ΕΛΙΑΜΕΠ: Η παρούσα κρίση δεν οδηγεί σε αλλαγή της λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού τομέα

NEWSROOM IEFIMERIDA.GR

Η τρέχουσα μεταρρύθμιση του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος, παρά το γεγονός ότι αποσκοπεί στην διόρθωση λαθών και παραλήψεων του παρελθόντος, και παρά τον εντυπωσιακό αριθμό και εύρος των μέτρων, που έχουν προταθεί και ήδη υιοθετηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, δυστυχώς δεν φαίνεται ότι είναι αρκετά φιλόδοξη ώστε να επιτύχει την αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ των αρχών του ανταγωνισμού και της σταθερότητας, εκτιμά μελέτη που έδωσε στη δημοσιότητα το Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) στο πλαίσιο των κειμένων πολιτικής που δημοσιεύει.

Ο συγγραφέας της μελέτης, Δημήτρης Κάτσικας, Λέκτορας Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Πολιτικής Οικονομίας του Πανεπιστήμιου Αθηνών, εκτιμά ότι οι προτάσεις για πιο ριζικές αλλαγές, όχι μόνο του ρυθμιστικού πλαισίου, αλλά του τρόπου λειτουργίας των ίδιων των χρηματοπιστωτικών αγορών, οι οποίες είχαν προβληθεί στο απόγειο της κρίσης, σταδιακά αποσύρθηκαν με την επιστροφή μιας σχετικής ομαλότητας στην λειτουργία των αγορών, και κατόπιν σημαντικών πιέσεων από τον χρηματοπιστωτικό κλάδο.

Η επιβολή μέτρων τα οποία βελτιώνουν την σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος επιφέρει αναπόφευκτα σημαντικά κόστη στη λειτουργία των τραπεζικών ιδρυμάτων με συνακόλουθες συνέπειες στην κερδοφορία τους. Ως αποτέλεσμα, στο παρασκήνιο της τρέχουσας μεταρρύθμισης βλέπουμε να εκτυλίσσεται μια σύγκρουση μεταξύ των χρηματοπιστωτικών οργανισμών οι οποίοι πιέζουν για τον περιορισμό και την αποφυγή νέων ρυθμιστικών υποχρεώσεων και των ρυθμιστικών αρχών οι οποίες προσπαθούν να προωθήσουν νέες νομοθετικές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της σταθερότητας του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Οι νέες ρυθμίσεις στοχεύουν στη διόρθωση ρυθμιστικών κενών και παραλήψεων, αφήνοντας όμως κατά τα άλλα ακέραιες βασικές δομές και πρακτικές του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, οι οποίες συχνά ενέχουν εγγενή αποσταθεροποιητικά χαρακτηριστικά για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Έτσι για παράδειγμα, οι πρόσφατες ρυθμιστικές παρεμβάσεις δεν αντιμετωπίζουν το ευρύτερο πρόβλημα της μετάλλαξης που έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Το χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν επικεντρώνεται πλέον στον θεμελιώδη ρόλο του, την χρηματοδότηση των παραγωγικών επενδύσεων και την διαχείριση των οικονομικών συναλλαγών προς όφελος της πραγματικής οικονομίας, αλλά λειτουργεί περίπου αυτόνομα, μέσα σε ένα διασυνοριακό πλέγμα συναλλαγών, σε χρηματοοικονομικά προϊόντα εξαιρετικής πολυπλοκότητας, τα οποία στοχεύουν στην επίτευξη βραχυπρόθεσμων κερδών και τα οποία δεν έχουν συχνά σχέση με την εξυπηρέτηση των πραγματικών αναγκών της οικονομίας.

Προτάσεις που στόχευαν στην ρύθμιση όχι χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, αλλά χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων και λειτουργιών, επιδιώκοντας έτσι τον διαχωρισμό και τη διαφοροποιημένη ρύθμιση των κοινωνικά επωφελών χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων από εκείνες οι οποίες επικεντρώνονται στην επίτευξη βραχυπρόθεσμων κερδών χωρίς να συμβάλλουν στην ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας, δεν εντάχθηκαν στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης.

Η αντίσταση σε νέες ευρωπαϊκές νομοθετικές πρωτοβουλίες ενισχύεται και από μια επιχειρηματολογία, προερχόμενη τόσο από τον ίδιο τον χρηματοπιστωτικό τομέα όσο και από εθνικούς πολιτικούς παράγοντες και η οποία προβάλει τις πιθανές αρνητικές συνέπειες των νέων ρυθμίσεων στην ανταγωνιστικότητα των εθνικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

Έτσι, παρά την σοβαρότητα της, η παρούσα κρίση, σε αντίθεση με προηγούμενες σημαντικές χρηματοπιστωτικές και οικονομικές κρίσεις, δεν φαίνεται οδηγεί σε μια ουσιαστική αλλαγή του τρόπου λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού τομέα. Αν και οι νέες ρυθμίσεις θα βελτιώσουν αναμφίβολα την σταθερότητα του συστήματος, η προσέγγιση που ακολουθείται δεν αναμένεται να αλλάξει ριζικά το σκηνικό, καθώς ο υφιστάμενος ρυθμιστικός σχεδιασμός εξακολουθεί να αποδίδει προτεραιότητα στην δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής αγοράς, χωρίς όμως να παρέχει τις αναγκαίες ασφαλιστικές δικλείδες που θα εγγυηθούν την σταθερότητα του. Ως αποτέλεσμα, η ικανότητα του νέου ρυθμιστικού και θεσμικού πλαισίου να διαφυλάξει την σταθερότητα του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού τομέα σε συνθήκες αυξημένου και παγκοσμιοποιημένου ανταγωνισμού, θα δοκιμαστεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, εκτιμά ο συντάκτης της μελέτης.

(ΑΠΕ - ΜΠΕ)

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ