Σε δύσκολη θέση βρίσκεται η Δανή πρωθυπουργός Μέτε Φρεντέρικσεν, αφού είναι πιθανό το κόμμα της να χάσει το προπύργιό της, την Κοπεγχάγη.
Όπως γράφει το Politico, οι σοσιαλδημοκράτες ελέγχουν τη δημοτική αρχή της Κοπεγχάγης από το μακρινό 1903, δηλαδή 122 χρόνια πριν. Από τη δεκαετία του 90, προχώρησαν σε ενέργειες που μετέτρεψαν την πρωτεύουσα της Δανίας από ένα βρώμικο λιμάνι σε μια πόλη-κόσμημα που προσελκύει επενδύσεις. Κι όμως, τώρα φαίνεται πως δεν απαντούν στα τρέχοντα προβλήματα των κατοίκων της.
Σήμερα Τρίτη οι Δανοί ψήφισαν για τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν ότι το πιο πιθανό αποτέλεσμα είναι μια ήττα για τον υποψήφιο του κόμματος, έναν πρώην υπουργό της κυβέρνησης που θεωρείται επιλογή της πρωθυπουργού Φρεντέρικσεν.
Το κόστος ζωής ανεβαίνει και «ρίχνει» τους σοσιαλδημοκράτες
Μεταξύ των λόγων που επικαλούνται οι αναλυτές είναι η δυσαρέσκεια των πολιτών της Κοπεγχάγης για το όλο και υψηλότερο κόστος ζωής, ειδικά όσον αφορά στην στέγαση. Η έλευση ξένων επενδυτών ανέβασε δυσανάλογα τις τιμές και αυτό φαίνεται να έχει επίπτωση στο άλλοτε προνομιακό τους ακροατήριο, την εργατική τάξη της πόλης.
«Οι Σοσιαλδημοκράτες μπορούν να αναλάβουν τα εύσημα για τη μετατροπή της Κοπεγχάγης από μια πόλη χωρίς επενδύσεις σε μια παγκόσμια πόλη-πρότυπο με αποτελεσματικές υποδομές, ισχυρά εκπαιδευτικά ιδρύματα, χώρους πρασίνου, κολύμπι στο λιμάνι, μια εντυπωσιακή γαστρονομική σκηνή και υψηλό επίπεδο ασφάλειας», δήλωσε στο Politico ο κοινωνιολόγος και πολιτικός αναλυτής Κάρστεν Μάι.
Ωστόσο η ζωή πολλών έχει δυσκολέψει. «Η τιμή ενός μέσου ιδιόκτητου διαμερίσματος 80 τετραγωνικών μέτρων έχει αυξηθεί κατά 20% τον τελευταίο χρόνο και κατά 29% τα τελευταία τέσσερα χρόνια», δήλωσε η Λιζ Νιτοφτ Μπέργκμαν, επικεφαλής οικονομολόγος στέγασης στην Nordea Credit. «Οι απότομες αυξήσεις των τιμών έχουν καταστήσει σημαντικά πιο δύσκολο για τους νέους, τους άγαμους και τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος να βρουν στέγη στην Κοπεγχάγη».
Παραδοσιακοί ψηφοφόροι της κεντροαριστεράς χρεώνουν επίσης στην Φρεντέρικσεν ότι με στόχο την συγκράτηση ψήφων που «κοίταζαν» ακροδεξιά, εφάρμοσε σκληρή μεταναστευτική πολιτική που δεν αρμόζει στις αρχές της σοσιαλδημοκρατίας.
«Αυτός ήταν ένας κυνικός στρατηγικός ελιγμός για να αποφευχθεί η απώλεια ψηφοφόρων προς την άκρα δεξιά, αλλά φαίνεται, με βάση τις δημοσκοπήσεις, ότι το μόνο που έκαναν ήταν να παρακινήσουν τους δικούς τους ψηφοφόρους να ενταχθούν στην άκρα δεξιά αντί να παραμείνουν με τους Σοσιαλδημοκράτες», δήλωσε η υποψήφια δήμαρχος του πράσινου κόμματος, Κάρολιν Λίνγκαρντ.
Ρόλο επίσης στην απογοήτευση των ψηφοφόρων ενδέχεται να έχει παίξει και η αποχώρηση του επί χρόνια δημάρχου της πόλης, Φρανκ Γένσεν το 2020, ο οποίος παραιτήθηκε μετά από καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση.