«Περπατά μέσα στην ομορφιά, σαν τη νύχτα / άστρωτων ουρανών και λαμπερών ουρανών· / κι ό,τι καλύτερο έχει το σκοτάδι και το φως / συναντιούνται στη μορφή της και στα μάτια της»/ Με στίχους του Λόρδου Βύρωνα άνοιξε το πρώτο γυναικείο σόου o Tζόναθαν Άντερσον τον Dior, με τη συλλογή Άνοιξη/Καλοκαίρι 2026.
Ήταν μια ποιητική χειρονομία που έθεσε τον τόνο: ρομαντική μελαγχολία, η αγγλική λυρική παράδοση απέναντι στη γαλλική κληρονομιά υψηλής ραπτικής. Από την αρχή, το μήνυμα ήταν σαφές: η μόδα δεν είναι μόνο φόρεμα, αλλά και αφήγηση για το ποιος έχει το δικαίωμα να ξαναγράφει τους μύθους.

Από τον Adam Curtis στον Dior
Ο Άντερσον δεν ξεκίνησε με δημιουργίες του, αλλά με ένα βίντεο του Adam Curtis, του ντοκιμαντερίστα που με το Hypernormalisation περιέγραψε τον κόσμο σαν ένα σκηνικό ψευδοκανονικότητας, ελεγχόμενο από πολιτικούς και εταιρείες.
Στην οθόνη: ο Monsieur Dior στο ατελιέ του· ο Gianfranco Ferré σε πρόβα· ο John Galliano ντυμένος αστροναύτης· η Marlene Dietrich με κοστούμι Dior στον κινηματογράφο. Θραύσματα εικόνων που απέσπασαν αυθόρμητο χειροκρότημα και δήλωσαν εξαρχής το μέγεθος του διακυβεύματος: η ιστορία του Dior δεν είναι μόνο αρχείο, είναι παγκόσμιο φαντασιακό.
Το σκηνικό, επιμελημένο από τον Luca Guadagnino και τον Stefano Baisi, στήθηκε ως ανεστραμμένη πυραμίδα πάνω στο μεγάλο σιντριβάνι των Tuileries. Σαν να ήθελαν να υπενθυμίσουν ότι η μόδα είναι τελετουργία, αλλά και κινηματογράφος.
Τα looks - υλικά και φόρμες
Ο Άντερσον πειραματίστηκε με τις πρώτες ύλες και τις φόρμες:
- Φόρεμα από δύο μήκη μεταξιού δεμένα σε μεγάλους κόμπους πάνω σε εσωτερική κατασκευή: γλυπτό που όρισε τον πειραματικό τόνο του σόου.
- Το Bar jacket εμφανίστηκε σε εκδοχές: επιμηκυμένο με γεμάτα πιέτες cargo shorts, κυματιστό και ruffled στο πίσω μέρος, ή υπερμεγέθες σαν παλτό. «Υβριδικό Bar jacket», όπως το όρισε ο ίδιος.

- Peplum (εκείνη η χαρακτηριστική «φουστίτσα» υφάσματος που ανοίγει στη μέση, εμβληματική στο New Look του Dior) άνοιγαν στο πλάι, διακόπτοντας την αυστηρή γραμμή.
- Καπέλα: tricorn σχεδιασμένα από τον Στίβεν Τζόουνς που θύμιζαν αεροπλάνα ή μοναστικά cornets, αλλά και το Bar hat αναποδογυρισμένο. Θυμίζουν τον Ναπολέοντα, θυμίζουν στρατηγούς περαμένων αιώνες - οι γυναίκες στην κεφαλή της εξουσίας;
- Πλεκτά σε jersey και κασμίρ, στολισμένα με υφασμάτινες ορτανσίες, σαν γλυπτική έκρηξη.

- Μεταξωτό μοχέρ συνδυασμένο με βαμβακερό καμπαρντίνα, ανάμιξη υλικών ανάμεσα στο υψηλό και το καθημερινό.
- Εδουαρδιανά πουκάμισα με γιακά που κατέβαιναν έως το πάτωμα, συνδυασμένα με shorts - μια γέφυρα με την ανδρική συλλογή του.
- Η νέα τριγωνική τσάντα Cigale, δεμένη με μικρό κόμπο, η πρώτη σαφής υπόσχεση για ένα «hit bag» μετά τη Lady Dior και το Saddle.

Ποιος είναι τελικά ο νέος οίκος Dior;
Η πρώτη σειρά ήταν θεαματική: Bernard Arnault ανάμεσα στη Brigitte Macron και τη Charlize Theron, ενώ ο Johnny Depp με γκρι κοστούμι Dior έκλεψε το φωτογραφικό ενδιαφέρον. Στην αίθουσα βρέθηκαν σχεδιαστές από τον Rick Owens μέχρι τον Alessandro Michele και τον Nicolas Di Felice. Ήταν μια πρεμιέρα με το βλέμμα ολόκληρου του κλάδου στραμμένο.
Οι πρώτες αντιδράσεις ήταν ενθουσιώδεις, τα social media κατέγραψαν δισεκατομμύρια προβολές. Κριτικοί, ωστόσο, σημείωσαν ότι παρά τη δύναμη των εικόνων, το σόου δεν όρισε ακόμη μια νέα, ενοποιημένη σιλουέτα Dior.
Ο Dior έχει περάσει από δραματικές εναλλαγές. Ο John Galliano έγραψε τη δεκαετία του ’90 με θεατρικότητα και υπερβολή, σπάζοντας τα όρια ανάμεσα στη μόδα και την περφόρμανς. Ο Raf Simons εισήγαγε την αυστηρότητα και το μινιμαλιστικό πνεύμα, μια πιο αρχιτεκτονική ανάγνωση του New Look.
Η Maria Grazia Chiuri -από χθες καλλιτεχνική διευθύντρια του οίκου Fendi- πρόσφερε μία φεμινιστική ατζέντα και εμπορική σταθερότητα, αλλά και μια πιο «ασφαλή» γλώσσα.
Ο Άντερσον έρχεται να σταθεί σε αυτό το σημείο ισορροπίας: με την εμπειρία του Loewe και του προσωπικού του οίκου, με την εμμονή του στα υλικά και τον υπερρεαλισμό, και με την πρόθεση να φέρει την ποίηση και την πολιτική στην καρδιά του Dior. Όχι για να γκρεμίσει το αρχείο, αλλά για να το διασταυρώσει με την εποχή μας.
Κλείνοντας το μάτι στον Yves Saint Laurent
Ο δαντελωτός γιακάς που κατέβαινε ως το πάτωμα -μια λεπτομέρεια που έκανε πολλούς να θυμηθούν γοτθικούς κώδικες ή εκκλησιαστικά άμφια- ήταν από μόνος του μια δήλωση. Δεν ήταν απλώς μια αισθητική αναφορά. Ήταν μια συνειδητή συνομιλία με τον Yves Saint Laurent, τον πρώτο διάδοχο του Christian Dior μετά τον ξαφνικό θάνατό του το 1957. Ο Saint Laurent, μόλις 21 ετών τότε, παρουσίασε τη συλλογή Trapeze (1958), η οποία απάλλαξε τη γυναικεία σιλουέτα από τον κορσέ του New Look. Αντί για τη μέση-δαχτυλίδι και τους υπερτονισμένους γοφούς, πρότεινε μια πιο ελεύθερη, νεανική γραμμή, σχεδόν αιρετική για την εποχή.
Η επιλογή του Άντερσον να εντάξει έναν γιακά-δήλωση που συνδυάζει θεατρικότητα και αναρχία μπορεί να ιδωθεί ως άμεση αναφορά σε εκείνη την ιστορική στιγμή της μετάβασης. Σαν να θέλει να θυμίσει ότι ο Dior δεν είναι μόνο ο ίδιος ο Christian Dior, ούτε μόνο το New Look του 1947, αλλά και οι κρίσιμες ανατροπές που ακολούθησαν.
Όπως ο Saint Laurent είχε φέρει στο προσκήνιο μια πιο «ανυπάκουη» θηλυκότητα -που τελικά οδήγησε στις επαναστάσεις του prêt-à-porter και στη δική του ανεξάρτητη καριέρα-– έτσι και ο Άντερσον φαίνεται να ψιθυρίζει ότι η δική του αποστολή δεν είναι να επαναλάβει αλλά να επαναδιατυπώσει. Στην πραγματικότητα εισάγει τον εαυτό του σε μια γραμμή διαδοχής που χτίστηκε πάνω σε ελεγχόμενες (εκ)ρήξεις.
Η ψευδοκανονικότητα στον Dior
Η επιλογή να ξεκινήσει η επίδειξη με το βίντεο του Curtis και η παραδοχή του Anderson («Δεν είμαι couturier, θα χρειαστεί χρόνος») δείχνουν ότι ξέρει το μέγεθος της πρόκλησης. Ο Dior είναι brand, ντοκιμαντέρ, ένα παγκόσμιο σκηνικό. Το να μιλάς για «ψευδοκανονικότητα» την ώρα που ο μεγαλύτερος επιχειρηματίας της Ευρώπης χρηματοδοτεί το σόου είναι μια αντίφαση. Κι όμως, αυτή η αντίφαση είναι το πιο πολιτικό μήνυμα: ότι η μόδα είναι το μόνο πεδίο όπου μπορείς να κάνεις κριτική μέσα από ρούχα που θα πουληθούν αύριο στις boutique.
Το πρώτο γυναικείο Dior του Anderson δεν ήταν επανάσταση· ήταν μια εναρκτήρια τοποθέτηση. Έδειξε θάρρος, έπαιξε με τον μύθο και την ποίηση, εισήγαγε την πολιτική της εικόνας σε έναν οίκο-σύμβολο. Δεν ήταν το νέο «New Look»· ήταν το πρώτο κεφάλαιο ενός Dior που ξανανοίγει.