Ποιος ο ρόλος της μουσικής στα ακροδεξιά κινήματα μίσους (βίντεο)

Το μακελειό σε συνάθροιση πιστών Σιχ στο Ουισκόνσιν που είχε ως αποτέλεσμα τη δολοφονία έξι ανθρώπων από ακραίο Αμερικανό ρατσιστή ήρθε σε μία εποχή όπου τα ακροδεξιά, νεοναζιστικά κινήματα ανά τον κόσμο γνωρίζουν ιδιαίτερη άνθιση, υποβοηθούμενα από παράπλευρους πολιτισμικούς διαύλους με κυριότερο την underground μουσική σκηνή.

Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για ένα είδος σκληροπυρηνικής πανκ-μέταλ μουσικής, η οποία έχει γίνει γνωστή με τον όρο «hatecore» (από τη λέξη «hate» που σημαίνει «μίσος» και τη λέξη «core» που σημαίνει «πυρήνας» και παραπέμπει υφολογικά στα μετα-πανκ hardcore υβρίδια των τελών της δεκαετίας του 1970 και του 1980) και η οποία χρησιμεύει ως πολιτισμικό μέσο προσηλυτισμού και συστράτευσης των νέων σε ρατσιστικές ομάδες μίσους.

Ενεργό μέλος αυτής της μουσικής σκηνής ήταν και ο δολοφόνος των έξι Ινδών στο Ναό Σιχ, ο Ουέιντ Πέιτζ, ο οποίος είχε παίξει κιθάρα και μπάσο σε διάφορες μπάντες κηρύσσοντας το ευαγγέλιο του μίσους.

Αυτό που έχει βεβαίως ενδιαφέρον και αξίζει να σημειωθεί είναι ότι το ναζιστικό ροκ και τα παρακλάδια του, τα οποία εκτείνονται σε όλο το φάσμα της πανκ ροκ και της μέταλ μουσικής (thrash, death, black κ.ο.κ.), προέκυψαν ως απόφυση μιας μουσικής σκηνής που μόνο ρατσιστικό ή νεοναζιστικό πρόσημο δεν είχε.

Το πανκ, όπως αυτό γεννήθηκε παράλληλα στη Νέα Υόρκη (με τους Ramones, τους Stooges, τους MC 5, την Patti Smith κτλ) και στο Λονδίνο (με τους Clash, τους Damned, τους Buzzcocks, τους Sex Pistols κτλ), προερχόταν απευθείας από το rock 'n' roll και τις garage εκδοχές του, φέροντας τόσο ιδεολογικά όσο και αισθητικά ένα φορτίο που στρεφόταν ενάντια σε κάθε μορφή απολυταρχισμού, ρατσισμού ή άλλου συγγενούς φαινομένου.

Ακόμη και όταν οι γνήσιοι πανκς χρησιμοποιούσαν στοιχεία της ναζιστικής αισθητικής, το έκαναν με μία αντιδραστική διάθεση θεατρινίστικης παρωδίας. Ως γνωστόν, όμως, οι πολιτισμικές φόρμες είναι κενά δοχεία, και επειδή ακριβώς είναι κενά δοχεία, επιδέχονται πολλαπλά ιδεολογικά περιεχόμενα. Αρκεί κανείς να αλλάξει τους στίχους και από εκεί που βρίζει τους φασίστες να βρεθεί να εξυμνεί το Χίτλερ και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Και ιδού η γέννηση ενός νέου μουσικού ύφους και ενός νέου κινήματος – ή το αντίστροφο.

Το ίδιο συνέβη και κατά τη δεκαετία του 1980 στην Αμερική και ιδιαίτερα στην Καλιφόρνια και στο ανήσυχο, «αριστερό» Σαν Φρανσίσκο με προεξάρχοντες τους Dead Kennedys, ακολουθούμενους από τους αφρικανικής καταγωγής Bad Brains, τους Black Flag, τους Social Distortion, τους Fugazi, τους Circle Jerks, τους Minor Threat, τους Minutemen και μιας πλειάδα άλλων Do-it-yourself αναρχο-αριστερών συγκροτημάτων, που προήγαγαν ιδεολογικά και αισθητικά την ανοχή, την πολυπολιτισμικότητα και την αντίδραση στην Αμερικανική παρεμβατικότητα, με όπλα τη σάτιρα, αλλά και την έμπρακτη πολιτικο-κοινωνική δράση (οι συναυλίες των Dead Kennedys αποτελούσαν πολιτικά συμβάντα που κατέληγαν σχεδόν πάντα σε συγκρούσεις με την αστυνομία ή με φασιστικά στοιχεία).

Ήταν ζήτημα χρόνου, όμως, όλοι αυτοί οι μετα-χίπις πολιτικά ευαισθητοποιημένοι και με όρεξη για δράση στο πεζοδρόμιο πανκ ακτιβιστές να δουν να αναπτύσσεται παράλληλα και ένα άλλο κίνημα μικρότερο σε όγκο και έκταση, το οποίο στρεφόταν στιχουργικά και πρακτικά κατά πάντων: Εβραίων, μαύρων, ομοφυλόφιλων, μεταναστών.

Ο πόλεμος είχε ξεκινήσει. Το σύνθημα το είχε δώσει ο J. Biafra με τους Dead Kennedys και τον αντιφασιστικό ύμνο τους: «Nazi punks fuck off...».

Το 1999, το κίνημα της Εθνικής Συμμαχίας (National Alliance), θεμελιωτής του οποίου υπήρξε ο Ουίλιαμ Πιρς, συγγραφέας του ρατσιστικού μυθιστορήματος με τίτλο The Turner diaries, αγόρασε την Resistance Records, τη μεγαλύτερη δισκογραφική εταιρεία white power μουσικής, γεγονός που ενίσχυσε τον ολοένα διογκούμενο ρόλο της μουσικής στον προσηλυτισμό νέων πιστών, αλλά και σήμανε την οικονομική ενδυνάμωση του κινήματος, καθώς η προώθηση μουσικών συγκροτημάτων ανάλογου ύφους αποτέλεσε τη σημαντικότερη πηγή εσόδων του.

End apathy... Βάλε τέλος στην απάθεια. Αυτό ήταν το όνομα του τελευταίου συγκροτήματος στο οποίο συμμετείχε ο Ουέιντ Πέιτζ – κάτι που ο ίδιος το έπραξε!

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ