H τρέχουσα φρενίτιδα γύρω από το AI θυμίζει επικίνδυνα την ηλεκτρική «φούσκα» που οδήγησε στο κραχ του 1929 και στην πιο σκοτεινή δεκαετία του 20ού αιώνα.
Στις αρχές και στα μέσα της δεκαετίας του 1920, η Αμερική πίστευε πως είχε βρει το κλειδί για έναν νέο αιώνα ευημερίας: τον ηλεκτρισμό. Επενδυτές, επιχειρήσεις και πολιτικοί μιλούσαν για μια τεχνολογική επανάσταση που θα άλλαζε για πάντα την παραγωγή, την εργασία, ακόμα και την ίδια τη ζωή.
Εκατό χρόνια αργότερα, η ιστορία μοιάζει να επαναλαμβάνεται, μόνο που το ρεύμα έχει αντικατασταθεί από τους αλγόριθμους της Τεχνητής Νοημοσύνης. Ο Cameron Shackell, ερευνητής και λέκτορας στο Queensland University of Technology, προειδοποιεί: η τρέχουσα φρενίτιδα γύρω από το AI θυμίζει επικίνδυνα την ηλεκτρική «φούσκα» που οδήγησε στο κραχ του 1929 και στην πιο σκοτεινή δεκαετία του 20ού αιώνα.
Η κινητήριος δύναμη του Αμερικανικού Ονείρου
Η ηλεκτροδότηση υπήρξε η κινητήριος δύναμη του αμερικανικού ονείρου. Στα χρηματιστήρια της Νέας Υόρκης, τα «high tech» χαρτιά της εποχής δεν αφορούσαν υπολογιστές ή start-ups, αλλά εταιρείες ηλεκτρισμού. Ονόματα όπως Electric Bond & Share, Commonwealth Edison, General Electric, AT&T και RCA μαγνήτιζαν το κοινό και υπόσχονταν μια εποχή αυτόματων εργοστασίων, ηλεκτρικών σπιτιών και νυχτερινών ραδιοφώνων.
Το ρεύμα παρουσιαζόταν ως το καύσιμο του μέλλοντος, μια τεχνολογία γενικού σκοπού που θα τροφοδοτούσε κάθε κλάδο - όπως ακριβώς σήμερα παρουσιάζεται η Τεχνητή Νοημοσύνη. Ακόμα και ο Λένιν διακήρυττε πως «ο κομμουνισμός είναι σοβιετική εξουσία συν ηλεκτροδότηση όλης της χώρας».
Πρόοδος, άνεση, λιγότερη εργασία
Η υπόσχεση ήταν μεθυστική: πρόοδος, άνεση, λιγότερη εργασία. Όμως πίσω από το όραμα της λαμπερής εποχής κρυβόταν μια εύθραυστη οικονομική πραγματικότητα. Οι μετοχές ηλεκτρισμού έγιναν το αγαπημένο παιχνίδι των επενδυτών, παρότι τα οικονομικά θεμέλια των εταιρειών ήταν συχνά θολά.
Μεγάλοι όμιλοι, χρησιμοποιώντας σύνθετες εταιρικές δομές, πουλούσαν στους μικροεπενδυτές διαφορετικά «πακέτα» μετοχών που ανήκαν ουσιαστικά στην ίδια επιχείρηση. Η αγορά συγκεντρωνόταν ραγδαία: στις παραμονές του κραχ, το 80% του ηλεκτρικού εφοδιασμού των ΗΠΑ ελεγχόταν από λίγες μόνο εταιρείες holding.
Ο χρηματιστηριακός πυρετός κορυφώθηκε το 1929, όταν η Γουόλ Στριτ παρουσίασε έναν νέο δείκτη, τον Utilities Average, αφιερωμένο στις εταιρείες ηλεκτρισμού. Λίγους μήνες αργότερα, η ίδια κατηγορία μετοχών που συμβόλιζε την τεχνολογική πρόοδο θα γινόταν το επίκεντρο της καταστροφής.
Από τις 144 μονάδες του 1929, ο δείκτης κατέρρευσε στις 17 το 1934. Το κραχ της 24ης Οκτωβρίου 1929 έσπασε κάθε προηγούμενο: μέσα σε εβδομάδες η πίστη στην τεχνολογική αισιοδοξία αντικαταστάθηκε από την απελπισία. Οι τράπεζες κατέρρευσαν, οι πιστώσεις πάγωσαν, οι επιχειρήσεις έκλεισαν, και η ανεργία στις ΗΠΑ εκτινάχθηκε από το 3% στο 25%. Το όραμα της Ηλεκτρικής Ουτοπίας μετατράπηκε σε ατελείωτες ουρές για ένα μπολ σούπα.
Ο Shackell θυμίζει την τραγική φιγούρα του Σάμιουελ Ίνσουλ, μαθητή του Τόμας Έντισον και μεγιστάνα του ηλεκτρισμού στο Σικάγο. Ο Ίνσουλ έφτασε να αξίζει 150 εκατομμύρια δολάρια, ποσό τεράστιο για την εποχή, πριν η αυτοκρατορία του χρεοκοπήσει το 1932. Κατηγορήθηκε για υπεξαίρεση, φυγοδίκησε στην Ευρώπη, συνελήφθη και τελικά αθωώθηκε· όμως μισό εκατομμύριο επενδυτές έχασαν τα πάντα. Για πολλούς, ο Ίνσουλ ήταν απλώς το σύμπτωμα μιας ασύδοτης αγοράς, όχι η αιτία. Το σύστημα είχε πιαστεί στα ίδια του τα καλώδια: αδιαφάνεια, υπερβολική συγκέντρωση, ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία.
Αυστηρά ρυθμιζόμενες υποδομές
Οι μεταρρυθμίσεις που ακολούθησαν, όπως ο νόμος Public Utility Holding Company Act του 1935, διέλυσαν τα μεγαθήρια και μετέτρεψαν τις «ηλεκτρικές εταιρείες του μέλλοντος» σε αυστηρά ρυθμιζόμενες υποδομές. Ο ηλεκτρισμός πέρασε από το πεδίο του φαντασμαγορικού στο πεδίο του αυτονόητου - από το εξώφυλλο του Time στο τετράγωνο «Electric Company» του επιτραπέζιου Monopoly. Ήταν το τίμημα της σταθερότητας: μια επανάσταση που έπρεπε να σβήσει τη φωτιά της για να φωτίσει τον κόσμο.

Ο Shackell βλέπει σήμερα τις ίδιες λάμψεις, αυτή τη φορά πίσω από οθόνες και νευρωνικά δίκτυα. Η Τεχνητή Νοημοσύνη, λέει, είναι το νέο γενικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο θα οικοδομηθεί η οικονομία: μια τεχνολογία που υπόσχεται να «ηλεκτρίσει» τη γνώση, τη βιομηχανία και τις υπηρεσίες. Όμως η ομοιότητα με τη δεκαετία του ’20 δεν περιορίζεται στην αισιοδοξία· επεκτείνεται και στα δομικά ελαττώματα του συστήματος.
«AI-enabled», όπως... «ηλεκτροδοτούμενοι»
Όπως τότε, έτσι και τώρα, μια χούφτα εταιρειών ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της υποδομής. Στον ηλεκτρισμό, ήταν οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας· σήμερα είναι οι τεχνολογικοί κολοσσοί που διαθέτουν τους υπολογιστικούς πόρους και τα τεράστια δεδομένα: Microsoft, Google, Amazon, Meta, Nvidia.
Οι ίδιες εταιρείες αποτελούν το 35% της κεφαλαιοποίησης του S&P 500 και σχεδόν τα τρία τέταρτα του NASDAQ - μια συγκέντρωση εξουσίας αντίστοιχη με εκείνη των ηλεκτρικών holdings του μεσοπολέμου. Ολόκληρες βιομηχανίες πλέον δηλώνουν «AI-enabled», όπως τότε οι πάντες δήλωναν «ηλεκτροδοτούμενοι».
Η σύγκριση δεν σταματά εδώ. Και τότε, η εποχή των μεγάλων υποσχέσεων συνοδεύτηκε από μια ρητορική αυτοματισμού και ευημερίας. Ο ηλεκτρισμός θα εξάλειφε τη βαριά εργασία· το AI υπόσχεται να εξαλείψει την πνευματική.
Ο Shackell επισημαίνει ότι η συζήτηση περί «τεχνολογικού θαύματος» επισκιάζει τις ανισότητες που δημιουργεί. Τον περασμένο αιώνα, η ηλεκτροδότηση έκανε κάποιες περιοχές απίστευτα πλούσιες και άλλες απελπιστικά φτωχές. Σήμερα, η τεχνητή νοημοσύνη δημιουργεί αντίστοιχες γεωοικονομικές ζώνες: πόλεις-κόμβους δεδομένων, και περιφέρειες που μένουν εκτός.
Ο ίδιος ο τρόπος που χρηματοδοτείται η τεχνολογική ανάπτυξη φέρνει ανατριχιαστικές ομοιότητες. Τα κεφάλαια ρέουν αφειδώς σε startups χωρίς σαφές επιχειρηματικό μοντέλο, αλλά με την υπόσχεση ότι «έχουν AI». Τα χρηματιστήρια, όπως τότε, ανταμείβουν την αφήγηση, όχι το αποτέλεσμα.
Και όπως οι επενδυτές της δεκαετίας του ’20 πίστευαν ότι ο ηλεκτρισμός είναι άτρωτος, έτσι και σήμερα τα συνταξιοδοτικά ταμεία και τα ETFs έχουν εκτεταμένη έκθεση σε τεχνολογικά funds χωρίς να το γνωρίζουν. Η συλλογική ψευδαίσθηση της αδιάλειπτης προόδου είναι ο πιο σιωπηλός κίνδυνος.

Η ιστορία που επαναλαμβάνεται σχεδόν... γραφικά
Στο πεδίο της πολιτικής ρύθμισης, η ιστορία επαναλαμβάνεται σχεδόν... γραφικά. Τότε, οι κρατικές αρχές προσπάθησαν να περιορίσουν τις τιμές και την κερδοσκοπία στον ηλεκτρισμό, προκαλώντας την οργή των αγορών· ορισμένοι οικονομολόγοι, όπως ο Harold Bierman, ισχυρίστηκαν ότι οι κανονιστικές παρεμβάσεις ήταν η σπίθα του κραχ.
Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιχειρεί να θεσπίσει αυστηρό πλαίσιο για την Τεχνητή Νοημοσύνη, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες ο Ντόναλντ Τραμπ ακολουθεί το αντίθετο μονοπάτι, αποδυναμώνοντας τους κανονισμούς στο όνομα της καινοτομίας. Το αποτέλεσμα είναι ένα ρυθμιστικό κενό όπου η ισχύς συγκεντρώνεται χωρίς αντίβαρα - ακριβώς όπως στα χρόνια πριν από το 1929.
Η ερώτηση του Shackell είναι απλή και τρομακτική: μπορούμε να μεταβούμε σε μια εποχή όπου το AI θα είναι «αόρατη υποδομή», όπως ο ηλεκτρισμός, χωρίς να περάσουμε από ένα νέο κραχ; Οι ενδείξεις δεν είναι ενθαρρυντικές. Η τεχνολογία προχωρά πιο γρήγορα απ’ όσο μπορούν να τη διαχειριστούν κυβερνήσεις και θεσμοί, και οι κοινωνικές ανισότητες διευρύνονται.
Οι επενδυτές μιλούν για «φούσκα AI» όπως κάποτε μιλούσαν για «φούσκα ηλεκτρισμού», αλλά οι μηχανισμοί αυτοσυγκράτησης απουσιάζουν. Αν η ιστορία διδάσκει κάτι, είναι πως κάθε τεχνολογική ουτοπία χρειάζεται μια κρίση για να μάθει την ταπεινότητα.
Αυτό δεν σημαίνει πως η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι καταδικασμένη να οδηγήσει σε καταστροφή. Ο Shackell αναγνωρίζει ότι, όπως και ο ηλεκτρισμός, πρόκειται για τεχνολογία που μπορεί να φέρει τεράστια κοινωνικά οφέλη - αν ενσωματωθεί με υπευθυνότητα. Ο ηλεκτρισμός, παρά το αρχικό του κραχ, έγινε το θεμέλιο του σύγχρονου κόσμου. Το ζητούμενο είναι να αποφευχθεί η ενδιάμεση τραγωδία, να μην ξαναδούμε τις φούσκες και τις ουρές των ανέργων που πληρώνουν την απληστία των λίγων.
Το 1935, όταν ο ηλεκτρισμός έγινε επιτέλους «βαρετή» υποδομή, η κοινωνία βγήκε ωριμότερη. Ίσως κάτι τέτοιο να χρειάζεται και η εποχή των αλγορίθμων: να γίνει λιγότερο θεαματική και περισσότερο υπεύθυνη.
Η Τεχνητή Νοημοσύνη, λέει ο Shackell, πρέπει να περάσει από την εμπορική φρενίτιδα στην υπηρεσία του κοινού συμφέροντος, αλλιώς η Ιστορία, πιστή στην ειρωνεία της, θα ανάψει ξανά τα ίδια καλώδια που κάποτε προκάλεσαν τη διακοπή ρεύματος του αιώνα...