Τριψήφιος είναι πλέον ο αριθμός των Γάλλων ερευνητών που εργάζονται πάνω στην «κλοπή του αιώνα» στο Λούβρο, αφού μετά από 12 ημέρες και επτά συλλήψεις, τα πολύτιμα κοσμήματα παραμένουν άφαντα.
Η έρευνα για την κλοπή στο Λούβρο επιταχύνεται. Περίπου εκατό ερευνητές έχουν κινητοποιηθεί για να αποσπάσουν ό, τι πληροφορίες μπορούν από τους επτά συλληφθέντες, μήπως και καταστεί εφικτό να εντοπιστούν τα κοσμήματα που κλάπηκαν, η οικονομική αξία των οποίων έχει υπολογιστεί από το μουσείο στα 88 εκατ. ευρώ. Η συμβολική-ιστορική τους αξία εξάλλου, θεωρείται ανεκτίμητη.
Μετά τις δύο πρώτες συλλήψεις του Σαββάτου, ακολούθησαν οι πέντε νέες την Τετάρτη. Οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι τρεις από τους επτά που κρατούνται ήταν στην ομάδα των τεσσάρων ατόμων που φάνηκαν στο οπτικό υλικό να συμμετέχουν στην αστραπιαία επιχείρηση της 19ης Οκτωβρίου.
Ανάμεσα στους δράστες οι δύο πρώτοι συλληφθέντες αλλά δύσκολο να οργάνωσαν εκείνοι το έγκλημα
Τα δύο άτομα που συνελήφθησαν το βράδυ του Σαββάτου - ο ένας στο αεροδρόμιο Σαρλ ντε Γκολ και ο άλλος στο προάστιο του Σεν Ντενί - είναι ηλικίας 34 και 39 ετών αντίστοιχα. Την Τετάρτη τους απαγγέλθηκαν επίσημα κατηγορίες για «οργανωμένη κλοπή και συνωμοσία για διάπραξη εγκλήματος» και παραμένουν προφυλακιστέοι.
Η εισαγγελέας του Παρισιού, Λορ Μπεκό δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου πως οι δύο άνδρες, έχουν «μερικώς ομολογήσει τα γεγονότα». «Έκαναν δηλώσεις που, τόσο από την οπτική γωνία των ανακριτών όσο και των εισαγγελέων, θεωρούμε ελάχιστες σε σύγκριση με αυτό που φαίνεται να καταδεικνύει ο φάκελος της υπόθεσης», εξήγησε η δικαστής στο ραδιόφωνο RTL την Πέμπτη.
Το DNA του ενός βρέθηκε σε μία από τις σπασμένες προθήκες του μουσείου καθώς και σε ορισμένα από τα αντικείμενα που οι κακοποιοί άφησαν πίσω τους στο Λούβρο. Ίχνη DNA του δεύτερου άνδρα βρέθηκαν σε ένα από τα σκούτερ που χρησιμοποιήθηκαν για να δραπετεύσουν μετά τη ληστεία.
Ο 34χρονος που συνελήφθη στο αεροδρόμιο, λίγο πριν πετάξει για την Αλγερία «χωρίς εισιτήριο επιστροφής», είναι ήδη γνωστός στην αστυνομία και τις δικαστικές αρχές για αδικήματα που σχετίζονται κυρίως με παραβάσεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και μία κατηγορία κλοπής. Ο 39χρονος είναι οδηγός ταξί χωρίς άδεια είναι γνωστός για διακεκριμένες κλοπές.
Μια νέα μορφή οργανωμένου εγκλήματος
«Αν αναλύσουμε το ποινικό τους μητρώο, δεν μπορούμε να πούμε πως βρίσκονται στις πάνω θέσεις του οργανωμένου εγκλήματος», υποστήριξε η Λορ Μπεκό για τους δύο πρώτους συλληφθέντες.
Η δικαστής τόνισε την ανάγκη να ξεπεράσουμε «την εικόνα του οργανωμένου εγκλήματος ως μια επιχείρηση τύπου μαφίας, με ένα αφεντικό και μια ολόκληρη σειρά από ομάδες που περιστρέφονται γύρω του επειδή είναι γνωστοί». Πρόσθεσε ότι το οργανωμένο έγκλημα μπορεί επίσης να τροφοδοτηθεί με «άτομα που στρατολογούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, χωρίς ποινικό μητρώο», τα οποία είναι ικανά να διαπράξουν σοβαρά εγκλήματα για 'ποσά που μας εκπλήσσουν', εννοώντας πενιχρά ποσά.
Γιατί οι συλλήψεις της Τετάρτης είναι «4+1»
Στη δεύτερη φουρνιά των συλλήψεων, πέντε άτομα προσήχθησαν. Ο ένας μάλιστα θεωρείται ένας από τους τέσσερις «κομάντο» που φαίνονται στο οπτικό υλικό. Συνεπώς μαζί με τους δύο του Σαββάτου, οι αρχές θεωρούν πως έχουν στα χέρια τους τρεις από τους τέσσερις βασικούς εκτελεστές του σχεδίου.
Τέσσερις από τις πέντε συλλήψεις έγιναν κοντά στο στάδιο Ζαν Μπουάν, πριν από τον ποδοσφαιρικό αγώνα μεταξύ Παρί και Λυών. Αστυνομικοί με πολιτικά πραγματοποίησαν τις συλλήψεις γύρω στις 8:30 μ.μ.
Ένας από τους πέντε άνδρες που συνελήφθησαν «ήταν πράγματι ένας από τους στόχους των ερευνητών. Τον είχαμε στο στόχαστρο», δήλωσε η εισαγγελέας του Παρισιού. «Υπάρχουν στοιχεία DNA που τον συνδέουν, από την πλευρά μας, με τη ληστεία που διαπράχθηκε».
Οι άλλοι τέσσερις προσδιορίζονται ως περιφερειακές συλλήψεις. Δεν συνδέονται απαραίτητα με τα γεγονότα, αλλά μπορούν να βοηθήσουν στην προώθηση της έρευνας. «Πρόκειται για άτομα που ίσως είναι σε θέση να μας παράσχουν πληροφορίες σχετικά με το πώς εξελίχθηκαν αυτά τα γεγονότα», εξήγησε η Λορ Μπεκό, χωρίς να επεκταθεί σχετικά με το προφίλ τους.
Διευκρίνισε επίσης ότι αυτές οι πέντε νέες συλλήψεις «δεν συνδέονται με τις καταθέσεις» των δύο πρώτων ανδρών που συνελήφθησαν, αλλά «με άλλα στοιχεία της υπόθεσης».
Μία έρευνα σαν τον «μίτο της Αριάδνης»
«Θα έλεγα ότι, όπως κάθε έρευνα, είναι λίγο σαν να ακολουθείς τον μίτο της Αριάδνης. Καθώς προχωρούν οι ανακρίσεις, συλλέγονται τα στοιχεία και ανακαλύπτονται στοιχεία στον τόπο του εγκλήματος, η έρευνα προχωρά», εξήγησε η Μπεκό στο ραδιόφωνο RTL.
Καταλυτικής σημασίας έχουν αποδειχθεί έως τώρα τα δείγματα DNA που βρέθηκαν στον τόπο της κλοπής. Από τις αρχές ελήφθησαν περισσότερα από 150 δείγματα. Ελέγχονται επίσης τα πλάνα από τις κάμερες ασφαλείας, καθώς και τα τηλέφωνα και άλλα αντικείμενα που ανακαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια των διαφόρων ερευνών. Οι ειδικοί στον τομέα του κυβερνοεγκλήματος έχουν την ικανότητα να αναλύουν κρυπτογραφημένες τηλεφωνικές επικοινωνίες.
Σε αυτό το στάδιο, η έρευνα «δεν μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι οι δράστες είχαν συνεργούς εντός του μουσείου», είπε η εισαγγελέας.
Παράλληλα, το Κεντρικό Γραφείο για την Καταπολέμηση της Εμπορίας Πολιτιστικών Αγαθών (OCBC) διερευνά τόσο την νόμιμη αγορά έργων τέχνης όσο και «μια σειρά από παράλληλες αγορές», καθώς είναι απίθανο τα κλεμμένα κοσμήματα να βρεθούν στη νόμιμη αγορά.
Η εισαγγελέας «καλοπιάνει» τους κατόχους των κοσμημάτων
Παρά την πρόοδο - όπως προκύπτει τουλάχιστον - στο επίπεδο της σύλληψης των φυσικών αυτουργών της κλοπής, τα οκτώ κλεμμένα κοσμήματα του γαλλικού στέμματος δεν έχουν ακόμη ανακτηθεί. Οι έρευνες που διεξήχθησαν το βράδυ και τη νύχτα της Τετάρτης «δεν μας επέτρεψαν να ανακτήσουμε τα κλοπιμαία από αυτή τη διάρρηξη», δήλωσε η εισαγγελέας του Παρισιού.
Την Πέμπτη, επανέλαβε την έκκλησή της για την επιστροφή των κλεμμένων κοσμημάτων, απευθυνόμενη σε όποιον κατέχει τώρα τα κλοπιμαία. «Θέλω να πω σε όσους μπορεί να τα έχουν στην κατοχή τους σήμερα ότι η δικαιοσύνη θα λάβει υπόψη το γεγονός ότι αυτή η διάρρηξη δεν προκάλεσε καμία σωματική βλάβη», δήλωσε. «Η συνεργασία στην έρευνα προφανώς θα ληφθεί υπόψη κατά τον καθορισμό της ποινής», πρόσθεσε η ίδια.
Μεταξύ των υποθέσεων των ανακριτών είναι «ότι αυτά τα κοσμήματα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για ξέπλυμα χρήματος ή ακόμα και για συναλλαγές εντός του οργανωμένου εγκλήματος». Η δικαστής υπενθύμισε στο κοινό ότι όποιος εμπλέκεται στην πώληση ή την αγορά αυτών των κοσμημάτων θα είναι «ένοχος παραλαβής κλεμμένων αγαθών».
