Δύο νύχτες με την ανατρεπτική Fran Lebowitz στην Αθήνα -Όταν η δύναμη της ατάκας σπάει (και τα) κόκαλα (Πούτιν) - iefimerida.gr

Δύο νύχτες με την ανατρεπτική Fran Lebowitz στην Αθήνα -Όταν η δύναμη της ατάκας σπάει (και τα) κόκαλα (Πούτιν)

Fran Lebowitz
Η Αφροδίτη Παναγιωτάκου και η Φραν Λίμποουιτς για δυο βραδιές στη σκηνή της Στέγης, συζητώντας κυριολεκτικά εφ'όλης της ύλης

«Οι πεζοί στην Αθήνα είναι τραγικοί». Η γυναίκα που μισεί τους οδηγούς στη Νέα Υόρκη, δεν μπορεί να αποφύγει τις ανατροπές, με κάθε της λέξη. Επί δυο βραδιές, η Fran Lebowitz στις συζητήσεις με την Αφροδίτη Παναγιωτάκου και το κοινό στη Στέγη, μας έδειξε από κοντά τα υλικά με τα οποία είναι φτιαγμένος ο θρύλος της.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δυο απογεύματα, με το ίδιο τζιν με το φαρδύ ρεβέρ, τις ίδιες καφέ cowboy μπότες, το ίδιο μπλε μπλέιζερ και το ίδιο ύφος που την κάνει να δείχνει βαριεστημένη ως θανάτου -ώσπου για κλάσματα δευτερολέπτου να δεις αυτές τις μικρές αστραπές στα μάτια της πίσω από τα γυαλιά όρασης- η Αμερικανίδα κωμικός, συγγραφέας, σχολιάστρια της αστικής κουλτούρας, η ιέρεια του σαρκασμού και της διαρκούς αποδόμησης κάθε κυρίαρχης και mainstream πρόσληψης, κάθισε στις πολυθρόνες που είχαν στηθεί στη σκηνή της Στέγης (τις βρήκε ασυνήθιστα αναπαυτικές για ανάλογες εκδηλώσεις). Και μίλησε με την διευθύντρια Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση Αφροδίτη Παναγιωτάκου, αλλά και με το κοινό για κάθε πιθανό ζήτημα -από τον Πούτιν ως το αν θα φορούσε ποτέ φόρεμα, από τον «πολύ ηλικιωμένο» Τζο Μπάιντεν ως τον Ωνάση.

Η λάμψη στο μάτι, το προκάτ

Πηγαίνει πάντα τόσο πολύ κόντρα στο mainstream και στην πολιτική ορθότητα, που έχει φτιάξει μια φιγούρα, μια περσόνα απολύτως mainstream τελικά. Ξέρεις σχεδόν τι να περιμένεις από αυτήν, πώς θα επιχειρήσει να ανατρέψει το κυρίαρχο, να απαντήσει σαρκαστικά, κόντρα σε αυτό που θα έλεγε ο μέσος όρος. Την ρωτάς αν συμπαθεί τους ανθρώπους; Φυσικά θα απαντήσει «ΟΧΙ». Λιγότερο αυθόρμητα πια, περισσότερο υπολογισμένα με μαθηματική ακρίβεια. Είναι η στριφνή, ξινή, πολιτικοποιημένη, κάπως βαριεστημένη με τους ανθρώπους, οργισμένη με την ηλιθιότητα θεία στα οικογενειακά τραπέζια που βλέπεις τα μάτια της να γυρίζουν κάθε φορά που ακούει κάτι εξωφρενικό. Aλλά έχει αδιανόητα έξυπνη ατάκα και έχουν δει τα μάτια της τα πάντα. Η Fran Lebowitz, που στην Ελλάδα έγινε περισσότερο γνωστή από την σειρά «Pretend it’s a City», στο Netflix, γέμισε ασφυκτικά την Στέγη επί δυο βραδιές, αλλά και έφερε κύμα θεατών στο livestreaming το βράδυ της Τρίτης. Δεν χορταίναμε να την ακούμε. Ακόμα και αν συχνά έλεγε πράγματα που έχει ξαναπεί, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, σε συνεντεύξεις της. Ιστορίες κάπως προκάτ που ξέρει να κολλάει σε σειρά διαφορετικών ερωτήσεων, φεύγοντας από το κεντρικό ερώτημα και δίνοντάς αυτό που έχει ετοιμάσει.

Με το που την βλέπεις θέλεις ακαριαία να γελάσεις, ένα αντανακλαστικό που σε κάνει να περιμένεις να ακούσεις την επόμενη λέξη της για να ξεκαρδιστείς -σχεδόν υποχρεωτικά. Το βράδυ της Δευτέρας, είχε φτάσει μόλις λίγες ώρες πριν στην Αθήνα από την Βιέννη, φαινόταν κουρασμένη, κάπως εκνευρισμένη, λιγότερο ορεξάτη για κουβέντα. Την Τρίτη, παρουσία της Προέδρου της Δημοκρατίας «δεν θα μπορούσαμε ποτέ, αλλά ποτέ να έχουμε γυναίκα πρόεδρο στις ΗΠΑ» είπε κουνώντας το κεφάλι, ήταν πιο χαλαρή, πιο δοτική στις απαντήσεις της και στη διάθεσή της. Και πιο πολιτική, με λιγότερες προκάτ απαντήσεις, κ δίνοντας περισσότερο χρόνο στο κοινό.

Και όμως, το βράδυ της Δευτέρας, το κοινό της Αθήνας είχε την σπάνια ευκαιρία να δει την Φραν να βγαίνει από το «καλούπι» της. Κυριολεκτικά, σχεδόν και σωματικά. Να σπάει την φόρμα, να υψώνει την φωνή, να γίνεται κάτι άλλο από αυτό που έχω δει όλα αυτά τα χρόνια που την παρακολουθώ εντατικά. Μιλούσε για την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με μίσος πραγματικό για τον Πούτιν -ναι, αν είχα ένα όπλο και ήταν κοντά μου θα τον σκότωνα- με απογοήτευση για την αδυναμία της Δύσης και δη της Αμερικής να προστατεύσει την Ουκρανία με αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων. Και ξαφνικά ανέσυρε μια εικόνα που είδε στην τηλεόραση: ένα παιδί στην Ουκρανία . Οι γονείς του είναι νεκροί. Ο ρεπόρτερ πλησιάζει το παιδί, σκύβει στο ύψος του και το ρωτάει «τι θέλεις να γίνεις, να είσαι, όταν μεγαλώσεις;». Η Φραν Λίμποουιτς εκρήγνυται, εκεί στη σκηνή της Στέγης, μπροστά στα μάτια μας. «Πώς τολμάει να ρωτήσει κάτι τέτοιο. Τι θέλει να είναι; Ζωντανός. Αυτό θέλει».

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Και μετά επανήλθε, σχεδόν μετά από την εξωσωματική εμπειρία, με έναν καγχασμό, με ένα σαρκαστικό λεκτικό σχήμα. Ηταν η πιο αποκαλυπτική, αυθεντική, σκηνή της, μπροστά σε κοινό. Είχε τον τρόπο της που την χαρακτηρίζει ναι, αλλά μαζί και μια έκρηξη συναισθήματος που δεν μοιράζεται συχνά με το κοινό. Προτιμά αυτό το πάντα παγωμένο πρόσωπο, το ανέκφραστο. Σαν την μάσκα που βάζει ο ηθοποιός στη σκηνή. Της έλειπε και το κάπνισμα - αν και ομολόγησε ότι ξέρει που βρίσκονται όλα τα τασάκια που εξαφανίστηκαν από τον υπόλοιπο κόσμο: στην Ελλάδα. Πρέπει να νιώθει απελευθερωμένη όταν μιλάει στην Ευρώπη. Και τις δυο μέρες μίλησε για τον πολιτισμό μας, για την σχέση των Ευρωπαίων με την ιστορία, με τις ιδέες, με τη λογοτεχνία. Σε αντίθεση με την Αμερική που την πνίγει. Δεν θα πατήσει ποτέ το πόδι της για να μιλήσει στη Φλόριντα, ο ατζέντης της την ανάγκασε να μιλήσει στο Τέξας -ένα αμφιθέατρο όπου ο κάθε θεατής είχε το δικαίωμα να οπλοφορεί άρα και να την πυροβολήσει- αρνήθηκε σθεναρά να μιλήσει στην Πολωνία. Τραβά τις δικές της γραμμές, τα δικά της όρια και έχουν πάντα σχέση με τη Δημοκρατία.

  «Αν ο Μπάιντεν ήταν ο πατέρας σας, θα συνωμοτούσατε για να του πάρετε τα κλειδιά του αυτοκινήτου, για να μην κυκλοφορεί με αυτό στους δρόμους στην ηλικία του». PHOTO: BRIGITTE LACOMBE

«Αν ο Μπάιντεν ήταν ο πατέρας σας, θα συνωμοτούσατε για να του πάρετε τα κλειδιά του αυτοκινήτου, για να μην κυκλοφορεί με αυτό στους δρόμους στην ηλικία του». PHOTO: BRIGITTE LACOMBE

Ο ηγέτης Ζελένσκι, ο ηλικιωμένος Μπάιντεν

Στη Στέγη - με τις ερωτήσεις της Αφροδίτης Παναγιωτάκου να είναι πιο πολιτικές την δεύτερη μέρα αναγκάζοντάς την σε πιο σαφείς απαντήσεις- μίλησε για την παράδοση ηλίθιων Αμερικανών προέδρων – ξεκίνησε με τον Ρόναλντ Ρέιγκαν «ήταν ο πρώτος βλάκας πρόεδρος. Ο Νίξον δεν ήταν βλάκας, τον μισούσαμε αλλά δεν ήταν βλάκας». Φυσικά κατακεραύνωσε τον Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και μετά σχεδόν στριμωγμένη αποκάλυψε ότι ουσιαστικά αντιπαθεί τον Ομπάμα, κυρίως επειδή δεν τόλμησε να κλείσει στη φυλακή τους τραπεζίτες όταν εξελέγη και επειδή δεν είναι αρκετά φιλελεύθερος. Πιστεύει ότι οι Δημοκράτες είναι οι νέοι Ρεπουμπλικάνοι και ότι οι Ρεπουμπλικάνοι στις ΗΠΑ έχουν μετακινηθεί ακόμα πιο δεξιά. Ηθελε να δει πρόεδρο των ΗΠΑ την Χίλαρι Κλίντον, δεν συμπαθεί τον Μπάρνι Σάντερς - το μόνο που κάνει είναι να μιλάει, μηδέν έργο.

Απολύτως απογοητευμένη από τον Τζο Μπάιντεν δεν σταμάτησε να τον σφυροκοπά για την ηλικία του. «Αν ο Μπάιντεν ήταν ο πατέρας σας, θα συνωμοτούσατε για να του πάρετε τα κλειδιά του αυτοκινήτου, για να μην κυκλοφορεί με αυτό στους δρόμους στην ηλικία του». Οργίζεται σχεδόν που οι ΗΠΑ δεν στέλνουν στρατό στην Ουκρανία για να την προστατέψουν από την ρωσική εισβολή. Βρίσκει γενναίο τον Ζελένσκι «δεν ξέρω αν ήταν καλός κωμικός αλλά είναι σίγουρα καλός ηγέτης». Όταν ρωτήθηκε τι θα κάνει αν ο Πούτιν πατήσει το κόκκινο κουμπί και ξέρει ότι διαθέτει μόνο τρεις ώρες ζωής, τι θα έβγαζε ο απολογισμός ζωής που θα έκανε αυτές τις τρεις ώρες απάντησε: «σιγά μην κάτσω να κάνω απολογισμό σε αυτές τις τρεις ώρες. Θα αρχίσω πάλι να πίνω. Σταμάτησα στα 19 μου χρόνια, αλλά αν ήξερα ότι μου μένουν τρεις ώρες ζωής τότε θα άρχιζα να πίνω ξανά». Η Φραν Λίμποβιτς συνεπής στο να πηγαίνει στο αντίθετο ρεύμα από την κυρίαρχη άποψη, τάχθηκε με σαφήνεια εναντίον των κυρώσεων που επιβάλλονται σε καλλιτέχνες και οργανισμούς Πολιτισμού από τη Ρωσία.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Είναι 71 ετών, σταμάτησε να πίνει στα 19 της χρόνια. Μόνο μια φορά σκέφτηκε να ξαναρχίσει. Ηταν σε μια τραγική πτήση, γεμάτη αναταράξεις. Την πλησίασε η αεροσυνοδός και την ρώτησε αν θέλει να πιεί κάτι, προφανώς για να χαλαρώσει. Και η Φραν της είπε «εξαρτάται…». Αν υπήρχαν ισχυρές ενδείξεις ότι θα πέσει το αεροπλάνο, ήθελε να πέσει με την ίδια να πίνει ξανά ένα ποτήρι ουίσκι.

Γιατί πέταξε τα γράμματα που της έγραψε η Τζάκι Κένεντι

Μίλησε και για τον Ωνάση, την φήμη στη Νέα Υόρκη ότι δεν έδινε ποτέ το παλτό του για φύλαξη όταν πήγαινε σε ένα εστιατόριο γιατί ήξερε ότι όλοι θα περίμεναν από αυτόν τουλάχιστον 100 δολάρια ως φιλοδώρημα. Για την σχέση της με την Τζάκι Κένεντι που μάλιστα έστελνε επιστολές στην Φραν. «Όταν μετά τον θάνατό της δημοπρατήθηκαν τα πράγματά της και έπιασαν εξωφρενικές τιμές, μου τηλεφώνησε ένας φίλος και μου είπε γιατί δεν πουλάω τις επιστολές που μου είχε στείλει η Τζάκι. Του είπα ότι της έχω πετάξει. Απόρησε, πώς ήταν δυνατόν να το κάνω αυτό. Και του απάντησα: μα τις είχα διαβάσει ήδη. Γιατί να τις κρατήσω». Ηταν σαν την γνωστή κακοτυχία της που έχει αφηγηθεί πολλές φορές, με τα έργα του Αντι Γουόρχολ που πούλησε για ελάχιστα χρήματα και λίγες μέρες μετά αυτός πέθανε εκτοξεύοντας τις τιμές των έργων στα ύψη. Δεν τον συμπαθούσε, τα έργα ήταν η αμοιβή της αντί χρημάτων για την συνεργασία τους, δεν της άρεσε η τέχνη του. «Είμαι σίγουρη ότι πέθανε επίτηδες για να μου την σπάσει» έχει πει. Χθες βράδυ πρόσθεσε «αν ήξερε πόσο θα αυξηθούν οι τιμές των έργων του μετά θάνατον, θα είχε πεθάνει πολύ νωρίτερα».

Λίγο περισσότερο από τρεις ώρες μίλησε συνολικά τις δυο βραδιές η Fran Lebowitz στην Αθήνα. Μας διαβεβαίωσε ότι παραμένει άθεη -αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα γίνει σαν αυτούς του άθεους που επιτίθενται σε όσους πιστεύουν. «Αρνούμαι να πιστέψω σε ότι υποτίθεται ότι πρέπει να πιστεύω» είπε. Μίλησε για τις γυναίκες που η θέση τους σήμερα στον κόσμο είναι καλύτερη αλλά όχι τόσο των ανδρών -κάτι που δεν θα συμβεί ποτέ. Οι αμβλώσεις θα ήταν νόμιμες παντού, είπε, αν μπορούσαν να κάνουν παιδιά και οι άνδρες. «Οσοι είναι αντίθετοι με τις αμβλώσεις δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για αυτά τα μωρά. Αλλιώς θα έκαναν κάτι για το μέλλον τους, από τη στιγμή που θα γεννηθούν, την εκπαίδευση, την στέγαση, την υγεία». Απλώς είναι ένας τρόπος να τιμωρηθούν, να περιοριστούν οι γυναίκες.

H Φραν Λίμποουιτς υπογράφει βιβλία για το κοινό στη Στέγη / Ανδρέας Σιμόπουλος
H Φραν Λίμποουιτς υπογράφει βιβλία για το κοινό στη Στέγη / Ανδρέας Σιμόπουλος
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η ερώτηση που «φύτευσε» στο κοινό η νεκρή μητέρα της

Και τις δυο βραδιές ξαφνικά, σχεδόν σαν να χτύπησε ένα ξυπνητήρι, έκλεισε απότομα τις συζητήσεις, είπε ένα «ευχαριστώ πολύ» και σαν ελατήριο να πετάχτηκε από την καρέκλα και έσπευσε στα παρασκήνια. Πρόλαβε όμως χθες να ανοίξει έκπληκτη τα μάτια της, λίγο πριν το τέλος όταν την ρώτησαν από τον εξώστη αν θα φορούσε ποτέ φόρεμα. «Είμαι σίγουρη ότι αν ζούσε η μητέρα μου θα είχε φυτεύσει αυτή την ερώτηση. Για την ακρίβεια είμαι σίγουρη ότι την έχει φυτεύσει». Είναι πεπεισμένη ότι οι τουρίστες καταστρέφουν τις πόλεις ενώ οι μετανάστες είναι αυτοί που τις διαμορφώνουν, έχει χόμπι το να ψηφίζει -και να πιέζει όλους γύρω της να πάνε να ψηφίσουν. «Ποτέ δεν έχει βγει αυτός που έχω ψηφίσει. Ομως έχω έτσι το δικαίωμα να παραπονιέμαι». Και μια βασική οδηγία στο κοινό: «δεν είναι ανάγκη να συμπαθείς τον πολιτικό που θα ψηφίσεις. Δεν θα γίνει φίλος σου. Το σημαντικό είναι να μπορεί να πάρει τις σημαντικές αποφάσεις για εσένα»

Σήμερα το πρωί θα ανοίξει ξανά την μπαλκονόπορτα στη Μεγάλη Βρετανία, στη σουίτα της, θα βγει να κοιτάξει την Ακρόπολη, θα αφήσει πάλι ίσως ένα wow -και ίσως επανέλθει η σκέψη της ότι θα έκανε ένα τέλειο διαμέρισμα-, θα περπατήσει λίγο στους δρόμους του κέντρου (οι οδηγοί σας είναι μια χαρά, οι πεζοί είναι τραγικοί. Σχεδόν με ποδοπάτησαν). Και ίσως νιώσει λίγο καλύτερα που μίλησε όχι τόσο στην χώρα που γέννησε τον Πολιτισμό (φαντάζομαι ότι δεν θα είστε χαρούμενη με τον δρόμο που πήρε τελικά), αλλά που έχει μια γυναίκα Πρόεδρο.

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ