Ενόχληση της Αθήνας από τα σενάρια για αμερικανική διαμεσολάβηση, μετά και τις δηλώσεις του Αμερικανού πρέσβη στην Άγκυρα.
Με εμφανή επιφύλαξη αντιμετωπίζει η Αθήνα τη νέα ανακύκλωση σεναρίων περί αμερικανικής διαμεσολάβησης στα ελληνοτουρκικά, μετά τις δηλώσεις του Αμερικανού πρέσβη στην Τουρκία, Τομ Μπάρακ, ο οποίος μίλησε για πρόθεση των ΗΠΑ να λειτουργήσουν ως «γέφυρα» ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία. Η συζήτηση αυτή, που τροφοδοτείται εδώ και μήνες κυρίως σε δημοσιογραφικούς κύκλους, ήρθε ξανά στο προσκήνιο και προκάλεσε μια πιο καθαρή αντίδραση από την ελληνική πλευρά.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται και τα σενάρια που θέλουν τον Μάσαντ Μπούλος –επιχειρηματία λιβανικής καταγωγής και συμπέθερο του Ντόναλντ Τραμπ– να εμφανίζεται ως πιθανός άτυπος διαμεσολαβητής ανάμεσα στις δύο πλευρές. Διπλωματικές πηγές στην Αθήνα κρατούν σταθερά αποστάσεις από αυτές τις εκδοχές, επισημαίνοντας ότι δεν προκύπτει κανένα συγκεκριμένο δεδομένο που να τις στηρίζει και ότι η σχετική συζήτηση ανήκει περισσότερο στη σφαίρα της σεναριολογίας παρά σε πραγματικές διπλωματικές διαδικασίες.
Μπακογιάννη: Ελλάδα και Τουρκία μπορούν να συνομιλούν χωρίς τρίτους
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ιδιαίτερο βάρος είχε η παρέμβαση της Ντόρας Μπακογιάννη. Η πρώην υπουργός Εξωτερικών τόνισε ότι Ελλάδα και Τουρκία «δεν χρειάζονται τρίτο μέρος» στον διάλογό τους, υπογραμμίζοντας ότι οι δύο χώρες μπορούν να συνεχίσουν να συνομιλούν στο πλαίσιο που ήδη υπάρχει. Η τοποθέτησή της δεν θεωρείται τυχαία, καθώς γνωρίζει σε βάθος το ελληνοτουρκικό πλαίσιο και διατηρεί στενή σχέση με την υφυπουργό Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, η οποία χειρίζεται τον πολιτικό διάλογο Ελλάδας–Τουρκίας.
Ζωχιού: «Τα θέματα με την Τουρκία τα χειριζόμαστε διμερώς»
Το στίγμα αυτό αποτυπώθηκε και θεσμικά. Η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών, Λάνα Ζωχιού, ερωτηθείσα χθες για τις δηλώσεις του Τομ Μπάρακ περί αμερικανικής «γέφυρας» ανάμεσα στις δύο χώρες, σημείωσε ότι «εκτιμάμε ως σημαντικό να υπάρχει ενδιαφέρον τρίτων για την εμπέδωση ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή».
Ωστόσο, ξεκαθάρισε ότι «σε κάθε περίπτωση τα θέματα με την Τουρκία τα χειριζόμαστε διμερώς, όπως άλλωστε προβλέπεται από το διεθνές δίκαιο». Και πρόσθεσε: «Ως εκ τούτου, καμία πρωτοβουλία τρίτων δεν έχει αναληφθεί και δεν έχει περιέλθει τέτοια πρόταση στην Ελλάδα».
Διπλωματικές πηγές υπενθυμίζουν ότι η ελληνική κυβέρνηση, σε κάθε ευκαιρία, παραπέμπει στον υφιστάμενο, δομημένο διάλογο με την Άγκυρα: τον πολιτικό διάλογο, τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και τις συχνές συναντήσεις των αρμόδιων υφυπουργών. Όπως τονίζουν, οι δίαυλοι αυτοί είναι ενεργοί και λειτουργικοί, στοιχείο που δεν δημιουργεί ανάγκη για εξωτερική παρέμβαση.
Η συνεργασία Ελλάδας-Κίνας και η παρέμβαση Γκίλφοϊλ
Την ίδια ώρα, στο εσωτερικό έχει ανοίξει συζήτηση και γύρω από τη δημόσια παρουσία της νέας Αμερικανίδας πρέσβη στην Αθήνα, Κίμπερλι Γκίλφοϊλ, με αφορμή παρεμβάσεις της σε ζητήματα όπως η υπόθεση των Κινέζων επενδυτών στο λιμάνι του Πειραιά. Το θέμα αγγίζει ένα πεδίο στο οποίο οι σχέσεις Ελλάδας και Κίνας είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένες: το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο διατηρεί μακρόχρονη συνεργασία με την κινεζική ναυπηγική βιομηχανία, με χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι περίπου δύο στα τρία πλοία ελληνικών συμφερόντων που βρίσκονται σήμερα υπό ναυπήγηση κατασκευάζονται σε κινεζικά ναυπηγεία. Η στενή αυτή διασύνδεση, που αφορά τόσο τη ναυπήγηση νέων πλοίων όσο και την ευρύτερη εμπορική παρουσία των ελληνικών εταιρειών στην ασιατική αγορά, δημιουργεί ένα σημαντικό οικονομικό αποτύπωμα, το οποίο δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Σε αυτό το πλαίσιο, εξηγείται και η προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να διατηρεί μια πιο ισορροπημένη στάση: από τη μία πλευρά η στρατηγική σχέση με τις ΗΠΑ, που παραμένει κομβική και αντιμετωπίζεται ως «κόρη οφθαλμού», και από την άλλη τα σημαντικά οικονομικά και εμπορικά συμφέροντα που συνδέουν την Ελλάδα με την Κίνα, τα οποία καθιστούν αναγκαία μια προσεκτική διαχείριση των ισορροπιών.
Συνεπώς, το μήνυμα που εκπέμπει η Αθήνα είναι ότι η διαδικασία επικοινωνίας με την Άγκυρα καλύπτεται από τους υπάρχοντες μηχανισμούς και δεν χρειάζεται «τρίτους», διατηρώντας τη συζήτηση στο πεδίο όπου έχει συμφωνηθεί μεταξύ των δύο πλευρών.