Υπάρχουν έργα που δεν μεταμορφώνουν απλώς μια περιοχή, αλλά επανακαθορίζουν τις δυνατότητες μιας ολόκληρης χώρας. Το Ελληνικό ανήκει σε αυτή την κατηγορία.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αστική ανάπλαση στην Ευρώπη, ένα εγχείρημα που εξελίσσεται με σταθερούς ρυθμούς και μετρήσιμα αποτελέσματα τόσο στην αγορά ακινήτων όσο και στη διεθνή εικόνα της Αθήνας.
Το 93% των κατοικιών που διατίθενται στην αγορά είναι είτε πουλημένες είτε δεσμευμένες
Σε σχεδόν τρία χρόνια από την έναρξη των εργασιών, η πρώτη φάση του έργου έχει ήδη αποδώσει εντυπωσιακά αποτελέσματα. Πάνω από 17.000 ενδιαφερόμενοι από 110 χώρες έχουν επενδύσει ή εκδηλώσει ενδιαφέρον για αγορά κατοικίας, ενώ το 93% των κατοικιών που διατίθενται στην αγορά είναι είτε πουλημένες είτε δεσμευμένες. Τα στοιχεία αυτά τοποθετούν το Ελληνικό ανάμεσα στα πλέον επιτυχημένα πρότζεκτ αστικής ανάπτυξης στην ευρωπαϊκή αγορά, προσδίδοντάς του έναν έντονα διεθνή χαρακτήρα.
Από ποιες χώρες είναι οι αγοραστές κατοικιών
Αρχικά, η δυναμική ζήτηση προήλθε κυρίως από Έλληνες αγοραστές, μόνιμους κατοίκους, αλλά και Έλληνες του εξωτερικού που είδαν στο έργο την ευκαιρία για μια επένδυση με σταθερή αξία. Στη συνέχεια, όμως, το ενδιαφέρον επεκτάθηκε σε παγκόσμια κλίμακα.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, 65% των αγοραστών προέρχονται από την Ευρώπη, 15% από τις Ηνωμένες Πολιτείες και 12% από τη Μέση Ανατολή, ενώ καταγράφεται αυξανόμενη παρουσία από τη Βρετανία, την Αυστραλία, τον Καναδά και την Ελβετία.
Η γεωγραφική αυτή διασπορά αποτυπώνει τη στροφή της διεθνούς αγοράς προς έργα που συνδυάζουν τοποθεσία, ποιότητα ζωής και περιβαλλοντική υπευθυνότητα. Το Ελληνικό φαίνεται να απαντά σε αυτή τη ζήτηση, προσφέροντας ένα νέο μοντέλο. Και αυτό με πρόσβαση στη θάλασσα, στο μητροπολιτικό πάρκο των δύο χιλιάδων στρεμμάτων και σε αρχιτεκτονικές υποδομές που ενσωματώνουν σύγχρονες αρχές βιώσιμης ανάπτυξης.
Η περιοχή μετατρέπεται σταδιακά σε ζώνη πρασίνου, κατοικίας και πολιτισμού
Η περιοχή, που μέχρι πρόσφατα αποτελούσε αστικό κενό, μετατρέπεται σταδιακά σε ζώνη πρασίνου, κατοικίας και πολιτισμού.
Όπως αναφέρουν στελέχη της Lamda Development, η υλοποίηση του έργου προχωρά μέσα από περισσότερα από 25 εργοτάξια που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε λειτουργία. Παράλληλα, έχουν τεθεί σε εφαρμογή πρωτοβουλίες για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, διαχείριση νερού και μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος, στοιχεία που ευθυγραμμίζονται με τα διεθνή πρότυπα βιωσιμότητας.
Πέρα από τα τεχνικά δεδομένα, το Ελληνικό λειτουργεί ως σημείο αναφοράς για τη συνολικότερη πορεία της χώρας.
Η επιτυχία της πρώτης φάσης ενισχύει την εικόνα της Αθήνας ως πόλης ικανής να προσελκύει κεφάλαια, επενδυτές και νέους κατοίκους, αποδεικνύοντας ότι η ελληνική αγορά μπορεί να ανταγωνιστεί με αξιώσεις τις μεγαλύτερες μητροπόλεις της Μεσογείου. Δεν είναι τυχαίο ότι το 47% των αγοραστών βλέπει την αγορά κατοικίας ως επένδυση, ενώ σχεδόν το 30% σκοπεύει να εγκατασταθεί μόνιμα εκεί.
Είναι το σύγχρονο αφήγημα της Αθήνας που ξαναβρίσκει το μέλλον της. Μια πόλη που για δεκαετίες κοιτούσε το παρελθόν, η ανάπλαση του Ελληνικού την καλεί να κοιτάξει μπροστά. Το ζητούμενο από εδώ και πέρα είναι να κεφαλαιοποιηθεί αυτή η επιτυχία. Να γίνει το Ελληνικό ένα υπόδειγμα αλλαγής νοοτροπίας για το πώς η χώρα σχεδιάζει, συνεργάζεται και οραματίζεται το μέλλον της.