Στις 11 Μαΐου η Tate Modern γίνεται 25 ετών. Ένα τέταρτο του αιώνα από τότε που μια παράτολμη ιδέα πήρε σάρκα και οστά: ένας εγκαταλελειμμένος σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στις όχθες του Τάμεση θα μπορούσε να μεταμορφωθεί σε φάρο για το μέλλον της τέχνης.
Στην εναρκτήρια νύχτα του 2000, η γιγαντιαία αράχνη της Λουίζ Μπουρζουά, η θρυλική Maman, στεκόταν επιβλητική στην Turbine Hall. Σχεδόν απειλητική καθώς από κάτω της έστεκαν η βασίλισσα, ο πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ, προσωπικότητες του πολιτισμού, που ενώθηκαν με το πλήθος σε μια ατμόσφαιρα ηλεκτρισμένης προσδοκίας.
Όταν η Βασίλισσα Ελισάβετ κήρυξε το μουσείο «ανοιχτό» με τη φράση «I declare the Tate Modern open», ο Νίκολας Σερότα —οραματιστής διευθυντής του ιδρύματος λέγεται ότι χαμογέλασε συγκρατημένα: ήθελε το «Tate Modern» χωρίς οριστικό άρθρο, σαν ένα νέο είδος μουσείου, ανοιχτό σε όλους.
Περίμενε όλη τη ζωή του για αυτό
Ακόμα πιο συγκινητική ήταν η αυγή της επόμενης ημέρας. Ο Άλεξ Μπίαρντ, τότε υποδιευθυντής της Tate, θυμάται πώς, στις 12 Μαΐου, περπατώντας νωρίς το πρωί προς το κτίριο, είδε τις ουρές να απλώνονται γύρω από το παλιό εργοστάσιο. Ένας από τους πρώτους στην ουρά του είπε ότι «περίμενα όλη μου τη ζωή για αυτή τη στιγμή».
Για μένα η πιο δυνατή σκηνή, πέρα και από αυτές του δέους ή της έκπληξης μπροστά σε έργα τέχνης, θα είναι αυτή που είχα την ευκαιρία να βρεθώ μέσα στο Μουσείο πριν ανοίξει για το κοινό. Απόλυτη ησυχία. Ερημιά. Μόνο ένας εργάτης σφουγγάριζε αργά το δάπεδο του Turbine Hall. Η επαναληπτικότητα, μέσα στον Καθεδρικό της Σύγχρονης τέχνης, προσέδωσε μια μορφή τελετουργίας σε αυτή την κίνηση.
Δύσκολο να θυμηθεί κανείς ότι πριν το 2000, δεν υπήρχαν σχεδόν λέξες για αυτό που η Tate Modern επρόκειτο να προτείνει: μουσεία όχι ως μαυσωλεία, αλλά ως ζωντανά οικοσυστήματα. Χώροι όπου ένα μωρό μπορούσε να μπουσουλήσει μέσα σε μια μνημειώδη εγκατάσταση. Όπου μπορούσες να ξαπλώσεις ανάσκελα, ζαλισμένος ή πληγωμένος, και να βρεις σωτηρία σε ένα έργο της Rachel Whiteread. Όπου μπορούσες να δεις τον τεχνητό ήλιο του Ελίασον και να κλάψεις. Ή να τολμήσεις να ονειρευτείς.
Στα χρόνια που πέρασαν, εκατοντάδες μωρά έκαναν τα πρώτα τους βήματα στην Turbine Hall, κάτω ή γύρω από μερικά από τα πιο μαγευτικά έργα σύγχρονης τέχνης που έχουν δημιουργηθεί. Το Weather Project του Όλαφουρ Ελίασον δεν γέμισε απλώς τον χώρο με χρυσή ομίχλη· φύτεψε σπόρους μέσα στις καρδιές των ανθρώπων. Σπόρους που μεγάλωσαν σε καλλιτέχνες, επιμελητές, συλλέκτες — ή απλά ανθρώπους που ξέρουν να βλέπουν τον κόσμο λίγο διαφορετικά.
Η αλεπού που τρύπωσε στο εργοτάξιο
Και κάποιες φορές, η ίδια η Turbine Hall έμοιαζε ζωντανή. Στα πρώτα της χρόνια, μια αλεπού τρύπωσε στον υπό κατασκευή χώρο και έκανε εκεί το σπίτι της, ζώντας με ό,τι έβρισκε από τα γεύματα των εργατών. Την ονόμασαν Ρομάν, από τον αρχιτέκτονα του παλιού σταθμού του Bankside, και έγινε άτυπο πνεύμα-φύλακας της Tate Modern: άγρια, απρόβλεπτη, ανυπότακτη.
Η Μαρία Μπάλσοου, Διευθύντρια του δικτύου των Tate από το 2017, ένιωσε για πρώτη φορά τη μαγεία της τέχνης στα 18 της, στην Tate Britain και στη νεοσύστατη Tate Liverpool. Όπως μου έλεγε γελώντας πριν δύο χρόνια σε μια συνέντευξη για το περιοδικό Blue, η καλύτερη θεραπεία για το hangover ως φοιτήτρια ήταν να ξαπλώνει στο πάτωμα των γκαλερί και να αφήνεται στη δύναμη των έργων. Χρόνια αργότερα, θα έφερνε τα δικά της παιδιά στην Tate Modern, όπου, κάτω από τον τεχνητό ήλιο του Ελίασον, έμαθαν να βλέπουν τον κόσμο διαφορετικά.

Μια ανοιχτή πόρτα σε σκεπαστή στοά
«Πρέπει να εμπιστευτούμε ότι κάθε νέος άνθρωπος θα βρει το δικό του μονοπάτι», λέει η Μπάλσοου. «Το μουσείο είναι σαν μια ανοιχτή πόρτα σε μια σκεπαστή στοά. Τους προσκαλούμε να μπουν και να εξερευνήσουν».
Αυτή η ανοιχτή πρόσκληση ίσως είναι η μεγαλύτερη κληρονομιά της Tate Modern που σε λίγες μέρες γίνεται 25 ετών: η πεποίθηση ότι η σύγχρονη τέχνη ανήκει σε όλους, όχι μόνο στους μορφωμένους, στους πλούσιους, στους μυημένους.
Από τότε, η Tate Modern δεν έπαψε να προκαλεί τολμηρά την παράδοση. Όμως σήμερα, ενώ προετοιμάζεται για τη γιορτή των 25 χρόνων της με ένα "birthday weekender" γεμάτο τέχνη, μουσική και performances (9-12 Μαΐου), αντιμετωπίζει και προκλήσεις: Η οικονομική πίεση μετά την πανδημία, η μείωση των επισκεπτών κατά 25% σε σχέση με το 2019, και η ανάγκη για νέα βιώσιμα μοντέλα λειτουργίας θέτουν επιτακτικά ερωτήματα για το μέλλον. Όπως πολλά μεγάλα μουσεία της γενιάς της, η Tate καλείται να επανεφεύρει τον εαυτό της ξανά.
Και όμως, η Maman της Λουίζ Μπουρζουά θα επιστρέψει για λίγο στην Turbine Hall σαν μια υπενθύμιση της αδάμαστης φαντασίας που ξεκίνησε όλα αυτά.
Στην πραγματικότητα, η Tate Modern μοιάζει λιγότερο με κτίριο και περισσότερο με τοπίο. Ένα τεράστιο, συνεχώς μεταβαλλόμενο πεδίο δυνατοτήτων. Ένας τόπος όπου οι μνήμες γεννιούνται τυχαία: ένα παιδί μαγεύεται από ένα γλυπτό που αιωρείται, ένας έφηβος γράφει ποίημα κάτω από έναν τεχνητό ήλιο, μια γιαγιά ξαναβρίσκει χαρά σε ένα δωμάτιο από φως και νέον.

Art Attack
Το 2007, η Κολομβιανή καλλιτέχνις Doris Salcedo δημιούργησε το Shibboleth μια τεράστια, μήκους 167 μέτρων, ρωγμή που διέτρεχε το δάπεδο της Turbine Hall. Δεν ήταν ένα γλυπτό πάνω στο πάτωμα, ήταν το ίδιο το πάτωμα. Μια φυσική πληγή που χάραζε το σώμα του μουσείου. Οι επισκέπτες στέκονταν από πάνω της, απορημένοι, άλλοι φοβισμένοι, άλλοι μαγεμένοι. Κάποιοι, αναπόφευκτα, σκόνταψαν και έπεσαν μέσα της, προκαλώντας τίτλους σε βρετανικές ταμπλόιντ, όπως «Art Attack!».

Αλλά το μήνυμα της Salcedo ήταν απολύτως σοβαρό: το Shibboleth μιλούσε για σύνορα, αποκλεισμό, ρατσισμό — για τις αόρατες ρωγμές που χωρίζουν τις κοινωνίες.
Το 2010, ο Κινέζος καλλιτέχνης Ai Weiwei γέμισε την Turbine Hall με περισσότερα από 100 εκατομμύρια χειροποίητα πορσελάνινα σποράκια ηλίανθου — έναν απέραντο, γκρι, λαμπερό ωκεανό από μικροσκοπικά γλυπτά. Αρχικά, οι επισκέπτες ενθαρρύνονταν να περπατήσουν πάνω τους, νιώθοντας το χαρακτηριστικό «κρακ» κάτω από τα πόδια τους. Όμως μέσα σε λίγες μέρες, ανησυχίες για τη σκόνη της πορσελάνης ανάγκασαν την Tate Modern να αποκλείσει την πρόσβαση στα σποράκια.
Οι επισκέπτες, όμως, συνέχισαν να προσπαθούν να τα αγγίξουν. Κάποιοι μάλιστα τα έβαζαν κρυφά στις τσέπες τους — μικρές πράξεις επανάστασης.
Το 2012, η Turbine Hall γέμισε — αλλά όχι με αντικείμενα. Το έργο του Tino Sehgal αποτελούνταν από δεκάδες περφόρμερ που πλησίαζαν τους επισκέπτες, τους κοιτούσαν στα μάτια και τους ψιθύριζαν προσωπικές, συγκινητικές ιστορίες. Δεν υπήρχε τίποτα να φωτογραφίσεις, τίποτα να κρατήσεις — μόνο εμπειρία. Πολλοί επισκέπτες έφευγαν δακρυσμένοι.
Άλλοι επέστρεφαν ξανά και ξανά, κυνηγώντας μια εμπειρία που δεν μπορούσε ποτέ να επαναληφθεί με τον ίδιο τρόπο.
Η επέτειος των 25 ετών, λοιπόν, δεν είναι απλώς μια επιστροφή στο παρελθόν. Είναι μια υπενθύμιση ότι ένα μουσείο όπως μια πόλη πρέπει να ζει, να ανασαίνει, να αλλάζει και πρωτίστως να κατοικείται. Και ότι κάπου, στις 12 Μαΐου 2025, ένα παιδί θα περάσει για πρώτη φορά το κατώφλι της Tate Modern και θα κοιτάξει ψηλά. Και ίσως, θα νιώσει κι αυτό ότι περίμενε όλη του τη ζωή για αυτή τη στιγμή.
