Καθημερινά προβάλλονται περίπου 15 δισεκατομμύρια «υψηλού κινδύνου» διαφημίσεις απάτης [scam] στις πλατφόρμες της Meta.
Το τι συμβαίνει με τα διαφημιστικά «scam» στα δίκτυα της Meta Platforms (Facebook, Instagram, WhatsApp) προδίδει μια πιο σκοτεινή πλευρά του ψηφιακού οικοσυστήματος.
Σύμφωνα με εσωτερικά έγγραφα που διέρρευσαν και κάλυψε το Reuters, η Meta εκτιμά ότι το 2024 το ποσοστό των εσόδων της που προέρχονται από διαφημίσεις υψηλού ρίσκου – για παράδειγμα απάτες επενδύσεων, παράνομοι διαδικτυακοί καζίνο και απαγορευμένα ιατρικά προϊόντα – έφτανε στο 10,1% του συνόλου, ή περίπου 16 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ένα άλλο σημείο της ίδιας έκθεσης αναφέρει ότι «καθημερινά» προβάλλονται περίπου 15 δισεκατομμύρια «υψηλού κινδύνου» διαφημίσεις απάτης [scam] στις πλατφόρμες της Meta.
Πώς λειτουργεί η διαδικασία
Η διαδικασία λειτουργεί ως εξής: πρώτα σχεδιάζεται η καμπάνια απάτης – για παράδειγμα μια «επένδυση εγγυημένης απόδοσης» ή μια «απαραίτητη ιατρική θεραπεία». Στη συνέχεια, η διαφήμιση παίρνει έγκριση από το σύστημα διαφημίσεων της Meta.
Η εταιρεία απαιτεί βαθμό βεβαιότητας 95% ότι ένας διαφημιζόμενος είναι απατεώνας προτού τον απαγορεύσει. Αν η βεβαιότητα είναι μικρότερη αλλά εξακολουθεί να υπάρχει υποψία, η Meta δεν μπλοκάρει άμεσα τη διαφήμιση αλλά χρεώνει τον διαφημιζόμενο με υψηλότερο διαφημιστικό συντελεστή – ουσιαστικά κίνητρο να πληρώσει περισσότερα, ώστε η Meta να μειώσει τον ρίσκο των εσόδων της. Ταυτόχρονα, το σύστημα προσωποποίησης διαφημίσεων της εταιρείας εντοπίζει χρήστες που πιθανώς έχουν «κλικάρει» σε τέτοιες διαφημίσεις κι έτσι τους προβάλλονται περισσότερες.
Η Meta αναγνωρίζει το πρόβλημα
Τα έγγραφα της εταιρείας αναφέρουν επίσης ότι η Meta θεωρεί τις πλατφόρμες της ως σημαντικό μέρος της παγκόσμιας οικονομίας απάτης. Σε παρουσίαση του Μαΐου 2025, αναφέρεται ότι οι πλατφόρμες της εμπλέκονται σε περίπου το ένα τρίτο των επιτυχημένων απάτων στις ΗΠΑ.
Η ίδια αναφορά αναφέρει πως «είναι πιο εύκολο να διαφημιστεί μια απάτη στις πλατφόρμες της Meta παρά στην Google LLC».
Η Meta αναγνωρίζει το πρόβλημα αλλά επισημαίνει πως η εκτίμηση αυτή είναι «αδρή και υπερβολικά περιεκτική», όπως δήλωσε ο εκπρόσωπός της Andy Stone, προσθέτοντας ότι η εταιρεία εργάζεται «εντατικά» για την αντιμετώπιση των απάτων και των scams.
Ωστόσο, τα στοιχεία δείχνουν ότι το προσωπικό για την επιτήρηση διαφημίσεων με ρίσκο είχε περιορισμένες εξουσίες: ένα έγγραφο της πρώτης εξάμηνης περιόδου του 2025 ανέφερε ότι η ομάδα εντοπισμού δεν μπορούσε να πάρει μέτρα που θα κόστιζαν στη Meta πάνω από το 0,15% των συνολικών εσόδων της.
Η αδράνεια έχει τα αποτελέσματά της
Από οικονομική άποψη, η αδράνεια έχει τα αποτελέσματά της: έσοδα πολλές φορές υπερβαίνουν κατά πολύ το κόστος πιθανών ρυθμιστικών κυρώσεων. Έγγραφα αναφέρουν ότι η Meta ετοίμαζε προβλέψεις για πρόστιμα έως και 1 δισεκατομμύριο δολάρια, αλλά επισημαίνεται ότι αυτά τα πρόστιμα θα ήταν «πολύ μικρότερα από τα έσοδα».
Η νέα έρευνα έχει πυροδοτήσει παγκόσμιο ενδιαφέρον και ρυθμιστική πίεση – στη Βρετανία διαπιστώθηκε πως το 2023 οι πλατφόρμες της Meta εμπλέκονταν στο 54% των απωλειών πληρωμών που σχετίζονται με απάτες.
Το ζήτημα δεν είναι μόνο οικονομικό αλλά ηθικό: η πλατφόρμα που χρησιμοποιείται από δισεκατομμύρια ανθρώπους γίνεται τόπος όπου οι απατεώνες βρίσκουν εύκολα πρόσβαση. Η Meta διαθέτει τεχνολογία και αλγορίθμους για να εντοπίζει τις απάτες, όμως όπως δείχνουν τα έγγραφα, επιλέγει κομμάτι προς κομμάτι να περιορίζει τη δράση ώστε να μην θιγούν τα έσοδα. Η εταιρεία έχει θέσει εσωτερικούς στόχους μείωσης του ποσοστού εσόδων από «scam ads» στο 7,3% μέχρι το τέλος του 2025 και στο 6% μέχρι το τέλος του 2026–2027.
Έτσι, κάθε φορά που κάποιος βλέπει στη ροή του μία διαφήμιση που υπόσχεται εύκολο χρήμα, γρήγορα κέρδη ή επένδυση χωρίς ρίσκο, δεν πρόκειται μόνο για μια μεμονωμένη απειλή αλλά για τμήμα ενός συστήματος που παράγει έσοδα από την αδύναμη κρίση.
Η Meta, ως γίγαντας της διαφήμισης, έχει βρεθεί στη μέση αυτού του οικοσυστήματος – ενώ δηλώνει πως «δεν θέλει scams στις πλατφόρμες της», τα ίδια έγγραφα δείχνουν πως τακτικά τα ανεχόταν, τα χαρακτήριζε «χαμηλής σοβαρότητας», και υπολόγιζε πόσο μπορεί να χάσει πριν ενεργήσει. Η επόμενη φορά που θα δείτε «χρυσές ευκαιρίες για επενδύσεις» στη ροή σας, αξίζει να αναρωτηθείτε: ποιος πληρώνει, γιατί, και πόσα κερδίζει.