Το παράδοξο δεν μας καλεί να ωραιοποιήσουμε την εξουθένωση, αλλά να αναγνωρίσουμε ότι η ευημερία είναι διεπίπεδη και ότι η «ευτυχία» δεν είναι μόνο άθροισμα θετικών στιγμών.
Το «παράδοξο της γονεϊκότητας» είναι μια από εκείνες τις αλήθειες που τις καταλαβαίνεις πρώτα στο σώμα και μετά στο μυαλό: Οι γονείς δηλώνουν χειρότερη καθημερινή διάθεση, περισσότερο στρες και περισσότερα συμπτώματα κατάθλιψης από όσους δεν έχουν παιδιά - κι όμως, ταυτόχρονα, τείνουν να αναφέρουν υψηλότερη συνολική ικανοποίηση από τη ζωή.
Πώς γίνεται να συνυπάρχουν αυτά; Ο Αμερικανός νευροεπιστήμονας Anthony Vaccaro προτείνει έναν τρόπο να καταλάβουμε το παράδοξο όχι ως λογικό λάθος, αλλά ως νευρωνική διπλοεγγραφή: Άλλες διεργασίες του εγκεφάλου διαχειρίζονται τη στιγμή-με-τη-στιγμή εμπειρία και άλλες τη «μεγάλη εικόνα» των νοημάτων με τα οποία υφαίνουμε τη ζωή μας.
Το πρώτο σκέλος είναι σχεδόν αυτονόητο σε όποιον έχει περάσει μια νύχτα με κλάματα στις 3:00. Η γονεϊκότητα είναι μια γνωστά στρεσογόνος κατάσταση: στέρηση ύπνου, αισθητηριακή υπερφόρτιση από κλάμα και ακαταστασία, διαρκείς μικρο-απαιτήσεις που κόβουν τον χρόνο σε θραύσματα. Αν μετρούσαμε μόνο το στιγμιαίο συναίσθημα, η εξίσωση θα έγερνε προς το «χειρότερα».
Ο εγκέφαλος δεν ζει μόνο τη στιγμή
Όμως ο εγκέφαλος δεν ζει μόνο στη στιγμή· διαθέτει συστήματα που ανασυνθέτουν τα επεισόδια σε αφήγηση, δίνουν συνοχή και σκοπό, και τελικά τροφοδοτούν εκείνο που οι ψυχολόγοι ονομάζουν «νόημα στη ζωή»: την αίσθηση ότι «τα πράγματα έχουν θέση και κατεύθυνση». Αυτή η αίσθηση δεν αναιρεί τον κόπο, μπορεί όμως να τον «μεταφράσει» σε κάτι που αξίζει.
Για να ελέγξει αυτή τη μετάφραση, η ομάδα του Vaccaro παρακολούθησε νέους πατέρες από την εγκυμοσύνη των συντρόφων τους έως μήνες μετά τη γέννα. Η υπόθεση ήταν ότι, περίπου στο εξάμηνο, οι περισσότεροι θα δήλωναν αυξημένο αίσθημα νοήματος. Τα δεδομένα διέψευσαν την απλοποίηση: Περίπου οι μισοί ένιωσαν όντως μεγαλύτερο σκοπό, οι άλλοι μισοί μικρότερο.
Το ενδιαφέρον όμως κρυβόταν βαθύτερα, στη λειτουργική συνδεσιμότητα του εγκεφάλου, όπως αποτυπώθηκε σε fMRI πριν και μετά τη γέννηση. Όσοι ανέφεραν πιο θετικά συναισθήματα για τη γονεϊκή εμπειρία έδειξαν μεγαλύτερες αλλαγές σε περιοχές αυτοελέγχου (μέσος μετωπιαίος έλικας, middle frontal gyrus) και ενσυναίσθησης (βρεγματική χώρα, supramarginal gyrus). Αντίθετα, όσοι βίωναν πιο αρνητικά συναισθήματα εμφάνισαν μεταβολές στον αισθητικό φλοιό και στην παρεγκεφαλίδα - ένα μοτίβο που ταιριάζει με υπερευαισθησία σε αισθητηριακά ερεθίσματα: Αν κάθε κλάμα «ανάβει συναγερμό», η καθημερινότητα γίνεται κόλαση.
«Αυτό που ζω είναι δύσκολο, αλλά υπηρετεί κάτι»
Ωστόσο, η εικόνα του «νοήματος» ήταν διαφορετική: Οι πατέρες που κράτησαν ή αύξησαν το αίσθημα συνοχής και σκοπού έδειξαν αυξημένη συνδεσιμότητα στην νησιωτική έλικα (insula) και στον κροταφικό πόλο - κόμβους που ενώνουν αίσθηση και συναίσθημα με την αυτο-αντίληψη και τα αφηρημένα σχέδια ζωής.
Από εδώ ξετυλίγεται το παράδοξο: Η βραχυπρόθεσμη δυσφορία και η μακροπρόθεσμη ικανοποίηση «κάθονται» σε μερικώς ανεξάρτητα δίκτυα. Ένας πατέρας μπορεί να είναι εξουθενωμένος στις 5:00 και, ταυτόχρονα, να νιώθει ότι η ζωή του είναι βαθύτερα συνεκτική.
Χωρίς τη γνωστική-συναισθηματική «μετάφραση» που κάνουν κόμβοι όπως η insula και ο κροταφικός πόλος, τα ημερήσια ερεθίσματα θα καθόριζαν ολόκληρη την αποτίμηση - ή θα άφηναν τη ζωή να μοιάζει άναρχη, σαν μωσαϊκό από άσχετα δυσάρεστα επεισόδια. Με τη μετάφραση, οι ακμές της εμπειρίας κουμπώνουν σε ένα σχήμα: «Αυτό είναι δύσκολο, αλλά υπηρετεί κάτι».
Η ιδέα ταιριάζει με ευρύτερες έρευνες για τη «συνοχή της αυτο-αφήγησης». Οι άνθρωποι που βλέπουν τον εαυτό τους σε μια «ηρωική διαδρομή» - όχι επειδή είναι ήρωες, αλλά επειδή αντιλαμβάνονται τα εμπόδια ως επεισόδια ενός νοήματος - δείχνουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα.
Το σημαντικό εν προκειμένω δεν είναι αν το εκάστοτε γεγονός είναι ευχάριστο ή δυσάρεστο, αλλά αν «χωράει» σε στόχους και αξίες που ο ίδιος υιοθετείς. Έτσι, η απάντηση στο αν «τα παιδιά φέρνουν ευτυχία» ίσως αφορά λιγότερο τα παιδιά και περισσότερο την ευθυγράμμιση του στόχου της γονεϊκότητας με το προσωπικό σου νόημα.
Η μεγάλη έρευνα από τη Γερμανία
Υπάρχουν και πληθυσμιακά δεδομένα που στηρίζουν αυτή την οπτική. Μια μακροχρόνια ανάλυση Γερμανών ενηλίκων (1984-2021) δεν βρήκε, κατά μέσο όρο, διαφορά ευεξίας στους μεσήλικες με ή χωρίς παιδιά - βρήκε όμως μεγαλύτερη διασπορά στους γονείς, δηλαδή περισσότερους «πολύ καλά» και «πολύ άσχημα». Στους νεότερους ενήλικες, ο καθοριστικός παράγοντας δεν ήταν το αν απέκτησαν παιδιά, αλλά πόσο σημαντικό θεωρούσαν ως στόχο το να αποκτήσουν.
Όσοι έμειναν άτεκνοι αλλά κρατούσαν ψηλά την «απαίτηση» αυτού του στόχου είχαν πτώση ικανοποίησης στη διαδρομή της ζωής. Οι περισσότεροι, όμως, επαναπλαισίωσαν: Καθώς μεγάλωναν, χαμήλωσαν την κεντρικότητα του στόχου «παιδιά» και η ευτυχία τους δεν διέφερε από των γονέων. Το συμπέρασμα του Vaccaro είναι καθαρό: Νόημα μπορεί να παραχθεί με διαφορετικά σενάρια ζωής. Ο εγκέφαλος είναι πλαστικός· ξέρει να ξαναγράφει ιστορίες.
Τι σημαίνουν όλα αυτά πρακτικά
Τι σημαίνουν όλα αυτά πρακτικά; Πρώτον ότι είναι φυσιολογικό να νιώθεις χειρότερα στο μικρο-επίπεδο και καλύτερα στο μακρο-επίπεδο, χωρίς να είσαι υποκριτής. Δεύτερον ότι υπάρχουν «συγκεκριμένες γέφυρες» ανάμεσα στο ένα και στο άλλο: Αυτοέλεγχος και ενσυναίσθηση φαίνεται να σχετίζονται με θετικότερη βίωση της καθημερινότητας· η ενσωμάτωση αίσθησης-συναισθήματος-ταυτότητας με την ικανότητα να παράγεις συνοχή.
Άρα, παρεμβάσεις που χτίζουν ρύθμιση (π.χ. ύπνος όπου γίνεται, τελετουργίες ανάσας, «μικρο-παράθυρα» ανάκτησης), ασκούν ενσυναίσθηση (π.χ. επαναδιατύπωση του κλάματος ως σήμα, όχι επίθεση) και καλλιεργούν αφήγηση (π.χ. εβδομαδιαία «logbook» με δύσκολες στιγμές και τι υπηρέτησαν) δεν είναι lifestyle συμβουλές· είναι στρατηγικές που μιλούν στη μηχανική του εγκεφάλου.
Τρίτον, η απόφαση να κάνεις ή να μην κάνεις παιδιά δεν είναι «τεστ ευτυχίας», αλλά επιλογή στόχου που χρειάζεται ευθυγράμμιση με τις αξίες σου: Αν το θέλεις βαθιά, η δυσκολία θα βρει πλαίσιο· αν δεν το θέλεις, μπορείς να καλλιεργήσεις ισοδύναμο νόημα αλλού - χωρίς ενοχές.
Υπάρχει, βέβαια, και μια λιγότερο ρομαντική σημείωση: Αν ο εγκέφαλος μείνει μόνιμα κολλημένος σε αισθητηριακή υπεραντίδραση, το αφήγημα δεν αρκεί. Τότε χρειάζεται πρακτική αποσυμφόρηση (στήριξη, δίκτυο, υπηρεσίες) και, όπου αρμόζει, επαγγελματική βοήθεια.
Το παράδοξο δεν μας καλεί να ωραιοποιήσουμε την εξουθένωση, αλλά να αναγνωρίσουμε ότι η ευημερία είναι διεπίπεδη και ότι η «ευτυχία» δεν είναι μόνο άθροισμα θετικών στιγμών· είναι και ικανότητα σύνδεσης των αντιφάσεων σε συνοχή.
Κι έτσι, το παράδοξο της γονεϊκότητας παύει να είναι παράδοξο και γίνεται μάθημα για κάθε μεγάλη αλλαγή: Μπορούμε να νιώθουμε χειρότερα σήμερα και καλύτερα για τη ζωή μας συνολικά επειδή ο εγκέφαλος που υποφέρει είναι ο ίδιος που αφηγείται.
Αν του δώσουμε γλώσσα, τελετουργίες, υποστήριξη και χρόνο, ξέρει να κρατά μαζί το ξενύχτι και τον σκοπό. Όπως γράφει ο Anthony Vaccaro, η προσαρμοστική μας φύση μπορεί να αλλάξει διαδρομές, να ξαναφανταστεί ιστορίες και να μας βοηθήσει να ανθήσουμε - είτε με καρότσι στο σαλόνι είτε χωρίς.