Πώς στήνεις μια έκθεση τέχνης μέσα σε έναν χώρο που ποτέ δεν ησυχάζει; Ο επιμελητής Σάββας Σαγιόγλου μιλά για την πρόκληση να ενσωματώνεις τη σύγχρονη τέχνη στο ζωντανό περιβάλλον ενός ξενοδοχείου -και πώς η Art Athina Pop Up μεταμορφώνει το InterContinental σε απρόσμενο εκθεσιακό τόπο.
Στον διάδρομο του InterContinental, μια γυναίκα με στολή πληρώματος διεθνούς αερογραμμής σέρνει την κλασική βαλίτσα της εταιρείας με τις φημισμένες first class-σουίτες θέσεις από τη μέση Ανατολή. Πάνω της ακουμπά το επίσημο σακάκι, ενώ χαλαρώνει το μαντήλι στο λαιμό.
Λίγα μέτρα πιο πέρα, έργα σύγχρονης τέχνης, εφήμερα και αυτά στο χώρο του ξενοδοχείου όπως το πλήρωμα της αεροπορικής εταιρείας, συνομιλεί σιωπηλά με τον εαυτό του και την εκλεκτικιστική Βαβέλ του διεθνούς ξενοδοχείου. Όπως αυτό το απροσδιόριστο, υβριδικό πλάσμα της Στεφανίας Στρούζα «Χenophora» από την γκαλερί a.antonopoulou που μαζί δυστοπικό και παιχνιδιάρικο σε κοιτάζει καθισμένο πάνω στην ουρά του μεγάλου μαύρου πιάνου.

Η γραμμή ανάμεσα στην τέχνη και την καθημερινότητα εδώ γίνεται θολή, σχεδόν ανύπαρκτη. Σαν η έκθεση να υπήρξε πάντα εδώ. Ή, σαν οι ταξιδιώτες να είναι μέρος της. Η Art Athina Pop Up στο InterContinental δεν είναι μια απλή πρόγευση της θεσμικής φουάρ του Σεπτεμβρίου. Είναι κάτι πιο λεπτεπίλεπτο, λιγότερο ηχηρό: μια παύση, μια μικρή τελετουργία της παρατήρησης. Και πίσω από αυτή τη χειρονομία, βρίσκεται ο επιμελητής Σάββας Σαγιόγλου.
«Το να επιμελείσαι μια έκθεση σε ξενοδοχείο σημαίνει ότι δουλεύεις μέσα σε έναν ζωντανό οργανισμό», μου λέει. «Όχι σε έναν ουδέτερο χώρο τύπου white cube (λευκός κύβος). Το InterContinental έχει ρυθμό, καθημερινότητα, μια συγκεκριμένη ενέργεια. Σου δίνει μια κατεύθυνση, κι εσύ οφείλεις να την ακολουθήσεις».

Σε αυτόν τον συγκεκριμένο χώρο, υπήρχαν και πρακτικοί περιορισμοί — αρχιτεκτονικοί, υλικοί, αισθητικοί. «Η μόνιμη συλλογή του ξενοδοχείου, οι αποστάσεις, τα υλικά, τα επίπεδα — όλα λειτούργησαν ως ένα άτυπο πλαίσιο. Όχι περιοριστικό, αλλά ουσιαστικό».
Το κοινό εδώ δεν είναι το προβλέψιμο εκθεσιακό κοινό. Δεν έχει έρθει για να δει τέχνη. Έρχεται για να ξεκουραστεί από μια πτήση, να συναντήσει πελάτες, να αλλάξει δωμάτιο, να κάνει διακοπές αστραπή στην Αθήνα πριν το ποθητό island hopping, να φάει ένα γεύμα. Κι όμως, αυτή ακριβώς η συνύπαρξη δημιουργεί κάτι απρόσμενα αληθινό. Με απορροφά, δεν μπορώ να βγω από αυτή την ατμόσφαιρα της αλλόκοτης συνύπαρξης που κάτι το οργανικό όμως την διαπερνά.

Kαι κάπως έτσι η ρόδα ποδηλάτου με τις ψάθινες πίσω πίσω, που πατάει ένα ροζ παιχνίδι, σαν θραύσμα ενός παιδικού καλοκαιριού στην εξοχή, μοιάζει απολύτως λογικό να έχει σταθμεύσει εδώ. Είναι το «Υour Swetness is my Weakness» της Ζωής Σκλέπα από την Ileana Tounta Contemporary Art Center.
«Η πρόκληση», συνεχίζει ο Σαγιόγλου, «είναι να μην κάνεις μια επέμβαση που απλώς “συμβαίνει”, αλλά να δημιουργήσεις κάτι που πραγματικά ενσωματώνεται. Τα έργα δεν έρχονται να επιβληθούν, έρχονται να σταθούν, να αφεθούν στην παρατήρηση, να ενεργοποιήσουν τον χώρο χωρίς να τον ακυρώνουν». Σου λένε κοίτα με, σου λένε θέλω να με δεις, σου λένε δεν υπάρχω πέρα από το φευγαλέο ή επίμονο βλέμμα σου. Υπάρχει μια ενέργεια παλμική, σχεδόν ερωτική στον τρόπο που σχετίζεται ο θεατής με τα έργα τέχνης στον χώρο ενός ξενοδοχείου όπως αυτό.

Στα λόμπι, αφού αντικρίσεις περνώντας την περιστρεφόμενη πόρτα τον μπλε ακροβάτη του Γιώργου Λάππα που είναι κάπως σαν σύμβολο του ξενοδοχείου «συναντιέσαι, κάθεσαι, περιμένεις, παρατηρείς». Αυτόν ακριβώς τον ρυθμό ήθελε να μεταφράσει στη γλώσσα της τέχνης ο Σαγιόγλου. «Να λειτουργούν τα έργα σαν στάσεις, σημεία συνάντησης, έναυσμα διαλόγου. Όχι αφήγησης. Δεν ήθελα έργα που ζητούν εξήγηση. Ήθελα καθαρές παρουσίες».
Παρουσίες που σε αναγκάζουν να σταθείς. 'Οπως ο βυθισμένος στο χώμα Warrior I της Βένιας Δημητρακοπούλου από την γκαλερί Kourd, ένα πρόσωπο με το στόμα σταματημένο σε μια φωνή πόνου ή πολεμικής ιαχής, μια προγονική σχέση θα έλεγα με την Μέδουσα.
Έτσι, τα 27 έργα από ισάριθμες γκαλερί της Art Athina 2025 τοποθετήθηκαν διακριτικά, με σεβασμό στον ήδη φορτισμένο χώρο. «Σε πολλές περιπτώσεις», εξηγεί, «τα ίδια τα έργα υπέδειξαν τη θέση τους. Ήθελα η έκθεση να μιμείται τη ροή του ξενοδοχείου να διαχέεται οργανικά και να μην μοιάζει “στημένη”».
Ναι, κοιτάζοντας το έργο «Triple Signal» του Τakis από την Μihalarias Art κάτω από τον γεωμετρικό μεταλλικό λαβύρινθο της οροφής, μου φαίνεται αυτονόητο ότι ήταν πάντα εκεί, σαν τις ελιές στην αυλή ενός σπιτιού στην Κρήτη. Το έργο του τοποθετήθηκε κοντά στη γνωστή, εντυπωσιακή σφαίρα του που κοσμεί το λόμπι. «Η σχέση τους δεν προγραμματίστηκε. Προέκυψε. Κι αυτό κάνει τη σύνδεση ακόμα πιο ουσιαστική».

Ο Νίκος Αλεξίου, «εμφανίζεται» δύο φορές — μία φορά μέσα από το παρελθόν του ξενοδοχείου στον τοίχο του αιθρίου στο μείον ένα, και μία μέσα από το παρόν της έκθεσης με το έργο ωδή της ευθραστότητας και της επιμονής «Reed Tower» από την γκαλερί Ζουμπουλάκη. «Ανάμεσά τους, ένα μπαλκόνι που λειτούργησε σαν φυσικός διάμεσος και μέσα από αυτό γεννήθηκε ένας σιωπηλός διάλογος ανάμεσα σε δύο διαφορετικές στιγμές του ίδιου καλλιτέχνη».
Μιλώντας για τη σχέση αυτής της pop-up έκθεσης με τη φουάρ του Σεπτεμβρίου στο Ζάππειο, ο Σαγιόγλου κάνει έναν ποιητικό διαχωρισμό: «Αν η Art Athina του Σεπτεμβρίου είναι μια πυκνή, συμπυκνωμένη στιγμή, τότε αυτή η pop-up λειτουργεί πιο ήσυχα. Είναι μια παύση ανάμεσα στις λέξεις».

Και πράγματι, η τέχνη εδώ δεν έρχεται να εντυπωσιάσει -αν και είναι ένας πρώτης τάξεως υλικό για αναρτήσεις στο instagram. Έρχεται να συνομιλήσει. Να σταθεί πλάι σε ένα καρό βαλιτσάκι, να δανειστεί το χρώμα από ένα φουλάρι που κάποιος άφησε στο μπράτσο μιας πολυθρόνας, να φανεί για λίγο πριν εξαφανιστεί στη ροή των ανθρώπων που κινούνται γύρω της.
«Η τέχνη εκτός μουσείου δεν είναι λιγότερο σοβαρή», υπογραμμίζει. «Είναι ένας άλλος τρόπος να είσαι παρών. Δεν περιμένεις τον θεατή τον συναντάς. Και στην Αθήνα του 2025, που είναι σε διαρκή ροή, αυτό αποκτά σημασία».
Αυτός ο ρευστός χαρακτήρας δεν είναι, πλέον, ανάγκη. Είναι επιλογή. «Στην αρχή ήταν επιβίωση. Δεν υπήρχαν χώροι, ούτε σταθερότητα. Αλλά στην πορεία, αυτή η ρευστότητα έγινε ταυτότητα. Η Αθήνα δεν κυνηγά την ασφάλεια κυνηγά τη συνάφεια».

Στο InterContinental, η συνάφεια γεννιέται μέσα από τη συνύπαρξη. Από μια κυλιόμενη βαλίτσα που σταματά μπροστά από ένα γλυπτό. Από ένα ζευγάρι πιλότων που στέκεται απορημένο και μετά χαμογελά. Από την τέχνη που παρατηρεί, αντί να απαιτεί. Και που σε παρατηρεί όπως το έργο «Ghosts in the shell», με τα κοχύλια πάνω στην καθρέπτη του Δημήτρη Γκέτση από την γκαλερί The Breeder.
Και σε αυτή την pop-up έκθεση, η παρατήρηση γίνεται πράξη. Σαν μια ανάπαυλα ανάμεσα σε αφίξεις και αναχωρήσεις. Μια παύση. Που τελικά, λέει πολλά. H έκθεση συνεχίζεται ως τις 29 Ιουνίου.