλο του Καλάφ (ο οποίος αντικατέστησε λόγω ασθενείας τον Μπράιαν Τζέιντ), αλλά και της Τσέλια Κοστέα στο ρόλο της Λιου όσο και του πάντα εντυπωσιακού Τάσου Αποστόλου στο ρόλο του έκπτωτου βασιλιά Τιμούρ - όλοι οι συντελεστές έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους, συμβάλλοντας σε αυτή τη μεγαλειώδη στιγμή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Μια μαγική στιγμή ήταν όταν το κοινό ξέσπασε σε ενθουσιώδη χειροκροτήματα, αφού ο τενόρος Ρικκάρντο Μάσσι ολοκλήρωσε την άρια Nessum dorma προσφέροντας στο αθηναϊκό κοινό, κατά τη διάρκεια της τρίτης πράξης, μια αξέχαστη εμπειρία. Δεν ήταν όμως η μόνη. Πολλές υψηλές στιγμές συγκίνησης προηγήθηκαν και πολλές ακόμα ακολούθησαν.
- ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
- «Πέδρο Πάραμο»: Το αριστούργημα όπου βασίζεται η ταινία του Netflix
- Διαβάσαμε το νέο βιβλίο του Πέδρο Αλμοδόβαρ με 12 αδημοσίευτες ιστορίες που φωτίζουν ποιος πραγματικά είναι
- Τζωρτζ Στάινερ, νέο βιβλίο: «Ζούμε ένα μακρύ Σάββατο αναμονής. Θα γνωρίσει ποτέ η ανθρωπότητα Κυριακή; Αμφίβολο»