Τζωρτζ Στάινερ, νέο βιβλίο: «Ζούμε ένα μακρύ Σάββατο αναμονής. Θα γνωρίσει ποτέ η ανθρωπότητα Κυριακή; Αμφίβολο»

Ο σπουδαίος διανοητής Τζωρτζ Στάινερ, το 2000, φωτογραφημένος στο Μιλάνο / Φωτογραφία: Leonardo Cendamo/Getty Images

Διαβάσαμε το συναρπαστικό βιβλίο «Ένα μακρύ Σάββατο», που μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Δώμα, στο οποίο η Γαλλίδα δημοσιογράφος, συγγραφέας και βιογράφος Λωρ Αντλέρ καταγράφει τις συζητήσεις της με έναν από τους σπουδαίους διανοητές του 20ού αιώνα, τον Τζωρτζ Στάινερ

Ο Τζωρτζ Στάινερ δεν αγαπούσε καθόλου τις συνεντεύξεις. Για καλή μας τύχη, η Γαλλίδα δημοσιογράφος, συγγραφέας και βιογράφος Λωρ Αντλέρ τον έπεισε να της παραχωρήσει το προνόμιο μιας σειράς συζητήσεων που έλαβαν χώρα στο σπίτι του από το 2002 έως το 2014. Οι συνομιλίες αυτές συγκεντρώθηκαν στο βιβλίο «Ένα μακρύ Σάββατο», που μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Δώμα, σε εξαιρετική μετάφραση Θάνου Σαμαρτζή.

Ο εβραϊκής καταγωγής Στάινερ, καθηγητής στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου (Πρίνστον, Πανεπιστήμιο της Γενεύης, της Οξφόρδης και του Κέιμπριτζ), αρθρογράφος των θρυλικών περιοδικών «New Yorker» (επιλεγμένα άρθρα κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πατάκη) και «Economist», λίγα χρόνια πριν πεθάνει -τον Φεβρουάριο του 2020- άφησε πίσω του, εκτός από ένα σπουδαίο έργο υψηλής σημασίας για τα ευρωπαϊκά γράμματα, και αυτές τις πολύτιμες συζητήσεις, που δίνουν μια εξαιρετική και απολαυστική σύνοψη τόσο του έργου όσο και των αντιλήψεών του.

Ο σπουδαίος διανοητής που σημάδεψε με την ευφυΐα του τον 20ό αιώνα, ο άνθρωπος που με το θρυλικό έργο του «Οι Αντιγόνες» (Εκδ. Καλέντης) ανέδειξε τη σημασία της Αντιγόνης του Σοφοκλή ως θεμέλιου λίθου της ευρωπαϊκής ταυτότητας, αφήνει τα τελευταία του λόγια πίσω του ως παρακαταθήκη και προειδοποίηση για το μέλλον της Ευρώπης.

Στα βιβλία του ο Στάινερ, μιλώντας είτε για την ευρωπαϊκή λογοτεχνία και τη σημασία της ελληνικής τραγωδίας, είτε για τη Βαβέλ της μετάφρασης και τα όρια του λόγου, επί της ουσίας μιλούσε πάντα για τις ρίζες του ευρωπαϊκού πολιτισμού, δίνοντας παράλληλα μια σαφή εικόνα τόσο των τρωτών σημείων της γηραιάς ηπείρου όσο και των κινδύνων που αυτή αντιμετωπίζει.

Ο Τζωρτζ Στάινερ με τον σκύλο του στο σπίτι του στο Κέιμπριτζ / Φωτογραφία: Λεπτομέρεια από το εξώφυλλο του βιβλίου «Ένα μακρύ Σάββατο» της Λωρ Αντλέρ με τον Τζωρτζ Στάινερ (Εκδ. Δώμα)

Στο βιβλίο της Λωρ Αντλέρ «Ένα μακρύ Σάββατο», ο Στάινερ μιλάει με το χιούμορ, τη διαύγεια και τη σπιρτάδα ενός λαμπρού πνεύματος, για όλα: για τη μουσική, τη λογοτεχνία, τα παιδικά του χρόνια, τη μοίρα του εβραϊσμού, τον φεμινισμό, τον έρωτα, την ξενοφοβία, τη δημιουργικότητα, τα μίντια, την ακατανόητη μεταμοντέρνα τέχνη, την τεχνολογία και τους κινδύνους της για τη γλώσσα. Μιλάει για τη σημασία της Βίβλου και της ελληνικής τραγωδίας, για τον Θεό στον οποίο δεν πίστευε, αλλά και για τον χριστιανισμό - τον πυλώνα του δυτικού πολιτισμού, με την αποδυνάμωση του οποίου η Ευρώπη έχασε την ταυτότητά της.

Η Λωρ Αντλέρ επισκέπτεται τον Στάινερ στο σπίτι του στην αγγλική εξοχή και συναντά έναν άνθρωπο βαθιά ερωτευμένο με τα βιβλία και τη μουσική, έναν 90χρονο με μια εφηβική άσβεστη λαχτάρα για τις γλώσσες (μιλούσε οκτώ) και για τη μάθηση. «Μου άνοιξε η γυναίκα του, η Ζάρα» περιγράφει η Αντλέρ. «Είχε διακόψει το γράψιμό της (είναι μία απ' τις σημαντικότερες ιστορικούς της σύγχρονης Ευρώπης σε θέματα σχετικά με την άνοδο του ολοκληρωτισμού) και είχε προλάβει να ετοιμάσει ένα τσίζκεϊκ. Έξω, ο κηπάκος ήταν φυτεμένος με τριανταφυλλιές· πάνω στα κλαδιά της ανθισμένης κερασιάς κάθονταν πουλάκια που ξελαρυγγιάζονταν αναγγέλλοντας τον ερχομό της άνοιξης. Ο Τζωρτζ με οδήγησε στο βάθος του κήπου και άνοιξε την πόρτα του γραφείου του, μια οκταγωνική καλύβα φτιαγμένη για να φιλοξενεί όσο το δυνατόν περισσότερα βιβλία. Σταμάτησε τον δίσκο του Μότσαρτ που άκουγε. Η συζήτηση μπορούσε να ξεκινήσει. Δεν ήξερα τότε ότι θα ξαναρχόμουν εκεί τόσο συχνά κι ότι, με τον καιρό, οι συναντήσεις μας θα γίνονταν το μικρό το μυστικό, μια μαθητεία σε αυτό που ονομάζει “μακρύ Σάββατο”».

Γιατί η ανθρωπότητα βιώνει ένα ατελείωτο Σάββατο αναμονής;

Με δάνειο από τη Βίβλο, ο Τζωρτζ Στάινερ χρησιμοποιεί το Σάββατο ως παραβολή προκειμένου να μιλήσει για την κατάσταση στασιμότητας, αναμονής και βασανιστικής ασάφειας στην οποία έχει περιέλθει η ανθρωπότητα. Τι εννοείτε λέγοντας «Ζούμε ένα μακρύ Σάββατο;», ρωτά η Λωρ Αντλέρ.

«Πήρα από την Καινή Διαθήκη το σχήμα Παρασκευή-Σάββατο-Κυριακή» εξηγούσε ο Στάινερ. «Δηλαδή: ο θάνατος του Χριστού την Παρασκευή, το σκοτάδι να απλώνεται πάνω στη Γη, το καταπέτασμα του Ναού να σκίζεται στα δύο· ύστερα η αβεβαιότητα που για τους πιστούς πρέπει να συνοδευόταν από έναν ανείπωτο τρόμο: η αβεβαιότητα του Σαββάτου όπου δεν συμβαίνει τίποτα, τίποτα δεν κουνιέται· και, τέλος, η ανάσταση της Κυριακής. Είναι ένα σχήμα απέραντης εκφραστικής δύναμης. Ζούμε την καταστροφή, το μαρτύριο, την αγωνία, κι ύστερα περιμένουμε. Και για πολλούς το Σάββατο δεν θα τελειώσει ποτέ. Ο Μεσσίας δεν θα έρθει και το Σάββατο θα συνεχίσει. Τώρα, πώς πρέπει να ζήσουμε αυτό το Σάββατο; Αυτό το Σάββατο του αγνώστου, της χωρίς εγγυήσεις αναμονής, είναι το Σάββατο της Ιστορίας. Υπάρχει σε αυτό το Σάββατο μια μηχανική της απελπισίας -ο φρικτά θανατωμένος και ενταφιασμένος Χριστός- και ταυτόχρονα της ελπίδας. Η απελπισία και η ελπίδα είναι ασφαλώς οι δύο όψεις του νομίσματος της ανθρώπινης συνθήκης. Μας είναι πολύ δύσκολο να φανταστούμε την Κυριακή, με εξαίρεση (κι αυτό είναι πολύ σημαντικό) το πεδίο της ιδιωτικής ζωής. Οι άνθρωποι που ζουν έναν ευτυχισμένο έρωτα έχουν γνωρίσει Κυριακές, στιγμές ανάτασης, στιγμές ολικής μεταμόρφωσης (...). Χωρίς την ελπίδα της Κυριακής, μόνη διέξοδος θα ήταν μάλλον η αυτοκτονία (...). Αλλά οφείλουμε να συνεχίσουμε· είμαστε οι φιλοξενούμενοι της ζωής προκειμένου να συνεχίσουμε να παλεύουμε, να προσπαθούμε να βελτιώσουμε λιγάκι τα πράγματα. Να τα κάνουμε καλύτερα. Θα γνωρίσει ποτέ η ανθρωπότητα Κυριακή; Αμφίβολο».

Ο Τζωρτζ Στάινερ υπήρξε ένα λαμπρό μυαλό του ευρωπαϊκού πνεύματος, ένας σημαντικός διανοητής που έβλεπε με διαύγεια τη δύναμη αλλά και τα τρωτά της Ευρώπης / Φωτογραφία: domabooks.gr

Η μοίρα του εβραϊσμού

Ο Στάινερ περιγράφει με συγκλονιστικό τρόπο την πρώτη του επαφή με αυτό που λέμε Ιστορία. Το 1935, έξω από το σπίτι του στη Βιέννη, γίνονταν επεισόδια. Φιλοναζιστικές ομάδες είχαν βγει στους δρόμους διαδηλώνοντας, με άγριες διαθέσεις. Ο μικρός Τζωρτζ ήταν μόλις έξι ετών και ούτε καν μπορούσε ακόμα να καταλάβει τι σημαίνει να είσαι Εβραίος στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Η μητέρα του αιφνιδιάστηκε κι άρχισε να κατεβάζει γρήγορα τα στόρια. Τότε, ο πατέρας του τη σταμάτησε, πήρε αγκαλιά τον γιο του, τον σήκωσε μπροστά στο παράθυρο και, δείχνοντάς του τα εξαγριωμένα θηρία που ξεχύνονταν στον δρόμο φωνάζοντας «Θάνατος στους Εβραίους!», του είπε: «Αυτό εδώ λέγεται Ιστορία, και δεν πρέπει ποτέ να το φοβηθείς». 

Λίγα χρόνια μετά, το 1940, και ενώ η οικογένεια Στάινερ είχε βρει καταφύγιο στη Γαλλία, ο πατέρας του Τζωρτζ, σε μια αποστολή του στη Νέα Υόρκη, στην οποία συμμετείχε ως οικονομικός σύμβουλος για λογαριασμό της γαλλικής κυβέρνησης, πήρε από έναν Γερμανό φίλο του την πληροφορία ότι οι ναζί θα εισέβαλλαν στη Γαλλία, έχοντας πολύ άσχημες διαθέσεις εναντίον των Εβραίων. «Πάρε από εκεί την οικογένειά σου πάση θυσία!», τον συμβούλεψε.

Ο πατέρας Στάινερ ζήτησε από τον πρωθυπουργό Πολ Ρεϊνό άδεια να φέρει την οικογένειά του στις ΗΠΑ. «Μπορέσαμε λοιπόν να φύγουμε απ' το Παρίσι και να επιβιβαστούμε στο τελευταίο βαπόρι που αναχώρησε από τη Γένοβα τη στιγμή της γερμανικής εισβολής. Αν δεν είχε συμβεί αυτό, θα ήμουν άραγε ζωντανός σήμερα;» αναρωτιόταν.

Ο Τζωρτζ Στάινερ δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει το ότι από μια ολόκληρη τάξη γεμάτη Εβραιόπουλα επιβίωσαν μόνο ο ίδιος και άλλο ένα παιδί. Μέχρι τον θάνατό του κουβαλούσε αυτή την ενοχή. «Όλα τα υπόλοιπα παιδιά σκοτώθηκαν. Αυτό είναι κάτι που το σκέφτομαι κάθε μέρα. Το τυχαίο, το καζίνο της επιβίωσης, η απερινόητη κληρωτίδα της τύχης. Γιατί να πεθάνουν όλα τ' άλλα παιδιά και οι γονείς τους; Κανένας, νομίζω, δεν έπρεπε να επιχειρεί να το κατανοήσει αυτό. Είναι αδύνατον να το κατανοήσουμε».

Αυτή η ανείπωτη τραγωδία, η ναζιστική θηριωδία και κάθε μορφή ολοκληρωτισμού και παράνοιας, όπως αυτή που ζει ξανά η ανθρωπότητα τον 21ο αιώνα στην Ουκρανία, είναι από τα πράγματα που, όπως επισημαίνει στο σπουδαίο βιβλίο του «Η Ιδέα της Ευρώπης», σπάνε τη γλώσσα. 

Ο καφκικός εφιάλτης στην Ουκρανία

Ο Στάινερ, δεινός αφηγητής, ομιλητής στα μεγαλύτερα συνέδρια του κόσμου, έχοντας περάσει όλη του τη ζωή στα έδρανα των πανεπιστημίων, μιλώντας ως καθηγητής Συγκριτικής Λογοτεχνίας και Φιλοσοφίας του Πολιτισμού σε κατάμεστα αμφιθέατρα σε χιλιάδες φοιτητές για τις δυνατότητες της γλώσσας, αδυνατεί να βρει τις λέξεις να εκφράσει «αυτό που σπάει τη γλώσσα»: τη φρίκη του πολέμου, τη μοίρα του εβραϊσμού, την αγριότητα του φυλετισμού, την παράνοια του πολέμου, που, τελικά, επαναλαμβάνεται στις μέρες μας, με τον Πούτιν να προσπαθεί λυσσαλέα όχι μονάχα να κατακτήσει την Ουκρανία, αλλά να εξαφανίσει από προσώπου γης την ουκρανική ταυτότητα, την ουκρανική ψυχή. 

Κατά τον Στάινερ, ειδικά μετά το Άουσβιτς, δεν θα μπορούσε να υπάρξει τίποτα πιο χυδαίο στον κόσμο από το εξακολουθούν να ξεσπούν φυλετικές συγκρούσεις και παρανοϊκοί πόλεμοι στα Βαλκάνια, στην Αφρική, σαν τις φετινές νεοναζιστικές θηριωδίες του Πούτιν, που ο σπουδαίος Εβραίος διανοητής δεν πρόλαβε να δει, αφού έφυγε από τη ζωή δύο χρόνια πριν.

Σχολιάζοντας, όμως, το ουκρανικό ζήτημα του 2014, ο Στάινερ λέει: «Ήλπιζα παλιότερα πως, όταν θα πλησίαζε το τέλος της ζωής μου, θα είχε αμβλυνθεί η κληρονομιά της Σοά, ότι στην Ευρώπη θα είχε επικρατήσει μια κάποια συμφιλίωση. Ε, λοιπόν, όχι, σήμερα τα κύματα του αντισημιτισμού, του μίσους προς τον Εβραίο, ορμάνε καταπάνω μας από παντού. Πριν από μερικά χρόνια αυτό φαινόταν αδύνατο (...). Είναι ειρωνεία ότι σήμερα (το 2014) στην Ουκρανία τον αντισημιτισμό τον καταγγέλλει ο Πούτιν. Μόνο ένας Κάφκα θα μπορούσε να επινοήσει κάτι τέτοιο». Μόνο ένας Κάφκα θα μπορούσε να έχει φανταστεί μια τέτοια φάρσα, μια τέτοια στρεψοδικία όπως το παρανοϊκό αφήγημα που εμπνεύστηκε ο Πούτιν για να κυκλώσει επιθετικά την Ουκρανία. Ένας λύκος που τάχα θέλει να φυλάξει τα πρόβατα που σκοπεύει να φάει. 

«Οι ανθρωπιστικές σπουδές κάνουν τον άνθρωπο πιο απάνθρωπο;»

Ο Στάινερ, μετά από εξήντα χρόνια διδασκαλίας και επίμονης μελέτης των πιο σπουδαίων κειμένων του δυτικού πολιτισμού, αναρωτιέται: «Μήπως, τελικά, οι ανθρωπιστικές σπουδές κάνουν τον άνθρωπο πιο απάνθρωπο; Ενδέχεται, άραγε, οι ανθρωπιστικές σπουδές, αντί να μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους (για να χρησιμοποιήσω την πιο αφελή έκφραση), αντί να οξύνουν την ηθική ευαισθησία μας, να την αμβλύνουν; Να μας απομακρύνουν απ' τη ζωή, να μας δίνουν μια μυθοπλασία τόσο ζωντανή, που η πραγματικότητα ωχριά δίπλα της; (...) Ένα πράγμα μονάχα ξέρω: τα στρατόπεδα του θανάτου, τα σταλινικά στρατόπεδα, οι μεγάλες σφαγές, δεν προήλθαν από την έρημο Γκομπί· προήλθαν από τον προηγμένο ρωσικό και ευρωπαϊκό πολιτισμό, προήλθαν από το ίδιο κέντρο που παράγει τα μέγιστα καλλιτεχνικά και φιλοσοφικά μας επιτεύγματα· κι οι ανθρωπιστικές σπουδές δεν αντιστάθηκαν. Αντίθετα, σε πάρα πολλές περιπτώσεις μεγάλοι καλλιτέχνες συνεργάστηκαν ασμένως με το απάνθρωπο». 

Μετά από έναν ολόκληρο χειμώνα ρωσικής αγριότητας, τα λόγια του Στάινερ, ειπωμένα οκτώ χρόνια πριν, δείχνουν δυστυχώς προφητικά και πιο επίκαιρα από ποτέ. Τι άλλο μπορεί να σου φέρουν στον νου παρά την εκκωφαντική και ντροπιαστική σιωπή που επέδειξαν, για παράδειγμα, στη χώρα μας καλλιτέχνες, διανοητές, καθηγητές προσκείμενοι στα αριστερά του πολιτικού φάσματος, μπροστά στην αγριότητα με την οποία σφαγιάστηκε και συνεχίζει να σφαγιάζεται ο ουκρανικός λαός;

Το βιβλίο «Ένα μακρύ Σάββατο», της Λωρ Άντλερ, που περιλαμβάνει συζητήσεις με τον Τζωρτζ Στάινερ, κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Δώμα

«Θα ήλπιζε κανείς ο κήπος του Γκαίτε να μη βρίσκεται ακριβώς δίπλα στο στρατόπεδο του Μπούχενβαλντ: αλλά βγαίνεις απ’ τον κήπο του Γκαίτε και μπαίνεις κατευθείαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Θα ήλπιζε κανείς ότι οι μεγάλοι μουσικοί θα αρνούνταν να παίξουν και θα έλεγαν: “Όχι. Δεν μπορώ να παίξω Ντεμπισί (όπως έκανε ο Γκίζεκινγκ στο Μόναχο) όταν ακούω τις κραυγές εκείνων που πεθαίνουν από δίψα και πείνα στον δρόμο για το Νταχάου”. Αλλά όχι, δεν αρνήθηκαν και έδωσαν μια σειρά παραμυθένιων κονσέρτων, απέραντης μουσικής ομορφιάς. Υπάρχει το γνωστό αστείο του Πικάσο. Αυτό με τον Γερμανό αξιωματικό που τον επισκέπτεται στο στούντιό του επί γερμανικής κατοχής και βλέπει την Γκουέρνικα και του λέει: “Εσείς το κάνατε αυτό;”. “Όχι, κύριε” του απαντά ο Πικάσο “εσείς το κάνατε!”. Είναι υπέροχο αυτό το αστείο. Κι όμως, είναι ο ίδιος ο Πικάσο που υπερασπίζεται τον Στάλιν σε μια εποχή όπου οι φρίκες των γκουλάγκ και των σταλινικών σφαγών ήταν πασίγνωστες».

«Η Ευρώπη έχει γίνει ένα μεγάλο μουσείο»

Όπως και στο βιβλίο του «Η Ιδέα της Ευρώπης», το οποίο κυκλοφόρησε νωρίτερα φέτος, κι αυτό από τις Εκδόσεις Δώμα, σε μετάφραση επίσης του Θάνου Σαμαρτζή, ο Στάινερ δίνει μια ζοφερή εικόνα για την Ευρώπη, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για έναν πολιτισμό που έχει χάσει το κέντρο βάρους του και είναι όλο και πιο δυσκίνητος, αφήνοντας τα εδάφη του έρμαια ενός αναδυόμενου εθνικολαϊκισμού (όπως είδαμε με το θρίλερ των γαλλικών εκλογών και την οριακή επικράτηση του Μακρόν επί της Λεπέν, ή όπως είδαμε στις πρόσφατες εκλογές της Ιταλίας με την άνοδο του εθνικολαϊκιστικού συνασπισμού υπό την Τζόρτζια Μελόνι).

«Η Ευρώπη δεν έχει πια κανένα πρότυπο να προτείνει πουθενά, ούτε βέβαια στους νέους» λέει ο Στάινερ. «Οι νέοι έχουν σιχαθεί την υψηλή κουλτούρα, τον υψηλό πολιτισμό της Ευρώπης που δεν μπόρεσε να αντισταθεί στη βαρβαρότητα, η οποία μάλιστα πολλές φορές επωφελήθηκε απ' τον υψηλό πολιτισμό (...). Η Ευρώπη, για την ώρα έχει μετατραπεί στην ήπειρο του παγκόσμιου τουρισμού: οι άνθρωποι έρχονται για να κάνουν τη βόλτα τους και να δουν τη γηραιά Ευρώπη. Η Ευρώπη έχει γίνει ένα μεγάλο μουσείο, και το να ζεις σε αυτήν έχει μετατραπεί σε πολύ μεγάλη πολυτέλεια. Αλλά είναι δύσκολο να μιλήσεις για το μέλλον, για ένα θετικό μέλλον στην Ευρώπη (…). Περάσαμε δύο χιλιάδες συναρπαστικά χρόνια. Το να είσαι Ευρωπαίος υπήρξε ένα πράγμα συναρπαστικό. Θα είναι μάλλον λιγότερο συναρπαστικό στο μέλλον».

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ