Πώς φτάσαμε στην Επανάσταση του '21: Ο ιστορικός Ν. Καραπιδάκης έχει μια άλλη ματιά

Ο όρκος των Φιλικών

Η οικονομία, η ναυτιλία, η παιδεία, οι στρατιωτικές ετοιμότητες. Ο ρόλος της σύμπτωσης και της τύχης στην επιτυχία του Αγώνα. Η σημασία της Φιλικής Εταιρείας και οι μηχανισμοί της στην Ελληνική Επανάσταση. Οι μεσσιανικές προσδοκίες, οι αντιφάσεις και τα πρόσωπα. Η στάση της Ευρώπης.

Πότε αρχίζει, άραγε, η προεπαναστατική περίοδος; Πώς φτάνουμε στο ξέσπασμα του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα το 1821; Ποιοί παράγοντες καθορίζουν την εξέλιξή του; Ποιος ο ρόλος της τύχης και της σύμπτωσης; Πώς επιδρούν οι προηγηθείσες μικροεπαναστάσεις στη νοοτροπία αλλά και στο ίδιο το σύστημα και στις δομές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας; Ο Καθηγητής Ιστορίας Νίκος Καραπιδάκης, πρώην πρόεδρος της Εφορείας των Γενικών Αρχείων του Κράτους σκιαγραφεί το γενικό πλαίσιο: «Για την έναρξη της προεπαναστατικής περιόδου έχει γίνει συζήτηση μεταξύ των ιστορικών» λέει αρχικά. «Τυπικά αρχίζει το 1770, με μια ήττα στα γνωστά Ορλωφικά: το αποτυχημένο κίνημα ανεξαρτησίας που υποκινήθηκε από τους Ρώσους εναντίον των Οθωμανών κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου. Ωστόσο, για άλλους ιστορικούς η προεπαναστατική φάση αρχίζει ακόμη παλαιότερα: με την επανάσταση του Σκυλοσόφου στην Ηπειρο τον 17ο αιώνα ή με την παρουσία των Βενετών στην Αττική και στην Αιτωλοακαρνανία. Υπάρχουν πολλές απόψεις. Εντούτοις, από τα μέσα του 18ου αιώνα ωριμάζει η ιδέα ενός ανεξάρτητου κράτους. Η άποψη ότι ο Ελληνισμός – μια θρησκεία, μια κουλτούρα, μία γλώσσα- μπορεί ν΄αποτινάξει τον ζυγό του δυνάστη και να αυτοοργανωθεί. Και μπορεί να μην υπάρχει μια αδιάκοπη ροή γεγονότων που μαρτυρά ότι τα πράγματα εξελίσσονται και θα οδηγήσουν στον ξεσηκωμό του ’21, υπάρχει όμως συγκεκριμένο κλίμα…»

Ο καθηγητής Ιστορίας Νίκος Καραπιδάκης

Στο πλαίσιο αυτό, η ανάπτυξη της οικονομίας και της ναυτιλίας έπαιξαν σημαντικό ρόλο. «Αφενός μιλάμε για τη χερσαία οικονομία: τους μεγάλους εμπόρους του ηπειρωτικού χώρου οι οποίοι απλώνονται στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, στην Κωνσταντινούπολη, διαμέσου των δρόμων της Μακεδονίας, της Βλαχίας κ.λ.π και δημιουργούν δίκτυα μεταφοράς και προώθησης εμπορευμάτων ενώ παράλληλα ανοίγουν τον δρόμο των πρώτων χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων με την αγορά και τη διαχείριση φόρων του οθωμανικού κράτους» λέει ο κ. Καραπιδάκης. Ταυτόχρονα, υπογραμμίζει την ανάπτυξη της ναυτικής οικονομίας με τους περίφημους ναυτότοπους: την Υδρα, τις Σπέτσες, τα Ψαρά, τη λίμνη Ευβοίας αλλά και άλλες, μικρότερες εστίες που παίζουν νευραλγικό ρόλο στη διακίνηση εμπορευμάτων, για παράδειγμα σιτηρών από τη Μαύρη Θάλασσα κ.λ.π. «Ευνόητο είναι ότι πλέον συγκεντρώνεται πλούτος ο οποίος επιτρέπει, εκτός των άλλων, την κατασκευή πλοίων οπότε, όταν έρθουν τα κρίσιμα χρόνια του πολέμου, ο ελληνικός στόλος είναι έτοιμος να παρατάξει ανάλογο αριθμό πλοίων με τον οθωμανικό. Αν, δηλαδή, υπήρχαν 90 πλοία από την πλευρά των Τούρκων, οι Ελληνες διέθεταν 80. Η Υδρα, οι Σπέτσες αλλά και μικρότερα νησιά όπως η Κάσος είχαν τη δυνατότητα να ρίξουν στη θάλασσα πλοία τα οποία έχουν πλέον μετατραπεί σε πολεμικά κι αυτό είχε πολύ σημαντικές συνέπειες…»

Δίπλα σ΄αυτά, αξιοσημείωτη ήταν και η συμβολή της αγροτικής οικονομίας τον 18ο αιώνα καθώς, όπως σημειώνει ο καθηγητής, πίσω από τα λιμάνια υπάρχει και μια ενδοχώρα η οποία παρουσιάζει επίσης βελτιώσεις στα μεγέθη της.

Παιδεία και Γαλλική Επανάσταση

Η αλλαγή στην Παιδεία στάθηκε εξίσου καθοριστικός παράγοντας στην εξέλιξη των πραγμάτων. «Φυσικά, όταν φτάσαμε στο ’21 ο κύκλος εκπαίδευσης, η παιδαγωγική διαδικασία, δεν είχε ολοκληρωθεί» εξηγεί ο κ. Καραπιδάκης. «Σημαντικοί άνθρωποι όπως ο Κοραής και ο Καποδίστριας είχαν διατυπώσει την άποψη- όχι εντελώς λάθος- ότι το μορφωτικό επίπεδο του επαναστατημένου λαού δεν ήταν ικανοποιητικό για να οδηγήσει σε πέρας επιτυχώς την Επανάσταση και κυρίως να θεμελιώσει ένα ανεξάρτητο κράτος».

Παρόλ΄αυτά, τον 18ο αιώνα σημειώνεται μια εντυπωσιακή- για τα δεδομένα της εποχής- ανάπτυξη των Σχολών, όπως ονομάζονταν τότε τα εκπαιδευτικά ιδρύματα. «Η έννοια του σχολείου δεν ήταν ακριβώς η ίδια με τη σημερινή. Υπήρχαν οι σχολές οι οποίες μπορούσαν να διαθέτουν μόνο έναν ή δύο δασκάλους και οι ηλικίες των μαθητών ήταν διαφορετικές. Διδάσκονταν πολλά μαθήματα μαζί: φυσικές επιστήμες, μαθηματικά, αρχαία ελληνικά, λατινικά. Αναφορικά με το επίπεδο των σπουδών, αντιστοιχούσαν σε μια ενδιάμεση κατάσταση ανάμεσα στο σημερινό Λύκειο και στα πρώτα χρόνια του Πανεπιστημίου. Δεν ήταν αμιγώς ούτε δευτεροβάθμια ούτε τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ο επικεφαλής, ο σχολάρχης, είχε τη γενική ευθύνη του προγράμματος και συχνά ήταν και ο δάσκαλος σε όλα τα μαθήματα. Εισήγαγε τα μικρότερα παιδιά, δίδασκε τα δυσκολότερα μαθήματα στους μεγαλύτερους ενώ ορισμένα από τα πιο εύκολα μαθήματα τα δίδασκαν οι μεγαλύτεροι στους μικρότερους. Υπήρχε ένα σύστημα πολύ ενδιαφέρον…»

Ο Ιωάννης Καποδίστριας (αριστερά) και ο Αδαμάντιος Κοραής

Με αποκορύφωμα τις φημισμένες Σχολές των Ιωαννίνων, των Κυδωνιών, της Σμύρνης το σύστημα των Σχολών αναπτύσσεται πολύ τον 18ο αιώνα. Ετσι, διευκολύνεται η διακίνηση νέων ιδεών, εντύπων, αντιλήψεων περί μιας κοινής γλώσσας – πέρα από τις διαλέκτους- η οποία σχετίζεται με την Αρχαιότητα. «Εν προκειμένω όταν λέμε νέες ιδέες αναφερόμαστε κυρίως στον Διαφωτισμό: τις ιδέες που τηρούν κριτική στάση απέναντι στη θρησκεία, που τονίζουν τη σημασία των θετικών επιστημών στην εκπαίδευση και οπωσδήποτε ανοίγουν νέους ορίζοντες στους ανθρώπους» λέει και πάλι ο κ. Καραπιδάκης.

Λίγο αργότερα, μετά την Γαλλική Επανάσταση, θα προστεθούν και οι ιδέες που ονομάζονται επαναστατικές. «Καμιά φορά παρατηρείται η τάση να θεωρούμε ότι οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης μεταλαμπαδεύτηκαν αυτούσιες στην Ελλάδα. Δεν είναι σωστό. Η Ελληνική Επανάσταση είχε χαρακτήρα σχεδόν αποκλειστικά εθνικό παρά κοινωνικό. Ακόμη και η Φιλική Εταιρεία, νευραλγικός μηχανισμός κινητοποίησης των ανθρώπων για την αποτίναξη του ζυγού, είχε σταθερά εθνικούς στόχους. Η Γαλλική Επανάσταση, αντίθετα, πολύ γρήγορα από πολιτική εξέγερση οδηγήθηκε στην κοινωνική ανατροπή. Ωστόσο, η έννοια του έθνους όπως διαμορφώθηκε στη Γαλλία επηρέασε και την αντίληψη του ελληνικού έθνους. Είχε μεγάλη σημασία παρά την απογοήτευση που ακολούθησε την ήττα στα Ορλωφικά και τις οδυνηρές συνέπειες για τους εξεγερθέντες. Τα πρώτα συντάγματα, δε, είναι αναμνήσεις και χρήσεις εννοιών οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν πολύ στα γαλλικά συντάγματα. Παρόλο που δεν υπήρξε κοινωνική επιρροή λοιπόν- αν και παρατηρήθηκαν και τέτοια φαινόμενα σε νησιά όπως η Υδρα ή η Ανδρος για παράδειγμα- υπήρξε πολιτική επιρροή…»

Αξιώματα επί πληρωμή και Φιλική Εταιρεία

Ποιοι άλλοι παράγοντες καθόρισαν, αλήθεια, την πορεία των εξελίξεων στον δρόμο προς την κήρυξη της Επανάστασης; Ο καθηγητής αναφέρεται και στην παράδοση της στρατιωτικής οργάνωσης η οποία υπήρχε στην ηπειρωτική Ελλάδα. «Θυμίζω τους περίφημους Αρματολούς και τους Κλέφτες στη Θεσσαλία, στην Ηπειρο αλλά και στην Αιτωλοακαρνανία. Πολλές λειτουργίες του οθωμανικού κράτους τις αναλαμβάνουν ένοπλοι Ελληνες- οι Αρματολοί. Το Αρματολίκι ήταν ένα αξίωμα που εξασφάλιζε σε κάποιον και στους ανθρώπους του δικαιοδοσίες- κυρίως αστυνομικές- σε μια περιοχή. Αυτές τις παραχωρούσε το οθωμανικό κράτος και είχε τη δυνατότητα να τις ανακαλέσει και να τις δώσει σε κάποιον άλλον, ο οποίος θα πλήρωνε περισσότερα χρήματα. Ας μην ξεχνάμε ότι η πλειονότητα των αξιωμάτων στην οθωμανική αυτοκρατορία ήταν εξαγοράσιμα, ονητά όπως λέμε κι αυτό ίσχυε ακόμη και για τα εκκλησιαστικά αξιώματα. Ευνόητο είναι ότι το κράτος μπορούσε ν΄αυξάνει την ταρίφα πώλησης ανάλογα με την προσφορά. Πολλές φορές, όμως, η απώλεια ενός αρματολικιού οδηγούσε αυτόν που το έχανε στο να γίνει κλέφτης και να παρενοχλεί το κράτος μήπως κι εξασφαλίσει κρατικές αρμοδιότητες. Κατά κανόνα οι κλέφτες επιδίδονταν σε λεηλασίες πληθυσμών που προστάτευε ο αρματολός. Όχι εις βάρος Τούρκων όπως καμιά φορά νομίζουμε, αλλά χριστιανών, καλλιεργητών. Ωστόσο, όλη αυτή η διαδικασία επέτρεψε αυτό που ονομάζουμε στρατιωτική ετοιμότητα. Όταν χρειάστηκε, αυτά τα σώματα έδωσαν τη δυνατότητα να στρατολογηθεί έμπειρος στρατός και ν΄αξιοποιηθεί από την Επανάσταση…»

Ποιος ήταν, όμως, ο συνδετικός κρίκος όλων αυτών; Η Φιλική Εταιρεία. «Μιλάμε για ένα από τα πιο γοητευτικά ευρωπαϊκά φαινόμενα» λέει ο κ. Καραπιδάκης. «Μια σύλληψη κατά τα πρότυπα των εταιρειών που υπήρχαν και πριν ακόμη από τη Γαλλική Επανάσταση όταν δημιουργούνταν παντού εταιρείες με απελευθερωτικούς σκοπούς εάν όχι εθνικούς, τουλάχιστον κοινωνικούς. Εκείνη την εποχή η λέξη Φίλος ήταν πολύ επαναστατική.Οι μυστικές εταιρείες συνήθιζαν να δίνουν στα μέλη τους τέτοιου είδους ονόματα: φίλοι, μάρτυρες, αδελφοί…Τότε οι λέξεις αυτές είχαν συγκεκριμένη σηματοδότηση και σήμαιναν τη συμμετοχή σε τέτοιου είδους συλλογικότητες. Αυτό μάλιστα στην αρχή την έκανε και ύποπτη διότι τότε η Ευρώπη ήταν πολύ συντηρητική και ο,τιδήποτε αφορούσε σε μυστικές εταιρείες, εξεγέρσεις, ανατροπές ήταν αυτομάτως ύποπτο. Ας μην ξεχνάμε πως με τέτοιου είδους κατηγορίες παραδόθηκε ο Ρήγας Φεραίος και αποκεφαλίστηκε στο Βελιγράδι. Καταλαβαίνει κανείς ότι το εγχείρημα ήταν δύσκολο αλλά υπήρχαν προϋποθέσεις να δημιουργηθεί και να δράσει…»

Ο όρκος των Φιλικών

Η Φιλική Εταιρεία απαρτίζεται από ανθρώπους που διαβλέπουν ότι υπάρχουν, πλέον, δυνάμεις οι οποίες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν εθνικές: έμποροι του εξωτερικού, αρματολοί, κλέφτες, εκκλησιαστικοί παράγοντες, δάσκαλοι και λόγιοι. Ολ΄αυτά μπορούν να οδηγήσουν στη δημιουργία ενός νέου έθνους το οποίο, ασφαλώς, όπως εξηγεί ο κ. Καραπιδάκης, απαιτεί ένα νέο κράτος. «Οι άνθρωποι της Φιλικής δεν ήταν ούτε οι μεγαλύτεροι έμποροι, ούτε οι σπουδαιότεροι προύχοντες: ήταν μεσαία στελέχη της εμπορικής τάξης, συχνά και υπαλληλικά στελέχη. Κατόρθωσαν να δημιουργήσουν αυτή την καταπληκτική οργάνωση αποκτώντας παντού συνδέσμους και μυώντας ανθρώπους οι οποίοι ορκίζονταν ότι θα έκαναν τα πάντα για την απελευθέρωση της πατρίδας ώστε όταν έρθει η ώρα να είναι έτοιμοι για εξέγερση. Κατόρθωσαν να προσεταιριστούν πολύ σημαντικούς ανθρώπους: την υψηλή αριστοκρατία του Φαναρίου, Ελληνες στο έθνος, Γραικοί, Ρωμιοί όπως ονομάζονταν τότε γιατί η λέξη Ελληνες εισήχθη μετά το 1821 ως αναφορά στην Αρχαιότητα. Προσέγγισε επίσης τους προύχοντες της Πελοποννήσου αλλά και προσωπικότητες στρατιωτικές όπως ο Κολοκοτρώνης, ανέπτυξε επαφές με τους αρματολούς της Ηπείρου και της Στερεάς έχοντας παράλληλα αποκαταστήσει και σχέσεις με τους σημαντικούς Ελληνες πρίγκηπες που υπηρετούσαν είτε την Ρωσία είτε την Οθωμανική Αυτοκρατορία (Υψηλάντηδες, Καρατζάδες, Μαυροκορδάτους). Συνεργάστηκε επίσης πολύ καλά με την Εκκλησία καθώς αρκετοί εκκλησιαστικοί προσχώρησαν στους κόλπους της. Η Φιλική Εταιρεία πέτυχε κάτι εθνικό: Ενότητα πριν από την ενότητα. Ετσι, έφτασαν στο σημείο να σχεδιάσουν και να προγραμματίσουν μια επανάσταση η οποία, αρχικώς, προέβλεπε ως κύριο μέτωπο όχι την Ελλάδα αλλά τις παραδουνάβιες ηγεμονίες όπου υπήρχε η ελπίδα ότι θα παρενέβαινε η Ρωσία υπέρ των χριστιανών και θα βοηθούσε τον Αγώνα κατά της Τουρκίας. Όπως γνωρίζουμε το κίνημα στις παραδουνάβιες ηγεμονίες απέτυχε και τελικά η Επανάσταση παρέμεινε στην Ελλάδα και στα νησιά όπου πέτυχε. Βεβαίως, όταν ξεσπά ο ξεσηκωμός και προχωρούν τα πράγματα η Φιλική Εταιρεία υποχωρεί σε σημασία καθώς δημιουργούνται θεσμικά όργανα που αναλαμβάνουν αυτά πλέον την καθοδήγηση του Αγώνα ».

Αναφερόμενος στη Φιλική Εταιρεία, ο καθηγητής μιλά για ένα καταπληκτικό σύστημα μυστικότητας και συνωμοτικότητας: έναν εντυπωσιακό μηχανισμό ο οποίος στην εποχή μας επανεκτιμάται. «Οι πρόσφατες έρευνες στρέφονται πολύ προς την Ιστορία της Φιλικής Εταιρείας καθώς θεωρείται ότι έπαιξε πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην έκρηξη και στην προετοιμασία της Επανάστασης απ΄αυτόν που μέχρι σήμερα νομίζαμε…».

Επιτυχία και τύχη

Ποιοι ήταν όμως οι λόγοι της επιτυχίας της Επανάστασης εντός του ελλαδικού χώρου; Ο κ. Καραπιδάκης αναφέρεται για μια ακόμη φορά στο ναυτικό. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, λέει, αντέδρασε σπασμωδικά . Η ναυτική ετοιμότητα των Ελλήνων ήταν εντυπωσιακή και όταν εμφανίστηκε ο οθωμανικός στόλος στο Αιγαίο προκειμένου να μεταφέρει δυνάμεις στην Πελοπόννησο και να καταπνίξει τις εστίες της Επανάστασης, ο ελληνικός στόλος τον ανέκοψε και κέρδισε νωρίς τη μάχη της θάλασσας. Ωστόσο, η σύμπτωση και η τύχη έπαιξαν επίσης τον ρόλο τους. «Είναι αυτά τα μαγικά της Ιστορίας» λέει χαρακτηριστικά ο καθηγητής. «Κανείς δεν περίμενε ότι ένας στρατός ατάκτων όπως οι αρματολοί και οι κλέφτες τον πρώτο χρόνο θα σημείωναν τέτοιες επιτυχίες σε μάχες ώστε να καταφέρουν να στερεώσουν την Επανάσταση. Η εξέγερση στις παραδουνάβιες ηγεμονίες θα μπορούσε να είχε πετύχει και να είχε μείνει η Ελλάδα απέξω. Είχαν προηγηθεί κι άλλες εξεγέρσεις- χαρακτηριστικά αναφέρω αυτή του Πασά του Βιδινίου- οι οποίες απέτυχαν. Η ελληνική επανάσταση πέτυχε. Ισως βοήθησε πολύ το γεγονός ότι κατά το ξέσπασμά της υπήρχε ήδη ένας ανοιχτός πόλεμος της Τουρκίας στην Ηπειρο εναντίον του Αλή Πασά ο οποίος την καθυστέρησε και την κούρασε. Ο Αλή Πασάς ήταν ένας πολύ σημαντικός ηγεμόνας ο οποίος είχε τάσεις αυτονομίας. Κάποια στιγμή πείστηκε ότι πρέπει να δημιουργηθεί ένα ανεξάρτητο κράτος, ελληνο-αλβανικό. Η αλήθεια είναι ότι κατόρθωσε να επιφέρει ένα ρήγμα στο οθωμανικό κράτος. Η ιδέα της κατάκτησης της ανεξαρτησίας μέσω της Ηπείρου δημιουργεί έντονα την αίσθηση ότι η αποτίναξη του ζυγού μπορεί όντως να συμβεί. Αρκετοί μάλιστα, οι Ρώσοι αλλά και άλλες ξένες δυνάμεις, πίστευαν ότι πρώτα θα ανεξαρτητοποιηθεί η Ηπειρος και μετά θα υπάρξει μια νέα Ελλάδα, ανεξάρτητη. Αυτή η σκέψη ήταν λογική: ο Αλή Πασάς είχε και στρατιωτική δύναμη και χρήματα. Εξελίχθηκε σε παράγοντα καθυστέρησης και αποστεθεροποίησης για τους Τούρκους και ταυτόχρονα ιδεολογικής προετοιμασίας για τους Ελληνες. Τελικά η προσπάθειά του δεν πέτυχε σ΄αντίθεση με τον ελληνικό ξεσηκωμό ο οποίος κατόρθωσε να στερεωθεί».

Αργότερα, βέβαια, σημειώθηκαν εξελίξεις που υποθήκευσαν τις πρώτες επιτυχίες της Επανάστασης: διαφωνίες μεταξύ αρματολών και ναυτικών, εμφύλιες διενέξεις…«Πολλές φορές από ‘κει και μετά ο Αγώνας κινδύνευσε ν΄αποτύχει. Και μάλιστα, προς το 1826-1827 τα πράγματα είχαν φτάσει σ΄ένα όριο. Οι επιτυχίες των δύο πρώτων χρόνων ήταν αυτές οι οποίες κατάφεραν να στερεώσουν τον ξεσηκωμό και να κατορθώσουν το αδιανόητο για εκείνη την εποχή: μια επαναστατική κυβέρνηση η οποία θ΄αναγνωριζόταν στο εξωτερικό. Δεν αναγνωρίστηκε εντελώς αλλά οπωσδήποτε έγινε ανεκτή. Όταν λέμε «αναγνωρίζω κάποιον» σημαίνει ότι δίνω και κάποιο δάνειο. Τη στιγμή, λοιπόν, που αναγνωρίστηκε η Ελλάδα, τότε μπόρεσε να πάρει και τα δάνεια τα οποία της επέτρεψαν να χρηματοδοτήσει στη συνέχεια την Επανάσταση. Γιατί τα οικονομικά είχαν φτάσει σ΄ένα όριο παρόλο που, παρά τον μύθο, σ΄αυτό τον τομέα η Επανάσταση ήταν πολύ καλή. Και το σύστημα συλλογής φόρων ήταν πολύ αποτελεσματικό και αρκετά καλά ταμεία δημιουργήθηκαν τα οποία, πέρα από τα δάνεια, επέτρεψαν την πολύ καλή χρηματοδότησή της…»

Μεσσιανικές προσδοκίες και ρεαλισμός

Είναι επαρκής, άραγε, η γνώση μας για την προεπαναστική περίοδο; Ο κ. Καραπιδάκης θεωρεί ότι η απάντηση είναι σχετική. «Η γνώση δεν είναι ποτέ επαρκής. Υπάρχουν και αρχεία- οθωμανικά, κυρίως σε Κωνσταντινούπολη και Αγκυρα - ανεξερεύνητα και νέες προσεγγίσεις. Αρκετά μένουν ακόμη να φωτιστούν και ως προς την οικονομική κατάσταση των Ελλήνων πριν από το ξέσπασμα του ξεσηκωμού , ως προς τις προϋποθέσεις της Επανάστασης. Ας μην ξεχνάμε ότι η προεπαναστατική περίοδος δεν περιορίζεται στον ελλαδικό χώρο. Ξεκινά από τις ελληνικές κοινότητες της Μαύρης Θάλασσας, αγγίζει τη Ρωσία, τις παραδουνάβιες ηγεμονίες, τα Ιόνια νησιά, την Αίγυπτο…»

Η περίοδος πριν από τον ξεσηκωμό ήταν επώδυνη και δύσκολη γιατί την εποχή εκείνη, θυμίζει ο κ. Καραπιδάκης, ο ελλαδικός χώρος ήταν κατακερματισμένος. «Ο,τι συνέβαινε πολιτικά στη Μάνη δεν ήταν αποδεκτό, για παράδειγμα, στην Αρκαδία. Κάθε τόπος είχε τους δικούς του προύχοντες, διοικητικές ιδιορρυθμίες και τοπικούς θεσμούς. Άλλο το σύστημα διοίκησης της Βοστίτσας – του σημερινού Αιγίου- όπου πραγματοποιήθηκε η γνωστή συνέλευση τον Ιανουάριο του 1821 με σκοπό τον προσδιορισμό του χρόνου εκδήλωσης της επικείμενης Επανάστασης, άλλο της Πάτρας. Άλλο της Γαστούνης, άλλο της Καλαμάτας. Υπήρχαν πολλές τοπικές κυβερνήσεις οπότε ο σχεδιασμός της εξέγερσης- πότε θα ξεκινήσει, ποιος θα πολεμήσει, πόσες δυνάμεις θα βάλει ο καθένας- ήταν αντικείμενο πολλών συναντήσεων και διαφωνιών. Υπήρχαν διαφωνίες μεταξύ των ισχυρών προυχόντων. Αλλοι ήθελαν να προχωρήσει γρήγορα ο ξεσηκωμός, άλλοι αργά. Αλλοι φοβούνταν τη σύγκρουση με τους Τούρκους γιατί κινδύνευαν να είναι τα πρώτα θύματα. Υπήρχαν εκκλησιαστικοί που διαφωνούσαν και δεν ήθελαν να γίνει η Επανάσταση κι άλλοι που βιάζονταν να ξεκινήσει. Υπήρχαν διαφωνίες οργανωτικές, συμφερόντων, γοήτρου. Ποιος θα έχει την πρωτοκαθεδρία, ποιος θα εκτεθεί λιγότερο…Γιατί η πρωτοκαθεδρία όταν ξεσπά μια Επανάσταση δεν είναι απαραιτήτως προνόμιο. Όταν ακόμη όλα είναι αβέβαια σημαίνει ότι όποιος την αναλαμβάνει είναι και ο πρώτος υπεύθυνος άρα κι αυτός που πληρώνει πρώτος τις συνέπειες. Το αμέσως προηγούμενο διάστημα υπήρχε μια νευρικότητα επαναστατική η οποία είχε αρχίσει να ερεθίζει και την Τουρκία και τις δικές της δυνάμεις ελέγχου. Τους τελευταίους μήνες, ειδικά στον Μοριά, η Τουρκία ζητά διαρκώς εγγυήσεις, καλεί τους προύχοντες προκειμένου να τους έχει από κοντά. Υπάρχει γενικότερα μια ατμόσφαιρα έντασης και φόβου».

Μέσα σ΄αυτό το πλαίσιο η Επανάσταση ξεσπά ταυτόχρονα σε πολλά μέρη. «Η ημερομηνία της 25ης Μαρτίου θα οριστεί αρκετά αργότερα, μ΄ένα διάταγμα του Οθωνα, ως επίσημη έναρξη της Επανάστασης στο Μεγάλο Σπήλαιο. Σε ορισμένες περιοχές-Καλαμάτα και αλλού- είχε εκδηλωθεί μερικές ημέρες νωρίτερα αλλά προκειμένου ν΄αποφευχθεί η μεγάλη συζήτηση η οποία γίνεται ακόμη και σήμερα – ποιος δηλαδή την ξεκίνησε- ορίστηκε μια επίσημη ημέρα κήρυξης…»

Κήρυξη της Επανάστασης

Η προσδοκία της παροχής προστασίας από τον Τσάρο στάθηκε, όπως λέει ο κ. Καραπιδάκης, μια από τις μεγάλες αντιφάσεις της προεπαναστατικής περιόδου. «Θυμίζω και πάλι την τραυματική εμπειρία του 1770. Η ρωσική προσπάθεια να ελευθερωθούν οι Ελληνες έμεινε στη μέση, εγκαταλείφθηκαν και το πλήρωσαν πολύ ακριβά, ειδικά στην Πελοπόννησο. Οπότε αυτή η μεσσιανική παράδοση προστασίας που είχε διαμορφωθεί από πιο παλιά, εν προκειμένω συνυπήρχε με την πικρή απογοήτευση των Ορλωφικών. Τα προεπαναστατικά χρόνια καλλιεργήθηκε η προσδοκία ότι ο Καποδίστριας, υπουργός του Τσάρου, θα μπορούσε να παίξει ρόλο. Εκεί υπήρχαν και ιστορίες οι οποίες δεν έχουν εντελώς διαλευκανθεί. Ο Καποδίστριας στην αρχή ήταν πολύ διστακτικός ή δεν μπόρεσε να πείσει τον Τσάρο να παίξει τον ρόλο του προστάτη ο οποίος αναμενόταν από τη Ρωσία. Ο Τσάρος οπωσδήποτε δεν ήταν ιδιαιτέρως έτοιμος για κάτι τέτοιο, φοβόταν την όποια ευρωπαϊκή διαταραχή. Οι άλλες δυνάμεις- Αυστρία, Γαλλία, Αγγλία- αρχικά δεν ήταν καθόλου διατεθειμένες να συνδράμουν. Εκεί έπαιξαν μεγάλο ρόλο οι Φιλέλληνες. Από τη στιγμή που ξεσπά η Επανάσταση κινητοποιούν την κοινή γνώμη στις χώρες τους ώστε οι εχθρικές κυβερνήσεις να εξετάσουν εκ νέου το θέμα. Επαιξε, βεβαίως, ρόλο και ο πραγματισμός των ευρωπαϊκών δυνάμεων. Εχω υπόψη μου μια αναφορά ενός γάλλου ναυάρχου την οποία γράφει στο τέλος του πρώτου χρόνου της Επανάστασης κι αναφέρει ότι πλέον, μετά τις πρώτες επιτυχίες των Ελλήνων και παρά τις διαφωνίες και τις αντιφάσεις τους , έχουν αλλάξει τα πάντα και υπάρχει μια νέα πραγματικότητα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία η οποία πρέπει να μας κάνει να δούμε τα πράγματα αλλιώς. Ειδικά μετά την καταστροφή του Δράμαλη το 1822 φαίνεται πια πως η Επανάσταση μπορεί να κρατήσει. Παρόλ΄αυτά οι ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν άλλαξαν αμέσως άποψη. Παρέμειναν διστακτικές και παρακολουθούσαν τις εξελίξεις. Κάποια στιγμή κατάλαβαν, όμως, ότι θα πρέπει ν΄αναθεωρήσουν…»

Αναφερόμενος στα κομβικά πρόσωπα της προεπαναστατικής περιόδου, ο καθηγητής κάνει ιδιαίτερη μνεία στους πρίγκηπες Υψηλάντη – τον Αλέξανδρο, τον Δημήτριο αλλά και τον Νικόλαο- και στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο τον οποίο χαρακτηρίζει πολύ σημαντική φυσιογνωμία από πολιτική άποψη. «Αυτοί ήταν γνήσιοι επαναστάτες και πατριώτες. Δεν ήταν φτωχοί που είχαν ανάγκη από μια Επανάσταση η οποία δυνητικά θα βελτίωνε τη θέση τους. Είχαν τον καλύτερο δυνατό τρόπο ζωής, ήταν μορφωμένοι, πλούσιοι. Θυσίασαν τα πάντα για τους επαναστατικούς σκοπούς. Δεν ήταν λίγο να είσαι πρίγκηπας και ξαφνικά να βρεθείς επαναστάτης στον Μοριά. Το ίδιο και ο Μαυροκορδάτος. Θα μπορούσε να έχει μια λαμπρή σταδιοδρομία ως αξιωματούχος της οθωμανικής αυτοκρατορίας ή θα μπορούσε να ζήσει σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα. Και η μόρφωση και η οικονομική του κατάσταση το επέτρεπαν. Κι όμως, οι άνθρωποι αυτοί τ΄αφησαν όλα πίσω και ήρθαν να πολεμήσουν. Κινδύνευαν κάθε μέρα στις μάχες, τους απειλούσαν αρρώστιες. Εχουμε βέβαια και σημαντικές προσωπικότητες μέσα στην ίδια την Ελλάδα: οι πρόκριτοι του Μοριά, για παράδειγμα, δεν ήταν δευτερεύουσες φυσιογνωμίες. Το ίδιο και οι άνθρωποι της στρατιωτικής ετοιμότητας, ο Κολοκοτρώνης ας πούμε. Εξίσου και οι μεγάλες σπετσιώτικες, υδραίικες και ψαριανές οικογένειες. Μιλάμε για ανθρώπους που χρηματοδότησαν την Επανάσταση με την προσωπική τους περιουσία. Ας θυμηθούμε την Μπουμπουλίνα. Αδιανόητος πατριωτισμός ο οποίος δεν εξηγείται χωρίς την πίστη στη δυνατότητα ενός νέου, ελεύθερου έθνους…»

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ