Η πιο διάσημη όπερα του 20ού αιώνα σε μια συγκλονιστική εκτέλεση στη Λυρική -Είδαμε τη Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ - iefimerida.gr

Η πιο διάσημη όπερα του 20ού αιώνα σε μια συγκλονιστική εκτέλεση στη Λυρική -Είδαμε τη Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ

Η Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ όπερα Εθνική Λυρική Σκηνή
Στιγμιότυπο από την όπερα «Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ» του Ντμίτρι Σοστακόβιτς στην Εθνική Λυρική Σκηνή / Φωτογραφίες: Γιώργος Καλκανίδης/ @photokalk via greeknationalopera/Instagram
ΜΑΝΟΣ ΛΕΙΒΑΔΑΡΟΣ

Διαβάσαμε το βιβλίο του Νικολάι Λεσκόφ και είδαμε την πιο πολυσυζητημένη όπερα του 20ού αιώνα, σε μια παραγωγή που εγκαινιάζει δυναμικά τη νέα σεζόν στην Εθνική Λυρική Σκηνή.

Εκτός από ένα σπουδαίο αριστούργημα στην παγκόσμια ιστορία της μουσικής, η όπερα «Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ» είναι το έργο που έριξε στη δυσμένεια του σταλινικού καθεστώτος τον Ντμίτρι Σοστακόβιτς. Ο Στάλιν στην τρίτη πράξη της παράστασης αποχώρησε έξαλλος από το θεωρείο του και την επόμενη ημέρα η Πράβντα, η εφημερίδα του σοβιετικού καθεστώτος, καταβαράθρωσε τον συνθέτη στοχοποιώντας τη μουσική του με απίστευτη σφοδρότητα, μέσα από ένα ανώνυμο άρθρο που λεγόταν ότι είχε γράψει ο ίδιος ο γραμματέας του κομμουνιστικού κόμματος. Ο Σοστακόβιτς, από ένας παραχαϊδεμένος νεαρός συνθέτης του κομμουνιστικού καθεστώτος, ο οποίος στα 30 του είχε γίνει ήδη θρύλος, μεταμορφώθηκε σε μια νύχτα σε παρία. Έκτοτε, για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα ο Σοστακόβιτς έτρεμε για τη ζωή του ίδιου αλλά και την τύχη της οικογένειάς του. Όπως έχει αφηγηθεί εκπληκτικά ο σπουδαίος Βρετανός συγγραφέας Τζούλιαν Μπαρνς στο μυθιστόρημά του «Ο Αχός της Εποχής» (εκδ. Μεταίχμιο), ο Σοστακόβιτς περνούσε τις νύχτες του έξω από το διαμέρισμά του, «μπροστά σε έναν ανελκυστήρα έχοντας στα πόδια του ένα βαλιτσάκι με τσιγάρα, εσώρουχα και σκόνη για το καθάρισμα των δοντιών», περιμένοντας να έρθουν οι δήμιοι του Στάλιν να τον πάρουν.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής αναβιώνει τη σκηνοθεσία της Φανί Αρντάν

Δυο ολόγυμνοι χορευτές, σαν παγόνια με όλα τα φτερά τους ολάνοιχτα, σηκώνουν την αυλαία σε μια συγκλονιστική παράσταση που μένει αξέχαστη. Η φετινή σεζόν της Εθνικής Λυρικής Σκηνής ξεκινά δυναμικά με την όπερα του Ντμίτρι Σοστακόβιτς «Η Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ», που αναβιώνει την πολυσυζητημένη παραγωγή της Φανί Αρντάν. Η σούπερ σταρ του γαλλικού κινηματογράφου το 2019, με τη συνεργασία μιας διάσημης παρέας δημιουργών, είχε δώσει μια εντυπωσιακή οπτική στο θρυλικό και σκανδαλώδες έργο του Σοστακόβιτς. Φέτος, ο Ίων Κεσούλης επιμελείται την αναβίωση της σκηνοθεσίας της Αρντάν, σε μια παράσταση που εστιάζει σε θέματα επίκαιρα στην εποχή μας, όπως η ψυχοσύνθεση της καταπιεσμένης γυναίκας, το μπούλινγκ, η έμφυλη βία, η ισότητα των φύλων, η καταπίεση των κοινωνικών ρόλων και ταυτοτήτων που οδηγούν συχνά -καθημερινά σχεδόν- σε μικρές ή μεγαλύτερες ενδοοικογενειακές τραγωδίες. Στην παραγωγή αυτή, όπως άλλωστε και στη σκηνοθεσία της Αρντάν, η όπερα του Σοστακόβιτς αποπολιτικοποιείται, απεκδύεται τους μύθους, τα σκάνδαλα και όλη αυτή την ιστορική της βαρύτητα (καθώς ήταν η όπερα που οδήγησε όχι απλώς τον Σοστακόβιτς σε δυσμένεια, αλλά έγινε η γραμμή εκκίνησης για μια θηριώδη μηχανή λογοκρισίας που κονιορτοποίησε συνθέτες, συγγραφείς, μουσικούς, σκηνοθέτες), ώστε να μείνει ο ωμός ρεαλισμός της έμφυλης βίας γυμνός στη σκηνή.

Από τις πιο δυνατές στιγμές της παράστασης είναι η σκηνή όπου οι εργάτες που ζουν στην αυλή του εμπόρου Ισμαήλοφ κυκλώνουν τη μαγείρισσα Ακσίνια και την παρενοχλούν. Σαν σμήνος σαρκοβόρων εντόμων, σαν αγέλη λύκων, οι άντρες πέφτουν πάνω στη γυναίκα, της ξεσκίζουν τα ρούχα και τη σάρκα, την ταπεινώνουν χυδαία με αγριότητα. Σε μια αριστουργηματική χορογραφία με μουσική κορύφωση, το λευκό φόρεμα της γυναίκας γίνεται σκαρί που παραδέρνει στα άγρια, μαύρα κύματα, σημαία που ξηλώνεται κλωστή την κλωστή στα χέρια του βάρβαρου κατακτητή, τρόπαιο στα χέρια ενός άξεστου νικητή που κομπάζει για τη λεία του. Η ηρωίδα της όπερας, η Κατερίνα Λβόνα Ισμαήλοβα, η κυρία της αυλής, σύζυγος του εμπόρου Ισμαήλοφ, βλέποντας τη θηριωδία των ανδρών επεμβαίνει και σώζει τη γυναίκα από τα νύχια των ανδρών. Χωρίς να το γνωρίζει ακόμα, με αυτή της την κίνηση έχει πατήσει τον μοχλό που θα μετατρέψει την ίδια σε θύτη και θύμα μιας ερωτικής τραγωδίας που θα την οδηγήσει στο έγκλημα και στην τιμωρία.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η Κατερίνα Λβόνα Ισμαήλοβα, μη αντέχοντας την πλήξη της συζυγικής ζωής, το στενό, ασφυκτικό κοστούμι της κοινωνικής νόρμας που θέλει τη γυναίκα άβουλο ιδιοκτησιακό αντικείμενο του ανδρός της, πέφτει στα δίχτυα ενός ωραίου καιροσκόπου, νέου εργάτη που της πουλάει έρωτα για να την εκμεταλλευθεί. Έχοντας υποστεί την απουσία του πολυάσχολου συζύγου της που τη βυθίζει στην πλήξη, την κοινωνική πίεση που μετά από έξι χρόνια γάμου δεν έχει ακόμα προσφέρει στον άνδρα της έναν απόγονο, έχοντας πέσει θύμα μπούλινγκ ενός βίαιου σάτυρου πεθερού που την ορέγεται και την εξευτελίζει με βωμολοχίες, ξυλοδαρμούς, ταπεινώσεις, η Κατερίνα Λβόνα Ισμαήλοβα γίνεται ένα ηφαίστειο που βράζει, έτοιμο να εκραγεί. Τα ερωτικά αγγίγματα του ωραίου εργάτη Σεργκέι ξυπνούν αυτό το ηφαίστειο, η ερωτική λάβα εκρήγνυται και ο τροχός που θα οδηγήσει στην οικογενειακή τραγωδία έχει ήδη πάρει μια επικίνδυνη μη αναστρέψιμη βόλτα.

Το βιβλίο του Λεσκόφ και η ανατροπή της οπτικής του από τον Σοστακόβιτς

Η Κατερίνα Λβόνα Ισμαήλοβα δηλητηριάζει τον πεθερό της με μανιτάρια όταν εκείνος πιάνει στα πράσα τον Σεργκέι να φεύγει κλεφτά από την κάμαρά της. Όταν ο άντρας της επιστρέφει, τον δολοφονεί με τη βοήθεια του εραστή της, παίρνοντας το σπίτι, τη γη και την περιουσία του. Στην όπερα του Σοστακόβιτς, αντίθετα από τη νουβέλα του Νικολάι Λεσκόφ στην οποία αυτή βασίζεται, η ηρωίδα είναι μια καταπιεσμένη γυναίκα που εξεγείρεται στην πατριαρχική καταπίεση και βία, αποζητώντας την ελευθερία και χρησιμοποιώντας τον έρωτα ως εργαλείο χειραφέτησης και αυτοδιάθεσης. Στο βιβλίο του Λεσκόφ (εκδ. Ροές), το οποίο κυκλοφόρησε στα μέσα του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα το 1864, η Κατερίνα Λβόνα Ισμαήλοβα είναι μια αδίστακτη σαιξπηρική Λαίδη Μάκβεθ, που αντί για εξουσία διψά για το χρήμα, χρησιμοποιώντας τον έρωτα ως μέσο εκπλήρωσης των δόλιων σκοπών της. Ο ρεαλισμός του Λεσκόφ είναι ένας ρεαλισμός απαλλαγμένος πλήρως από ψυχογραφήματα και συναισθηματικές διακυμάνσεις. Τα γεγονότα στο βιβλίο καταγράφονται με ένα φίλτρο απόλυτης αποστασιοποίησης, χωρίς διδακτισμό, χωρίς ηθικοπλαστικές ερμηνείες και εξηγήσεις. Ο αναγνώστης δεν θα συναντήσει πουθενά φιλοσοφικές ή κοινωνικές αναλύσεις, ενώ οι τύψεις και ο φόβος της τιμωρίας παίρνουν έναν αδρό μεταφυσικό χαρακτήρα που θυμίζει Πόε: μια βλοσυρή γάτα που παίρνει τα χαρακτηριστικά από το πρόσωπο του δολοφονημένου πεθερού της εμφανίζεται στην κρεβατοκάμαρα της Κατερίνα σαν ερινύα.

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Αυτό όλο το προφίλ ο Σοστακόβιτς και ο συνεργάτης του, ο συγγραφέας Αλεξάντερ Πρέις, που ανέλαβε την μετατροπή της νουβέλας του Λεσκόφ σε λιμπρέτο, το ανατρέπουν ριζικά: η Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ δεν είναι μια αδίστακτη, κυνική γυναίκα, που κατά τον Λεσκόφ φτάνει ακόμα και στο έγκλημα προκειμένου να βγάλει από τη μέση όσα εμπόδια υπάρχουν στον δρόμο της για να πλουτίσει και να ζήσει ελεύθερη τον παράνομο έρωτά της.

Στην οπερετική εκδοχή του Σοστακόβιτς η Κατερίνα Λβόνα Ισμαήλοβα είναι θύμα των καταστάσεων, της πατριαρχίας, της ανδρικής βίας και της αστικής καταπίεσης που μεταμορφώνει τις γυναίκες σε τρόπαια προορισμένες να ζουν σε χρυσά κλουβιά, υπηρετώντας άβουλα και πρόθυμα τις επιθυμίες, τους στόχους και τις φιλοδοξίες του άνδρα στον οποίο ανήκουν.

Ένα σύγχρονο, δυνατό σχόλιο για την έμφυλη βία

Η Φανί Αρντάν, τη σκηνοθεσία και την οπτική της οποίας αναβιώνει ο Ίων Κεσούλης, πάει όλη αυτή την ανατροπή του Σοστακόβιτς ένα βήμα παρακάτω, αφαιρώντας το πολιτικό σχόλιο του Σοστακόβιτς κατά της αστικής πατριαρχικής κουλτούρας και εστιάζοντας στη γυναικεία ψυχοσύνθεση μιας κακοποιημένης, καταπιεσμένης γυναίκας. Η Κατερίνα Λβόνα Ισμαήλοβα δεν είναι απλώς μια γυναίκα που δολοφονεί τους δυνάστες της για να πέσει στα νύχια ενός εκμεταλλευτή που θα την οδηγήσει στον όλεθρο, είναι ένα ονειροπόλο πλάσμα από αυτά που «προτιμούν να πεθάνουν από το να καταστρέψουν το όνειρό τους», όπως γράφει η ίδια η Φανί Αρντάν προλογίζοντας την παράσταση. 

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Η Λαίδη Μάκβεθ της Αρντάν οδηγείται στον παράνομο έρωτα από πλήξη, αδιαφορία, βία, κακοποίηση, και μετά καίγεται ολόκληρη από τη λαίλαπα του πάθους, τυφλωμένη από ερωτικά αισθήματα που τη δονούν, όχι από απληστία, όχι από επιθυμία πλουτισμού και κυριαρχίας. Δεν είναι η δίψα για εξουσία που οπλίζει το χέρι της, αλλά η θυματοποίησή της από τους άνδρες: από τον πατέρα της, τον σύζυγό της, τον πεθερό της και τελικά και από τον παράνομο εραστή της που την προδίδει χυδαία. Όλη η αριστουργηματική -από κάθε άποψη: σκηνοθεσίας, φωτισμού, ερμηνειών, χορογραφίας, σκηνογραφίας- παραγωγή που είδαμε στη Λυρική είναι μια σκυταλοδρομία βίας και εκμετάλλευσης, με τη γυναίκα να γίνεται η σκυτάλη στα χέρια των ανδρών. Μια ενδιαφέρουσα οπτική που συνομιλεί με τις αγωνίες της εποχής μας και με το αίτημα για μια επί της ουσίας ισότητα μεταξύ των φύλων, έξω από υστερίες πολιτικής ορθότητας και μιας δήθεν συμπεριληπτικής γλώσσας που υιοθετείται γιατί απλώς πουλάει, με τον τρόπο που το έχουμε δει να γίνεται επί τούτου πολλές φορές χωρίς να υποστηρίζεται σεναριακά σε χολιγουντιανές ταινίες ή σε παραγωγές τύπου Netflix. Η οπτική της Φανί Αρντάν στη Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ, την οποία αναβίωσε και η σκηνοθετική επιμέλεια του Κεσούλη, είναι μια επί της ουσίας προσέγγιση στα ζητήματα της έμφυλης βίας. 

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ
Tο iefimerida.gr δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ