Οι πρόσφατες εξελίξεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου δείχνουν πως το νέο ενεργειακό δόγμα του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ έχει μπει σε πλήρη εφαρμογή.
Η περαιτέρω ανάμειξη των αμερικανικών ενεργειακών κολοσσών όπως η Exxon Mobil και η Chevron στον τομέα των υδρογονανθράκων στην περιοχή έχει φέρει πάλι στο προσκήνιο την ενέργεια ως μοχλό γεωπολιτικής επιρροής.
Όπως έχει γράψει το iefimerida, το τελευταίο διάστημα στην περιοχή της Αν. Μεσογείου τις εξελίξεις στο γεωπολιτικό πεδίο τις καθορίζει το νέο όργανο που έχει συστήσει η διοίκηση Τράμπ με το επιβλητικό όνομα Εθνικό Συμβούλιο Ενεργειακής Κυριαρχίας, αντικαθιστώντας σε μεγάλο βαθμό το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Πρόκειται για μια νέα δομή που τρέχει εξολοκλήρου ο νέος Αμερικανός «τσάρος» της ενέργειας και υπουργός Εσωτερικών των ΗΠΑ Νταγκ Μπέργκαμ, ο οποίος έχει αναλάβει να εφαρμόσει -διεθνώς- πλήρως το νέο δόγμα του Αμερικάνου προέδρου στο ενεργειακό πεδίο, ένα δόγμα που συμπυκνώνεται στο γνωστό σύνθημα «drill, baby, drill» που ουσιαστικά προωθεί τη ραγδαία αύξηση της κατανάλωσης πετρελαίου και αερίου από τη βιομηχανία και τα νοικοκυριά ως μορφή ενέργειας και όχι της λεγόμενης πράσινης ενέργειας.
Ωστόσο, το εντυπωσιακό είναι πως το συγκεκριμένο συμβούλιο έχει μετατραπεί σε φορέα παραγωγής εξωτερικής πολιτικής, προωθώντας την ατζέντα Τραμπ για περισσότερες εξορύξεις υδρογονανθράκων παγκοσμίως.
Μάλιστα, τη δεδομένη χρονική συγκυρία η νέα δομή Τραμπ φαίνεται πως αφήνει στο περιθώριο των διπλωματικών πρωτοβουλιών που λαμβάνονται το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών, που παραδοσιακά ελέγχει το διπλωματικό παιχνίδι, ειδικότερα στην Αν. Μεσόγειο.
Η δημιουργία του Κάθετου Διαδρόμου (Vertical Gas Corridor) για τη μεταφορά LNG στην Ανατολική Ευρώπη, μέσω της Ρεβυθούσας και του πλωτού σταθμού αποθήκευσης της Αλεξανδρούπολης, η εμπλοκή της ExxonMobil στην αξιοποίηση του Block 2 (δυτικά της Κέρκυρας) και η αναθέρμανση του σχήματος «3+1», Ισραήλ - Κύπρου - Ελλάδας, που στοχεύει στη δημιουργία εναλλακτικών ενεργειακών διαδρόμων, δημιουργεί ένα περίπλοκο πλέγμα ανάμεσα στα εμπλεκόμενα μέρη στην Αν. Μεσόγειο, όπου οι ΗΠΑ θα κληθούν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο, με τους νέους πρέσβεις των ΗΠΑ στην περιοχή να είναι «αναγκασμένοι» να τρέξουν την ατζέντα Τραμπ άμεσα.
Σε αυτό τον νέο μετασχηματισμό λοιπόν, κυρίαρχο ρόλο στο παιχνίδι παίζει το στενό περιβάλλον του προέδρου Τραμπ -ας μη λησμονείται πως επικεφαλής των διπλωματικών αποστολών στην περιοχή είναι κυρίως πρόσωπα από τον στενό πυρήνα των φίλων και συγγενών του προέδρου.
Ποιοι είναι οι άνθρωποι του προέδρου
Τομ Μπάρακ
Ο Τομ Μπάρακ είναι ο Αμερικανός πρέσβης στην Τουρκία, ο οποίος διορίστηκε από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Είναι γνωστός επιχειρηματίας, ιδρυτής της εταιρείας Colony Capital, με μεγάλη πείρα στη διαχείριση επενδύσεων ιδιωτικού κεφαλαίου και real estate. Ο Μπάρακ είναι επίσης μακροχρόνιος φίλος και σύμβουλος του Τραμπ, και τον είχε στηρίξει ενεργά και στην προεκλογική του εκστρατεία το 2016.
Ο Τομ Μπάρακ, γεννημένος το 1947, έχει καταγωγή από τον Λίβανο και διαχειρίζεται με επιτυχία παγκόσμια εταιρεία επενδύσεων για πάνω από 30 χρόνια. Υπήρξε ανώτερος σύμβουλος στην προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ το 2016 και πρόεδρος της επιτροπής ορκωμοσίας του. Ο διορισμός του ως πρέσβη στην Τουρκία έγινε με πρόταση και στήριξη του ίδιου του Τραμπ, ο οποίος τον περιέγραψε ως «έμπειρο και λογικό άνθρωπο που χαίρει σεβασμού από πολιτικούς και επιχειρηματίες« και ως «μια φωνή λογικής που αναγνωρίζεται παγκοσμίως».
Παρά το επιτυχημένο επιχειρηματικό προφίλ του, ο Μπάρακ έχει βρεθεί στο παρελθόν υπό κατηγορία για παράνομη δραστηριότητα ως πράκτορας επιρροής των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ), μια υπόθεση για την οποία αθωώθηκε το 2022 από όλες τις κατηγορίες.
Ως πρέσβης των ΗΠΑ στην Άγκυρα, ο Τομ Μπάρακ λειτουργεί επίσης ως ειδικός διαμεσολαβητής στη Συρία και απεσταλμένος στον Λίβανο, γεγονός που υπογραμμίζει τον σημαντικό του ρόλο στην ευρύτερη περιοχή.
Ο Μπάρακ έχει επικριθεί από ορισμένους κύκλους στην Τουρκία, κυρίως για τις κινήσεις του που κρίνονται ως υποστήριξη προς τα κουρδικά κινήματα, κάτι που έχει δημιουργήσει εντάσεις στον περίγυρο της αμερικανοτουρκικής διπλωματίας.
Στις δηλώσεις του επικεντρώνεται στη διπλωματική προσέγγιση με την Τουρκία, υπογραμμίζοντας την σημασία της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών σε θέματα ασφάλειας και περιφερειακής σταθερότητας. Αντιμετωπίζει κριτικά τις καταστάσεις που αφορούν τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία και τα ζητήματα που προκύπτουν από την περιοχή.
Συνοπτικά, ο Τομ Μπάρακ είναι ένας επιχειρηματίας με μακροχρόνιες σχέσεις με τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος τον διόρισε πρέσβη στην Τουρκία ως μέρος μιας στρατηγικής επιλογής για πιο αποτελεσματική και ευέλικτη άσκηση πολιτικής στην περιοχή.
Κίμπερλι Γκίλφοϊλ
Μετά την άφιξή της στην Αθήνα φαίνεται πως η Κίμπερλι Γκίλφοϊλ έχει μία ακόμη δύσκολη αποστολή. Ο ρόλος της απαιτητικός, καθώς όλοι αναμένουν από αυτήν πως θα είναι το πρόσωπο που θα τρέξει την ενεργειακή ατζέντα του Τραμπ στη χώρα μας.
Είναι σαφές πως η Ελλάδα το τελευταίο διάστημα βρίσκεται στο επίκεντρο των αμερικανικών σχεδιασμών για ραγδαία αύξηση της διοχέτευσης των διαθέσιμων αμερικανικών ποσοτήτων υγροποιημένου φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Η Ελλάδα καθίσταται πλέον κύρια πύλη εισόδου για το αμερικανικό LNG, παίζοντας κυρίαρχο ρόλο στα σχέδια απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο.
Ο στόχος του αμερικανικού παράγοντα να καλύψει το κενό μέσω της ραγδαίας αύξησης της μεταφοράς ενέργειας από τους σταθμούς της Ρεβυθούσας και της Αλεξανδρούπολης προς την Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη μέσω του Κάθετου Διαδρόμου (vertical corridor) έχει δημιουργήσει μια νέα δυναμική στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, καθώς η Αθήνα θα μπορούσε να αποτελέσει την κεντρική πύλη εισόδου του LNG που θα κατευθύνεται προς την Ανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια και κυρίως την Ουκρανία, αναπληρώνοντας το κενό που θα δημιουργηθεί από την απαγόρευση του ρωσικού αερίου.
Μάλιστα, η νέα πρέσβειρα έπιασε δουλειά, φροντίζοντας να φέρει σε επαφή –στο περιθώριο του πρόσφατου συνεδρίου– τον υπουργό Εσωτερικών των ΗΠΑ και υπεύθυνο για την ενεργειακή πολιτική της χώρας στο εξωτερικό με επτά Έλληνες εφοπλιστές που μεταφέρουν αμερικανικό LNG με τα καράβια τους, ενώ η ίδια φαίνεται πως έχει ενθαρρύνει και τη συμφωνία που υπέγραψε στο Ζάππειο η Atlantic-See LNG Trade (ΑΚTOR-ΔΕΠΑ) για την προμήθεια αμερικανικού LNG από τη Venture Global αλλά και για τη διανομή του στην Ανατολική Ευρώπη.
Μάικ Χάκαμπι (Mike Huckabee)
Διορίστηκε πρέσβης των Ηνωμένων Πολιτειών στο Ισραήλ το 2025, με πρόταση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Ο Χάκαμπι, πρώην κυβερνήτης του Άρκανσο και δύο φορές υποψήφιος για την προεδρία των ΗΠΑ, είναι γνωστός για την έντονη υποστήριξή του προς το Ισραήλ και τις ευαγγελικές του πεποιθήσεις, καθώς έχει επισκεφθεί τη χώρα πάνω από 100 φορές και έχει εκφράσει δημόσια την αλληλεγγύη του στην ισραηλινή κυβέρνηση.
Ο Χάκαμπι ήταν στενός σύμμαχος του Τραμπ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας και της πρώτης θητείας του στον Λευκό Οίκο. Η σχέση τους ενισχύθηκε περαιτέρω μέσω της κόρης του Χάκαμπι, της Σάρα Χάκαμπι Σάντερς, η οποία υπηρέτησε ως εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Τραμπ. Η Σάρα Χάκαμπι Σάντερς έχει συνεχίσει την πολιτική της καριέρα, καθώς είναι σήμερα κυβερνήτρια του Άρκανσο.
Ο διορισμός του Χάκαμπι ως πρέσβη στο Ισραήλ έγινε μετά από πρόταση του Τραμπ, ο οποίος τον χαρακτήρισε ως άνθρωπο που θα φέρει ειρήνη στη Μέση Ανατολή και θα ενισχύσει τη συμμαχία ΗΠΑ-Ισραήλ. Η επιλογή του Χάκαμπι ήταν επίσης συμβολική, καθώς είναι ο πρώτος ευαγγελιστής που αναλαμβάνει αυτή τη θέση, κάτι που εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από την ισραηλινή κυβέρνηση και τους ευαγγελικούς κύκλους.
Ως πρέσβης, ο Χάκαμπι έχει εκφράσει δημόσια την υποστήριξή του προς το Ισραήλ, ακόμη και σε ευαίσθητα ζητήματα όπως η ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα. Έχει επικρίνει τις ευρωπαϊκές χώρες και τον Καναδά για την κριτική τους προς το Ισραήλ, υποστηρίζοντας ότι η ευθύνη για την κρίση στη Γάζα ανήκει στη Χαμάς και όχι στο Ισραήλ. Επίσης, έχει επισκεφθεί ισραηλινές περιοχές και έχει εκφράσει την αλληλεγγύη του προς τους ομήρους και τις οικογένειές τους.
Ο Χάκαμπι έχει επίσης εκφράσει υποστήριξη για τους εβραϊκούς εποικισμούς στη Δυτική Όχθη, θέση που έχει προκαλέσει αντιδράσεις από ανθρωπιστικές και δικαιωματικές οργανώσεις.
Ο Μάικ Χάκαμπι είναι ένας πολιτικός με ισχυρές σχέσεις με τον Τραμπ και την οικογένειά του, ο οποίος διορίστηκε πρέσβης στο Ισραήλ λόγω της έντονης υποστήριξής του προς τη χώρα και της συμβολικής του θέσης ως ευαγγελικού. Η κόρη του, Σάρα Χάκαμπι Σάντερς, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πολιτική σκηνή των ΗΠΑ και ενίσχυσε τη σχέση του Χάκαμπι με τον Τραμπ. Ως πρέσβης, ο Χάκαμπι συνεχίζει να εκφράζει την αλληλεγγύη του προς το Ισραήλ και να υποστηρίζει τις ισραηλινές θέσεις σε διεθνή ζητήματα.
Τζον Μπρέσλοου (John Breslow)
Ο νέος Αμερικανός πρέσβης στην Κύπρο είναι ο Τζον Μπρέσλοου (John Breslow), ο οποίος προτάθηκε για τη θέση από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ τον Οκτώβριο του 2025. Ο Μπρέσλοου, επιχειρηματίας από την Αριζόνα, είναι γνωστός ως στενός φίλος και χρηματοδότης του Τραμπ και του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, κάτι που επιβεβαιώνει την πολιτική του προσέγγιση και την εμπιστοσύνη που του έχει δείξει ο ίδιος ο Τραμπ.
Ο Τζον Μπρέσλοου δεν έχει προηγούμενη διπλωματική πείρα, καθώς η θέση στην Κύπρο θα είναι η πρώτη του στη διεθνή διπλωματία. Ωστόσο, η επιλογή του οφείλεται στην ισχυρή πολιτική του σχέση με τον Τραμπ, καθώς έχει υποστηρίξει οικονομικά και πολιτικά τον πρόεδρο και το κόμμα του για πολλά χρόνια. Η πρόταση του Τραμπ για να αναλάβει πρέσβης ο Μπρέσλοου ανακοινώθηκε μαζί με άλλους σημαντικούς διορισμούς, υπογραμμίζοντας την εμπιστοσύνη που τρέφει προς το πρόσωπό του ο Αμερικανός πρόεδρος.
Ως πρέσβης, ο Μπρέσλοου θα εστιάσει στην ενίσχυση των διμερών σχέσεων ΗΠΑ-Κύπρου, στην ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο και στην προώθηση των οικονομικών δεσμών μεταξύ των δύο χωρών. Η επιλογή του έρχεται σε μια περίοδο αυξημένης γεωπολιτικής σημασίας για την Κύπρο, καθώς η χώρα αναζητά ισχυρότερη υποστήριξη από τις ΗΠΑ σε ζητήματα ενέργειας και ασφάλειας, με την αναβίωση του σχήματος 3+1 που υποδηλώνει την ενεργότερη συμμετοχή των ΗΠΑ στους ενεργειακούς σχεδιασμούς που περιλαμβάνουν και τη Λευκωσία.
Ο Τζον Μπρέσλοου είναι ένας επιχειρηματίας με ισχυρές πολιτικές σχέσεις με τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος διορίστηκε πρέσβης στην Κύπρο ως ένδειξη εμπιστοσύνης και πολιτικής στήριξης. Η θέση του θα επικεντρωθεί στην ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ ΗΠΑ και Κύπρου, ενώ η έλλειψη προηγούμενης διπλωματικής εμπειρίας του έχει προκαλέσει συζητήσεις στην τοπική και διεθνή κοινότητα.
Μάσαντ Μπούλος (Massad Boulos)
Ο Μάσαντ Μπούλος (Massad Boulos) είναι Λιβανοαμερικανός επιχειρηματίας και σύμβουλος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, γνωστός κυρίως ως συμπέθερος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Ο γιος του Μπούλος, Μάικλ Μπούλος, παντρεύτηκε την Τίφανι Τραμπ, τη μοναχοκόρη του Τραμπ από τον γάμο του με τη Μάρλα Μέιπλς. Ο Μάσαντ Μπούλος κατέχει τη θέση του ανώτερου συμβούλου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τη Β. Αφρική και είναι επίσης ειδικός απεσταλμένος του προέδρου Τραμπ για τη Λιβύη.
Ο Μπούλος έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην προώθηση της αμερικανικής πολιτικής στη Λιβύη, συμμετέχοντας σε διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο αντιπάλων κυβερνήσεων της χώρας, της Τρίπολης και της Βεγγάζης. Συναντήθηκε με τον πρόεδρο του προεδρικού συμβουλίου της Λιβύης Μοχάμεντ αλ Μένφι, καθώς και με τον στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ, ο οποίος ελέγχει τη δεύτερη κυβέρνηση της διχασμένης Λιβύης. Οι συζητήσεις του επικεντρώνονται στην επίλυση των πολιτικών διαφορών, την ενίσχυση της σταθερότητας και την προώθηση ενεργειακών συμφωνιών με αμερικανικές εταιρείες.
Η θέση του Μπούλος τον καθιστά έναν από τους πιο επιδραστικότερους παράγοντες στην αμερικανική εξωτερική πολιτική, ιδιαίτερα στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική. Ο Τραμπ τού έχει αναθέσει σημαντικές αποστολές, όπως τη διαμεσολάβηση σε διεθνείς διαπραγματεύσεις και την προώθηση των αμερικανικών συμφερόντων σε ευαίσθητα γεωπολιτικά ζητήματα. Το τελευταίο διάστημα, μάλιστα, έχουν έρθει στην επιφάνεια σενάρια που θέλουν τον Μπούλος να διαδραματίζει στο παρασκήνιο έναν ενεργό διαμεσολαβητικό ρόλο ανάμεσα στην Τουρκία, την Αίγυπτο και την Ελλάδα, προωθώντας μια ενδεχόμενη αμερικανική πρωτοβουλία για την επίλυση των διαφορών στις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ) και την ενίσχυση της ενεργειακής συνεργασίας στην περιοχή.