Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες της εβδομάδας η Μάργκοτ Ρόμπι και ο Κόλιν Φάρελ μας υπόσχονται «Ένα Μεγάλο, Όμορφο, Τολμηρό Ταξίδι».
Από σήμερα ο βραβευμένος με Όσκαρ Ριζ Αχμέντ γίνεται «Μεσολαβητής» που αποφασίζει να προασπιστεί το δίκαιο με κάθε κόστος, ο Σεσκ Γκάι υποστηρίζει ότι ο έρωτας είναι εφικτός ακόμα και μετά τα πενήντα, αρκεί να τον αναζητάς, ο Τζέιμι Φοξ και ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο «περιπλανιούνται» στη Θεσσαλονίκη και τη Δράμα, ενώ μια «Μαύρη Φάλαινα» συνδυάζει το φανταστικό με το νέο-νουάρ.
Ένα Μεγάλο Όμορφο Τολμηρό Ταξίδι (A Big Bold Beautiful Journey)
Σκηνοθεσία: Κογκονάντα
Παίζουν: Μάργκο Ρόμπι, Κόλιν Φάρελ, Κέβιν Κλάιν, Φίμπι Γουόλερ-Μπριτζ
Περίληψη: Η Σάρα και ο Ντέιβιντ είναι δύο άγνωστοι μεταξύ τους που συναντιούνται στον γάμο ενός κοινού τους φίλου και πολύ σύντομα, μέσα από μια αναπάντεχη τροπή της μοίρας, θα βρεθούν να ξαναζούν σημαντικές στιγμές του παρελθόντος τους.
H νέα ταινία του Κογκονάντα («Columbus», «After Young») με τη Μάργκο Ρόμπι και τον Κόλιν Φάρελ στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Ο Ντέιβιντ νοικιάζει από μια πολύ παράξενη εταιρεία ένα αυτοκίνητο για να πάει στον γάμο ενός καλού του φίλου, μόνο που στη διαδρομή θα διαπιστώσει ότι το GPS συμπεριφέρεται κάπως αλλόκοτα. Στο γαμήλιο πάρτι θα γνωρίσει τη Σάρα, μια γυναίκα που τον εντυπωσιάζει με το ανεξάρτητο πνεύμα της. Την επόμενη μέρα, θα συναντηθούν και πάλι τυχαία σε ένα φαστφουντάδικο και, από μια μοιραία σύμπτωση, θα βρεθούν συνταξιδιώτες στην πιο τολμηρή διαδρομή της ζωής του. Στην πορεία, ακολουθώντας τις οδηγίες πλοήγησης, θα βρεθούν μπροστά σε πόρτες που θα τους οδηγήσουν στο παρελθόν τους. Εκεί θα αναγκαστούν να αντιμετωπίσουν οδυνηρές αναμνήσεις, φοβίες και παλιά τραύματα. Αν καταφέρουν να επουλώσουν τις πληγές τους, τότε θα καταλάβουν γιατί έπρεπε να κάνουν αυτό το ιδιότυπο ταξίδι.
Ο Κογκονάντα, Κορεάτης στην καταγωγή αλλά μεγαλωμένος στην Αμερική, και ο σεναριογράφος του Σεθ Ράις, σαφώς επηρεασμένοι από τον νεορομαντισμό του Τσάρλι Κάουφμαν, επιστρατεύουν μια σειρά από νεωτερισμούς, αναμειγνύουν είδη —από μιούζικαλ μέχρι μαγικό ρεαλισμό— και μπλέκουν το φαντασιακό με το πραγματικό, προκειμένου να φτιάξουν ένα παραμύθι για τον έρωτα, αλλά και τις αγκυλώσεις του σύγχρονου ανθρώπου.
Η πρόθεσή τους να ανατρέψουν τις συμβατικές ρομαντικές κομεντί είναι έκδηλη, όμως ξοδεύονται σε ψυχαναλυτικά τσιτάτα λαϊκών εγχειριδίων και σε ένα νερόβραστο love story, χωρίς χιούμορ, όπου το μόνο που αξίζει να μνημονεύσει κανείς είναι το λαμπερό χαμόγελο της Μάργκο Ρόμπι και η γοητευτική προφορά του Κόλιν Φάρελ.
Ο Μεσολαβητής (Relay)
Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Μακένζι
Παίζουν: Ριζ Αχμέντ, Λίλι Τζέιμς, Σαμ Γουόρθινγκτον
Περίληψη: Ένας κορυφαίος μεσολαβητής, που ειδικεύεται στη διαπραγμάτευση επικερδών συμφωνιών μεταξύ διεφθαρμένων εταιρειών και ατόμων που απειλούν να τις καταστρέψουν, θα βρεθεί μπροστά σε μια παράξενη και επικίνδυνη υπόθεση.
Καταιγιστικό θρίλερ του Ντέιβιντ Μακένζι με τον βραβευμένο με Όσκαρ Ριζ Αχμέντ.
Ο Ας είναι ένας κορυφαίος μεσολαβητής που παλεύει με τη μοναξιά του, τις ενοχές του και την εξάρτησή του από το αλκοόλ. Ειδικεύεται στη διαπραγμάτευση επικερδών συμφωνιών ανάμεσα σε διεφθαρμένες εταιρείες και άτομα που απειλούν να τις καταστρέψουν. Γι’ αυτό κρατά την ταυτότητά του μυστική και ακολουθεί πάντα ένα αυστηρό πρωτόκολλο. Μια μέρα λαμβάνει μήνυμα από τη Σάρα Γκαρντ, μια επιστήμονα που διαθέτει τρομακτικά στοιχεία για τους πρώην εργοδότες της — μια εταιρεία τροφίμων που ευθύνεται για τον θάνατο πολλών ανθρώπων. Η Σάρα ζητά μόνο να συνεχίσει τη ζωή της και να απαλλαγεί από τους μπράβους της εταιρείας που την τρομοκρατούν. Ο Ας αποφασίζει να την αναλάβει, με τον όρο να ακολουθεί τις οδηγίες του. Όσο την παρακολουθεί, όμως, αναπτύσσεται μια ιδιαίτερη σχέση μεταξύ τους και, χωρίς να το θέλει, βλέπει τους κανόνες του παιχνιδιού να αλλάζουν δραματικά.
Επηρεασμένος από εμβληματικά φιλμ της δεκαετίας του 1970, όπως «Η Συνομιλία» του Φράνσις Φορντ Κόπολα, το «Marathon Man» του Τζον Σλέσιντζερ και τις «Τρεις μέρες του Κόνδορα» του Σίντνει Πόλακ με τον αλησμόνητο Ρόμπερτ Ρέντφορντ, ο Ντέιβιντ Μακένζι («Hell or High Water») δημιουργεί ένα καλοκουρδισμένο πολιτικό θρίλερ με πρωταγωνιστή έναν άνθρωπο, που τολμά να τα βάλει με το σύστημα, αλλά και με τους προσωπικούς του δαίμονες.
Η πορεία του περιθωριακού Ας, που πλέον αρνείται να κάνει τα στραβά μάτια και παίρνει την κατάσταση στα χέρια του όταν όλα και όλοι είναι εναντίον του, συνδυάζεται δεξιοτεχνικά με ένα ιδιότυπο ρομάντζο που γεννιέται κάτω από αντίξοες συνθήκες. Ο Μακένζι διατηρεί το σασπένς ως το τελευταίο λεπτό, επιφυλάσσοντας μια κορυφαία ανατροπή. Παράλληλα, με έμμεσο αλλά σαφή τρόπο, φέρνει στο προσκήνιο ένα μείζον ζήτημα: πώς διακεκριμένοι όμιλοι, που απολαμβάνουν την προστασία των κυβερνήσεων και την υποστήριξη ισχυρών κινημάτων, μπορούν να κινούνται με εγκληματικούς τρόπους, θέτοντας σε κίνδυνο την παγκόσμια υγεία.
Πρωτίστως, όμως, ο Μακένζι δημιουργεί μια ιστορία παραπλάνησης — ή μάλλον μια ιστορία για την ίδια την παραπλάνηση — ξεγελώντας ακόμα και τους πιο έμπειρους θεατές και υπενθυμίζοντάς μας πως, σε έναν κόσμο όπου το κέρδος είναι η μόνη αξία, τίποτα δεν είναι αληθινό, εκτός από την εμμονή για την αλήθεια.
Ο Ριζ Αχμέντ, σε ένα ρεσιτάλ μεταμορφώσεων, ως άλλος Δον Κιχώτης, γίνεται θύτης και θύμα, υποκρίνεται και βιώνει μια σειρά από αλλαγές — εσωτερικές και εξωτερικές — αποδεικνύοντας για ακόμα μια φορά ότι είναι ένας από τους δυνατούς ερμηνευτές της χολιγουντιανής βιομηχανίας.
Έρωτας στη Βαρκελώνη (Mi Amiga Eva /My Friend Eva)
Σκηνοθεσία: Σεσκ Γκάι
Παίζουν: Νόρα Ναβάς, Χουάν Ντιέγκο Μπότο, Ροδρίγο ντε λα Σέρνα
Περίληψη: Η Εύα, παντρεμένη με παιδιά, ανακαλύπτει ξανά την επιθυμία και το πάθος, μετά από ένα επαγγελματικό ταξίδι στη Ρώμη. Επιστρέφοντας στη Βαρκελώνη, αποφασίζει να κυνηγήσει τον έρωτα, κάνοντας μια νέα αρχή.
Ο Σεσκ Γκάι («Τρούμαν», «Γείτονες από Πάνω») επιστρέφει με μια ρομαντική κομεντί που μιλά για τις συχνά αβάσταχτες δεσμεύσεις του γάμου, την ανθρώπινη ανάγκη της απόδρασης και τη διαπίστωση πως «δεν υπάρχει θεραπεία για τον έρωτα», όπως λέει και ο Λέοναρντ Κοέν.
Η Εύα είναι πενήντα χρονών, παντρεμένη με τον ιδανικό σύζυγο και μητέρα δύο παιδιών. Όλα φαίνονται πως πηγαίνουν μια χαρά στη ζωή της• μόνο που στην ίδια πάντα κάτι λείπει. Μετά από ένα επαγγελματικό ταξίδι θα γνωρίσει τον Άλεξ, έναν Αργεντίνο σεναριογράφο, με τον οποίο θα περάσει μια όμορφη βραδιά, φλερτάροντας. Συνειδητοποιεί τότε πως έχει ανάγκη να ερωτευτεί ξανά. Χωρίς κανένα δίχτυ ασφαλείας, επιστρέφοντας στη Βαρκελώνη, αποφασίζει να ζητήσει διαζύγιο — μια απόφαση που εκπλήσσει τους πάντες — για να ζήσει ως εργένισσα. Επί έναν χρόνο, λοιπόν, θα αναλωθεί σε αποτυχημένα ραντεβού, θα υποστεί στωικά όλες τις ιδιορρυθμίες των μεσήλικων ανδρών, θα αντιμετωπίσει τον ηλικιακό ρατσισμό και, τελικά, θα αναγκαστεί να αποδεχτεί έναν συμβιβασμό, για να μη μείνει μόνη. Η επιθυμία, όμως, να βρει και πάλι τον έρωτα παραμένει πάντα μέσα της — μέχρι που μια παράξενη σύμπτωση επιβεβαιώνει ότι ο επιμένων νικά.
Ο Γκάι, αν και ακολουθεί τη συνταγή μιας τυπικής κομεντί, όπου ο έρωτας θριαμβεύει τελικά μετά από ένα ξαφνικό παιχνίδι της μοίρας, στην ουσία καταγράφει εν είδει ημερολογίου τις περιπέτειες μιας γυναίκας, που τολμά να αψηφήσει τον ρόλο της και να αντιταχθεί στο κατεστημένο, για να διεκδικήσει — με πολλές θυσίες — αυτό που θα την κάνει να νιώθει πλήρης. Το ενδιαφέρον αυτής της διαδρομής είναι ότι η ηρωίδα του δεν είναι απλώς μια επαναστάτρια, αλλά ένας κανονικός άνθρωπος, που και συμβιβάζεται, και αισθάνεται ντροπή, δοκιμάζεται συνεχώς και αναθεωρεί συχνά τις επιθυμίες της, διατηρώντας κάπου μέσα της μια ελπίδα — ακόμα και όταν όλα οδηγούν σε αδιέξοδο.
Σίγουρα, το θέμα του Γκάι, που ακολουθεί τα χνάρια του Γούντι Άλεν σε μια πιο μεσογειακή εκδοχή, δεν είναι κινηματογραφικό πρότυπο. Ωστόσο, το προσεγγίζει με τρυφερό χιούμορ και μια γλυκόπικρη μελαγχολία, που ενισχύεται από την ερμηνεία της Νόρα Ναβά. Στην Εύα της σίγουρα όλοι θα βρουν κάτι από τον εαυτό τους — ή μια φίλη, όπως δηλώνει και ο πρωτότυπος ισπανικός τίτλος — που, με χαμόγελο, ακόμα κι όταν όλα πηγαίνουν στραβά, αναλαμβάνει τις ευθύνες των επιλογών της και αποδέχεται τις ήττες της, πριν απολαύσει την τελική της νίκη.
Μολυβένιος Στρατιώτης (Tin Soldier)
Σκηνοθεσία: Μπραντ Φέρμαν
Παίζουν: Τζέιμι Φοξ, Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Σκοτ Ίστγουντ
Περίληψη: Ένας πρώην κομάντο των ειδικών δυνάμεων αναζητά εκδίκηση από έναν αρχηγό αίρεσης, ο οποίος ενώ υπόσχεται στους βετεράνους προστασία, αποβαίνει καταστροφική επιρροή για εκείνους.
Θρίλερ δράσης με τους Τζέιμι Φοξ, Ρόμπερτ Ντε Νίρο και Σκοτ Ίστγουντ και γυρίσματα στη Θεσσαλονίκη και τη Δράμα.
Ο Νας Κάβανο, πρώην κομάντο ειδικών δυνάμεων, ζητά εκδίκηση από έναν ηγέτη μιας παραστρατιωτικής αίρεσης, ο οποίος έχει διαφθείρει τους παλιούς συμπολεμιστές του, τους Σίντζας. Ο ηγέτης, γνωστός ως Μποκούσι υπόσχεται στους βετεράνους των ΗΠΑ προστασία, όμως στην πραγματικότητα αποκαλύπτεται ως μια καταστροφική επιρροή. Ο Κάβανο, που κάποτε υπήρξε μαθητής του, συμμαχεί με τον πράκτορα Εμμάνουέλ Άσμπερν για να διεισδύσει στο φρούριο του Μποκούσι, να ξεσκεπάσει την τυραννική του κυριαρχία και να βρει τη χαμένη του σύζυγο.
Αν και βασισμένο σε μια αληθινή ιστορία, το σενάριο που έχει στα χέρια του ο Μπραντ Φρίμαν μοιάζει εντελώς εξωπραγματικό, στα όρια της παρωδίας. Από τις πρώτες σκηνές, βάζει συνεχώς τρικλοποδιές στον εαυτό του, αδυνατώντας να διατηρήσει έναν σταθερό αφηγηματικό άξονα. Το αποτέλεσμα είναι ένας αχταρμάς, όπου τίποτα δεν αντιμετωπίζεται σοβαρά — έστω με μια κάποια λογική. Η επιθυμία για εκδίκηση, το πολυσύνθετο θέμα του μετατραυματικού στρες, η ανάγκη των ανθρώπων μέσα στην απελπισία να αναζητούν «Μεσσίες» — όλα αυτά άχαρα και άτσαλα μπλέκονται με άτεχνες σκηνές δράσης, γυρισμένες στη Βόρεια Ελλάδα.
Ούτε η εμπειρία του Ρόμπερτ ντε Νίρο, ούτε το ταλέντο του Τζέιμι Φοξ —που χαραμίζεται σε μια κακόγουστη καρικατούρα— καταφέρνουν να σώσουν την ταινία από το ναυάγιο. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως ποτέ δεν βρήκε κανονική διανομή στις ΗΠΑ, αλλά ακολούθησε την πορεία μιας κακοεκτελεσμένης βιντεοκασέτας, που έπρεπε να ξεχαστεί πολύ γρήγορα.
Μαύρη Φάλαινα (Una Ballena)
Σκηνοθεσία: Πάμπλο Χερνάντο
Παίζουν: Ίνγκριντ Γκαρσία-Τζόνσον, Ραμόν Μπαρέα
Περίληψη: Η Ίνγκριντ είναι μια πληρωμένη δολοφόνος, που έχει τη μαγική δύναμη να εξαφανίζεται χωρίς ίχνος. Μια μέρα, λαμβάνει μια αποστολή από τον Μέλβιλ, έναν λαθρέμπορο που χρησιμοποιεί το λιμάνι για να διακινεί παράξενα αγαθά και πρόκειται να χάσει τα πάντα. Ο Αμπάσολο, ένας ισχυρός αντίπαλος επιχειρηματίας, έχει φτάσει στην πόλη και τον απειλεί. Η δολοφονία του είναι μια δουλειά που μόνο η Ίνγκριντ μπορεί να κάνει. Όλα όμως αλλάζουν, όταν ο Μέλβιλ ανακαλύπτει το μυστικό της.
Το νεο-νουάρ συναντά το φανταστικό, στην ταινία του Πάμπλο Χερνάντο, που έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Σίτζες.
H Ίνγκριντ είναι μια πληρωμένη δολοφόνος με ένα ιδιαίτερο χάρισμα: χρησιμοποιεί το σκοτάδι για να περάσει σε ένα παράλληλο σύμπαν, ώσπου να επανεμφανιστεί σε κάποιο άλλο μέρος στον αληθινό κόσμο. Αυτό της επιτρέπει να μπαινοβγαίνει στα σπίτια των θυμάτων της, χωρίς να αφήνει πίσω κανένα αποδεικτικό στοιχείο, αλλά της στερεί κάτι από την ανθρώπινη υπόστασή της.
Τη δύναμη αυτή την απέκτησε όταν ήταν ακόμα παιδί, όταν ένα βράδυ την άγγιξε ένα τέρας και τα μάτια της έγιναν μαύρα. Έκτοτε, κάθε φορά που επιστρέφει από το σκοτάδι, εκκρίνει από το κεφάλι της μια παράξενη λευκή ουσία, την οποία συλλέγει και φυλάει πολύ προσεκτικά σε ένα μεταλλικό μπαούλο. Μία μέρα, προσλαμβάνεται από έναν γκάνγκστερ της περιοχής για να σκοτώσει έναν επιχειρηματία που φιλοδοξεί να θέσει το λιμάνι υπό τον έλεγχό του. Όταν όμως ο γκάγγκστερ δέχεται μία επίσκεψη από έναν λαθρέμπορο και διακινητή μυστηριωδών θαλάσσιων πλασμάτων, η Ίνγκριντ θα χρειαστεί να παλέψει για την ελευθερία της.
Ο Χερνάντο, ένας από τους βασικούς εκπροσώπους του λεγόμενου «Άλλου ισπανικού σινεμά», συνδυάζει το νέο-νουάρ με το φαντασιακό, αντιπαραβάλλοντας το ανθρώπινο με το ζωώδες και μας βυθίζει σε μια αλληγορική άβυσσο.
Η εξαιρετική φωτογραφία και η εικαστική επιμέλεια δημιουργούν μια υποβλητική ατμόσφαιρα σκοτεινού παραμυθιού, με τον Ισπανό δημιουργό να ακολουθεί μια αυστηρά στιλιζαρισμένη σκηνοθετική γραμμή, φροντισμένη μέχρι την τελευταία της λεπτομέρεια. Ωστόσο, πίσω από την οπτικά εντυπωσιακή και υπνωτιστική εικόνα της «Μαύρης Φάλαινας», διακρίνεται μια αίσθηση ανολοκλήρωτου· ο στοχασμός πάνω στη μοναξιά και την ανθρώπινη ηθική, όσο φιλόδοξος κι αν είναι, τελικά μοιάζει να θυσιάζεται στο βωμό της αισθητικής εντύπωσης.
Ο Γελωτοποιός 2 (The Jester 2)
Σκηνοθεσία: Κόλιν Κρότσακ
Παίζουν: Μάικλ Σέφιλντ, Κέιτλιν Τρένθαμ, Πάτρικ Λόρι, Χάσεν Κασέμ
Περίληψη: Μια νεαρή ταχυδακτυλουργός πρέπει να αντιμετωπίσει έναν σατανικο γελωτοποιό για να σώσει τη ζωή της.
Για όσους αγαπούν τα slasher, από τους παραγωγούς του «Terrifier».
Τη νύχτα του Χάλοουιν, η νεαρή ταχυδακτυλουργός Μαξ έρχεται αντιμέτωπη με τον Γελωτοποιό, έναν εφιαλτικό πανούργο που κατέχει σκοτεινή μαγεία και μετατρέπει κάθε ψευδαίσθηση σε θανάσιμη παγίδα. Καθώς οι δρόμοι διαφυγής σφραγίζονται ένας-ένας, η Μαξ πρέπει να δοκιμάσει το απόλυτο κόλπο για να γλιτώσει: να τον ξεγελάσει στο ίδιο του το παιχνίδι.
Το Παιδί-Αστραπή και ο Τιγρούλης (Extinction)
Σκηνοθεσία: Χάντι Μοχαμαντιάν
Με τις φωνές των (στα ελληνικά): Ζωής Κατσάτου, Ανδρέα Ευαγγελάτου, Βασίλη Παπαστάθη, Ακίνδυνου Γκίκα, Νικολέτας Κουνενιδάκη, Στέλιου Ψαρουδάκη, Γεωργίας Ιωαννίδου
Περίληψη: Ένα αγόρι και μια τίγρης δημιουργούν μια παράδοξη φιλία, που τους οδηγεί σ μια συναρπαστική περιπέτεια.
Φιλμ κινουμένων σχεδίων ιρανικής παραγωγής.
Κατά τη διάρκεια μιας οικογενειακής εκδρομής στο δάσος, ο Μο — ένα παιδί που λατρεύει τους υπερήρωες και αυτοαποκαλείται το «Παιδί-Αστραπή» — χάνεται και συναντά μια σπάνια τίγρη, τον Τιγρούλη, που μιλάει και προσπαθεί να ξεφύγει από κακούς που κυνηγούν ζώα. Μαζί ξεκινούν μια συναρπαστική περιπέτεια γεμάτη κινδύνους, φιλία και ηρωισμό, με στόχο να προστατεύσουν τα ζώα και να σώσουν το δάσος. Το Παιδί-Αστραπή και ο Τιγρούλης θα ανακαλύψουν την αληθινή έννοια του θάρρους και της συνεργασίας και θα αποδείξουν πως ακόμη και οι πιο μικροί μπορούν να κάνουν τη διαφορά στον κόσμο!
Επαναπροβολές:
Η Ωραία Καβγατζού (La belle noiseuse)
Σκηνοθεσία: Ζακ Ριβέτ
Παίζουν: Μισέλ Πικολί, Τζέιν Μπίρκιν, Εμανουέλ Μπεάρ
Περίληψη: Ένας διάσημος ζωγράφος, που έχει αποσυρθεί από το προσκήνιο, αποφασίζει να ολοκληρώσει έναν αριστουργηματικό πίνακα, χρησιμοποιώντας ως μοντέλο τη νεαρή σύντροφο ενός άλλου καλλιτέχνη. Καθώς η δημιουργική διαδικασία προχωρά, ξεδιπλώνεται ένας έντονος αγώνας ανάμεσα στην τέχνη, την αλήθεια και τις προσωπικές σχέσεις.
Η βραβευμένη στις Κάννες με το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής ταινία του Ζακ Ριβέτ, ενός από τους πιο πειραματικούς σκηνοθέτες της γαλλικής Nouvelle Vague.
Ένας διάσημος αλλά από χρόνια ανενεργός ζωγράφος, ο Έντουαρντ Φρενχόφερ, ζει απομονωμένος με τη σύζυγό του, Λιζ, σε ένα παλιό αρχοντικό στη Νότια Γαλλία. Όταν ένας νεαρός καλλιτέχνης επισκέπτεται το σπίτι μαζί με τη σύντροφό του, Μαριάνε, εμπνέεται να ξαναπιάσει το πινέλο και να ολοκληρώσει έναν παλιό, ανολοκλήρωτο πίνακα, την «Ωραία Καβγατζού». Η Μαριάνε γίνεται το νέο μοντέλο του, οδηγώντας σε μια εξαντλητική και επίπονη καλλιτεχνική διαδικασία, όπου το σώμα και η ψυχή της δοκιμάζονται.
Εμπνευσμένη από το «Άγνωστο Αριστούργημα» του Μπαλζάκ και το «Όταν Εμείς οι Νεκροί Ξυπνήσουμε» του Ίψεν, η «Ωραία Καβγατζού» είναι μια υπνωτική εξερεύνηση της τέχνης και της ζωής. Ο Ριβέτ δανείζεται από τον Μπαλζάκ τον μύθο του ζωγράφου που αγωνίζεται να ολοκληρώσει το απόλυτο έργο του, ενώ από τον Ίψεν εισάγει τη δραματική διάσταση της αυτοκαταστροφής και της ύστερης συνειδητοποίησης του τι θυσιάζεται στο όνομα της τέχνης.
Η Λεωφόρος της Δύσης (Sunset Blvd.)
Σκηνοθεσία: Μπίλι Γουάιλντερ
Παίζουν: Γουίλιαμ Χόλντεν, Γκλόρια Σουάνσον, Έρικ Φον Στρόχαϊμ, Τζακ Γουέμπ, Νάνσι Όλσον
Περίληψη: Ένας αριβίστας σεναριογράφος πείθει μια πρώην σταρ του σινεμά να τον συντηρεί, γράφοντάς της ένα σενάριο που θα την ξαναφέρει στη μεγάλη οθόνη. Αλλά όταν αυτός ερωτευτεί μια νεαρή κοπέλα, εκείνη δεν θα τον αφήσει να την εγκαταλείψει έτσι εύκολα.
Το πολυεπίπεδο αριστούργημα του Μπίλι Γουάιλντερ, που τιμήθηκε με τέσσερις Χρυσές Σφαίρες και τρία Όσκαρ, επιστρέφει σε επανέκδοση.
Η Νόρμα είναι μια ξεπεσμένη σταρ του βωβού κινηματογράφου, που ζει με τον μπάτλερ Μαξ, πρώην σκηνοθέτη και άνδρα της, στη Sunset Boulevard. Η Νόρμα, που ονειρεύεται την επιστροφή της στην οθόνη, συναντά τον Τζο, έναν ασήμαντο σεναριογράφο, που κυνηγημένος από τους πιστωτές του βρίσκει καταφύγιο στην έπαυλή της, υποσχόμενος να τη βοηθήσει να κάνει ένα δυναμικό comeback στο σινεμά.
Αμέσως αναπτύσσεται μεταξύ τους μια σχέση εξάρτησης και πάθους, που σταδιακά θα τους οδηγήσει στην καταστροφή. Όταν ο Τζο γνωρίσει και ερωτευτεί μια νεότερη κοπέλα, η Νόρμα παρασύρεται από το ερωτικό της πάθος, χάνει τελείως τη λογική της και αρχίζει τις σκηνές ζηλοτυπίας με έντονες συναισθηματικές εκρήξεις. Με τον καιρό, ο Τζο αρχίζει να νιώθει φυλακισμένος, όμως εκείνη δεν θα τον αφήσει να την εγκαταλείψει τόσο εύκολα.
Αυτή η επαναστατική ταινία προκάλεσε αντιδράσεις στους κύκλους των μεγάλων παραγωγών του Χόλιγουντ, ενώ σήμερα θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα του αμερικανικού κινηματογράφου. Μάλιστα, τότε ο γίγαντας των μεγάλων στούντιο, Louis B. Mayer, κατηγόρησε τον Γουάιλντερ ότι «κατέστρεψε τη βιομηχανία του Χόλιγουντ».
Οι βιτριολικοί διάλογοι, το πρωτοποριακό για την εποχή εύρημα του νεκρού πρωταγωνιστή που αφηγείται την ιστορία, και η βαθιά στοχαστική ματιά του Γουάιλντερ πάνω στο αμερικανικό όνειρο και την εφήμερη λάμψη της δόξας έκαναν την ταινία διαχρονική. Το 1989 επελέγη από τη Βιβλιοθήκη του Αμερικανικού Κογκρέσου ως τμήμα του Εθνικού Μητρώου Κινηματογράφου και το 1998 έλαβε την 12η θέση ως μία από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου.
Σήμερα πια θεωρείται η καλύτερη ταινία του Χόλιγουντ για τα παρασκήνια της μεγαλύτερης κινηματογραφικής βιομηχανίας του κόσμου κι η πιο κυνική, καθώς ακούγεται η διάσημη πλέον ατάκα:«Ο.Κ., μπορεί το Χόλιγουντ να είναι διεφθαρμένο, ρηχό, ματαιόδοξο και τελείως παράλογο, όμως στοιχηματίζω ότι δεν μπορείς να σταματήσεις να το παρακολουθείς».