Η αυξανόμενη παγκόσμια θερμοκρασία σκοτώνει πλέον έναν άνθρωπο το λεπτό σε όλο τον πλανήτη, σύμφωνα με μια νέα σημαντική έκθεση σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στην υγεία.
Σύμφωνα με την τελευταία έκδοση της ετήσιας έκθεσης της επιθεώρησης Lancet για την κλιματική κρίση και την υγεία οι υψηλές θερμοκρασίες σκοτώνουν σχεδόν 550.000 ανθρώπους σε όλο τον κόσμο κάθε χρόνο, μέρος ενός απολογισμού θανάτων από καύσωνα που έχει αυξηθεί κατά περισσότερο από 20% σε πληθυσμιακή βάση από τη δεκαετία του 1990.
«Αυτός είναι περίπου ένας θάνατος που σχετίζεται με τη ζέστη κάθε λεπτό καθ' όλη τη διάρκεια του έτους», λέει ο Όλι Τζέι, ειδικός σε θέματα ζέστης και υγείας στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ και εκ των βασικών συντακτών της νέας έκθεσης.
Είναι η πρώτη χρονιά που η ιατρική επιθεώρηση αναφέρει τον συνολικό αριθμό των θανάτων που σχετίζονται με τη ζέστη ανά την υφήλιο, τον οποίο υπολόγισε μέσω πρόσφατων εξελίξεων στις μεθόδους εκτίμησης των θανάτων που σχετίζονται με τη ζέστη και καλύτερης πρόσβασης σε λεπτομερή δεδομένα θανάτων σε διάφορες χώρες. (Το Lancet έχει προηγουμένως δημοσιοποιήσει ποσοστιαίες αυξήσεις σε αυτούς τους θανάτους.)
Η κλιματική κρίση επιτείνει τους φονικούς καύσωνες
Τα νέα στοιχεία βλέπουν το φως της δημοσιότητας σε μια χρονιά με θερμοκρασίες-ρεκόρ σε όλο τον κόσμο. Στην Ευρώπη κάτοικοι και τουρίστες υπέφεραν από καύσωνες κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, ενώ μέρη της Ασίας και των ΗΠΑ επλήγησαν επίσης από ακραία ζέστη καθώς επιτείνεται η κλιματική κρίση.
Η έκθεση - η ένατη του Lancet - αντικατοπτρίζει την εργασία 128 ερευνητών παγκοσμίως και από 71 οργανισμούς. Διαπίστωσαν ότι οι περισσότερες ημέρες με συνθήκες καύσωνα που βίωσαν άνθρωποι σε όλο τον κόσμο τα τελευταία πέντε χρόνια δεν θα είχαν συμβεί χωρίς την κλιματική κρίση.
Επιπτώσεις και στην οικονομία
Οι θερμότερες συνθήκες έχουν αντίκτυπο όχι μόνο στην ανθρώπινη υγεία αλλά και στην οικονομία.
Η απώλεια παραγωγικότητας της εργασίας που σχετίζεται με τη ζέστη προκάλεσε απώλειες εισοδήματος ύψους περίπου ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων το 2024, που ισοδυναμούν με σχεδόν το 1% του παγκόσμιου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Ο ύπνος που χάθηκε τη νύχτα λόγω των υψηλών θερμοκρασιών αυξήθηκε επίσης κατά ένα ποσοστό-ρεκόρ 9% το 2024, σύμφωνα με την έκθεση.
Σύμφωνα με τον Όλι Τζέι οι επιστήμονες φοβούνται ότι ορισμένες περιοχές του πλανήτη πλησιάζουν στα λεγόμενα φυσιολογικά σημεία καμπής, όταν ο καιρός είναι τόσο ζεστός και υγρός που οι άνθρωποι δεν μπορούν πλέον να επιβιώσουν.
Την ανησυχία αυτή επιτείνουν η επιτάχυνση της κλιματικής κρίσης καθώς και νέα στοιχεία που δείχνουν ότι σοβαροί κίνδυνοι μπορεί να ξεκινήσουν σε ψυχρότερες και ξηρότερες συνθήκες από ό,τι πιστεύαμε προηγουμένως, πρόσθεσε. Στη Λατινική Αμερική, επί παραδείγματι, οι θάνατοι που σχετίζονται με τη ζέστη έχουν υπερδιπλασιαστεί από το 2000, με περίπου 13.000 τέτοιους θανάτους να συμβαίνουν ετησίως, σύμφωνα με έκθεση του Lancet που επικεντρώνεται στην περιοχή και η οποία δημοσιεύθηκε επίσης την Τρίτη. «Ενδεχομένως φτάνουμε σε αυτά τα όρια σε διάφορα μέρη του κόσμου με ανησυχητικό ρυθμό ή τα πλησιάζουμε», λέει ο Τζέι. «Είναι κάτι που χρειάζεται επείγουσα δράση».
Άλλες κλιματικές απειλές
Οι επιστήμονες που συνέταξαν τη μελέτη παρακολούθησαν μια ποικιλία δεικτών για να αξιολογήσουν τις απειλές για την υγεία που προκύπτουν από την κλιματική κρίση, εξετάζοντας τη θερμότητα και άλλους ακραίους καιρικούς κινδύνους για την υγεία, μαζί με την επίδραση του μεταβαλλόμενου κλίματος στη μετάδοση μολυσματικών ασθενειών.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους δείκτες που επικεντρώνονται στην υγεία έχουν φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ από τότε που άρχισαν να τους παρακολουθούν. Η έκθεση σε μικροσκοπικά σωματίδια που απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα από πυρκαγιές, επί παραδείγματι, εκτινάχθηκε στο υψηλότερο σημείο της το 2024, οδηγώντας σε περισσότερους από 150.000 θανάτους παγκοσμίως - περισσότερους από ποτέ.
Στο μεταξύ η τροπική ασθένεια δάγκειος πυρετός, που μεταδίδεται από κουνούπια, έχει δει το παγκόσμιο μέσο δυναμικό μετάδοσής της να αυξάνεται σχεδόν κατά το ήμισυ από τη δεκαετία του 1950, καθώς οι θερμότερες και υγρότερες συνθήκες επιτρέπουν στα έντομα να εξαπλώνονται και να επιβιώνουν σε περισσότερα μέρη.
Υπήρξαν μερικά πιο ελπιδοφόρα ευρήματα, συμπεριλαμβανομένου του ότι η παγκόσμια έκθεση σε έναν τύπο ρύπανσης από ορυκτά καύσιμα έχει μειωθεί σχεδόν κατά 20% τα τελευταία 15 χρόνια, καθώς πολλά ανεπτυγμένα έθνη καίνε λιγότερο άνθρακα. Ωστόσο, συνολικά, τα ευρήματα παρουσιάζουν μια εικόνα που είναι «πολύ ζοφερή», δήλωσε η Μαρίνα Ρομανέλο, εκτελεστική διευθύντρια της πρωτοβουλίας Lancet που συνέταξε την έκθεση. «Είμαστε πραγματικά, πραγματικά ανήσυχοι από επιστημονικής άποψης, επειδή έχουμε τα δεδομένα και δεν υπάρχει αμφιβολία για το πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση», πρόσθεσε.