Ο Slash, ο Dave Grohl, ο Billy Corgan, η Melissa Etheridge, ο Beck, ακόμη και ο Kiefer Sutherland έχουν περάσει από το κατάστημα του Νόρμαν Χάρις.
Ο Norman Harris δεν ήξερε ότι ένα απλό τηλεφώνημα το 1973 θα άλλαζε για πάντα τη ζωή του. Ένας φίλος του τον πήρε να του πει ότι ήταν με κάποιον που χρειαζόταν μια Les Paul κιθάρα, αλλά δεν του αποκάλυπτε ποιον. Ο Harris, που τότε ζούσε στο Μαϊάμι και έψαχνε ευκαιρίες, πήγε να τους συναντήσει χωρίς πολλές προσδοκίες. Όταν έφτασε, δεν είδε κανέναν άλλο πέρα από τον φίλο του. «Τον κοίταξα και του είπα: “Μ’ έκανες να έρθω μέχρι εδώ; Μου το έκανες να φαίνεται τόσο σημαντικό”», θυμάται. Και τότε μπήκε από την πόρτα ο George Harrison, συνοδευόμενος από τον Mal Evans, τον πρώην road manager των Beatles.
Εκείνη η στιγμή ήταν η απαρχή μιας ιστορίας που έμελλε να αλλάξει τον κόσμο των κιθαρών. Δύο χρόνια αργότερα, το 1975, ο Harris άνοιξε το Norman’s Rare Guitars, ένα μαγαζί σε μια άσημη λωρίδα εμπορικών καταστημάτων στην Tarzana του Λος Άντζελες, δίπλα σ’ ένα McDonald’s. Αν το έβλεπες απ’ έξω, δεν θα φανταζόσουν ποτέ πως πίσω από τη διακριτική βιτρίνα του κρυβόταν ένας από τους σημαντικότερους προορισμούς για κιθαρίστες σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο Slash, ο Dave Grohl, ο Billy Corgan, η Melissa Etheridge, ο Beck, ακόμη και ο Kiefer Sutherland έχουν περάσει από εκεί. Όταν ο Chris Martin και η Gwyneth Paltrow χρειάστηκαν κιθάρα για τα γενέθλια του γιου τους, πήγαν στο μαγαζί του Νόρμαν.
Ένας ζωντανός θρύλος του κόσμου της μουσικής
Ο Harris, γνωστός σε όλους απλώς ως Norm, έχει γίνει ένας ζωντανός θρύλος του κόσμου της μουσικής, αν και ο ίδιος δεν το συνειδητοποιεί. Στο καινούργιο ντοκιμαντέρ Norman’s Rare Guitars, αποκαλύπτεται το μυστικό παρασκήνιο πίσω από τον άνθρωπο που κρατά στα χέρια του μερικά από τα πιο πολύτιμα όργανα της μουσικής ιστορίας.
Ο Joe Bonamassa, βιρτουόζος της blues κιθάρας και ένας από τους πιο πιστούς πελάτες του, λέει ότι ο Norm δεν είναι απλώς έμπορος· είναι μαγνήτης. «Είναι σαν ηλεκτρομαγνήτης. Οι άνθρωποι ταξιδεύουν από όλο τον κόσμο, όχι μόνο για τις κιθάρες, αλλά για να τον συναντήσουν.»
Όλα ξεκίνησαν σχεδόν τυχαία, με ένα μεταχειρισμένο μπάσο. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ο Harris έπαιζε πλήκτρα σε μια μπάντα στο Μαϊάμι, όταν οι υπόλοιποι μουσικοί τού ζήτησαν να αναλάβει το μπάσο. Άνοιξε την τοπική εφημερίδα και βρήκε μια αγγελία για ένα παλιό Fender Jazz Bass. Το αγόρασε, και όλοι τρελάθηκαν μαζί του, ανάμεσά τους και ο φίλος του Jaco Pastorius, που αργότερα θα γινόταν ο μεγαλύτερος μπασίστας της τζαζ όλων των εποχών. Λίγο αργότερα, κάποιος του πρόσφερε περισσότερα χρήματα από όσα το είχε αγοράσει. Ήταν η στιγμή που κατάλαβε ότι οι παλιές αμερικάνικες κιθάρες είχαν αξία, όχι μόνο συναισθηματική, αλλά και οικονομική.
Με τη γυναίκα του, Marlene, αποφάσισαν να μετακομίσουν στην Καλιφόρνια. Ήταν η δεκαετία που οι μουσικές σκηνές της Δυτικής Ακτής ανθούσαν, οι ευκαιρίες έβραζαν, και το Λος Άντζελες ήταν ένας παράδεισος για τους κυνηγούς παλιών οργάνων. Ο Norm θυμάται εκείνη την περίοδο σαν «ένα ατελείωτο πανηγύρι, μια γιορτή οργάνων: σπάνιες κιθάρες και μπάσα μάρκας Fender, Gibson, Gretsch, όλα αυτά που είχε διαβάσει στα μουσικά περιοδικά αλλά δεν είχε δει ποτέ από κοντά. Σιγά-σιγά, το μικρό του διαμέρισμα γέμισε με 50 και 60 κιθάρες, αγορασμένες από αγγελίες, παζάρια και ενεχυροδανειστήρια. Οι περισσότεροι έμποροι τότε τον κορόιδευαν. «Με ρωτούσαν: ‘Μα πώς δίνεις τόσα για ένα παλιό όργανο όταν μπορείς να πάρεις καινούριο φθηνότερα;’» Ο Harris γελούσε σιωπηλά. Ήξερε πως αυτές οι κιθάρες θα γίνονταν «μελλοντικές αντίκες». Και είχε δίκιο.
Το ένστικτό του τον δικαίωσε με το παραπάνω το 1973, όταν χτύπησε την πόρτα του ο George Harrison. Ο Harrison αναζητούσε τότε αντικαταστάτη για τη «Lucy», τη διάσημη κόκκινη Les Paul του, που είχε κλαπεί. Ο Norm είχε τρεις Les Paul του ’50. Ο Harrison αγόρασε δύο από αυτές, μία για να ανταλλάξει με την κλεμμένη κιθάρα, και μία για τον εαυτό του, την οποία ερωτεύτηκε. Σήμερα, αυτές οι κιθάρες αξίζουν πάνω από 250.000 λίρες η καθεμιά, ακόμη κι αν δεν είχαν ποτέ ακουμπήσει τα χέρια του Harrison. Ο Norm πέρασε εκείνη τη μέρα μαζί του στο σπίτι του στις Hollywood Hills, όπου βρέθηκε ακόμη και ο Ravi Shankar. «Για μένα, οι Beatles ήταν πιο μεγάλοι κι από τον Πάπα. Δεν μπορούσα να το πιστέψω.»

Η ιστορία είναι γεμάτη με τέτοιες στιγμές. Ο Robbie Robertson, θρυλικός κιθαρίστας των Band, μπήκε στο μαγαζί τυχαία απαντώντας σε μια αγγελία, και λίγο αργότερα επέστρεψε με τον Bob Dylan και τη Joni Mitchell. Στη δεκαετία του ’70, ο Harris δάνεισε δεκάδες όργανα για το The Last Waltz, την εμβληματική συναυλία-ταινία των Band που σκηνοθέτησε ο Martin Scorsese. Τα περισσότερα όργανα που ακούγονται εκείνη τη νύχτα προέρχονταν από τη συλλογή του.
Η σχέση του με το Χόλιγουντ δεν σταμάτησε εκεί. Ο Hal Ashby τον κάλεσε να προμηθεύσει κιθάρες για το βιογραφικό Bound for Glory το 1976. Το 1984, όταν το This Is Spın̈al Tap χρειαζόταν μια θρυλική συλλογή οργάνων, υπήρχε μόνο ένας άνθρωπος να καλέσουν. Και φυσικά, το πιο διάσημο «δάνειο» του Harris είναι η κόκκινη Gibson ES-345 που παίζει ο Marty McFly στο Back to the Future. Ο Norm πρότεινε να χρησιμοποιηθεί μια κιθάρα της εποχής, πιο ακριβής ιστορικά, αλλά ο Robert Zemeckis απέρριψε την ιδέα. «Ένας ταξιδιώτης στον χρόνο», είπε, «δεν θα περιοριζόταν από τέτοιες λεπτομέρειες.» Μετά την ταινία, ο Norm πούλησε την κιθάρα. Σήμερα, κανείς δεν ξέρει πού βρίσκεται το όργανο - υπάρχει μάλιστα παγκόσμια εκστρατεία για τον εντοπισμό του, με το συμβολικό όνομα Lost to the Future.
Η κρυφή αποθήκη με τις σπάνιες κιθάρες
Πέρα από το μαγαζί, υπάρχει ένας θρύλος: το μυστικό απόθεμα, η κρυφή αποθήκη του Norm. Λίγοι άνθρωποι ξέρουν πού βρίσκεται. Εκεί έχει αποθηκεύσει εκατοντάδες κιθάρες μουσείου, όργανα που θεωρεί κορυφαία, «κομμάτια ιερά». Ο Joe Bonamassa περιγράφει την πρώτη φορά που μπήκε εκεί σαν σκηνή από το Raiders of the Lost Ark. «Ένα ατελείωτο δωμάτιο με κιβώτια, γεμάτο θησαυρούς», λέει. Ο ίδιος ο Bonamassa έχει αγοράσει δεκάδες όργανα από το απόθεμα αυτό, μεταξύ αυτών σπάνιες Gibson 335 και Fender Broadcaster.

Σήμερα, στα 75 του, ο Norm κοιτάζει πίσω σε μια καριέρα γεμάτη ιστορίες που μοιάζουν σχεδόν απίστευτες, αλλά σκέφτεται πλέον το μέλλον. Μετά από σοβαρά προβλήματα υγείας - καρκίνο, έπειτα καρδιακό επεισόδιο κατά τη διάρκεια της θεραπείας - ξέρει ότι πρέπει να προετοιμάσει το έδαφος για την επόμενη μέρα. Το ερώτημα όμως παραμένει: τι θα γίνει το Norman’s Rare Guitars όταν ο ίδιος δεν θα βρίσκεται πια εκεί; Ο Bonamassa λέει πως, παρότι ο Norm του έχει προτείνει να αναλάβει το μαγαζί, δεν θα είναι ποτέ το ίδιο χωρίς αυτόν. «Όταν αφαιρέσεις τον Norm, αφαιρείς την καρδιά και την ψυχή. Το όνομα μπορεί να μείνει, αλλά η μαγεία χάνεται. Υπάρχει μόνο ένας Norman Harris.»
Ο άνθρωπος που ξεκίνησε ψάχνοντας ένα μεταχειρισμένο μπάσο στο Μαϊάμι έγινε ο θρύλος πίσω από τις κιθάρες που διαμόρφωσαν τον ήχο μιας ολόκληρης εποχής. Ο Norman Harris δεν είναι απλώς ένας έμπορος μουσικών οργάνων· είναι ο σύνδεσμος ανάμεσα σε γενιές μουσικών, ένας ζωντανός φορέας ιστορίας και ένας συλλέκτης στιγμών που διαμόρφωσαν τον ήχο του 20ού και του 21ου αιώνα. Στο ταπεινό του μαγαζί στο Tarzana, κάτω από τη φωτεινή ταμπέλα που γράφει Norman’s Rare Guitars, περνούν καθημερινά άνθρωποι που αναζητούν κάτι παραπάνω από ξύλο, μέταλλο και χορδές. Αναζητούν ιστορία.
Κι αν υπάρχει κάτι που συνοψίζει τον Norm, είναι η φράση που είπε κάποτε χαμογελώντας, περιτριγυρισμένος από εκατοντάδες πολύτιμες κιθάρες: «Δεν πουλάω ξύλα. Πουλάω όνειρα.»