«Το να είμαι Έλληνας τελικά έπιασε τόπο» γράφει με χιούμορ ο ελληνικής καταγωγής Αμερικανός ηθοποιός Michael Vlamis σε ανάρτησή του στο Instagram, όπου ανακοινώνει τη συμμετοχή του στην ταινία «Οδύσσεια» του Κρίστοφερ Νόλαν.
Ωστόσο, μέχρι στιγμής, δεν μπορεί να αποκαλύψει περισσότερα για τον ρόλο του, λόγω των αυστηρών συμβάσεων εμπιστευτικότητας που έχει υπογράψει όπως και οι υπόλοιποι συντελεστές της ταινίας.
Τον Οδυσσέα υποδύεται ο Ματ Ντέιμον, ενώ το καστ συμπληρώνουν μερικά από τα πιο λαμπερά ονόματα του Χόλιγουντ, όπως οι: Ζεντάγια, Τομ Χόλαντ, Αν Χάθαγουεϊ, Ρόμπερτ Πάτινσον, Σαρλίζ Θερόν κ.ά.
Michael Vlamis: Η συμμετοχή του στην «Οδύσσεια» του Νόλαν
Ο ενθουσιασμός του για τη συμμετοχή του στην πολυαναμενόμενη ταινία του βραβευμένου με Όσκαρ σκηνοθέτη, είναι τεράστια: «Δούλεψα με μερικούς από τους ήρωές μου. Ήταν μια τρελή, σουρεαλιστική εμπειρία για όλους τους ηθοποιούς που συμμετείχαν σε αυτή την ταινία. Πολλοί ήταν πρώτης γραμμής, σταρ του σινεμά, αλλά υπήρχαν και αρκετοί σαν εμένα, που συνεχίζουμε να χτίζουμε την πορεία μας. Ηθοποιοί που έχουν παίξει σε σειρές και σε επιτυχημένες ταινίες, και συνεχίζουν να δουλεύουν σκληρά για να φτάσουν σε blockbusters όπως η Οδύσσεια. Όλοι σε αυτή τη δουλειά χτίζουν διαρκώς. Το μόνο που μπορώ να πω, είναι ότι κάθε άνθρωπος σε αυτή την παραγωγή ήταν εξαιρετικά ευγενικός, εργατικός, αφοσιωμένος στην τέχνη, στην ταινία και στο όραμα του σκηνοθέτη. Tο συνεργείο με έκανε να νιώσω ευπρόσδεκτος».
«Ο Κρίστοφερ Νόλαν είναι ηγέτης. Είναι προφανές γιατί έχει γνωρίσει τόση επιτυχία. Περιβάλλεται από τους καλύτερους των καλύτερων, και έχει απίστευτη ικανότητα στο casting. Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις τόσους ταλαντούχους ηθοποιούς που είναι ταυτόχρονα και υπέροχοι άνθρωποι, και νομίζω αυτό είναι το μυστικό του, το "μαγικό συστατικό" που έχει καλλιεργήσει με την εμπειρία του όλα αυτά τα χρόνια. Ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα».
Τον ρωτάω αν η φράση «το να είμαι Έλληνας τελικά απέδωσε» που έγραψε στο Instagram, ήταν απλώς ένα αστείο ή αν πιστεύει ότι έπαιξε κάποιον ρόλο στην επιλογή του. «Όταν έγραψα στο Instagram “Being Greek finally paid off”, το έκανα για πλάκα. Αλλά υπάρχει και μια αλήθεια: πήρα ρόλο σε μία από τις μεγαλύτερες ελληνικές ιστορίες όλων των εποχών. Πάντα πίστευα πως όλα στη ζωή συνδέονται. Και αυτό είναι το πρώτο μου φιλμ που προέρχεται από την ελληνική μου καταγωγή. Ήταν τιμή μου και μόνο που πέρασα από οντισιόν για τον Νόλαν. Το ότι τελικά δούλεψα μαζί του, ήταν το κερασάκι στην τούρτα. Και το γεγονός ότι πρόκειται για την Οδύσσεια, το κάνει ακόμα καλύτερο», απαντά.
Όσο για το πώς ένιωσε όταν πήρε τον ρόλο; «Δεν το πίστευα. Είναι τόσο τυχαίο να πάρεις έναν ρόλο μέσα από μια οντισιόν. Χρειάζονται τόσα πολλά. Όχι μόνο να κάνεις καλή δουλειά, αλλά και σωστό timing, τύχη. Τις μισές φορές, όταν πας για οντισιόν, υπάρχει ήδη κάποιος άλλος που έχουν βάλει στο μάτι ή έχουν δώσει προσφορά. Και εσύ απλώς ελπίζεις ότι τη μέρα που θα δουν την κασέτα σου ο σκηνοθέτης ή οι παραγωγοί, θα είναι σε διάθεση να συγκινηθούν, να ανακαλύψουν κάτι. Και ότι δεν θα τους θυμίσεις π.χ. έναν πρώην τους - γιατί αυτά τα πράγματα, όσο γελοία κι αν ακούγονται, μετράνε».
«Όταν πήρα τον ρόλο στην Οδύσσεια, ήμουν σε ένα ξύλινο σπιτάκι έξω από το Λος Άντζελες με την αδερφή μου και τον σύζυγό της. Το να τους το ανακοινώσω, ήταν μαγική στιγμή. Ήταν υπέροχο που μπόρεσα να το μοιραστώ μαζί τους, γιατί ξέρουν πόσο κόπο θέλει αυτή η δουλειά. Είναι σκληρή, γεμάτη αβεβαιότητα και σκοτεινές στιγμές. Κι έχει πολλές τέτοιες στον χώρο της τέχνης, ειδικά επειδή πολλοί από εμάς είμαστε βαθιά σε επαφή με τον εαυτό μας και τα συναισθήματά μας. Πρέπει να πιστεύεις σε κάτι – είτε είναι ο Θεός, είτε το Σύμπαν, είτε η θετική ενέργεια – οτιδήποτε σε στηρίζει. Αλλιώς, είναι δύσκολο να το αντέξεις».
Οι ελληνικές ρίζες
Ο 35χρονος ηθοποιός, έχει μεγάλη αδυναμία στους γονείς του και στις δύο μικρότερες αδελφές του. Ο πατέρας του είναι Ελληνοσέρβος και η μητέρα του - με την οποία όπως παραδέχεται μιλάει στο τηλέφωνο κάθε μέρα - Λιβανέζα.
Μεγάλωσε στο Σικάγο ως Έλληνας Ορθόδοξος κι αυτό επηρέασε και διαμόρφωσε την παιδική του ηλικία. Η καταγωγή του πατέρα του, είναι από την Κρήτη και συγκεκριμένα από το χωριό Πλάκα.
«Ο προπάππους μου ήταν από την Κρήτη. Δεν μίλησε ποτέ αγγλικά. Ο παππούς μου ήξερε ελληνικά, αλλά όσο περνούσε ο καιρός, σταμάτησε να τα χρησιμοποιεί για να μπορέσει να αφομοιωθεί στο Σικάγο, όπου ζούσε. O παππούς μου φυσικά ήξερε ελληνικά - έτσι μιλούσε με τους γονείς του - αλλά με τον καιρό μάλλον σταμάτησε να χρησιμοποιεί τη γλώσσα, ίσως επειδή δεν είχε και πολλούς γύρω του να τη μιλήσει. Εγώ δεν έμαθα τη γλώσσα και αυτό με στενοχωρεί. Έλεγαν πως το χωριό μας εμφανίστηκε στην ταινία Zorba the Greek. Ίσως δεν είναι αλήθεια, αλλά μου άρεσε να το πιστεύω. Όλοι οι άντρες στην οικογένειά μου, για κάποιο λόγο - ακόμα και από την πλευρά της μητέρας μου - είναι παθιασμένοι με τις ταινίες. Δεν ξέρω τι φταίει· ίσως είναι το μεσογειακό, ανατολίτικο ταπεραμέντο, η αφήγηση ιστοριών που έχουμε στο DNA μας. Και πάντα μου φαινόταν τόσο ωραίο το να ξέρω ότι το μικρό μας χωριό ήταν -ή έστω θέλω να πιστεύω ότι ήταν -μέρος της ταινίας Αλέξης Ζορμπάς», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ίσως να είναι αλήθεια τελικά και να είχαν δίκιο οι παππούδες του, μιας και η ιστοσελίδα bicorna, αναφέρει πως «στην Πλάκα Αποκόρωνα και τα γύρω χωριά, γυρίστηκε και η θρυλική ταινία 'Ζορμπάς', του Νίκου Καζαντζάκη, με τον Άντονι Κουίν».
Τα ελληνικά που γνωρίζει ο Michael Vlamis, είναι μόνο για να παραγγείλει σ’ ένα εστιατόριο, όπως λέει γελώντας. Λατρεύει την ελληνική κουζίνα και συγκεκριμένα το σαγανάκι, τον μουσακά, το αρνί και το χταπόδι. Ο ίδιος φτιάχνει πολύ καλό τζατζίκι - με συνταγή από τη μαμά του - και φυσικά του αρέσει το σουβλάκι και ειδικά ο γύρος.
Αυτό που όπως παραδέχεται έκανε τη ζωή του ευκολότερη πέρσι που ήρθε στην Ελλάδα, είναι το γεγονός ότι σχεδόν οι πάντες, ακόμα και οι μεγαλύτεροι, γνωρίζουν αγγλικά. Του έκανε μάλιστα εντύπωση, πως ακόμα και σε μικρά χωριά στην Κρήτη ο κόσμος ξέρει αγγλικά.

Μιλήσαμε μέσα στη Μεγάλη Εβδομάδα και, σχεδόν χωρίς να το καταλάβουμε, η κουβέντα πήγε στην πίστη και τη θρησκεία. Πιστεύει στον Θεό;
«Αυτή είναι μια καλή ερώτηση. Στην αρχή, η σχέση μου με τον Θεό ήταν παραδοσιακή: εκκλησία κάθε Κυριακή, μελέτη της Βίβλου, πίστη σε έναν Θεό. Αλλά όσο μεγαλώνω, αυτό έχει αλλάξει. Μου αρέσει να διατηρώ την πίστη ότι υπάρχει κάποιο ανώτερο ον και ότι όλοι είμαστε συνδεδεμένοι μέσα από την καλή ενέργεια που βγάζουμε στον κόσμο - αλλά ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι είμαι αιώνια αισιόδοξος και ζω τη ζωή μου εμπιστευόμενος πως όλα θα πάνε καλά, ακόμα κι αν δεν πάνε.
Παρόλα αυτά, εξακολουθώ να κάνω το σταυρό μου με τον Ορθόδοξο τρόπο και να προσεύχομαι πριν από σημαντικά γεγονότα, παραστάσεις, οτιδήποτε μεγάλο, οπότε διατηρώ μια σχέση με τον Θεό, αλλά ο ορισμός μου για τον Θεό έχει αλλάξει. Πιστεύω σε οτιδήποτε βοηθά κάποιον να γίνει η καλύτερη εκδοχή του εαυτού του. Πιστεύω στο να εκπέμπεις καλή ενέργεια και να λαμβάνεις πίσω αυτό που δίνεις. Νομίζω πως πολλά από αυτά προέρχονται από τις παραδοσιακές αξίες που μου εμφυσήθηκαν ως παιδί».
Η προσωπική σημασία πίσω από το «Fat Boy»
Στον λογαριασμό του στο Instagram, ο Michael Vlamis περιγράφει τον εαυτό του ως «Fat Boy» (χοντρό αγόρι). Μάλιστα, αντί για κάποια καλλιτεχνική φωτογραφία προφίλ, έχει βάλει μια φωτογραφία από εκείνη την περίοδο. Είναι επειδή είχε δεχτεί bullying ως παιδί ή υπάρχει κάποιος άλλος λόγος πίσω από αυτό;
«Είναι περισσότερο για εκείνο το παιδί που ήμουν και για να είμαι ειλικρινής, που ακόμα είμαι. Αυτό το παιδί με το χαμόγελο μέχρι τα αυτιά, που ήθελε να καταναλώσει τα πάντα: από φαγητό, μέχρι φιλίες, μέχρι αγάπη. Ζω μια ζωή όπου μου αρέσει να βιώνω τα πάντα στο έπακρο, να βυθίζομαι ολοκληρωτικά στις εμπειρίες μου. Και σκέφτομαι συχνά εκείνο το παιδί» εξηγεί.
«Είναι ένας τρόπος να τιμήσω αυτό το παλιό κομμάτι του εαυτού μου, όχι ως απάντηση σε bullying ή κάτι τέτοιο, αλλά έχει ενδιαφέρον. Όταν είσαι υπέρβαρο παιδί, σίγουρα μαθαίνεις να κάνεις αστεία πιο γρήγορα από τους άλλους. Προσπαθείς να προλάβεις το αστείο πριν το κάνουν οι άλλοι για σένα».
«Τα κορίτσια που μου άρεσαν όταν μεγάλωνα δεν με ήθελαν και τα αγόρια σχολίαζαν το σώμα μου, αλλά δεν κρατάω κακία γι’ αυτό - είμαι ειλικρινά ευγνώμων, γιατί χωρίς αυτή την εμπειρία δεν θα ήμουν αυτός που είμαι σήμερα. Δεν θα είχα αναπτύξει αυτή την προσωπικότητα που καλλιέργησε μέσα μου η οικογένειά μου, ούτε θα είχα τις εμπειρίες που με διαμόρφωσαν. Το θέμα με το να είμαι ο “χοντρός” είναι ότι ακόμα νιώθω σαν αυτόν. Και είμαι βαθιά ευγνώμων γι’ αυτό».
Πώς αποφάσισε να γίνει ηθοποιός
Η επιθυμία του να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο, υπήρχε από πολύ μικρή ηλικία.
«Ξεκίνησα να κάνω μικρού μήκους ταινίες στη Β΄ Δημοτικού με έναν φίλο μου και τη βιντεοκάμερα του αδελφού του. Στην Γ΄ Δημοτικού πήρα δική μου κάμερα και συνέχισα να φτιάχνω ταινίες. Ασχολήθηκα σοβαρά ξανά στην τελευταία χρονιά του πανεπιστημίου, αφού εγκατέλειψα το μπέιζμπολ λόγω τραυματισμών. Στη νότια πλευρά του Σικάγου, δεν ήξερα κανέναν από τον κινηματογραφικό χώρο. Ήμουν στο Chapman University στην Καλιφόρνια, και άρχισα να περνάω από οντισιόν για φοιτητικά projects. Πιστεύω πως το σύμπαν με τράβηξε εκεί για κάποιο λόγο, σε μια πολιτεία με την οποία πάντα ήμουν κάπως εμμονικός. Όταν ήμουν παιδί, φορούσα συνέχεια ένα καπέλο UCLA Bruins. Λάτρευα την ιδέα του Λος Άντζελες και του σινεμά».

«Έτσι, στην τελευταία μου χρονιά στο πανεπιστήμιο, άρχισα να πηγαίνω σε οντισιόν για ταινίες μικρού μήκους που γυρίζονταν στη σχολή και άρχισα να κλείνω ρόλους. Στο μπέιζμπολ, έπρεπε να δουλέψω τόσο σκληρά για να είμαι πάνω από το μέσο όρο και να παραμείνω υγιής. Στην υποκριτική όμως, ένιωθα φυσικά καλά. Και αυτό σου δίνει μια ελπίδα, ότι ίσως να έχεις κάτι να πεις, κάτι να κάνεις στον χώρο. Από εκείνο το σημείο και μετά - τελευταίο έτος, δηλαδή στα 21 μου - δέσμευσα τον εαυτό μου στην υποκριτική και τη δημιουργία ταινιών».
Ηθοποιός, σκηνοθέτης, σεναριογράφος, παραγωγός
Το 2022, ο Michael Vlamis έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο σε ταινία μεγάλου μήκους. Σκηνοθέτησε το «Crossword», ένα ψυχολογικό θρίλερ το οποίο έγραψε, παρήγαγε και πρωταγωνίστησε ο ίδιος. Έχει επίσης κάνει την παραγωγή και σε μερικές άλλες ταινίες μεγάλου μήκους. Μία από αυτές είναι το Five Years Apart (2020), στην οποία επίσης πρωταγωνίστησε και είναι διαθέσιμη διαδικτυακά.
Τι θεωρεί όμως τον εαυτό του; Ηθοποιό, σεναριογράφο, σκηνοθέτη, ή παραγωγό; Ξεχωρίζει κάποιες από αυτές τις ιδιότητες λίγο περισσότερο;
«Ειλικρινά, τα αγαπώ όλα - την υποκριτική, τη συγγραφή, τη σκηνοθεσία, την παραγωγή. Είναι όλα εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους, και αυτό είναι που με συναρπάζει. Ως ηθοποιός, νιώθω απόλυτη ελευθερία. Όταν είμαι στο πλατό, ανάμεσα στο "action" και το "cut", είμαι παρών, υπάρχω. Είναι μια κατάσταση ροής όπου εκφράζομαι πλήρως, ανακαλύπτω κομμάτια του εαυτού μου και συνδέομαι βαθιά με τον χαρακτήρα και, μέσα από αυτόν, με τον εαυτό μου» επισημαίνει.

«Η συγγραφή μου προσφέρει μια άλλη μορφή δημιουργίας. Είναι μοναχική, αλλά συναρπαστική. Μπορώ να ξεκινήσω ένα νέο σενάριο οποιαδήποτε στιγμή. Μέσα από το γράψιμο, εκτίθεμαι, αφηγούμαι ιστορίες που κουβαλούν κάτι προσωπικό. Είναι σκληρή δουλειά, με διαρκή σκέψη για δομές, πλοκές και χαρακτήρες αλλά έχει κι αυτή τις δικές της ροές, τις στιγμές που οι λέξεις ξεπηδούν αυθόρμητα».
«Ως σκηνοθέτης και παραγωγός, βρίσκομαι συνεχώς σε εγρήγορση. Είσαι υπεύθυνος για τους πάντες και τα πάντα: από τις αποφάσεις για τα ρούχα, τα χρώματα, μέχρι τη μουσική και τη γενική ατμόσφαιρα του έργου. Η συνεργασία είναι το παν - αγαπώ να καθοδηγώ και να με καθοδηγούν. Νιώθω υπερήφανος όταν καταφέρνω να δημιουργήσω ένα περιβάλλον σεβασμού, επαγγελματισμού και θετικής ενέργειας στο πλατό. Ακόμα κι όταν δεν έχω όλες τις απαντήσεις, απολαμβάνω να βρίσκω λύσεις, να βοηθώ, να χτίζω κάτι μαζί με άλλους. Ναι, είναι πολλά και είναι διαφορετικά. Αλλά δεν μπορώ να ξεχωρίσω κανένα. Τα αγαπώ όλα, γιατί το καθένα με γεμίζει με διαφορετικό τρόπο».
Από πού εμπνέεται
Την έμπνευσή του κάθε φορά την αντλεί από διαφορετικά ερεθίσματα, αλλά η βασική του έμπνευση είναι οι εμπειρίες ζωής. «Το 2019, δυστυχώς, έχασα έναν φίλο σε ένα μπάτσελορ πάρτι. Ήταν ένα τρομακτικό δυστύχημα. Αυτό με επηρέασε να κάνω το Crossword. Όλα εκείνα τα συναισθήματα που ένιωθα μετά – η ενοχή, η θλίψη – είναι αυτά που υπάρχουν μέσα στην ταινία».
«Δεν είμαι από αυτούς που φωνάζουν αυτό που θέλουν να πουν – είμαι πιο υπαινικτικός. Δεν μου αρέσει να "κρατάω το χέρι" του θεατή. Πιστεύω πως το κοινό είναι έξυπνο και μπορεί να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα, και μάλιστα να το απολαύσει. Οπότε, ποτέ δεν είμαι υπερβολικά κυριολεκτικός. Δεν λέω ρητά ότι η ταινία αφορά αυτό το γεγονός - αλλά αυτό συμβαίνει, απόλυτα. Όλη η ταινία (σσ: Crossword) πραγματεύεται την επεξεργασία της ενοχής και του πένθους, και το πώς, αν δεν αντιμετωπίσεις τα συναισθήματά σου, θα σε καταβάλουν. Και αυτό πηγάζει ξεκάθαρα από αυτό που πέρασα μετά τον θάνατο του φίλου μου. Και αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα».

Τα επόμενα πρότζεκτ
Το τελευταίο του σενάριο για ταινία είναι για ένα... ελληνικό θρίλερ, «Θα μπορούσα να το πω έτσι», λέει μιλώντας γι' αυτό. Μόλις τελείωσε το γράψιμό του και δηλώνει ενθουσιασμένος στην ιδέα να το δει να γίνεται πραγματικότητα.
Παράλληλα, δουλεύει πάνω σε μια καινούρια ταινία, που είναι περισσότερο ένα ανεξάρτητο δράμα, με επιρροές από ταινίες όπως το The Place Beyond the Pines (Στο τέλος του δρόμου).
Ωστόσο, υπογραμμίζει πως η χρηματοδότηση τέτοιων ανεξάρτητων ταινιών είναι μια διαρκής μάχη και σε αυτή τη φάση βρίσκεται σε αναζήτηση ανθρώπων που πιστεύουν στην τέχνη, που θέλουν να ρισκάρουν και που υποστηρίζουν νέες ιδέες και νέα ταλέντα. Μάλιστα, όπως λέει, «Αν το διαβάζουν αυτό τώρα Έλληνες που θέλουν να επενδύσουν στον κινηματογράφο, είμαι μέσα!».

Πρόσφατα, πραγματοποιήθηκε και η πρεμιέρα της ταινίας «Pools», στην οποία πρωταγωνιστεί και είναι εκτελεστικός παραγωγός, στο Toronto International Film Festival Next Wave, σε προβολή που ήταν sold out. Αυτή τη στιγμή, η ομάδα αναζητά διανομέα, όπως ακριβώς και ο Μάικλ για το σκηνοθετικό του ντεμπούτο, Crossword, το οποίο επιλέχθηκε ως Staff Pick και έκανε πρεμιέρα σε κατάμεστη αίθουσα την πρώτη βραδιά του Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Όστιν τον περασμένο Οκτώβριο.
«Στον ανεξάρτητο κινηματογράφο σήμερα, η βιομηχανία ακόμα προσπαθεί να ξανασταθεί στα πόδια της μετά την απεργία των ηθοποιών του Χόλιγουντ και την πανδημία. Υπάρχουν πολλές indie ταινίες που δεν έχουν ακόμη διανομή. Αυτό ψάχνουμε τώρα», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η συζήτησή μας κάποια στιγμή στρέφεται και στον Γιώργο Λάνθιμο, τον οποίο θαυμάζει και θα ήθελε πάρα πολύ να συνεργαστεί μαζί του. «Θα ήταν όνειρο να δουλέψω μαζί του. Η πρώτη του ταινία που είδα, ήταν ο Κυνόδοντας, πολλά χρόνια πριν, πριν μάθω πολλά για αυτόν και είπα "αυτός ο τύπος είναι απίστευτος!"», λέει γεμάτος ενθουσιασμό.
Το μήνυμα στους Έλληνες
Η αγάπη του για την ελληνικότητά του είναι έκδηλη όση ώρα μιλάμε και τη δείχνει ακόμα πιο έντονα, όταν τελειώνοντας, του ζητώ να στείλει το δικό του μήνυμα στους Έλληνες και τις Ελληνίδες.
«Οι αξίες με τις οποίες μεγάλωσα, μέσα από την επαφή μου με Έλληνες, είναι οι ίδιες αξίες που με βοήθησαν όταν ήρθα στο Λος Άντζελες χωρίς να γνωρίζω απολύτως κανέναν.
Η εργατικότητα, το να ανοίγεις την πόρτα σου σε οποιονδήποτε - ακόμα και σε αγνώστους, - το να είσαι ο εαυτός σου, είναι εκπληκτικά χαρακτηριστικά. Οι Έλληνες έχουν αυτή την μοναδική ικανότητα να μη φοβούνται να είναι εκδηλωτικοί, να κάνουν φασαρία, να διασκεδάζουν, να είναι θορυβώδεις, να κάνουν πλάκα με τους άλλους αλλά και με τον εαυτό τους.

Οπότε, πολλά από τα θεμέλιά μου και η ελληνικότητά μου με έχουν διαμορφώσει ως άνθρωπο και με έχουν βοηθήσει να πορευτώ μέσα σε αυτή την τρελή ζωή εδώ έξω.
Φυσικά, δεν είναι το ίδιο με τον προπάππου μου, που ήρθε στην Αμερική ως Βλαμάκης και είπε: "Εντάξει, θα γίνω Βλάμης" για να είναι πιο εύκολο να ενσωματωθεί και βρήκε τον δρόμο του. Σίγουρα η περίπτωσή του δεν συγκρίνεται με τη δική μου σήμερα.
Αλλά υπάρχει κάτι πολύ δυνατό στην εικόνα ενός παιδιού που φτάνει σε ένα μέρος όπου δεν γνωρίζει κανέναν, κυνηγώντας ένα όνειρο. Αυτό με συνδέει με τις ρίζες μου, με την ελληνική οικογένεια που άνοιξε τον δρόμο για εμάς στις ΗΠΑ. Μου έμαθαν πώς να ζω, να χαίρομαι, να αγαπώ.
Αγαπώ τους Έλληνες. Είμαστε τρελοί – με τον καλύτερο τρόπο. Το γεγονός και μόνο ότι μας αρέσει να βάζουμε φωτιά στο τυρί (σσ: σαγανάκι)... τα λέει όλα!».