Ο πρίγκιπας Άντριου αποστερήθηκε όλων των τίτλων του μετά τη δημοσίευση των σοκαριστικών απομνημονευμάτων της Βιρτζίνια Τζιούφρε.
Η απόφαση του βασιλιά να αφαιρέσει από τον αδελφό του τους τίτλους του πρίγκιπα, του δούκα του Γιορκ και το προνόμιο του «Αυτού Μεγαλειότης» σηματοδοτεί το τέλος της δημόσιας ζωής του Άντριου και τη μετατροπή του σε έναν... κοινό θνητό.
Η δραματική αυτή εξέλιξη ήρθε μετά την κυκλοφορία του βιβλίου της Τζιούφρε, το οποίο ρίχνει φως σε σκοτεινά κεφάλαια της ζωής του πρίγκιπα και επαναφέρει στο προσκήνιο τη φιλία του με τον διαβόητο παιδεραστή Τζέφρι Έπσταϊν. Παρόλο που ο Άντριου αρνείται κατηγορηματικά οποιαδήποτε εμπλοκή ή παράνομη πράξη, το Παλάτι του Μπάκιγχαμ φέρεται να θεώρησε ότι υπήρξαν «σοβαρές παραλείψεις κρίσης» εκ μέρους του, οδηγώντας στην τελική ρήξη.
Η Τζιούφρε ήταν 16 ετών όταν μπήκε στο «δίκτυο Έπσταϊν»
Η Βιρτζίνια Τζιούφρε ήταν μόλις 16 ετών όταν η ζωή της άλλαξε για πάντα. Εργαζόταν ως υπάλληλος στο θέρετρο Μαρ α Λάγκο του Ντόναλντ Τραμπ, όταν η Γκισλέιν Μάξγουελ -στενή συνεργάτιδα και ερωμένη του Έπσταϊν- την προσέγγισε με το πρόσχημα της εκπαίδευσης ως μασέρ. Η αλήθεια, όμως, ήταν πολύ πιο ζοφερή, καθώς η Τζιούφρε επρόκειτο να ενταχθεί στο σκοτεινό δίκτυο εκμετάλλευσης του Έπσταϊν, που στόχευε ευάλωτα κορίτσια και τα προωθούσε σε ισχυρούς άνδρες.
Στα απομνημονεύματά της η Τζιούφρε περιγράφει μια από τις πιο γνωστές -και φωτογραφικά τεκμηριωμένες- στιγμές της υπόθεσης. Πρόκειται για τη βραδιά του Μαρτίου του 2001 στο σπίτι της Μάξγουελ στο Μπελγκράβια του Λονδίνου, όπου φωτογραφήθηκε με τον πρίγκιπα Άντριου να έχει το χέρι του γύρω από τη μέση της. Όπως γράφει, η Μάξγουελ ζήτησε από τον Άντριου να μαντέψει την ηλικία της, και εκείνος απάντησε σωστά: «Είσαι 17». «Οι κόρες μου είναι λίγο μικρότερες από εσένα», φέρεται να πρόσθεσε.
Αργότερα εκείνο το βράδυ, η Τζιούφρε θυμάται πως ο Άντριου την κέρασε ποτά σε νυχτερινό κέντρο του Λονδίνου. Εκεί, όπως περιγράφει, «χορέψαμε αδέξια κι εκείνος ίδρωνε αφάνταστα». Στη διαδρομή προς το σπίτι, η Μάξγουελ τής έδωσε σαφείς οδηγίες «να κάνει για τον Άντι ό,τι κάνει και για τον Τζέφρι».
Ο πρίγκιπας τα αρνήθηκε όλα
Η κοινή γνώμη στράφηκε εναντίον του Άντριου τον Νοέμβριο του 2019, όταν ο πρίγκιπας έδωσε μια καταστροφική συνέντευξη στο Newsnight του BBC. Εκεί, αρνήθηκε ότι είχε γνωρίσει ποτέ την Τζιούφρε, ισχυριζόμενος πως δεν θυμάται τη φωτογραφία που τον ενοχοποιούσε και συγκεκριμένα ότι «δεν θυμάται να έχει συναντήσει ποτέ αυτή την κυρία».
Σε μια προσπάθεια να απορρίψει τις καταγγελίες, υποστήριξε ότι δεν θα μπορούσε να είχε «ιδρώσει» εκείνο το βράδυ -όπως αναφέρονταν στα απομνημονεύματα- επειδή είχε μια «ιδιόμορφη ιατρική πάθηση» που τον εμπόδιζε να ιδρώσει, αποτέλεσμα, όπως είπε, μιας «υπερβολικής δόσης αδρεναλίνης» κατά τον Πόλεμο των Φώκλαντ.
Σε αυτή τη συνέντευξη, ο Άντριου παραδέχθηκε ότι η απόφασή του να μείνει στο σπίτι του Έπσταϊν στη Νέα Υόρκη τον Δεκέμβριο του 2010 -μήνες μετά την αποφυλάκιση του Έπσταϊν για προσέλκυση και εκπόρνευση ανηλίκων- ήταν «λάθος». Ωστόσο, ο πρίγκιπας ισχυρίστηκε ότι η απόφασή του «πιθανώς επηρεάστηκε από την τάση του να είναι υπερβολικά έντιμος».
«Το σεξ ως κληρονομικό δικαίωμα»
Στο βιβλίο της, η Τζιούφρε περιγράφει τον Άντριου ως «ευγενικό, αλλά με αίσθηση δικαιώματος», έναν άνδρα που «πίστευε πως το να κάνει σεξ μαζί μου ήταν δικαίωμα που του αναλογούσε εκ γενετής». Αναφέρει τρεις περιπτώσεις στις οποίες εξαναγκάστηκε να συνευρεθεί μαζί του: στο Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη και στις Παρθένες Νήσους.
Κατά τη διάρκεια των επόμενων δύο ετών, η Τζιούφρε ανασύρει από τη μνήμη της μια αλυσίδα ονομάτων και γεγονότων όπου ισχυροί άνδρες, πολιτικοί, ακαδημαϊκοί, μοντέλα, όλοι μέρος ενός συστήματος εκμετάλλευσης και συγκάλυψης προχωρούσαν στις αποτρόπαιες πράξεις. Μεταξύ αυτών, ο πρίγκιπας Άντριου, ο Γάλλος ατζέντης μοντέλων Ζαν-Λικ Μπρουνέλ, ένας διακεκριμένος καθηγητής Ψυχολογίας, ένας Αμερικανός γερουσιαστής κ.ά.
Μετά τη δημοσίευση των απομνημονευμάτων, ο βασιλιάς Κάρολος δεν είχε άλλη επιλογή. Σύμφωνα με πηγές του Παλατιού, θεώρησε ότι η διατήρηση των τίτλων του Άντριου θα αμαύρωνε ανεπανόρθωτα τη μοναρχία.
Η δικαίωση
Η έκδοση του βιβλίου της Τζιούφρε μετά τον θάνατό της προκάλεσε συγκίνηση και συζήτηση. Πολλοί αναρωτήθηκαν αν αυτό ήταν το τέλος που η ίδια θα ήθελε. Όμως, η απάντηση υπήρχε ήδη στο τελευταίο e-mail που έστειλε στη συγγραφική της ομάδα:
«Είναι ειλικρινής επιθυμία μου να εκδοθεί αυτό το έργο ανεξάρτητα από τις συνθήκες. Το περιεχόμενο αυτού του βιβλίου είναι κρίσιμο - θέλω να ρίξω φως στις συστημικές αδυναμίες που επιτρέπουν την εμπορία ευάλωτων ανθρώπων».
Η υγεία της είχε επιδεινωθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια. «Από την αρχή», γράφει, «με προετοίμασαν να γίνω συνεργός στην ίδια μου την καταστροφή. Από όλα τα τραύματα που υπέστην, αυτή η αναγκαστική συνενοχή ήταν το πιο καταστροφικό».
Πριν πεθάνει, υποσχέθηκε στον σύζυγο και στα παιδιά της πως θα συνέχιζε να παλεύει για να αποδείξει ότι η ζωή της είχε νόημα. Ο στόχος της ήταν να αποκαλυφθεί η αλήθεια, να λογοδοτήσουν οι θύτες και να διασφαλιστεί ότι καμία άλλη ανήλικη δεν θα ζήσει τον ίδιο εφιάλτη.
Η δήλωση της οικογένειάς της
Η οικογένεια της Τζιούφρε χαιρέτισε την απόφαση, λέγοντας ότι «συνέτριψε έναν Βρετανό πρίγκιπα με την αλήθεια και το εξαιρετικό θάρρος της».
Η ίδια οικογένεια δήλωσε πως «ποτέ δεν σταμάτησε να αγωνίζεται για να αποδοθούν ευθύνες για ό,τι συνέβη σε αυτήν και σε αμέτρητες άλλες όπως αυτή».
«Σήμερα, κηρύσσει τη νίκη της. Εμείς, η οικογένειά της, μαζί με τις αδελφές της που επέζησαν, συνεχίζουμε τον αγώνα της Βιρτζίνια και δεν θα ησυχάσουμε μέχρι να λογοδοτήσουν όλοι οι θύτες και οι συνεργοί της, που συνδέονται με τον Τζέφρι Έπσταϊν και την Γκισλέιν Μάξγουελ» κατέληξε.
