Έντονη ήταν η αντίδραση από την Κομισιόν αλλά και πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες μετά την απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης να βάλει απαγορευτικό στις βίζες Ευρωπαίων.
Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταδικάζει απερίφραστα την απόφαση των ΗΠΑ να επιβάλουν ταξιδιωτικούς περιορισμούς σε πέντε Ευρωπαίους πολίτες, μεταξύ των οποίων και ο πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος Thierry Breton.
Η ελευθερία της έκφρασης είναι θεμελιώδες δικαίωμα στην Ευρώπη και κοινή βασική αξία με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε ολόκληρο τον δημοκρατικό κόσμο.
Η ΕΕ είναι μια ανοιχτή, βασισμένη σε κανόνες ενιαία αγορά, με το κυριαρχικό δικαίωμα να ρυθμίζει την οικονομική δραστηριότητα σύμφωνα με τις δημοκρατικές αξίες και τις διεθνείς δεσμεύσεις μας.
Οι ψηφιακοί μας κανόνες εξασφαλίζουν ασφαλείς, δίκαιους και ισότιμους όρους ανταγωνισμού για όλες τις εταιρείες, οι οποίοι εφαρμόζονται δίκαια και χωρίς διακρίσεις.
Ζητήσαμε διευκρινίσεις από τις αρχές των ΗΠΑ και παραμένουμε σε επαφή. Εάν χρειαστεί, θα ανταποκριθούμε άμεσα και αποφασιστικά για να υπερασπιστούμε την κανονιστική μας αυτονομία έναντι αδικαιολόγητων μέτρων.
Ο «πόλεμος»
Όπως μεταδίδει το Euractiv, οι Βρυξέλλες και αρκετές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αντέδρασαν έντονα την Τετάρτη, αφού οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν απαγορεύσεις χορήγησης βίζας στον πρώην Επίτροπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Τιερί Μπρετόν και σε τέσσερα ακόμη ευρωπαϊκά πρόσωπα, κλιμακώνοντας μια διατλαντική διαμάχη για τη ρύθμιση του ψηφιακού τομέα στην ΕΕ.
Το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ ανακοίνωσε την Τρίτη ότι θα αρνηθεί βίζες στον πρώην Επίτροπο της ΕΕ Τιερί Μπρετόν και σε τέσσερις ακόμη, κατηγορώντας τους ότι επιδίωξαν να «εξαναγκάσουν» αμερικανικές πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης να λογοκρίνουν απόψεις με τις οποίες διαφωνούν.
Η κίνηση αυτή προκάλεσε μια σπάνια επίδειξη ενότητας σε όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τις εθνικές πρωτεύουσες, με τις Βρυξέλλες να προειδοποιούν ότι θα μπορούσαν να προβούν σε αντίποινα για να υπερασπιστούν τη ρυθμιστική τους αυτονομία.
Το αμερικανικό μέτρο στόχευσε ιδιαιτέρως τον Τιερί Μπρετόν, πρώην κορυφαίο ρυθμιστή τεχνολογίας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο οποίος συχνά συγκρούστηκε με τεχνολογικούς μεγιστάνες όπως ο Έλον Μασκ σχετικά με τις υποχρεώσεις τους να συμμορφώνονται με τους κανόνες της ΕΕ.
Ο Μπρετόν περιγράφηκε από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ως ο «εγκέφαλος» του Ψηφιακού Κανονισμού Υπηρεσιών (DSA) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενός σημαντικού νομοθετήματος που επιβάλλει απαιτήσεις για τη διαχείριση περιεχομένου και άλλα πρότυπα στις μεγάλες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη.
Ο κανονισμός προβλέπει ότι οι μεγάλες πλατφόρμες πρέπει να εξηγούν τις αποφάσεις τους για τη διαχείριση περιεχομένου, να παρέχουν διαφάνεια στους χρήστες και να διασφαλίζουν ότι οι ερευνητές μπορούν να διεξάγουν ουσιώδες έργο, όπως να κατανοούν σε ποιο βαθμό τα παιδιά εκτίθενται σε επικίνδυνο περιεχόμενο.
Ο DSA έχει καταστεί σημείο έντονης αντιπαράθεσης για τους Αμερικανούς συντηρητικούς, οι οποίοι τον θεωρούν εργαλείο λογοκρισίας κατά της δεξιάς σκέψης στην Ευρώπη και πέραν αυτής — κατηγορία την οποία η ΕΕ απορρίπτει.
Μετά την ανακοίνωση, το Παρίσι έσπευσε να υπερασπιστεί τον πρώην Ευρωπαίο Επίτροπό του. Ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν καταδίκασε την απόφαση των ΗΠΑ, χαρακτηρίζοντάς την «εκφοβισμό και εξαναγκασμό κατά της ευρωπαϊκής ψηφιακής κυριαρχίας», σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Θα συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε την ψηφιακή μας κυριαρχία και τη ρυθμιστική μας αυτονομία», πρόσθεσε.
«Ο Ψηφιακός Κανονισμός Υπηρεσιών (DSA) υιοθετήθηκε δημοκρατικά στην Ευρώπη. Δεν έχει απολύτως καμία εξωεδαφική ισχύ και σε καμία περίπτωση δεν επηρεάζει τις Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε επίσης την Τετάρτη ο Γάλλος Υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Νοέλ Μπαρό.
Ο Μπρετόν, ο οποίος αποχώρησε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2024, χαρακτήρισε την απαγόρευση «κυνήγι μαγισσών», συγκρίνοντας την κατάσταση με την εποχή ΜακΚάρθι στις ΗΠΑ, όταν αξιωματούχοι απομακρύνονταν από την κυβέρνηση λόγω υποτιθέμενων δεσμών με τον κομμουνισμό. «Προς τους Αμερικανούς φίλους μας: η λογοκρισία δεν βρίσκεται εκεί που νομίζετε», πρόσθεσε.
Ο διάδοχός του, Γάλλος Επίτροπος Βιομηχανίας Στεφάν Σεζουρνέ, αντιδρώντας στην ανακοίνωση, δήλωσε ότι καμία κύρωση δεν θα φιμώσει την κυριαρχία του ευρωπαϊκού λαού. Εξέφρασε επίσης «πλήρη αλληλεγγύη προς τον ίδιο και όλους τους θιγόμενους Ευρωπαίους» σε ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Στο Βερολίνο, οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί για τη γερμανική ΜΚΟ κρίθηκαν «μη αποδεκτοί», δήλωσε ο Υπουργός Εξωτερικών Γιόχαν Βάντεφουλ. «Σκοπεύουμε να συζητήσουμε άλλες ερμηνείες με τις ΗΠΑ».
Στο μεταξύ, στις Βρυξέλλες, ευρωβουλευτές από όλο το πολιτικό φάσμα αντέδρασαν επίσης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο φιλελεύθερος ευρωβουλευτής των Renew, Σάντρο Γκότσι, χαρακτήρισε τις κυρώσεις «εξαιρετικά σοβαρή και απαράδεκτη πράξη», προειδοποιώντας ότι συνιστούν «επικίνδυνο προηγούμενο».
Η Πράσινη ευρωβουλευτής Αλεξάντρα Γκέεζε εξέφρασε την αλληλεγγύη της προς τα πρόσωπα στα οποία επιβλήθηκαν κυρώσεις και αναρωτήθηκε: «Τι είδους ελευθερία του λόγου χρειάζεται κυρώσεις βίζας;».
Η Ουάσινγκτον έχει εντείνει τις επιθέσεις της κατά των κανονισμών της ΕΕ, αφότου οι Βρυξέλλες νωρίτερα αυτόν τον μήνα επέβαλαν πρόστιμο στο X του Μασκ για παραβίαση των κανόνων του DSA σχετικά με τη διαφάνεια στη διαφήμιση και τις μεθόδους διασφάλισης ότι οι χρήστες είναι επαληθευμένοι και πραγματικοί άνθρωποι.
Την περασμένη εβδομάδα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ άφησε να εννοηθεί ότι βασικές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα μπορούσαν να στοχοποιηθούν ως αντίδραση, αναφέροντας μεταξύ άλλων τις Accenture, DHL, Mistral, Siemens και Spotify.
Η απαγόρευση βίζας στόχευσε επίσης τον Ίμραν Άχμεντ του Center for Countering Digital Hate, ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού που καταπολεμά το διαδικτυακό μίσος, την παραπληροφόρηση και τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, και ο οποίος είχε βρεθεί στο στόχαστρο του Μασκ μετά την εξαγορά του Twitter, που μετονομάστηκε αργότερα σε X.
Στο μέτρο υπήχθησαν επίσης η Άννα-Λένα φον Χόντενμπεργκ και η Ζοζεφίν Μπαλόν της HateAid, μιας γερμανικής οργάνωσης που, σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, λειτουργεί ως «έμπιστος επισημαντής» για την επιβολή του DSA.
«Δεν πρόκειται απλώς για δύο γυναίκες που μάχονται το διαδικτυακό μίσος, αλλά για επίθεση στο ευρωπαϊκό δίκαιο στον ψηφιακό χώρο», αντέδρασε ο Πράσινος πολιτικός Σβεν Γκίγκολντ. Την ομάδα συμπλήρωσε η Κλερ Μέλφορντ, επικεφαλής του βρετανικού Global Disinformation Index (GDI).
Η Ουάσινγκτον επιτίθεται επίσης στον βρετανικό Νόμο για την Ασφάλεια στο Διαδίκτυο (Online Safety Act), το αντίστοιχο του DSA στο Ηνωμένο Βασίλειο, που επιδιώκει να επιβάλει απαιτήσεις διαχείρισης περιεχομένου στις μεγάλες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Ο Λευκός Οίκος ανέστειλε την περασμένη εβδομάδα την εφαρμογή μιας συμφωνίας τεχνολογικής συνεργασίας με τη Βρετανία, δηλώνοντας ότι αντιτίθεται στους τεχνολογικούς κανόνες του Ηνωμένου Βασιλείου.
«Ο Πρόεδρος Τραμπ έχει καταστήσει σαφές ότι η εξωτερική πολιτική "Πρώτα η Αμερική" απορρίπτει παραβιάσεις της αμερικανικής κυριαρχίας», δήλωσε ο Υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο. «Η εξωεδαφική υπέρβαση από ξένους λογοκριτές που στοχοποιούν την αμερικανική ελευθερία λόγου δεν αποτελεί εξαίρεση».