Συντομότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο είναι ο προσδοκώμενος εργασιακός βίος των Ελλήνων σύμφωνα με την Eurostat, κι αυτό αποδίδεται κυρίως στα λίγα έτη που εργάζονται -εκτός σπιτιού- οι Ελληνίδες.
Ενώ μελετώντας τις ώρες εργασίας σε εβδομαδιαία βάση, η Eurostat βρήκε πως στη χώρα μας εργαζόμαστε περισσότερο από κάθε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ, σε άλλη έρευνα παρουσιάζει την Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις ως προς την προσδοκώμενη διάρκεια του εργασιακού βίου.
Σε αυτόν τον δείκτη η Ελλάδα είναι ανάμεσα στις τελευταίες της σχετικής κατάταξης, στοιχείο που προφανώς σχετίζεται με μια σειρά από παράγοντες. Τέτοιοι θα μπορούσαν να είναι -χρειάζονται επιστημονικές έρευνες για να οριστεί ο βαθμός συσχέτισης- η ηλικία εισαγωγής στην αγορά εργασίας, η μεγάλη ένταση στην εργασία, που εξαντλεί τις αντοχές και επηρεάζει αρνητικά την ισορροπία με την οικογενειακή ζωή, αλλά και η σημαντική απόκλιση της διάρκειας του εργασιακού βίου μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Στα 37,2 έτη ο μέσος ευρωπαϊκός εργασιακός βίος
Το 2024, η προσδοκώμενη μέση διάρκεια του εργασιακού βίου για άτομα ηλικίας 15 ετών και άνω στην ΕΕ ήταν 37,2 έτη. Ωστόσο, από χώρα σε χώρα η Eurostat καταγράφει σημαντικές διαφορές.
Σε 6 κράτη, η μέση διάρκεια του εργασιακού βίου ήταν 40 έτη ή περισσότερο: Ολλανδία (43,8 έτη), Σουηδία (43), Δανία (42,5), Εσθονία (41,4), Ιρλανδία (40,4) και Γερμανία (40,0).
Στον αντίποδα, τον μικρότερο εκτιμώμενο εργασιακό βίο έχουν η Ρουμανία (32,7 έτη), η Ιταλία (32,8), καθώς και η τριάδα Κροατία, Ελλάδα και Βουλγαρία, με 34,8 η καθεμία.
Αξίζει να σημειωθεί πως πολύ μεγάλης διάρκειας εργασιακό βίο έχουν οι πλούσιες χώρες που βρίσκονται εκτός του σκληρού πυρήνα της ΕΕ, όπως η Ελβετία, η Ισλανδία και η Νορβηγία.

Για τους άνδρες, η προσδοκώμενη μέση διάρκεια του εργασιακού βίου στην ΕΕ το 2024 ήταν 39,2 έτη.
Οι μεγαλύτερες διάρκειες καταγράφονται στην Ολλανδία (45,7 έτη), τη Δανία (44,2) και τη Σουηδία (40,0 έτη), ενώ οι μικρότερες στη Ρουμανία (35,9), την Κροατία και τη Βουλγαρία (36,0 έτη η καθεμία).
Όσο για τις γυναίκες, η μέση διάρκεια του εργασιακού βίου στην ΕΕ ήταν 35 έτη, με τις μεγαλύτερες διάρκειες να καταγράφονται στην Εσθονία (42,2), ακολουθούμενη από τη Σουηδία (42,0) και την Ολλανδία (41,8).
Οι μικρότερες διάρκειες καταγράφηκαν στην Ιταλία (28,2), τη Ρουμανία (29,2) και την Ελλάδα (31,1).
Μεγάλη απόκλιση ανδρών-γυναικών σε Ελλάδα, Ιταλία, Ρουμανία
Όπως φαίνεται και στο διάγραμμα, Ελλάδα, Ιταλία και Ρουμανία εμφανίζουν μεγάλη απόκλιση ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες σχετικά με την προσδοκώμενη διάρκεια του εργασιακού βίου.
Στην Ελλάδα η απόκλιση αυτή είναι 7,1 έτη, στην Ιταλία 9 και στη Ρουμανία 6,7.

Στη χώρα μας, οι άνδρες βγαίνοντας στη σύνταξη αναμένεται να έχουν δουλέψει 38,2 έτη -δηλαδή, μόλις ένα έτος λιγότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο για τους άνδρες (39,2)-, και οι γυναίκες μόλις 31,1 έτη, ενώ ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 35 έτη.
Αντίθετα, υπάρχουν χώρες με ελάχιστες αποκλίσεις ανάμεσα στα δύο φύλα, ενώ στις Βαλτικές χώρες οι γυναίκες θα δουλέψουν περισσότερα χρόνια από τους άνδρες.
Πρώτη στην αντίστροφη απόκλιση μεταξύ των φύλων είναι η Εσθονία (40,6 έτη οι άνδρες και 42,2 έτη οι γυναίκες). Ακολουθούν Λιθουανία (38,4 με 38,7) και Λετονία (37,3 και 37,5).
Μικρές αποκλίσεις «υπέρ» των ανδρών καταγράφονται στη Φιλανδία (40,1 οι άνδρες και 39,5 οι γυναίκες) και στη Σουηδία (44-42).
Οι αριθμοί, βέβαια, δεν λένε πάντα (όλη) την αλήθεια. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, και παρά την πρόοδο που συντελείται τις τελευταίες δεκαετίες, ο καταμερισμός των εργασιών στο σπίτι συχνά παραμένει πολύ επιβαρυντικός για τις γυναίκες και αυτός ο παράγοντας ενδεχομένως επηρεάζει τα συνολικά χρόνια που συμμετέχουν στην αγορά εργασίας.