Ωριμότητα, διάλογος γενεών και σύνδεση με την κοινωνία. Τα σώματα απέναντι από την ΑΙ, η ηλικία ως δυνατότητα όχι ως όριο. Η Τζένη Αργυρίου ανέλαβε το Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας που αρχίζει σε λίγες μέρες σε μια εποχή που η τέχνη δεν μπορεί να μένει αμέτοχηκαι φέρνει τη σκηνή πιο κοντά στον κόσμο.
Τριάντα χρόνια μετά την ίδρυσή του, το Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας ανοίγει νέο κεφάλαιο υπό τη διεύθυνση της Τζένης Αργυρίου. Με φόντο τις κοινωνικές μετατοπίσεις, την τεχνολογική επιτάχυνση και την ανάγκη για συλλογική επαφή, η φετινή διοργάνωση που εκκινεί στις 18 Ιουίου—η πρώτη με την Αργυρίου στο τιμόνι— συνομιλεί ανοιχτά με τις έννοιες της ηλικίας, της ωριμότητας και της εμπειρίας.
Το πρόγραμμα ξεκινά με την παράσταση Mellowing του Χρήστου Παπαδόπουλου ένα έργο-ωδή στο ώριμο σώμα, με χορευτές άνω των 40 ετών που παραμένουν ενεργοί στη σκηνή. Η εμβληματική Maguy Marin παρουσιάζει το May B ενώ το βραβευμένο Future Cargo του Βρετανικού σχήματος Requardt & Rosenberg σε παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με το Μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, μετατρέπει έναν ειδικά διαμορφωμένο τρέιλερ σε κινούμενη χορογραφική μηχανή στους δρόμους της Καλαμάτας. Το ελληνικό στοιχείο είναι παρόν με νέους και καταξιωμένους δημιουργούς, μέσα από πρεμιέρες, εκπαιδευτικά προγράμματα και δράσεις που απλώνονται στον δημόσιο χώρο.

«Δεν υπάρχει ημερομηνία λήξης στον χορό», τονίζει στο iefimerida η Τζένη Αργυρίου, μιλώντας για τη σημασία της διαγενεακής ανταλλαγής, της βαθύτερης σύνδεσης με τις κοινότητες και της ανάγκης ο χορός να παραμένει χώρος αντίστασης στη βιασύνη και την αποξένωση. «Το Φεστιβάλ δεν είναι απλώς μία σειρά παραστάσεων — είναι σημείο συνάντησης διαφορετικών κόσμων και ένα πεδίο για να φανταστούμε νέους κόσμους».
Στην αυγή της τέταρτης δεκαετίας του ιστορικού θεσμού του Διεθνούς Φεστιβάλ Καλαμάτας βρεθήκατε στο τιμόνι του. Η πρόκληση είναι μεγάλη, πώς την εισπράξατε;
Ανέλαβα την καλλιτεχνική διεύθυνση του Φεστιβάλ στα τέλη του 2024, σε αυτή την κομβική στιγμή, που ο θεσμός κλείνει τα 30 του χρόνια και ξεκινά την επόμενη δεκαετία της ζωής του. Όπως κάθε επέτειος, έτσι και η τωρινή, μας καλεί να αναλογιστούμε τη διαδρομή, να αφουγκραστούμε το τώρα, να επαναπροσδιορίσουμε τη θέση μας και να οραματιστούμε το μέλλον. Με επίγνωση και σεβασμό στο έργο των προκατόχων μου και στην ιστορία αυτού του θεσμού, θέλοντας να αντιληφθώ ποια θα είναι τα επόμενα βήματα, έπρεπε να έρθω αντιμέτωπη με πολύ σημαντικά ερωτήματα: Ποιος είναι ο ρόλος που πρέπει να έχει ένα φεστιβάλ χορού σήμερα, εν μέσω ραγδαίων τεχνολογικών εξελίξεων, κοινωνικών κραδασμών, πολέμων, ατομικής και συλλογικής απομόνωσης και βαθιάς αποξένωσης από τη φύση. Πώς συνδέεται η τέχνη του χορού με αυτά που συμβαίνουν στον κόσμο; Τι απασχολεί τις διάφορες γενιές καλλιτεχνών, πώς συνομιλούν με το παρόν και πώς αυτό μετασχηματίζεται μέσα από τη χορογραφική τους πράξη; Ερωτήματα που αφορούν το κοινωνικό πλαίσιο εντός του οποίου τελείται ένα καλλιτεχνικό γεγονός. Το Φεστιβάλ είναι πρωτίστως ένας τόπος συνάντησης της τέχνης με την κοινωνία. Από τη μία πλευρά υπηρετεί την υψηλή καλλιτεχνική δημιουργία και από την άλλη τον κοινωνικό ρόλο της τέχνης. Παράλληλα, ως ανεξάρτητη ενεργός χορογράφος επί δεκαετίες, νοιάζομαι πολύ για τους Έλληνες δημιουργούς και για τη σύγχρονη ελληνική σκηνή. Οπότε με απασχολούν και ζητήματα όπως η προοπτική του φεστιβάλ να στηρίξει περαιτέρω τους Έλληνες δημιουργούς, να προσφέρει στο πεδίο της έρευνας, να δώσει έμπνευση για δημιουργία, και να γίνει μέσο δικτύωσης και προώθησης των ελληνικών παραγωγών.

Τι επιδιώκετε να αποκομίσουμε θεατές και καλλιτέχνες από το φεστιβάλ που σχεδιάσατε;
Να θέσουμε παλιά και νέα ερωτήματα που μας βάζουν σε μια διαδικασία να ξαναδούμε τον εαυτό μας και να ξαναβρεθούμε με τους άλλους. Μια διαδικασία που όσο σκοτάδι και αν συναντήσεις, όσο ευάλωτος και αν νιώσεις, υπάρχει ένα φως που σου δίνει τη δύναμη να χτίσεις κάτι καινούργιο. Έτσι το φετινό Φεστιβάλ μας προσκαλεί σε αυτό το ταξίδι, μέσα από έργα που μας φέρνουν κοντά στον άνθρωπο αλλά και μέσα από έργα που παίρνουν απόσταση και μας δίνουν το χρόνο να παρατηρήσουμε την ομάδα και τις σχέσεις που αναπτύσσονται. Αυτή η εναλλαγή της εστίασης από κοντινό σε μακρινό, από προσωπικό σε οικουμενικό, από τον έναν στο σύνολο, από το δράμα στο χιούμορ, από το σκοτάδι στο φως, αποσκοπεί στο να διαστείλει το χρόνο και να τροφοδοτεί συνεχώς τη συζήτηση.

Ποιο ήταν το πρώτο έργο ή ο πρώτος καλλιτέχνης που “τοποθετήσατε” στο πρόγραμμα του φετινού φεστιβάλ; Και πώς από αυτή τη μία αρχική απόφαση άρχισε να ξεδιπλώνεται το σύνολο — σαν ένα χορογραφημένο σχέδιο;
Δούλευα με συνδυασμούς, με πολλά ονόματα όχι με ένα… Ξεκίνησα με μια εντατική περίοδο έρευνας και μελέτησα πολλά έργα (τόσο μέσα από τις αιτήσεις του ανοιχτού καλέσματος του Φεστιβάλ όσο και μέσα από την προσωπική μου αναζήτηση). Παρακολουθώντας αυτές τις δουλειές, είχα στο μυαλό μου τι είναι αυτό που καταθέτει ο κάθε χορογράφος, ποια είναι η ‘εντύπωση’ που αποτυπώνεται στο τέλος και πώς συνεισφέρει στο επίπεδο του συνόλου. Αυτή η διαδικασία οδήγησε στη συλλογή μιας παλέτας χρωμάτων και φωνών που σταδιακά άρχισε να μπαίνει στον καμβά, σαν μία παρτιτούρα. Και μετά ακολούθησαν σκακιστικές κινήσεις, αλλά και πισωγυρίσματα, αλλαγές και ανατροπές, μέχρι που η σύνθεση του προγράμματος σταδιακά ισορρόπησε.
Τι χρειάζεται σήμερα ένα φεστιβάλ για να γίνει πράγματι μια "συλλογική εμπειρία", πέρα από το καλλιτεχνικό του περιεχόμενο;
Αυτό που χρειάζεται αρχικά είναι να υπάρχει η επιθυμία και η ανάγκη, ώστε το φεστιβάλ να αποτελέσει κοινό έδαφος και τόπος συνάντησης για ανταλλαγή απόψεων, ερωτημάτων αλλά και συναισθημάτων μεταξύ του κοινού και των καλλιτεχνών. Ένα φεστιβάλ οφείλει να είναι σημείο επαφής διαφορετικών κόσμων, να φέρνει τους ανθρώπους κοντά. Πρέπει κανείς να φροντίσει αυτά τα σημεία συνάντησης, πριν και μετά τις παραστάσεις, εντός και εκτός θεάτρου, καθώς και τις παράλληλες δράσεις μέσα στη πόλη που δίνουν την ευκαιρία αυτής της επαφής. Χρειάζονται λοιπόν οι σωστές συνθήκες, οι προϋποθέσεις και τα καλλιτεχνικά εναύσματα για να μπορέσουμε να βρεθούμε και να συζητήσουμε που βρισκόμαστε, τι θα μπορούσε να προκύψει στη συνέχεια και πώς μπορούμε να βοηθήσουμε στη δημιουργία νέων κόσμων; Αυτό το τελευταίο ερώτημα είναι ο χτύπος της καρδιάς του Φεστιβάλ, δηλαδή η αναγνώριση ότι ένας κόσμος δεν υπάρχει απλώς- πρέπει να ενσαρκωθεί, να καλλιεργηθεί και να διατηρηθεί μέσα από τον πολιτισμό και την ιστορία.
Το φετινό φεστιβάλ συνομιλεί με την έννοια της ηλικίας — όχι μόνο ως σωματικής συνθήκης, αλλά και ως εμπειρίας, μνήμης και ωριμότητας. Πώς επιλέξατε αυτό το νήμα και γιατί πιστεύετε ότι είναι επίκαιρο σήμερα;
Το νήμα αυτό ξετυλίχθηκε μέσα από τα έργα, αλλά έφερε στο προσκήνιο και κάτι ακόμα που με απασχολεί εδώ και καιρό. Γεννήθηκα το 1977. Ανήκω στις γενιές αυτές που έχουμε βιώσει τον κόσμο πριν και τον κόσμο μετά. Θα μπορούσα να αναφέρομαι σε πολλά πράγματα αλλά θα εστιάσω σε ένα: πριν και μετά την τεχνολογία, το κινητό, το διαδίκτυο, τα social media, το ΑΙ. Έχουμε σωματικές μνήμες και βιώματα που οι νεότερες γενιές ίσως να μην αποκτήσουν ποτέ. Έτσι, γεννιέται ένα χρέος — που ενδεχομένως να μην το έχουμε ακόμη συνειδητοποιήσει στο μέγεθος που του αναλογεί — να μπολιάσουμε αυτή τη γνώση του "πριν", μέσα από την ωριμότητά μας, στο "σήμερα". Για να μπορέσουμε να αντισταθμίσουμε, να αναπτύξουμε κριτική ματιά, να φιλτράρουμε και να αναδημιουργήσουμε έναν κόσμο που αξιοποιεί τα τεχνολογικά εργαλεία, αλλά ταυτόχρονα αντιστέκεται και κρατάει ζωντανό το ανθρώπινο στοιχείο, τη φυσική παρουσία στον παρόντα χρόνο, αλλά και τη βιωματική αντίληψη του χρόνου. Χρειάζεται χρόνος και επιμονή για να εμβαθύνουμε και να εξελιχθούμε. Αυτή η ουσιαστική διάσταση του χρόνου είναι πολύ μακριά από την σημερινή ταχύτητα των πραγμάτων και είναι πολύ σημαντικό να καλλιεργήσουμε εργαλεία αντίστασης σε αυτή την ταχύτητα. Το φεστιβάλ φέτος κάνει πρεμιέρα με ένα έργο που ερμηνεύεται από καταξιωμένους χορευτές 40 ετών και άνω που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στο χορό και που είναι ακόμα επί σκηνής και ερμηνεύουν με την ωριμότητά τους την κάθε κίνηση. Ξεκινάει λοιπόν με μια ωδή στην ωριμότητα του σώματος και στην επιμονή των χορευτών να εμβαθύνουν στην τέχνη τους μέσα στα χρόνια. Αυτό αποδεικνύει ότι ο χορός δεν είναι πρωταθλητισμός, δεν έχει ημερομηνία λήξης. Όπως και το πότε μπορεί να φτιάξει ένας χορογράφος ένα σπουδαίο έργο, δεν ορίζεται ηλικιακά.
Τι είναι αυτό που αναζητάτε μέσω αυτή της οπτικής;
Με ενδιαφέρει η συνύπαρξη διαφορετικών ηλικιακών ομάδων, και όπως σε ένα εκθεσιακό χώρο μπορείς να δεις ένα κλασικό έργο να έρχεται σε διάλογο με ένα σύγχρονο έργο έτσι και σε ένα Φεστιβάλ Χορού μπορείς να δεις χορευτές που έχουν πολύ μικρή εμπειρία στη σκηνή με την ορμή, τη νιότη και τη δύναμη που τους διακατέχει μαζί ή δίπλα σε χορευτές που έχουν αφιερώσει όλη τους τη ζωή στο χορό και που ο χρόνος έχει γραφτεί πάνω τους και μέσα τους. Χορευτές που έχουν ‘καταπιεί’ την τεχνική και μπορούν να τη χρησιμοποιήσουν και να τη μετουσιώσουν σε κάτι άλλο. Τα σώματά τους πλέον εκπέμπουν και φέρουν άλλες ποιότητες που συνδιαλέγονται με τα βιώματα τους. Φέτος θέλησα να ξεκινήσει αυτός ο διάλογος που μεταφέρει σκέψεις που αφορούν την τέχνη και τον κοινωνικό ιστό και λαμβάνουν υπόψη τους το άτομο αλλά και ολόκληρο το σύστημα.
Στην ομιλία σας στη συνέντευξη Τύπου τονίσατε την ανάγκη ο χορός να συνομιλήσει με τις τεχνολογίες, τις επιστήμες και την κοινωνία. Πώς φαντάζεστε αυτή τη διεπιστημονική δυναμική να μετουσιώνεται σε έργα ή δράσεις στο μέλλον;
Δεν φαντάζομαι παρά ανθρώπους από διαφορετικά πεδία, με διαφορετική εξειδίκευση και οπτική γωνία, να συνεργάζονται, να ανταλλάσσουν, να δοκιμάζουν, να πειραματίζονται και να αφιερώνουν μαζί το χρόνο τους για να γεννηθεί κάτι εκ νέου, για να χτίσουν από κοινού έναν νέο τόπο, έναν καλύτερο κόσμο. Αυτό που θα ήθελα είναι να δημιουργηθεί η συνθήκη αυτή, το κατάλληλο περιβάλλον ώστε να αποχτήσουν τόπο αυτές οι ζυμώσεις.
Μετά από 30 χρόνια ιστορίας, το φεστιβάλ έχει "σωματική μνήμη" — ένα αρχείο από παραστάσεις, αφίσες, ανθρώπους. Πώς το παρελθόν τροφοδότησε τη φετινή σας επιμέλεια; Ποιο ήταν το πιο συγκινητικό “ίχνος” που σας συνάντησε στην έρευνά σας;
Ένα ίχνος είναι σίγουρα το αρχείο του φεστιβάλ. Ένα εξαιρετικά πλούσιο αρχείο που βρίσκεται ακόμα σε διαδικασία ψηφιοποίησης και εμπεριέχει έναν κόσμο τεράστιο, μία εργαλειοθήκη για μελέτη αλλά και για επανάχρηση, ακόμα και για έμπνευση δημιουργίας νέων έργων με αφορμή αυτό. Είναι αποκαλυπτικό το να έρχεσαι σε επαφή με το παρελθόν: παρατηρείς πότε έγινε τι, με ποιους ανθρώπους, με ποια μέσα και αισθητική–σε κάνει να αντιλαμβάνεσαι ακόμα πιο βαθιά τη διαδρομή προς το σήμερα. Επίσης, όλους αυτούς τους μήνες επικοινωνήσαν μαζί μου καλλιτέχνες μέσω email αλλά και κόσμος απλός, το ίδιο το κοινό, που έχουν μνήμες από το Φεστιβάλ και θέλησαν να τις μοιραστούν μαζί μου. Νιώθουν κομμάτι του, και αυτό είναι το πιο συγκινητικό ίχνος από όλα όπως και ότι ένας σημαντικός αριθμός ταλαντούχων χορευτών, χορογράφων αλλά και καλλιτεχνών άλλων πεδίων κατάγονται από την Καλαμάτα, έχουν μεγαλώσει μέσα στις αίθουσες της Σχολής, στους θεατρικούς χώρους και τις καλοκαιρινές παραστάσεις και αναγνωρίζουν την καθοριστική επίδραση που άσκησε το Φεστιβάλ στη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής τους ταυτότητας
Ποια ήταν η πρώτη εμπειρία που είχατε στη ζωή σας ως πολίτης ή δημιουργός με το Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;
Έρχομαι στο Φεστιβάλ από τότε που ήμουν φοιτήτρια. Αρχικά ως σπουδάστρια και θεατής των παραστάσεων, και στη συνέχεια ως δημιουργός. Η πρώτη μου εμπειρία στην Καλαμάτα είναι ως μαθήτρια της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης το έτος 1997 όπου παρακολούθησα όλο το Φεστιβάλ και τα εκπαιδευτικά του προγράμματα. Σε μια εποχή που δεν είχαμε πρόσβαση στην πληροφορία ούτε ήταν εύκολο να ταξιδέψουμε, το φεστιβάλ λειτουργούσε σαν πυρήνας συλλογής ιδεών, εναυσμάτων και γνώσης με κορυφαίες παραστάσεις και καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο. Έτσι, έχω συνδέσει την πόλη της Καλαμάτας με μια ‘γιορτή’ της τέχνης του χορού, με μαγικές στιγμές, ένα σημείο συνάντησης και ανατροφοδότησης αλλά και έναν τόπο όπου συναντά κανείς ένα πανέμορφο τοπίο, τη θάλασσα, καλό φαγητό και όμορφους ανθρώπους.
info
Το 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας θα πραγματοποιηθεί φέτος από τις 18 έως τις 27 Ιουλίου 2025 και θα περιλαμβάνει συνολικά 20 χορογραφικά έργα. Στο Μέγαρο Χορού Καλαμάτας θα παρουσιαστούν συνολικά 12 έργα, εκ των οποίων 5 στην Κεντρική Σκηνή, 6 στην Εναλλακτική Σκηνή και 1 παράσταση στο φουαγιέ, ενώ στις παράλληλες εκδηλώσεις περιλαμβάνονται 6 παραστάσεις χορού στην πόλη, 8 βραδιές χορού σε πόλεις της Περιφέρειας, μία περιοδική επετειακή έκθεση και δύο νέες ενότητες: το Dancing on Screen, μια ενότητα αφιερωμένη στη σχέση του χορού με την κινούμενη εικόνα και τον κινηματογράφο και η ενότητα Συναντήσεις εκτός Σκηνής που περιλαμβάνει μια συζήτηση μεταξύ της ευρύτερης κοινότητας του χορού και του κοινού πάνω στο θέμα της ηλικίας στην τέχνη αλλά και στην κοινωνία. kalamatadancefestival.gr