Στη μουσικολογική και ιστορική συζήτηση για το ελληνικό τραγούδι, οι Μάνος Χατζιδάκις και Μίκης Θεοδωράκης θεωρούνται οι θεμελιωτές του «έντεχνου τραγουδιού».
Ο ένας συμπληρώνει τον άλλον και μαζί στη δεκαετία του 1960 καθιερώνουν το «έντεχνο» ως νέο είδος που σφράγισε τη νεοελληνική μουσική. Είναι οι πρώτοι έντεχνοι και οι κορυφαίοι. Σήμερα, πολλοί συνθέτες και τραγουδοποιοί χαρακτηρίζονται (ή αυτοχαρακτηρίζονται) «έντεχνοι». Αλλά είναι;
Τί αλήθεια σημαίνει «έντεχνο τραγούδι»;
Ο όρος «έντεχνο τραγούδι» είναι δύσκολος και αρκετά παρεξηγημένος. Είναι συχνό το φαινόμενο, ακόμη και «καψουροτράγουδα» να θεωρούνται έντεχνα και να παίζονται ως τέτοια στα λεγόμενα «έντεχνα ραδιόφωνα». Πολλοί τραγουδιστές και τραγουδοποιοί, αρέσκονται να αποκαλούνται «έντεχνοι», χωρίς να έχουν την ανάλογη μουσικολογική και ποιητική βάση. Τούτο συμβαίνει διότι το «έντεχνο» θεωρείται (και είναι) ανώτερη μορφή τραγουδιού, σε αντιδιαστολή με το «εμπορικό» ή το «διασκεδαστικό». Το χρίσμα του «έντεχνου», επιζητείται από τους εμπορικούς και ως ταμπέλα για καλλιτεχνική αναγνώριση αλλά και για οικονομικό όφελος (υψηλότερα κασέ για συναυλίες, μεγαλύτερη δημοσιότητα). Μια συναυλία ενός αναγνωρισμένου ως «έντεχνου» μπορεί να του αποφέρει αρκετές χιλιάδες ευρώ.
Το «έντεχνο» είναι σήμερα ιδεατός και εμπορικός όρος ταυτόχρονα, ενώ η πραγματική έντεχνη μουσική πολλές φορές αδικείται ή παραγνωρίζεται. Δυστυχώς, πολλοί νέοι τραγουδοποιοί, πραγματικά έντεχνοι, δεν παίζονται στα «έντεχνα» ραδιόφωνα Το φαινόμενο συνδυάζει: αισθητική παρερμηνεία, εμπορικές στρατηγικές, και επίφαση σοβαρότητας.
Τί είναι λοιπόν το πραγματικά έντεχνο τραγούδι ;
Μία πρώτη απάντηση είναι : το τραγούδι όπως το θεμελίωσαν και το δίδαξαν οι δύο κορυφαίοι συνθέτες, Μίκης Θεοδωράκης και Μάνος Χατζιδάκις. Το έργο των δύο αυτών συνθετών, δεν αποτελεί κεφάλαιο για αντιγραφή, αλλά για μελέτη, κατανόηση και εξέλιξη με τα σύγχρονα μουσικά και ποιητικά στοιχεία.
Ποιο είναι το κύριο χαρακτηριστικό ;
Η λόγια μουσική παιδεία και η μελοποίηση σπουδαίων ποιητών (Ελύτης, Σεφέρης, Ρίτσος, Γκάτσος κ.ά.), που έδωσαν στο τραγούδι το κύρος της «υψηλής τέχνης». Ο όρος «έντεχνο», δεν σημαίνει απλώς «ποιοτικό» ή «σοβαρό». Προέκυψε ιστορικά στα τέλη της δεκαετίας του ’50 – αρχές του ’60, για να περιγράψει τη σύνθεση λόγιων και λαϊκών στοιχείων στη μουσική, κυρίως μέσα από τη δουλειά Χατζιδάκι και Θεοδωράκη.
Οι σημερινοί «έντεχνοι» μελοποιούν κλασική ελληνική ποίηση;
Όχι. Η μελοποίηση κλασικής ελληνικής ποίησης (Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος, Γκάτσος κ.ά.) σήμερα γίνεται σπάνια και από ελάχιστους καλλιτέχνες. Οι «παραδοσιακές» μελοποιήσεις ποίησης, όπως γίνονταν από τους Θεοδωράκη και Χατζιδάκι, αποτελούν πλέον ιστορικό πρότυπο. Οι περισσότεροι σημερινοί έντεχνοι τραγουδοποιοί προτιμούν δικούς τους στίχους ή σύγχρονους ποιητές. Αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη πρόβλημα· το έντεχνο δεν ορίζεται αποκλειστικά από το αν μελοποιεί κανείς «μεγάλους ποιητές», αλλά από τη σύζευξη λόγιου–λαϊκού στοιχείου με αισθητική αξία.
Για να θεωρηθεί ένα τραγούδι έντεχνο, είναι απαραίτητο να έχει ελληνικό στίχο ;
Όχι και αυτό είναι μια σημαντική παρεξήγηση που κάνουν πολλοί ραδιοφωνικοί παραγωγοί. Και οι δύο θεμελιωτές έγραψαν και έργα σε ξένο στίχο.Το έντεχνο είναι μουσικολογική και αισθητική κατηγορία, όχι γλωσσική.
Μπορεί ένα ποπ ή ροκ τραγούδι να είναι έντεχνο;
Ναι, αν τηρεί την αρχή: σύνθεση λαϊκών και λόγιων στοιχείων με καλλιτεχνική πρόθεση. Ο Χατζιδάκις πειραματίστηκε με ποπ, τουίστ, τζαζ, ροκ (Rock Reflections). Ο Θεοδωράκης συνεργάστηκε διεθνώς και έγραψε ακόμη και τραγούδι που τραγούδησαν οι Beatles (Honeymoon song). Επομένως, το έντεχνο δεν είναι «αντίθετο» στη ροκ ή την ποπ, αλλά μπορεί να εκφραστεί μέσα και από αυτά τα είδη. Άλλη μία παρεξήγηση που κάνουν αρκετοί ραδιοφωνικοί παραγωγοί αποκλείοντας έτσι αξιόλογα τραγούδια νέων τραγουδοποιών που εκφράζονται δυτικότροπα. Και ο Χατζιδάκις και ο Θεοδωράκης δεν είχαν τέτοια κολλήματα. Τα «λαϊκά στοιχεία» δεν τα περιόριζαν αποκλειστικά στον ελληνικό χώρο. Και η πόπ και η ροκ είναι «λαϊκές μουσικές». Μην ξεχνάμε και τους Αγώνες Τραγουδιού που διοργάνωσε ο Χατζιδάκις στην Κέρκυρα, αναδεικνύοντας και ροκ έντεχνους καλλιτέχνες.
Πόσο κοντά στη σχολή Χατζιδάκι ή Θεοδωράκη, είναι οι σημερινοί «έντεχνοι»;
Αν πάρουμε ως μέτρο τα κορυφαία έργα (Το Χαμόγελο της Τζοκόντας, Άξιον Εστί), οι περισσότεροι σημερινοί «έντεχνοι» έχουν αρκετά απομακρυνθεί.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν αξία· σημαίνει όμως πως το έντεχνο, ως ιστορικό ρεύμα, είχε συγκεκριμένες βάσεις που δεν ταυτίζονται με την τωρινή χρήση του όρου.
Υπάρχει «καψουροτράγουδο» σε σημερινούς θεωρούμενους «έντεχνους»;
Ο έρωτας υπήρξε πάντοτε κεντρικό μοτίβο στο έντεχνο τραγούδι, αλλά όχι με την επιφανειακή μορφή του «καψουροτράγουδου» που συχνά ταυτίζουμε σήμερα με το εμπορικό λαϊκό. Το ερωτικό τραγούδι στους θεμελιωτές είχε άλλη μορφή. Στον Χατζιδάκι, ο έρωτας εμφανίζεται με λυρικότητα, ποιητικότητα και δραματικότητα. Το «Ποιος είν’ τρελός από έρωτα», τα τραγούδια από τον Μεγάλο Ερωτικό δεν είναι απλές ερωτικές εξομολογήσεις, αλλά καλλιτεχνικές αναγνώσεις του έρωτα. Στον Θεοδωράκης, ο έρωτας συχνά συνδέεται με τη μοίρα, τον αγώνα και την ύπαρξη (π.χ. «Άρνηση» σε ποίηση Σεφέρη). Ακόμη και το ερωτικό στοιχείο αποκτά κοινωνικό–οντολογικό βάθος.
Στη σημερινή σκηνή, πολλοί τραγουδοποιοί που λογίζονται «έντεχνοι» γράφουν ερωτικά τραγούδια. Όμως, όταν αυτά περιορίζονται σε κλισέ στίχους και εύκολες μελωδίες που προσεγγίζουν το αισθητικό πλαίσιο του «σκυλάδικου», απομακρύνονται από το έντεχνο. Το γνήσιο έντεχνο ερωτικό τραγούδι δεν απορρίπτει τον έρωτα ως θεματική, αλλά τον εκφράζει με ποιητική γλώσσα, βάθος συναισθήματος και μουσική αρτιότητα.