Είναι πρόδηλο ότι η δημοσίευση δημοσκόπησης στην οποία η πλειοψηφία της κοινωνίας εμφανίζεται να υποστηρίζει την κατάργηση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων, δεν είναι άσχετη με το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός προανήγγειλε την πρόταση του, γιατί απαιτείται συνταγματική αναθεώρηση, λίγο μετά την δημοσιοποίηση των ευρημάτων.
Το «άνοιγμα», μάλιστα, προς τον κ. Ανδρουλάκη ζητώντας ουσιαστικά την σύμπλευση του ΠΑΣΟΚ, όταν έρθει η ώρα διόλου τυχαία μπορεί να εκληφθεί…
Το ζήτημα, έχει κατά καιρούς απασχολήσει κόμματα και συνδικαλιστές, και έχει αναδειχθεί το πρόβλημα που θα προκύψει με όσους δημοσίους υπαλλήλους προκύψει ότι θα πρέπει να χάσουν την δουλειά τους. Το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ερωτηθέντων δεν έχουν αρνητική προδιάθεση, σίγουρα έχει να κάνει με την «πίκα» των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα επειδή αυτοί δεν προστατεύονται έναντι πιθανής απόλυσης, και θεωρούν ότι ισχύουν δύο μέτρα και δύο σταθμά. Λογικό.
Ο εξαιρετικός «νόμος Πεπονή» για προσλήψεις μόνο μέσω ΑΣΕΠ, ώστε να αποκλεισθούν τα κομματικά ρουσφέτια (νόμος που κόστισε στον τότε υπουργό την επανεκλογή του…), αποτέλεσε, με το που άρχισε να ισχύει, case study για το πώς θα μπορούσε να… παρακαμφθεί ή έστω να τύχει ελαστικής εφαρμογής. Κάτι που τελικά επετεύχθη, αρχικά στην τοπική αυτοδιοίκηση με την μέθοδο πρόσληψης «εκτάκτων» ή «εποχικών» ορισμένου χρόνου που στην συνέχεια… τράβαγε σε μάκρος (πεδίο όπου διέπρεψε ο τότε αρμόδιος υπουργός και μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας «Πάκης» Παυλόπουλος, με αποτέλεσμα στην πράξη να καταστεί ανενεργός.
Πίσω από όλα αυτά, βρίσκεται το περιβόητο θέμα της αξιολόγησης των ΔΥ, που προκαλεί… αναγούλες τόσο στους υπαλλήλους όσο και στους συνδικαλιστές, που θέτουν ερωτήματα (πού, όμως, εύκολα απαντιούνται και αντιμετωπίζονται) για το αδιάβλητο της διαδικασίας, την εξασφάλιση ότι οι αξιολογητές θα είναι αδιαμφισβήτητου κύρους και αξιοπιστίας και το υπαρκτό θέμα του τι θ’ απογίνουν οι απομακρυνόμενοι. Θα συνταξιοδοτούνται πρόωρα, όπως γίνεται με τους στρατιωτικούς, θα παίρνουν κάποιο (χρηματικό) μπόνους , κάτι σαν εθελουσία; Δηλαδή θα… αποζημιώνονται για τη υπηρεσιακή ανεπάρκειά τους; Δύσκολη για να λυθεί εξίσωση. Και με κοινωνικά παρελκόμενα.
Η αντιπολίτευση και ευάριθμοι νομικοί θεωρούν ότι για ν’ αντιμετωπισθεί το ζήτημα, δεν απαιτείται συνταγματική αναθεώρηση, το υπάρχον σύνταγμα έχει πρόνοιες. Τότε προς τι η φασαρία, θα πείτε. Ίσως ο πρωθυπουργός εκτιμά ότι το θέμα είναι «πιασάρικο» κι εντάσσεται στον μεταρρυθμιστικό άνεμο που διαπνέει την κυβέρνηση και από την προηγούμενη θητεία της. Δεν αποκλείεται, πάλι, να ποντάρει σε άρνηση συναίνεσης εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ, οπότε θα καταστεί έκθετο και οπισθοδρομικό.
Και πώς θα διατυπωθούν τα κριτήρια επάρκειας ή μη των υπαλλήλων; Υπάρχουν υπηρεσίες που μένουν κενές, και οι υπάρχοντες υπάλληλοι είτε καθυστερούν στην διεκπεραίωση των καθηκόντων τους, επωμιζόμενοι περισσότερες ευθύνες από αυτές που προβλέπει το πόστο τους, είτε το οργανόγραμμα της υπηρεσίας είναι ασαφές. Σε τέτοιες περιπτώσεις, πως θα γίνει η ουσιαστική αξιολόγηση;
Σε ένα δημόσιο που από… γεννησιμιού του δεν ξέρει καλά-καλά πόσους δημόσιους υπαλλήλους, γενικώς, διαθέτει, αν πραγματικά θέλουμε ευλειτουργία και αποτελεσματικότητα, πρέπει να ξεκινήσουμε ακριβώς από την ύπαρξη οργανογράμματος και επακριβή προσδιορισμό καθηκόντων και υποχρεώσεων των θέσεων εργασίας. Αλλιώς θα ψάχνουμε στο διηνεκές ψύλλους στ’ άχυρα. Να διαπιστώσουμε, επίσης, πόσοι υπάλληλοι υπηρετούν στις θέσεις για τις οποίες προσλήφθηκαν και δεν μετατέθηκαν στην πορεία «ευμενώς» είτε σε πολιτικά γραφεία και θέσεις «συμβούλων» υπουργών, είτε αποσπάσθηκαν σε θέσεις… αργομισθίας. Και όλοι αυτοί, κάθε άλλο παρά λίγοι είναι…