Κινηματογραφικές πρεμιέρες: Ο Λεονάρντο ντι Κάπριο σε μαύρη κωμωδία με εκκωφαντικές εκρήξεις και καταδιώξεις - iefimerida.gr

Κινηματογραφικές πρεμιέρες: Ο Λεονάρντο ντι Κάπριο σε μαύρη κωμωδία με εκκωφαντικές εκρήξεις και καταδιώξεις

Μια Μάχη Μετά την Άλλη (One Battle After Another)
Μια Μάχη Μετά την Άλλη (One Battle After Another) Λεοναρντο ντι Κάπριο

Στις κινηματογραφικές πρεμιερες της εβδομάδας ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο δίνει τη «μια μάχη μετά την άλλη» στην πρώτη του συνεργασία με τον σπουδαίο Πολ Τόμας Άντερσον.

Η Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη επιστρέφει, μετά από εννιά χρόνια, στις σκοτεινές αίθουσες με το «Harvest», ο Μισέλ Φράνκο αφηγείται τα «Χαμένα όνειρα» της Τζέσικα Τσαστέιν, ο Αντρέα Σέγκρε σκηνοθετεί τη βιογραφία του Ενρίκο Μπερλινγκουέρ, και ο Έραν Ρικλίς αποκαλύπτει τι συμβαίνει στις γυναίκες στην Τεχεράνη, αν θέλουν να διαβάσουν τη «Λολίτα».

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Οι κινηματογραφικές πρεμιερες της Πέμπτης 25 Σεπτεμβρίου

Μια Μάχη Μετά την Άλλη (One Battle After Another)

Σκηνοθεσία: Πολ Τόμας Αντερσον
Παίζουν: Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Σον Πεν, Μπενίσιο ντελ Τόρο, Ρετζίνα Χολ, Τεγιάνα Τέιλορ, Τσέις Ινφινίτι

Περίληψη: Όταν ο σατανικός τους αντίπαλος ξαναεμφανίζεται έπειτα από 16 χρόνια, μια ομάδα πρώην επαναστατών επανενώνεται για να σώσει την κόρη ενός από τα μέλη της.
Η πολυαναμενόμενη νέα ταινία του Πολ Τόμας Άντερσον, με πρωταγωνιστή τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Σε μια Αμερική όπου η λευκή παντοκρατορία είναι το απόλυτο αίτημα, μια επαναστατική ομάδα με το όνομα «French 1975» έχει επιλέξει την ένοπλη δράση, προκαλώντας σοβαρές ζημιές στον οικονομικό και πολιτικό ιστό των ΗΠΑ. Αρχηγός των επαναστατών – τρομοκρατών για το σύστημα- είναι η δυναμική Αφροαμερικανίδα Περφίντια Μπέβερλι Χιλς, που αρνείται κάθε νόρμα και στερεότυπο, και ερεθίζεται από τη βία. Ο σύντροφός της, Μπομπ, που ειδικεύεται στις εκρήξεις, οραματίζεται έναν καινούργιο κόσμο.

Όταν ο φανατικός συνταγματάρχης Στίβεν Λόκτζοου, υπεύθυνος ασφαλείας για το μεταναστευτικό και διοικητής στα κέντρα «φιλοξενίας» προσφύγων από το Μεξικό, γνωρίσει την Περφίντια —η οποία θα τον απειλήσει— αποκτά μια περίεργη εμμονή μαζί της. Δεκαπέντε χρόνια μετά, αφού η Περφίντια προδώσει τους συντρόφους της και εξαφανιστεί, ο Μπομπ ζει με την κόρη τουςς, τη Γουίλα, σε ένα προάστιο, βυθισμένος στις ενοχές και τις καταχρήσεις. Όταν όμως ο Λόκτζοο αποφασίσει να εντοπίσει τα ίχνη τους, ο Μπομπ επανενώνεται με τους πρώην συντρόφους του, για να σώσει την κόρη του.

Δέκα χρόνια μετά από το «Έμφυτο Ελάττωμα», ο Άντερσον εμπνέεται και πάλι από τον Τόμας Πίντσον -από τους σπουδαιότερους εν ζωή Αμερικανούς λογοτέχνες-και διασκευάζει ελεύθερα το βιβλίο «Βάινλαντ», που διαδραματίζεται στη ριγκανική Αμερική και περιστρέφεται γύρω από τη δράση μιας ομάδας χίπηδων. Η ιστορία όμως του πάντα απρόβλεπτου σκηνοθέτη δεν έχει χρόνο —αν και οι αναφορές της στο σήμερα και τον Τραμπ είναι ξεκάθαρες από την αρχή— αφού το μείζον πρόβλημα εξαρχής εδώ είναι το μεταναστευτικό.

Από εκεί και πέρα, με μαύρο χιούμορ, ο Άντερσον στήνει μια πολιτική σάτιρα, όπου παρανοϊκοί συστημικοί και θεοπάλαβοι επαναστάτες μπερδεύονται σε μια τρελή καταδίωξη, όπου ο ιδεαλισμός συντρίβεται από την απογοήτευση, μέχρι να δοθεί και πάλι μια αφορμή για να ανάψει η σπίθα.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Αναμειγνύοντας είδη και γυρίζοντας σχεδόν εξολοκλήρου με κάμερες VistaVision των 35mm, ο Άντερσον εγκαταλείπει τους αργούς ρυθμούς που συνηθίζει και ανεβάζει ταχύτητα από το πρώτο λεπτό, καταγράφοντας ένα εξωφρενικό χάος, όπου κανείς και τίποτα δεν έχει μεγάλες πιθανότητες να επιβιώσει. Κι όμως, κόντρα σε όλες τις προβλέψεις, ούτε το όνειρο μιας επανάστασης τελειώνει, ούτε η αναλγησία της εξουσίας οριοθετείται.
Ο Άντερσον δεν επιλέγει τον εύκολο δρόμο της «σωστής πλευράς», αντίθετα τολμάει να αποκαλύψει τα κακώς κείμενα και τα τρωτά σημεία όλων, θέτοντας περισσότερο ερωτήματα παρά δίνοντας απαντήσεις. Το τι είναι πραγματικά επαναστατικό, το πού καταλήγουν τα μεγάλα οράματα, το πώς η εξουσία αντιμετωπίζει πάντα τους εχθρούς όσο και τους υποστηρικτές της, κυριαρχούν σε αυτό το κωμικοτραγικό, τελικά, θρίλερ, με τον Άντερσον να εστιάζει στη διαδοχή των γενεών, χωρίς να φοβάται να γίνει συναισθηματικός και να ανακαλέσει σταθερές αξίες.

Το τρίτο μέρος της ταινίας εκρήγνυται με αυτοκινητοκαταδιώξεις και φαντασμαγορική δράση — εντυπωσιακές σκηνές, αλλά ίσως υπερβολικά φλύαρες, που αποδυναμώνουν την αφήγηση. Ωστόσο, στο φινάλε, ο Άντερσον επανέρχεται με την τρυφερότητα που τον χαρακτηρίζει, και μας υπενθυμίζει ότι τα όνειρα δεν πεθαίνουν. Κι αφού δεν πεθαίνουν, μπορεί κάποτε να γίνουν και πραγματικότητα.

Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο, στην πρώτη του συνεργασία με τον Άντερσον, ενσαρκώνει με βάθος έναν άντρα ανάμεσα στην ενοχή και την ελπίδα. Ο Σον Πεν κλέβει σκηνές ως καρτουνίστικος villain, ο Μπενίσιο ντελ Τόρο προσφέρει μια από τις πιο ουσιαστικές ερμηνείες του τα τελευταία χρόνια, ενώ η Τσέις Ινφίνιτι, στο ντεμπούτο της, μαγνητίζει.
Η «Μια μάχη μετά την άλλη» δεν είναι αψεγάδιαστη, είναι όμως απελπιστικά επίκαιρη, βαθιά ανθρώπινη και καυστικά πολιτική, γι' αυτό —όπως όλα δείχνουν— μάλλον θα πρωταγωνιστήσει στη φετινή οσκαρική κούρσα.

Harvest
Σκηνοθεσία: Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη
Παίζουν: Κάλεμπ Λάντρι Τζόουνς, Χάρι Μέλινγκ, Ρόζι ΜακΓιούεν

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Περίληψη: Σε μια απροσδιόριστη χρονική περίοδο, ξαφνικά ένα χωριό δίχως όνομα εξαφανίζεται. Τότε ο ντόπιος αγρότης Γουόλτερ Θιρσκ, σε συνεργασία με τον παιδικό φίλο και καλοκάγαθο τοπικό άρχοντα Τσαρλς Κεντ, καλούνται να αντιμετωπίσουν μια πρωτοφανή απειλή.

Εννέα χρόνια μετά από το «Chevalier» και έχοντας στο ενδιάμεσο κυκλοφορήσει την τηλεοπτική σειρά «Trigonometry», η Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη («Attenberg») υπογράφει ένα μοντέρνο γουέστερν , το οποίο διεκδίκησε το Χρυσό Λέοντα στο περσινό Φεστιβάλ Βενετίας.
Κατά τη διάρκεια επτά παραισθησιογόνων ημερών, ένα ανώνυμο χωριό, σε έναν απροσδιόριστο χρόνο και τόπο, εξαφανίζεται. Ο Γουόλτερ Θερσκ –ένας αστός που έγινε αγρότης– και ο Λόρδος Τσαρλς Κεντ, γαιοκτήμονας της περιοχής, είναι δύο παιδικοί φίλοι που προετοιμάζονται να αντιμετωπίσουν μια εισβολή από τον έξω κόσμο: την πληγή της νεωτερικότητας. Ένας τοπογράφος φτάνει στο χωριό, καθ’ υπόδειξη του εξαδέλφου του Λόρδου –ο οποίος, όπως αποδεικνύεται, είναι και ο νόμιμος ιδιοκτήτης της γης– με σκοπό να χαρτογραφήσει την περιοχή. Ταυτόχρονα, τρεις ξένοι εισβάλλουν στα εδάφη, διεκδικώντας τον δικό τους χώρο, με αποτέλεσμα να τιμωρηθούν βάναυσα από τους ντόπιους, που πιστεύουν ότι κουβαλούν μια κατάρα.
Όλα εκτυλίσσονται σε μια προβιομηχανική εποχή, όπου οι άνθρωποι ζουν σε πλήρη εξάρτηση από τη γη. Η πρόταση του εξαδέλφου του Κεντ φέρνει τον σπόρο της αλλαγής: η καλλιεργήσιμη γη να μετατραπεί σε βοσκότοπο, τα εργατικά χέρια να μειωθούν και μηχανές να μπουν στη θέση των αγροτών. Ουσιαστικά, προτείνει ένα καπιταλιστικό μοντέλο, όπου οι πλούσιοι θα αυξήσουν τα κεκτημένα τους, ενώ οι φτωχοί θα εκδιωχθούν από τον τόπο που κατοικούσαν επί αιώνες.

Η Τσαγγάρη, στην πιο ολοκληρωμένη ταινία της μέχρι σήμερα, διασκευάζει το ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζιμ Κρέις, ένα από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά έργα του 21ου αιώνα. Διατηρώντας τη δομή των επτά ημερών –παραπομπή στις ημέρες της βιβλικής Δημιουργίας–, τη συνδυάζει με μια αισθητική που θυμίζει Φλαμανδούς ζωγράφους, ενώ η επιλογή των 16mm φιλμ χαρίζει στο σκωτσέζικο τοπίο μια ονειρική, σχεδόν μυστηριακή υπόσταση.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η καταγραφή αυτής της «μετάβασης» από την κοινοτική, παγανιστική ελευθερία σε έναν νέο, απολυταρχικό κόσμο δεν γίνεται με διδακτισμό. Η Τσαγγάρη αποφεύγει τα εύκολα σχήματα και δεν προσφέρει ξεκάθαρα ηθικά διδάγματα. Αντίθετα, προκαλεί τις αισθήσεις του θεατή δημιουργώντας μια εμπειρία περισσότερο υπαρξιακή παρά αφηγηματική.
Αν και η ίδια έχει χαρακτηρίσει την ταινία ως ένα sci-fi παραμύθι, οι αναφορές στο παρόν είναι αναμφίβολες. Χωρίς να χάνει την ποιητική της διάσταση, η ταινία σχολιάζει με λεπτότητα τις επιπτώσεις του καπιταλισμού, την αποικιοποίηση της φύσης, την εξόντωση του Άλλου και την ωμή βία της «προόδου». Μέσα σε αυτό το σύμπαν, όλα εναρμονίζονται με το όραμα της δημιουργού – από τη φωτογραφία και τη μουσική έως τις αρχετυπικές ερμηνείες των ηθοποιών, ενώ ο αργός ρυθμός, υπηρετεί απόλυτα αυτή την προ-καπιταλιστική εποχή.

Ωστόσο, η μεγάλη διάρκεια και η έλλειψη δραματουργικής οικονομίας ίσως αποξενώσουν ένα μέρος του κοινού, το οποίο πολύ γρήγορα θα «μπει στο νόημα» και θα αγνοήσει την ποιητική διάσταση που ήθελε η Τσαγγάρη να δώσει σε αυτή τη νευραλγική στιγμή της Ιστορίας — μια στιγμή που συνέθλιψε τους ανθρώπους και φαίνεται διαρκώς να επαναλαμβάνεται.

Χαμένα Όνειρα (Dreams)
Σκηνοθεσία: Μισέλ Φράνκο
Παίζουν: Τζέσικα Τσαστέιν, Ισαάκ Ερνάντες, Ρούπερτ Φρεντ, Μάρσαλ Μπελ

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Περίληψη: Ένα ρομάντζο ανθίζει ανάμεσα σε μία γυναίκα υψηλής κοινωνικής τάξης και έναν Μεξικανό χορευτή μπαλέτου, το οποίο περιπλέκεται από τις αντίθετες ζωές και τις κουλτούρες τους.
Η νέα ταινία του Μεξικανού Μισέλ Φράνκο, που συμμετείχε στο Φεστιβάλ Βερολίνου με πρωταγωνίστρια την Τζέσικα Τσαστέιν .

Ο Φερνάντο, ένας νεαρός χορευτής από το Μεξικό, νιώθει παγιδευμένος σε μια χώρα που δεν του προσφέρει τις ευκαιρίες που ονειρεύεται. Αποφασίζει να περάσει παράνομα τα σύνορα προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, ρισκάροντας τη ζωή του μέσα σε ένα φορτηγό γεμάτο μετανάστες, με σκοπό να φτάσει στο Σαν Φρανσίσκο και να βρεθεί ξανά με την Τζένιφερ — μια μεγαλύτερή του γυναίκα, κόρη ενός πλούσιου επιχειρηματία, που χρηματοδοτεί τις τέχνες τόσο στο Μεξικό όσο και στην Αμερική. Παρά τη διαφορά κοινωνικής τάξης, οι δυο τους ερωτεύτηκαν, ενωμένοι από το κοινό τους όνειρο για έναν κόσμο όπου θα μπορούν να είναι ελεύθεροι και αποδεκτοί. Όμως η πραγματικότητα είναι αμείλικτη και δεν τους αφήνει χώρο να ονειρευτούν.

Μετά από το «Memory», ο Μισέλ Φράνκο («Μετά τη Λουτσία», «Νέα Τάξη») ξανασυναντιέται με την Τζέσικα Τσαστέιν για ένα καταραμένο love story, που εμποδίζεται όχι μόνο από τις κοινωνικές ανισότητες, αλλά και από την ίδια του τη φύση. Γιατί στην ουσία, οι δύο κεντρικοί ήρωες –πέρα από το να ερεθίζονται και να συνουσιάζονται με πάθος– δεν επικοινωνούν ποτέ ουσιαστικά. Δεν μοιράζονται κανένα βαθύτερο συναίσθημα, πέρα από τον σαρκικό πόθο, πράγμα που επαληθεύει τελικά όλους όσους επικρίνουν τη σχέση της πλούσιας μεγαλοαστής Τζένιφερ με τον φτωχό, πλην τίμιο, Φερνάντο. Αναμασώντας κλισέ γύρω από την υποκριτική φιλανθρωπία και την προσποιητή ευγένεια του δυτικού πολιτισμού, ο Φράνκο δεν καταφέρνει να σώσει την κατάσταση, αφήνοντας την Τσαστέιν να ποζάρει ψυχρή και αποστασιοποιημένη, σε έναν ρόλο που αδικεί τις ερμηνευτικές της δυνατότητες.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Μπερλινγκουέρ: Η Μεγάλη Ελπίδα (Berlinguer - La grande ambizione /The Great Ambition)
Σκηνοθεσία: Αντρέα Σέγκρε
Παίζουν: Έλιο Τζερμάνο, Πάολο Πιερομπόν, Ρομπέρτο Τσίτραν, Έλενα Ραντονίτσιτς, Φαμπρίτσια Σάκι, Πάολο Καλαμπρέζι, Αντρέα Πενάκι, Τζόρτζιο Τιραμπάσι, Στέφανο Αμπάτι, Φραντσέσκο Ακουαρόλι

Περίληψη: Ο Ενρίκο Μπερλινγκουέρ, Γενικός Γραμματέας του πιο ισχυρού Κομμουνιστικού Κόμματος στον δυτικό κόσμο, αμφισβήτησε τις διεθνείς ισορροπίες, επιδιώκοντας να φέρει τους κομμουνιστές στην εξουσία στην Ιταλία και να πετύχει τον σοσιαλισμό σε μία δημοκρατική χώρα. Από το 1973, όταν γλίτωσε από επίθεση των βουλγαρικών μυστικών υπηρεσιών, έως τη δολοφονία του βασικού του συμμάχου, Άλντο Μόρο, το 1978, χωρίς να παραλείπονται τα ταξίδια του στη Μόσχα και τα εξώφυλλα του Time, η ταινία αφηγείται την ιστορία ενός ανθρώπου που θέλησε να αλλάξει τον κόσμο, αλλά απέτυχε.

Μια μεγάλη επιτυχία του ιταλικού box office., με τον Έλιο Τζερμάνο, ο οποίος απέσπασε το βραβείο ερμηνείας στα ιταλικά όσκαρ, τα βραβεία Νταβίντ Ντι Ντονατέλο, αλλά και στο Φεστιβάλ της Ρώμης.
Ιταλία, δεκαετία του 1970. Ο Ενρίκο Μπερλινγκουέρ υπηρετεί ως Γραμματέας του μεγαλύτερου Κομμουνιστικού Κόμματος στον δυτικό κόσμο. Με περισσότερα από 1,7 εκατομμύρια μέλη και πάνω από 12 εκατομμύρια ψηφοφόρους, το Κόμμα θέτει ως στόχο την εφαρμογή του σοσιαλισμού μέσω της δημοκρατίας. Αψηφώντας τον ψυχροπολεμικό διχασμό, ο Μπερλινγκουέρ και το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (PCI) αφιερώνουν πέντε χρόνια σε μια πρωτοφανή προσπάθεια να κερδίσουν την εξουσία, μέσα από έναν ανοιχτό διάλογο με τους Χριστιανοδημοκράτες.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η πορεία του Μπερλινγκουέρ σημαδεύτηκε από δολοφονικές απόπειρες που σχεδιάστηκαν από τις μυστικές υπηρεσίες της Βουλγαρίας, σκληρούς εκλογικούς αγώνες και ευαίσθητες διαπραγματεύσεις με τη Μόσχα. Η ταινία αποτυπώνει αυτή τη σημαδιακή περίοδο, από τα πρωτοσέλιδα που συγκλόνισαν τον κόσμο μέχρι το επικίνδυνο παιχνίδι εξουσίας, το οποίο κορυφώθηκε με τη δολοφονία του Άλντο Μόρο, Προέδρου της Χριστιανικής Δημοκρατίας, το 1978 από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες.

Ο Αντρέα Σέγκρε («Io Sono Li»), ήδη από τον τίτλο, προετοιμάζει το κοινό για μια βιογραφία που σαφώς αγιοποιεί τον κεντρικό της ήρωα, ο οποίος δέχτηκε αναρίθμητες επικρίσεις —ακόμα και από το ίδιο του το Κόμμα— όταν τα έβαλε με τις αυταρχικές σοβιετικές τακτικές. Ενσωματώνοντας ιστορικά αρχειακά πλάνα με μυθοπλαστικά στοιχεία και επενδύοντας σε μια άρτια αναπαράσταση της δεκαετίας του ’70, αποτυπώνει τον αγώνα ενός ανθρώπου που πάλεψε για ένα καλύτερο αύριο, προσφέροντας ταυτόχρονα μια πληθώρα πληροφοριών που πολλοί αγνοούν. Όμως, η ερμηνεία του Έλιο Τζερμάνο προσδίδει βάθος σε μια προσωπικότητα που παρέμενε για χρόνια στη σκιά της Ιστορίας.

Διαβάζοντας τη Λολίτα στην Τεχεράνη (Reading Lolita in Tehran)
Σκηνοθεσία: Έραν Ρικλίς
Παίζουν: Γκολσιφτέχ Φαραχανί, Ζαρ Αμίρ Εμπραχίμι, Μίνα Καβανί, Μπαχάρ Μπεϊχάγκι, Ιζαμπέλα Νεφάρ, Ράχα Ραχμπαρί, Λάρα Γουλφ, Σαχμπάζ Νοσίρ, Αράς Μαραντί, Καταγιούνε Αχμαντί, Ρεζά Ντιάκο, Ας Γκολντέχ

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ


Περίληψη: Η προσωπική μαρτυρία της Αζάρ Ναφίσι από τα χρόνια που δίδασκε στο Πανεπιστήμιο του Ιράν.
Μία ταινία για τη δύναμη της λογοτεχνίας και τη σθεναρής αντίσταση των γυναικών στο επαναστατικό Ιράν.

Καθώς οι ισλαμικές ομάδες ηθικής πραγματοποιούν αυθαίρετες επιδρομές στην Τεχεράνη και οι φονταμενταλιστές καταλαμβάνουν τα πανεπιστήμια, η Αζάρ Ναφίσι, μια παθιασμένη με τη λογοτεχνία καθηγήτρια, συγκεντρώνει κρυφά μερικές από της πιο αφοσιωμένες μαθήτριές της για να διαβάσουν απαγορευμένα δυτικά κλασικά έργα. Ασυνήθιστες στο να εκφράζουν την άποψή της, σύντομα βγάζουν τα πέπλα της και οι ιστορίες της συνυφαίνονται με τα μυθιστορήματα που διαβάζουν και τις ηρωίδες του Ναμπόκοφ, του Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ, του Χένρι Τζέιμς, ή της Τζέιν Οστιν.
Η Ναφίσι, γεννημένη στην Τεχεράνη σε ένα βαθιά πολιτικοποιημένο περιβάλλον, μετανάστευσε στις ΗΠΑ με την οικογένειά της, όπου σπούδασε λογοτεχνία. Μετά από την επανάσταση, επέστρεψε στην πατρίδα της με τον σύζυγό της και ανέλαβε μια θέση στο πανεπιστήμιο. Ωστόσο, αντιμετώπισε πατριαρχικές αντιλήψεις και το σκληροπυρηνικό θεοκρατικό καθεστώς του Αγιατολάχ Χομεϊνί, που την ανάγκασε σε παραίτηση. Η παραίτησή της όμως δεν έγινε αποδεκτή, γι’ αυτό απλώς σταμάτησε να πηγαίνει στη δουλειά, ώσπου τελικά απολύθηκε. Στο μεταξύ, δημιούργησε έναν «μυστικό κύκλο», όπου με τη λογοτεχνία ως μέσο αντίστασης, μύησε τις αγαπημένες της μαθήτριές στα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, τα οποία το καθεστώς απαγόρευσε.

Η Ναφίσι κατέγραψε αυτές τις εμπειρίες στο ομώνυμο βιβλίο της, που έγινε best-seller και αναγνωρίστηκε ως ύμνος στην ελευθερία της έκφρασης και της σκέψης. Ωστόσο, η ίδια δέχτηκε ι κριτική από κάποιους που την κατηγόρησαν για δυτικοποίηση του Ιράν. Σήμερα, με όσα έχουν γίνει γνωστά για τη θέση των γυναικών στη χώρα, οι μαρτυρίες της όχι απλώς επιβεβαιώνονται, αλλά μοιάζουν πολύ ήπιες μπροστά στη σκληρή πραγματικότητα.

Ο Ισραηλινός Έραν Ρικλίς («Η Λεμονιά», «Δίκτυο Κατασκόπων») ακολουθεί πιστά το βιβλίο της Ναφισι, αλλά παρότι έχει καλές προθέσεις, υιοθετεί μια ακαδημαϊκή άνευρη προσέγγιση. Ο συσχετισμός των λογοτεχνικών έργων με τη ζωή αυτών των γυναικών είναι αδύναμος, η σκηνοθεσία άτολμη, και μόνο η δυναμική ερμηνεία της Γκολσιφτέχ Φαραχανί μεταφέρει την αίσθηση πολιορκίας, που βιώνουν οι γυναίκες στο Ιράν σήμερα.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Κλείδωσες; Οι Άγνωστοι 2 (The Strangers: Chapter 2)
Σκηνοθεσία: Ρένι Χάρλιν
Παίζουν: Μαντελέιν Πετς, Γκάμπριελ Μπάσο, Έμα Χόρβαθ


Περίληψη: Στο δρόμο τους για τον μήνα του μέλιτος, το όχημα ενός ζευγαριού χαλάει, αναγκάζοντάς τους να καταφύγουν σε ένα απομακρυσμένο Airbnb. Καθώς πέφτει η νύχτα, τρεις μασκοφόροι άγνωστοι τούς τρομοκρατούν μέχρι τα ξημερώματα.
Μετά από την επιτυχία του πρώτου κεφαλαίου, η ιστορία των «Αγνώστων» συνεχίζεται πιο σκοτεινή και με ακόμα μεγαλύτερη ένταση.
Οι διαβόητοι «Άγνωστοι» επιστρέφουν – πιο αδίστακτοι και ανελέητοι από ποτέ. Όταν μαθαίνουν ότι μία από τις επιζήσασες, η Mάγια, είναι ακόμα ζωντανή, επιστρέφουν για να ολοκληρώσουν αυτό που άρχισαν. Χωρίς κανέναν να εμπιστευτεί και κανένα μέρος να κρυφτεί, η Mάγια πρέπει να επιβιώσει από ένα ακόμη φρικιαστικό κεφάλαιο τρόμου και να αντιμετωπίσει τις φοβίες της, καθώς οι Άγνωστοι – παρορμητικοί και ασταμάτητοι – δεν διστάζουν να σκοτώσουν όποιον σταθεί εμπόδιο στον δρόμο τους

Το Κουκλόσπιτο της Γκάμπι: Η Ταινία (Gabby's Dollhouse: The Movie)
Σκηνοθεσία: Ράιαν Κρέγκο
Παίζουν: Λάιλα Λόκχαρτ Κρέινερ, Τόμας Λένον, Τζέισον Μαντζούκας, Ιγκο Νουόντιμ, Κάιλ Μούνι, Mελίσα Βιγιασενόρ, Φόρτσιουν Φέιμστερ, Γκλόρια Εστέφαν, Κρίστεν Γουίγκ

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Περίληψη: Η Γκάμπι μπαινει σε νέες περιπέτειες για να σώσει το κουκλόσπιτό της.
Live-action μεταφορά της ομώνυμης σειράς κινουμένων σχεδίων.
Η Γκάμπι ξεκινά ένα road trip με τη γιαγιά της, Τζίζι, προς τη μαγευτική μητρόπολη του Κατ Φρανσίσκο. Όμως, όταν το κουκλόσπιτό της πέφτει στα χέρια μιας εκκεντρικής ηλικιωμένης κυρίας, εκείνη θα ζήσει μια περιπέτεια στον πραγματικό κόσμο για να φέρει ξανά μαζί τις Γκάμπι Γάτες και να σώσει το πολυτιμότερο της απόκτημα, πριν να είναι αργά.

Επαναπροβολές:

Η Γη της Επαγγελίας (Ziemia Obiecana)
Σκηνοθεσία: Αντρέι Βάιντα
Παίζουν: Ντανιέλ Ολμπρίνσκι, Βοίτσιεχ Πσόνιακ, Αντρέι Σεβεριν, Άννα Νερεμπέσκα

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ


Περίληψη: Τρεις νέοι φίλοι, ένας Πολωνός, ένας Εβραίος κι ένας Γερμανός, στις αρχές του 19ου αιώνα βάζουν τα χρήματά τους για να χτίσουν ένα εργοστάσιο. Η φιλία τους, μικρογραφία της πολυεθνικής σύνθεσης της πόλης, γίνεται καθρέφτης της σκληρής πραγματικότητας: για να επιτύχουν πρέπει να γίνουν αδίστακτοι, θυσιάζοντας ιδανικά, σχέσεις και ηθικές αναστολές.
Η μεταφορά στη μεγάλη οθόνη του μυθιστορήματος του βραβευμένου με Νόμπελ Πολωνού λογοτέχνη Βλαντίσλαφ Σ. Ρέιμοντ από τον Αντρέι Βάιντα, που ήταν υποψήφια για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας το 1975.
Στην πόλη του Λοτζ –ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά κέντρα υφαντουργίας του 19ου αιώνα, σε φάση ραγδαίας ανάπτυξης– η ψαλίδα μεταξύ των εργοστασιαρχών (συχνά Γερμανών, Εβραίων, Πολωνών) και της εργατικής τάξης ολοένα και μεγαλώνει. Από αυτές τις τρεις εθνότητες κατάγονται και οι ήρωες της ταινίας, οι οποίοι αποφασίζουν από κοινού να ανοίξουν ένα εργοστάσιο με σκοπό τον πλουτισμό. Ο άγριος καπιταλισμός, όμως, τους καταπίνει και τους αναγκάζει να πράξουν ενάντια στις ηθικές τους αρχές.

Η «Γη της Επαγγελίας» αποτελεί μια από τις κορυφαίες στιγμές του πολωνικού κινηματογράφου. Διαδραματίζεται στο Λοτζ στα τέλη του 19ου αιώνα, σε μια περίοδο εκρηκτικής βιομηχανικής ανάπτυξης. Ο Βάιντα διερευνά κεντρικά θέματα όπως η απανθρωπιά του καπιταλισμού, η εκμετάλλευση των εργατών, η διαφθορά και η ηθική παρακμή, αποκαλύπτοντας ότι το σύστημα «αλέθει» όλους ανεξαιρέτως – εργάτες και εργοστασιάρχες – και ότι η επιβίωση απαιτεί συμβιβασμούς που συχνά κοστίζουν την προσωπική ευτυχία.

Σκηνοθετικά, ο μεγάλος auteur χρησιμοποιεί ευρυγώνιους φακούς, δυναμικές κινήσεις κάμερας και έντονες αντιθέσεις: τα εργοστάσια μοιάζουν με ζωντανούς οργανισμούς που καταπίνουν τους ανθρώπους, ενώ οι πολυτελείς αίθουσες των πλουσίων αποπνέουν ψυχρή αποξένωση – στα χνάρια του επικού ρεαλισμού όπως τον δίδαξαν ο Τσαρλς Ντίκενς, ο Μαξίμ Γκόρκι, αλλά και οι Γερμανοί εξπρεσιονιστές.
Η ταινία, ένα πανόραμα της εποχής, παραμένει επίκαιρη ως σχόλιο πάνω στην απληστία, την κοινωνική ανισότητα και τη σχέση του ανθρώπου με το οικονομικό σύστημα. Έχει επίσης συμπεριληφθεί από τον Μάρτιν Σκορσέζε στο πρόγραμμα «Masterpieces of Polish Cinema» – γεγονός που επισφραγίζει τη διεθνή της αναγνώριση.

Ιστορίες του Σηκουάνα (La Belle Équipe)
Σκηνοθεσία: Ζιλιέν Ντιβιβιέ
Παίζουν: Ζαν Γκαμπέν, Σαρλ Βανέλ, Βιβιάν Ρομάνς

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Περίληψη: Πέντε άνεργοι εργάτες που κερδίζουν στο λαχείο και προσπαθούν να ανοίξουν ένα καφέ δίπλα στο ποτάμι.
Γαλλική ταινία του 1936 που, όσο καμία άλλη, έχει συνδεθεί με την άνοδο και πτώση του Λαϊκού Μετώπου.

Πέντε φτωχοί άνεργοι εργάτες κερδίζουν 100.000 φράγκα στο εθνικό λαχείο. Συμφωνούν να χρησιμοποιήσουν τα χρήματα για να μετατρέψουν ένα ετοιμόρροπο κάστρο σε ένα υπαίθριο καφέ δίπλα στο ποτάμι, το οποίο θα λειτουργήσουν ως συνεταιριστική επιχείρηση. Ωστόσο, αυτή η ιδεαλιστική προσπάθεια σύντομα αρχίζει να αποτυγχάνει, καθώς ένας συνδυασμός κακής τύχης και αντιπαραθέσεων αρχίζει να διαλύει αυτή την ευτυχισμένη ομάδα φίλων.
Η ταινία γυρίστηκε το καλοκαίρι του 1936, πάνω στο κύμα του Front Populaire (κυβέρνηση Λεόν Μπλουμ), και «κουβαλά» ταυτόχρονα την ευφορία και την απογοήτευση της εργατικής τάξης. Το Front Populaire δεν είναι απλώς ένα ιστορικό επεισόδιο, αλλά αποτελεί μια υπενθύμιση ότι η δημοκρατία χρειάζεται υπεράσπιση όταν απειλείται. Οι κοινωνικές κατακτήσεις κερδίζονται μέσα από συλλογικό αγώνα. Η ενότητα διαφορετικών δυνάμεων είναι δύσκολη, αλλά μπορεί να φέρει μεγάλα αποτελέσματα.

Η γραφή του Ντιβιβιέ εντάσσεται στον γαλλικό poetic realism: ρεαλιστικοί χαρακτήρες, λαϊκά περιβάλλοντα, λυρική ματιά και μοιρολατρικές καταλήξεις και γι’ αυτό πολλές ιστορικές πηγές τη θεωρούν εμβληματική του ρεύματος.
Το σχέδιο των πέντε ηρώων λειτουργεί ως αλληγορία: το όνειρο της κοινής προσπάθειας ανθίζει, αλλά σταδιακά διαβρώνεται από καθημερινές πιέσεις, ζήλιες και επιθυμίες, υποδεικνύοντας πως η οικονομική «αλληλεγγύη» δεν αρκεί, αν δεν αντέχει η ανθρώπινη φύση — μια διαπίστωση που αρκετοί κριτικοί συνδέουν με τη βραχύβια αντοχή του ίδιου του Front Populaire.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ