Ο κανόνας είναι απλός: μετά τις 9 μ.μ., «No single entry». Όποιος θέλει να μπει μόνος, πρέπει να έχει ήδη παρέα μέσα και να ειδοποιήσει τους γνωστούς του να τον παραλάβουν.
Ο Καρλ Πίτερς δεν έμοιαζε ποτέ με άνθρωπο που θα δίσταζε να υπερασπιστεί μια επιλογή του. Όμως όταν ο ιδιοκτήτης του Alibi, ενός μικρού αλλά διάσημου κοκτέιλ και καραόκε μπαρ στο Altrincham της Βρετανίας, ανακοίνωσε δημοσίως ότι μετά τις 9 το βράδυ δεν επιτρέπεται η είσοδος σε κανέναν που έρχεται μόνος, δεν περίμενε το μέγεθος της οργής που θα ακολουθούσε.
Ξαφνικά, ένα τοπικό μέτρο κανονισμού πόρτας μετατράπηκε σε διαδικτυακό δημοψήφισμα περί ασφάλειας, ελευθερίας και δικαιώματος στη μοναξιά. Οι αναρτήσεις του μπαρ γέμισαν με σχόλια, άλλοι τον χειροκρότησαν, άλλοι τον κατηγόρησαν για διάκριση και «μισανθρωπία». Εκείνος, ψύχραιμος, ανέβασε ένα βίντεο στο Instagram: «Δεν θα απολογηθώ για την ασφάλεια των θαμώνων. Η προτεραιότητά μας είναι να περνάτε καλά, να παίζει Britney Spears και κανείς να μην κινδυνεύει».
Μέτρο που αφορά δύο πολύ συγκεκριμένα ζητήματα
Ο κανόνας είναι απλός: μετά τις 9 μ.μ., «No single entry». Όποιος θέλει να μπει μόνος πρέπει να έχει ήδη παρέα μέσα και να ειδοποιήσει τους γνωστούς του να τον παραλάβουν. Μέχρι εκείνη την ώρα, όσοι πίνουν μόνοι είναι καλοδεχούμενοι. Όπως εξηγεί ο Πίτερς, το μέτρο δεν αφορά την αντιπάθεια προς τους μοναχικούς θαμώνες, αλλά δύο πολύ συγκεκριμένα ζητήματα: πρώτον, ότι σε μια κατάμεστη, θορυβώδη αίθουσα όπου καραόκε, αλκοόλ και χορός ανακατεύονται, ένα άτομο χωρίς συνοδεία μπορεί – αν συμβεί κάτι – να μην έχει κανέναν δικό του να ειδοποιήσει ή να το προστατεύσει.
«Αν πάθει κάτι μέσα σε ένα μπαρ γεμάτο, είναι εφιάλτης να το αντιμετωπίσεις», λέει. Δεύτερον, και λιγότερο κομψά διατυπωμένο: «Όταν κάποιος μπαίνει μόνος του αργά, συχνά δεν είναι εκεί για να πιει ήσυχα. Αρχίζει να μιλά σε κάθε τραπέζι, να ενοχλεί άλλες παρέες, και δεν θα καθίσει ποτέ σιωπηλός σε μια γωνία».
Εξοργισμένοι οι μοναχικοί πότες
Αυτή η παρατήρηση εξόργισε πολλούς. Στα σχόλια των κοινωνικών δικτύων, άτομα που δηλώνουν «μόνιμοι solo drinkers» αντιτείνουν ότι είναι ευγενικοί, δεν ενοχλούν κανέναν και απλώς θέλουν ένα ποτό μετά από μια σκληρή βάρδια. Άλλοι, αντίθετα, τόνισαν πως «πάντα νιώθουν ασφαλείς στο Alibi» και πως το μέτρο δεν τους προσβάλλει, αλλά τους προστατεύει από ανεπιθύμητους και ενοχλητικούς πελάτες.
Ο Πίτερς λέει ότι το θέμα διογκώθηκε τεχνητά: «Αυτό εμφανίζεται σαν ζήτημα ίσως μία ή δύο φορές τον μήνα, και συνήθως από κάποιον που γυρνάει μόνος στις 12 και ψάχνει κάπου να μπει. Δεν είναι πολιτική εναντίον των μόνων. Είναι πολιτική υπέρ της ασφάλειας όταν το μέρος είναι πιο πολύ club παρά bar».
Το Alibi δεν είναι ένα συνηθισμένο μαγαζί. Με την ταυτότητά του χτισμένη επάνω σε glitter, καραόκε, νέα ποτάκια και ποπ τραγούδια, λειτουργεί περισσότερο ως ασφαλής φούσκα νυχτερινής διασκέδασης, παρά ως μπαρ για τυχαίες διελεύσεις.
Ο ιδιοκτήτης του ξέρει ότι οι χώροι αυτοί, ειδικά σε μια εποχή όπου καταγγελίες για παρενόχληση, υπερβολική κατανάλωση κι επιθετικότητα δεν σταματούν να αυξάνονται, έχουν υποχρέωση να σκέφτονται προληπτικά. Στο βίντεό του υπόσχεται ότι δεν θα αναλίσκεται σε αντιπαραθέσεις: «Θέλω να τελειώσει αυτή η συζήτηση. Δεν θα ζητήσω συγγνώμη επειδή έβαλα την ασφάλειά σας πρώτη». Όσο για το σχόλιο περί Britney Spears, έγινε ήδη meme, μα εκείνος το εννοεί: το Alibi θέλει το κοινό του χαρούμενο, ζωντανό και άφοβο.
Τι σημαίνει ασφάλεια και ποιος την καθορίζει
Αυτή η «πόρτα» για τους μοναχικούς μετά από μια συγκεκριμένη ώρα, αγγίζει ωστόσο ένα βαθύτερο ζήτημα της σύγχρονης νύχτας: τι σημαίνει ασφάλεια και ποιος την καθορίζει.
Υπάρχουν μπαρ όπου η μοναξιά θεωρείται αυτονομία, ελευθερία, δικαίωμα να πίνεις χωρίς κώδικες. Υπάρχουν όμως κι άλλες σκηνές, όπως το Alibi, όπου η ομαδικότητα και η κλειστή κοινωνικότητα συνιστούν προϋπόθεση λειτουργίας.
Στη μία περίπτωση, ο «solo drinker» είναι αξιοσέβαστη φιγούρα του nightlife. Στην άλλη, γίνεται εν δυνάμει απειλή για την ασφάλεια της κοινότητας. Το ζήτημα δεν είναι ποιος έχει δίκιο, αλλά η αδήλωτη σύγκρουση φιλοσοφίας: το δικαίωμα να είσαι μόνος απέναντι στο δικαίωμα να αισθάνονται όλοι άνετα.
Στο τέλος, το Alibi δεν απαγορεύει την μοναξιά· απλώς φοβάται πώς αυτή εκδηλώνεται μέσα στην υπερδιέγερση των μεταμεσονύκτιων ωρών. Οι επικριτές του Πίτερς ίσως έχουν δίκιο όταν λένε ότι η πολιτική αυτή στιγματίζει τους μοναχικούς. Εκείνος ίσως έχει δίκιο όταν λέει ότι αν συμβεί κάτι σε κάποιον μόνο, «είναι εφιάλτης να το χειριστείς».
Η αλήθεια, όπως συνήθως, βρίσκεται κάπου στη μέση. Ενός γεμάτου μπαρ.