Butter chili αυγά στο Κουκάκι. Μια Μαυροδάφνη στην Κεφαλονιά που αρνείται να μεγαλώσει. Εικόνες στο Instagram που σε πάνε από τη Ματέρα στην Ponza χωρίς να κουνηθείς. Tα έργα του Πάολο Κολόμπο στην Bernier/Eliades. Σκέφτομαι ότι όλα μιλούν για το ίδιο πράγμα: τη ζωή όπως είναι, όχι όπως θέλουμε να τη θυμόμαστε. Οι πρώτες επιλογές του Σεπτέμβρη.
Ο εθιστικός λογαριασμός στο Instagram που μυρίζει, ντομάτα, αλατισμένο δέρμα και ιστορία των πόλεων

Χθες το βράδυ ήμουν στην Ματέρα. Στην παλαιότερη πόλη της Ιταλίας, στην επαρχία Μπαζιλικάτα. Το φως έπεφτε πάντα στην σκαλισμένη πάνω στον βράχο πόλη, πλάι και πάνω στο αρχαίο παρελθόν της. Το μεσημέρι ήμουν στο Abruzzo και «γευόμουν» την μακαρονάδα της γιαγιάς Ρόζα Πέπε, 86 χρονών: Spaghetti alla chitarra με μικροσκοπικά κεφτεδάκια. Το απόγευμα για κολύμπι στην Ponza με τα σιελ νερά κάτω από τους κατάλευκους αιχμηρούς λευκούς βράχους.
Δεν διακτινίστηκα. Επισκέφτηκα στο Instagram τον λογαριασμό του Sam Youkilis. Οι εικόνες του είναι ζουμερές, γεμάτες ζωή, με την αίσθηση ότι αν απλώσεις το χέρι θα αγγίξεις το δέρμα του ανθρώπου που ξαπλώνει στις πέτρες, θα μυρίσεις τη σάλτσα ντομάτας που σιγοβράζει στην κατσαρόλα, θα νιώσεις την ανάσα των αρχαίων πόλεων καθώς πέφτει η νύχτα.
Η φωτογραφία του δεν είναι ταξίδι, είναι συμβίωση. Δεν είναι η «ωραία στιγμή»∙ είναι η στιγμή όπως ακριβώς βιώνεται Ένας ηλικιωμένος σε μαγιό ξαπλωμένος εκεί όπου σκάει το κύμα. Μια γιαγιά στην Ούμπρια που ξεσκονίζει τον μικρό της Άγιο, ποτίζει τα φυτά του εικονοστασίου. Ένα άσπρο-μπλε σπίτι που κατεβαίνει κατευθείαν στη θάλασσα, σαν να φτιάχτηκε για να βραχεί.
Ο Youkilis μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη. Έπιασε για πρώτη φορά κάμερα στο λύκειο, φωτογραφίζοντας φίλους του. Ζει ανάμεσα στην Ιταλία και την Αμερική. Στην πράξη, όμως, ζει παντού. Γιατί το έργο του δεν είναι γεωγραφία∙ είναι ανθρωπολογία. Οι φωτογραφίες του δεν αποτυπώνουν το «που», αλλά το «πώς»: πώς τρώμε, πώς κοιμόμαστε, πώς αγαπάμε, πώς ιδρώνουμε, πώς χορεύουμε. Είναι οι διαδικασίες, οι συνήθειες, τα τοπικά έθιμα που μοιάζουν ασήμαντα και τελικά είναι αυτά που φτιάχνουν τον κόσμο.
Στον λογαριασμό του η καθημερινότητα γίνεται συλλογικό αρχείο. Οι εικόνες κυκλοφορούν ελεύθερες, σαν να μη χρειάζονται πλαίσιο. Κι όμως, έχουν μια μυστική αυστηρότητα. Η σύνθεση, το χρώμα, η σκιά, όλα είναι δουλεμένα με χειρουργική ακρίβεια, ακόμη κι αν το μέσο είναι το πιο απλό: η κάμερα του τηλεφώνου.
Το βιβλίο του, Somewhere 2017–2023 ( το βρίσκουμε στο Hyper Hypo, €40), είναι η πρώτη του μεγάλη απόπειρα να κλείσει αυτό το ατελείωτο αρχείο σε έναν τόμο. Πάνω από 500 σελίδες με εικόνες που χωρίζονται σε κεφάλαια: το πρωινό στις 7:07, τα αχτένιστα κρεβάτια, οι κομμένες φέτες, τα όρια ενός σπιτιού, τα ζευγάρια που χορεύουν, τα μικρά σημάδια του έρωτα. Ένα πυκνό ημερολόγιο που σε αφήνει να το φυλλομετράς σαν να διαβάζεις ποίηση, σαν να ακούς έναν ξένο να μιλάει για τη δική σου ζωή.
Ο Youkilis αποθεώνει το εφήμερο. Αλλά όχι με νοσταλγία. Με ειλικρίνεια. Δεν θέλει να κρατήσει τη στιγμή για πάντα∙ θέλει να τη δείξει όπως είναι. Κι αυτό είναι το παράδοξο: οι φωτογραφίες του είναι ταυτόχρονα ελαφριές και ανεξίτηλες. Εικόνες που περνάνε από την οθόνη γρήγορα, και όμως μένουν στο μυαλό σαν γεύση.
Η φωτογραφία του είναι σαν ένα καλοκαιρινό κρασί. Ένα vin de soif σε εικόνες. Να το πίνεις δροσερό, να το μοιράζεσαι με παρέα, να σε ξεδιψάει χωρίς να σε βαραίνει. Αυτό είναι ο λογαριασμός του Sam Youkilis: μια αδιάκοπη άσκηση χαράς, ένα αρχείο που μυρίζει αλάτι και ντομάτα, γεμάτο ζωή που δεν χρειάζεται τίτλους για να μιλήσει.
Στρατηγική έκρηξη γεύσεων στη σκιά της Ακρόπολης

Αποφάσισα να πάω περπατώντας από την πιο όμορφη/γραφική διαδρομή της πόλης, διέσχισα την Πλάκα, κατέβηκα από την οδό Μακρυγιάννη, πλάι από το Μουσείο της Ακρόπολης. Εκεί το brunch των τουριστών ήταν μουσακάς, αρνάκι στη λαδόκολλα με τα βλέματα σαστισμένα αλλά πιστά στα τουριστικά must do.
Κατεβαίνοντας μπήκα στην οδό Βεΐκου, με τους hype ρυθμούς που είναι τόσο- όσο τουριστικοί, που το περπάτημα είναι πιο γειωμένο. Έφτασα στο Cultivos Coffee Koukaki, στη διασταύρωση με την οδό Mισαραλιώτου 1.

Ο χώρος είναι απλός. Ανοιχτός. Γεμάτος φως. Σκανδιναβικής καθαρότητας, χωρίς περιττά διακοσμητικά, χωρίς όχληση στο βλέμμα. Η Ναταλί Τζέμη έχει εδώ το προπύργιό της. Δεν χρειάζεται πολλά: μόνο έναν πάγκο, μια βιτρίνα με λαχταριστές λιχουδιές μέσα, εντυπωσιακές μηχανές καφέ και την ενέργεια να στήσει ένα ολόκληρο σύμπαν από γεύσεις.
Η Ναταλί είναι από τις pastry chef που δοκιμάζαμε όπου κι αν εμφανιζόταν. Τώρα δεν χρειάζεται να την κυνηγάς. Τώρα έχει το δικό της σπίτι. Το βλέπεις στην αυτοπεποίθηση με την οποία μιλάει για τα πιάτα, στον τρόπο που γελά όταν περιγράφει μια νέα ιδέα, στη λεπτομέρεια που γίνεται εμμονή.

Παραγγέλνω το πιάτο που δημιούργησε ειδικά για τον χώρο της, το chilli butter eggs. Η πρώτη κουταλιά είναι σοκ: το γιαούρτι δροσερό υπόξινο, το βούτυρο τσίλι να σκάει με ελεγχόμενη φλόγα πάνω στην βελούδινη επιφάνεια του γιαουρτιού, το crumble από αμύγδαλο και βρώμη να δημιουργεί μια γείωση και όλα να συναντιώνται πάνω στα αυγά, στον κρόκο που κυλλάει και τον κυνηγάς με το προζυμένιο ψωμί που προμηθεύεται από τον Μονόκερο στο Παγκράτι. Μια απρόσμενη συνάντηση. Μια μικρή ιστορία πάνω στη γλώσσα.
Γύρω από αυτή την δημιουργία της Τζέμη ανοίγεται ένα μενού που σε κάνει να διστάζεις να αποφασίσεις. Scrambled eggs με σπαράγγια και κατίκι Δομοκού. Στραπατσάδα με φέτα και μαύρες ελιές (κάνει θραύση στους τουρίστες). Greek bowl με γιαούρτι, μέλι, ταχίνι και granola. Υοga bowl με κινόα, ψητά λαχανικά, γλυκοπατάτα, αβοκάντο, κρέμα από κάσιους και αν θες ένα αυγό μάτι στο πλάι.

Το μπολ με τα φαλάφελ και το άγριο ρύζι, το κροκ μεσιέ, το vegan ανοιχτό τοστ με το χούμους, τα λαχανικά τον βασιλικό και την φοκάτσια, τα διαφορετικά σάντουιτς ανεβαίνουν απο την κουζίνα στην βιτρίνα. Ο κατάλογος είναι μικρός, δυνατός.
Και μετά έρχονται τα ροφήματα. Ο καφές σε όλες τις εκδοχές: espresso cortado, flat white, hand brew, cold brew. Τα φυτικά latte με matcha ή turmeric, να λειτουργούν σαν μικρή τελετουργία. Τα smoothies έχουν χαρακτήρα: red berries με μπανάνα και γάλα αμυγδάλου· matcha με σπανάκι, γύρη και maple syrup· tropical με μάνγκο, ανανά και passion fruit. Πιο πολύ μοιάζουν με φίλτρα για τη μέρα παρά με ροφήματα.
Πολύ σύντομα το απόγευμα θα είναι η ώρα των κοκτέιλ. Η λίστα με κρασιά διαλεγμένα, spritz και κοκτέιλ που δένουν με μικρές λιχουδιές: πλατό ελληνικών τυριών, ένα βουνό με λεπτοκομμένες πατάτες και προσούτο, η μοναδική πίκλα αγγουριού της Ναταλί. Ξινή, κοφτερή, σχεδόν αναρχική.
Και βέβαια τα γλυκά. Το Basque cheesecake, με καραμελωμένη κορυφή και κρεμώδες εσωτερικό που έκανε διάσημη την Ναταλί στην Αθήνα. Το τιραμισού, αφράτο σαν σύννεφο, η νέα της δημιουργία που εξαντλείται στο λεπτό. Το banana bread, υγρό και γλυκό όσο χρειάζεται. Τα babka με σοκολάτα ή κάρδαμο. Το brownie με peanut butter frosting. Το semolina cake με ανατολίτικες μνήμες. Το miso cookie και το pistachio rosewater, πειράματα που γίνονται εμπειρίες.
Κάθε εποχή θα φέρνει νέες γεύσεις. Ειδικές αφίξεις από την κουζίνα της Ναταλίας. Θα αλλάζει με τον καιρό, όπως αλλάζει η πόλη γύρω. Κάτω από την Ακρόπολη, σε στρατηγικό σημείο ανάμεσα στον τουρισμό και στην καθημερινότητα της Αθήνας, το Cultivos Coffee είναι μια υπενθύμιση ότι η γεύση μπορεί να είναι ταυτόχρονα comfort και ανατροπή. Και μια υπόσχεση ότι κάτι νέο, κάτι ζωντανό, θα σε περιμένει ξανά την επόμενη φορά.
Μισαραλιώτου 1, Κουκάκι
Η Μαυροδάφνη της Κεφαλλονιάς που αρνήθηκε να μεγαλώσει - Mademoiselle Χαριτάτου
Η Mademoiselle του οινοποιείου Χαριτάτου μια ανατροπή που άλλαξε όσα ξέραμε για τη Μαυροδάφνη Κεφαλλονιάς. Γεννήθηκε μέσα σε μια δεξαμενή, όταν ένας Γάλλος οινοποιός, επισκέπτης στο Κτήμα Χαριτάτου, δοκίμασε το κρασί πριν προλάβει να συναντήσει το βαρέλι. «Αυτό πρέπει να εμφιαλώσετε», είπε. Κι έτσι γεννήθηκε η πρώτη ξηρή Μαυροδάφνη δεξαμενής. Ένα κόκκινο κρασί που κράτησε όλη τη φρεσκάδα του, τις φράουλες, τη βανίλια, το ίχνος της δάφνης πριν «σοβαρέψει».

Στο στόμα είναι μετρίου όγκου, με τραγανή οξύτητα και απαλές τανίνες, όλα σε απόλυτη ισορροπία μεταξύ τους. Το φρούτο (βύσσινο, κεράσι, βατόμουρο) εδώ είναι ελαφρώς πιο άγουρο, αλλά είναι τυλιγμένο με καραμέλα γάλακτος και νύξεις κανέλας. Η έντονα φρουτώδης επίγευση διαρκεί για ώρα.
Το Κτήμα Χαριτάτου στα Κλαδάτα της Παλικής παραμένει στα ίδια χέρια από το 1863. Παραμένει στην οικογένεια. Στη σκιά μιας αγροικίας, ανάμεσα σε οπωρώνες, ελαιώνες, αμπέλια και φαρμακευτικά βότανα, το κτήμα μοιάζει με μικρόκοσμο αυτάρκειας. Οι ιστορίες του κουβαλούν πολέμους, σεισμούς, κατοχή. Κάθε γενιά που το πιάνει στα χέρια της προσθέτει το δικό της κεφάλαιο. Για τους ντόπιους είναι απλώς «ο κάμπος», ένας τόπος που έζησε τα πάντα και παραμένει ζωντανός.

Εκεί βρέθηκε η οικογένεια Χαριτάτου να αποφασίζει την αναβίωση του αμπελώνα. Ο Άγγελος και η Μελπομένη, οι γονείς, έκαναν το κτήμα ξανά οργανισμό που στήριζε την οικογένεια. Κάλυπτε ανάγκες, ξόρκιζε φαντάσματα, έδινε κρασί από το ίδιο χώμα. Κι ύστερα ήρθε η νέα γενιά – η Ιωάννα, ο Χαρίτος, ο Κωνσταντίνος – σκορπισμένοι στον κόσμο, ώσπου έπρεπε να ξανασμίξουν. «Έχω μια ιδέα», είπε ο Χαρίτος. Από εκεί ξεκίνησε το νέο κεφάλαιο.
Η Mademoiselle Haritatou 2023 είναι το απόσταγμα αυτής της ιδέας. Ένα ξηρό πορφυρό κρασί 100% Μαυροδάφνη, δεξαμενής, χωρίς βαρέλι. Σφύζει από κόκκινα φρούτα, δροσερή οξύτητα, απαλές τανίνες, μόλις 13% αλκοόλ. Δεν είναι βαρύ, δεν είναι «σοβαρό» με τον συνηθισμένο τρόπο.

Η Mademoiselle είναι παντός καιρού και παντός τόπου. Σαν τη φιλοσοφία του κτήματος: ανεπιτήδευτη, ζωντανή, φτιαγμένη για να ευχαριστεί τον άνθρωπο που θα την έχει στο ποτήρι του, είτε σε μπαλκόνι με θέα είτε δίπλα στα κάρβουνα. Δεν έχει στόμφο, δεν επιδιώκει μεγαλοπρέπεια. Είναι μια δεσποινίς που αρνείται να μεγαλώσει – κι αυτή ακριβώς είναι η γοητεία της.
Κάθε γουλιά κρύβει κάτι από το χώμα της Παλικής, τη φιλοσοφία μιας οικογένειας που δεν άφησε ποτέ τον τόπο της, και την επιθυμία μιας νέας γενιάς να ξαναγράψει την ιστορία.

Όταν η σιωπή των μωσαϊκών γίνεται μουσική: Ο Paolo Colombo στη γκαλερί Bernier/Eliades

112 x 75 cm Photo: Paul Salveson
Από ένα σημείο σε μια λευκή σελίδα ξεκίνησε η ζωγραφική του Paolo Colombo. Από την πειθαρχία ενός παιδικού τετραδίου μαθηματικών γεννήθηκε μια εικονοποιία που συνομιλεί με τα μωσαϊκά της αρχαιότητας και με την ποίηση της σιωπής.
Ο Ιταλός καλλιτέχνης, ποιητής και επιμελητής που επέστρεψε στη ζωγραφική του πρακτική μετά από 21 χρόνια, εκθέτει τώρα στην Αθήνα: ακουαρέλες-ψηφιδωτά, ηχητικές εγκαταστάσεις και προσωπογραφίες Ελλήνων μουσικών, όλα φτιαγμένα με την αυστηρότητα της γραμμής και τη λεπτότητα του ονείρου. Ανάμεσα στην ακαδημαϊκή και τη λαϊκή κουλτούρα, ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, η τέχνη του Colombo είναι μια ποιητική πράξη: μια γλώσσα εικόνων που ακούγεται σαν μουσική.

Pencil and watercolour 112 x 150 cm Photo: Boris Kirpotin
Η έκθεση «Μουσική και Μωσαϊκά», που εγκαινιάζεται στις 25 Σεπτεμβρίου στη γκαλερί Bernier/Eliades, φέρνει στην Αθήνα το διπλό του βλέμμα: τη γεωμετρία του σημείου και του τετραγώνου και την ευαισθησία μιας ζωγραφικής που λειτουργεί σαν αναπνοή. Τρεις ηχητικές εγκαταστάσεις, δύο δάπεδα με ψηφιδωτά, έξι μεγάλες ακουαρέλες και δύο προσωπογραφίες συνθέτουν έναν κόσμο που αντλεί έμπνευση από τη μουσική και τη λαϊκή τέχνη της Ελλάδας του 20ού αιώνα, αλλά μιλά με τον μινιμαλισμό της σύγχρονης γλώσσας.
Η έκθεση «Μουσική και Μωσαϊκά», που εγκαινιάζεται στις 25 Σεπτεμβρίου στη γκαλερί Bernier/Eliades, περιλαμβάνει τρεις ηχητικές εγκαταστάσεις, δύο δάπεδα με ψηφιδωτά, έξι μεγάλες ακουαρέλες και δύο προσωπογραφίες Ελλήνων μουσικών. Τα έργα αντανακλούν την αγάπη του καλλιτέχνη για την ελληνική παραδοσιακή τέχνη και τη μουσική του πρώτου μισού του 20ού αιώνα, αντλώντας έμπνευση από τα ελληνικά, ρωμαϊκά και βυζαντινά ψηφιδωτά. Οι συνθέσεις του δομούνται με αυστηρότητα: γραμμές που τέμνονται με ακρίβεια, σχήματα που θυμίζουν πτυχώσεις και διαφάνειες υφασμάτων, μια εικονοποιία που παραπέμπει στην αρχαιότητα και όμως παραμένει λιτή, σύγχρονη, μέσα στο μοντερνιστικό πλαίσιο.

Watercolour and shaped glass Variable dimensions Photo: Boris Kirpotin
Ο Paolo Colombo (γεν. 1949, Τορίνο) σπούδασε Γλώσσες και Λογοτεχνία στη Ρώμη και συνέχισε στο Yale και το Columbia. Η πρώτη του έκθεση έγινε το 1974 στο Μιλάνο, ενώ το 1977 υπήρξε ο πρώτος Ευρωπαίος καλλιτέχνης που παρουσίασε έργα στο PS1 της Νέας Υόρκης. Για δύο δεκαετίες εργάστηκε αποκλειστικά ως καλλιτέχνης, πριν στραφεί στην επιμέλεια: διετέλεσε διευθυντής του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης της Γενεύης (1989–2000), επιμελητής στο MAXXI της Ρώμης (2001–2007) και καλλιτεχνικός διευθυντής σημαντικών μπιενάλε (Κωνσταντινούπολη 1999, Θεσσαλονίκη 2011, Μαρντίν 2012). Το 2017 επιμελήθηκε το Ιρακινό Περίπτερο στη Μπιενάλε της Βενετίας. Από το 2007 ζει και εργάζεται στην Αθήνα, όπου επέστρεψε στη ζωγραφική με αυστηρά φορητά μέσα – χαρτί, μολύβι και ακουαρέλα – μια τεχνική που, όπως λέει, «δεν επιτρέπει διορθώσεις».
Το 2025 παρουσίασε αναδρομική στο Centre d’Art Contemporain της Γενεύης, ενώ έργα του ανήκουν σε σημαντικές συλλογές: Μουσείο Μπενάκη, Hammer Museum (Λος Άντζελες), Istanbul Modern, MONA (Τασμανία). Η εικαστική του πρακτική συνομιλεί στενά με την ποίηση – έχει εκδώσει συλλογές στίχων γραμμένων σε δύο διαφορετικές περιόδους της ζωής του, όπου μιλά για «τη σιωπή των μωσαϊκών, τη σιωπή των αγαλμάτων, τη σιωπή των ναών».

Στην Αθήνα, με την έκθεση «Μουσική και Μωσαϊκά», ο Paolo Colombo επιστρέφει σε όλα αυτά τα νήματα: στη σιωπή και στη μουσική, στην αυστηρότητα και στην ποίηση, στην αρχαιότητα και στο παρόν. Μια δουλειά που μοιάζει με μωσαϊκό: χιλιάδες ψηφίδες που σχηματίζουν μια εικόνα που δεν τελειώνει ποτέ.
Paolo Colombo “Mουσική και Μωσαϊκά”
Εγκαίνια: Πέμπτη, 25 Σεπτεμβρίου 2025, 19:00 - 21:00
Διάρκεια έκθεσης: έως τις 8 Νοεμβρίου 2025
Ώρες λειτουργίας της γκαλερί: Τρίτη - Παρασκευή: 11:00 - 18:30 | Σάββατο: 12:00 - 16:00