Οι ραγδαίες γεωπολιτικές εξελίξεις και το νέο αμυντικό δόγμα που οικοδομείται στην Ευρώπη έχουν αναγάγει το Κυπριακό σε πρώτιστο ζήτημα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, καθώς -σύμφωνα με αναλυτές της γείτονος- ο Ερντογάν είναι πεπεισμένος πως η πολιτική του επιβίωση θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις στην Κύπρο.
Όπως έχει γράψει αρκετές φορές το iefimerida, η συζήτηση γύρω από τη Λευκή Βίβλο της Κομισιόν για την άμυνα της Ευρώπης και ο ειδικός ρόλος της Τουρκίας στο νέο αμυντικό οικοδόμημα μπορεί να φέρουν νέο πλαίσιο στο Κυπριακό.
Με βάση αυτήν την επιδίωξη, ο Τούρκος πρόεδρος καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στις εσωτερικές πιέσεις που έχουν προκληθεί μετά την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από τέσσερα τουρκογενή κράτη, δημιουργώντας την εντύπωση στην τουρκική κοινή γνώμη πως υποχωρεί στο Κυπριακό, και την αναγκαιότητα η Τουρκία να αμβλύνει σε κάποια ζητήματα την άτεγκτη στάση που υιοθετούσε στο παρελθόν ώστε να διευκολύνει τους Ευρωπαίους εταίρους να αποδεχτούν τον ειδικό ρόλο που διεκδικεί στο ευρωπαϊκό σύστημα ασφαλείας, χωρίς περαιτέρω ενδοευρωπαϊκές προστριβές.
Για να επιτύχει αυτή την ισορροπία και να διασκεδάσει παράλληλα τους φόβους που εκδηλώνονται στο εσωτερικό, ο Ταγίπ Ερντογάν επισκέπτεται αύριο τα Κατεχόμενα με αναβαθμισμένη ατζέντα, επαναφέροντας τη ρητορική της λύσης των δύο κρατών.
Ωστόσο, η τουρκική διπλωματία, μέσω του φιλοκυβερνητικού τύπου, επιχειρεί να παρουσιάσει μια εικόνα που θα αποδεικνύει πως επιδιώκει τον διάλογο αλλά χωρίς να αποδέχεται τετελεσμένα, σε μια προσπάθεια ενίσχυσης του πολιτικού προφίλ του Τούρκου προέδρου.
Ενδεικτικά είναι τα δημοσιεύματα του τουρκικού τύπου που επικαλούνται πηγές του υπουργείου Εξωτερικών της Τουρκίας και κάνουν λόγο πως «για πρώτη φορά, το ομοσπονδιακό μοντέλο δεν τέθηκε στην ατζέντα, ούτε καν αναφέρθηκε» στη συνάντηση για το Κυπριακό που πραγματοποιήθηκε στη Γενεύη τον περασμένο μήνα, και δήλωσαν ότι αυτό υποδηλώνει πως έχει επιτευχθεί ένα νέο σημείο στο ζήτημα της Κύπρου, προσθέτοντας ότι για πρώτη φορά το «ομοσπονδιακό μοντέλο» δεν τέθηκε στην ατζέντα, ούτε καν αναφέρθηκε στην άτυπη διευρυμένη συνάντηση για το Κυπριακό που πραγματοποιήθηκε στη Γενεύη τον περασμένο μήνα. Πρόσθεσαν, δε, ότι «η συνάντηση στη Γενεύη αποκάλυψε, με έναν τρόπο, πως το Κυπριακό, που διαρκεί εδώ και 60 χρόνια, έχει φτάσει σε ένα νέο σημείο».
Σύμφωνα με τις θέσεις των Τουρκοκυπρίων και στο παρόν περιβάλλον, όπου δεν υπάρχει κοινό έδαφος μεταξύ των πλευρών στο νησί αναφορικά με την τελική λύση του Κυπριακού, η συνάντηση επικεντρώθηκε στον εντοπισμό τομέων συνεργασίας που θα μπορούσαν να ωφελήσουν και τους δύο λαούς του νησιού, όπως ζήτησε ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ.
Οι πηγές του υπουργείου τόνισαν ότι «δόθηκε έμφαση σε σειρά τομέων συνεργασίας που θα βελτιώσουν την ποιότητα της καθημερινής ζωής των δύο κοινοτήτων στο νησί».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Τούρκος πρόεδρος, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης αύριο στα Κατεχόμενα, αναμένεται, μεταξύ άλλων, να παραστεί στην έκθεση αεροδιαστημικής τεχνολογίας Teknofest. Ο Ερντογάν θέλει με αυτόν τον τρόπο να σηματοδοτήσει πως θέτει ψηλά στην ατζέντα του το Κυπριακό.
Μάλιστα, ερωτηθείς για την επίσκεψη Ερντογάν, ο ηγέτης των Τουρκοκυπρίων Ερσίν Τατάρ, χωρίς να το επιβεβαιώσει ευθέως, άφησε να εννοηθεί πως ο Ερντογάν αναμένεται επίσης να ανακοινώσει την αλλαγή ονομασίας του ψευδοκράτους σε «Τουρκική Δημοκρατία Κύπρου».
Ο Ερντογάν θα εγκαινιάσει επίσης το νέο «προεδρικό» μέγαρο στα κατεχόμενα, το οποίο χτίστηκε με χρήματα της Τουρκίας και είναι μια μικρογραφία του παλατιού που έχτισε ο ίδιος στην Άγκυρα. Επίσης, θα εγκαινιάσει το κτίριο του «κοινοβουλίου». Όλα αυτά στον απόηχο ενός μεγάλου σκανδάλου που έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων στα κατεχόμενα και φτάνει μέχρι την αυλή του Τούρκου προέδρου.
Το σκάνδαλο Φιντάν στα κατεχόμενα
Ένα πολιτικό σκάνδαλο με επίκεντρο την κατεχόμενη Κύπρο έρχεται στο προσκήνιο με καταγγελίες για εμπλοκή υψηλόβαθμων Τούρκων αξιωματούχων και μελών των οικογενειών τους, προκαλώντας «πονοκέφαλο» στον Τούρκο πρόεδρο. Στο επίκεντρο βρίσκεται ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, καθώς και ο πρώην πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ, με τα παιδιά τους να κατηγορούνται για σχέσεις με τον δολοφονημένο βαρόνο της μαφίας, Χαλίλ Φάλγιαλι.
Η υπόθεση των 45 κασετών
Σύμφωνα με την τουρκοκυπριακή εφημερίδα Μπιούγκιουν Κίμπρις, ο Τούρκος αρχιμαφιόζος Φάλγιαλι -που δολοφονήθηκε στην Κερύνεια το Φεβρουάριο του 2022- διέθετε 45 βιντεοκασέτες με αποδεικτικό υλικό για εγκλήματα, όπως ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, δωροδοκίες, τζόγο και σεξουαλικές εκβιάσεις εναντίον πολιτικών και γραφειοκρατών της Τουρκίας. Η τουρκική υπηρεσία πληροφοριών (MIT) κατάσχεσε 40 κασέτες, αλλά 5 εξακολουθούν να λείπουν, με φόβο ότι ενδέχεται να εμπεριέχουν αποκαλυπτικό υλικό για κρατικά στελέχη.
Ο αρχηγός του κεμαλικού κόμματος CHP, Οζγκιούρ Οζέλ, ανέδειξε δημοσίως το θέμα, κατονομάζοντας τους γιους του Φιντάν και του Γιλντιρίμ ως προσωπικότητες που φέρονται να συνδέονται με τις χαμένες κασέτες.
Σύμφωνα με τις καταγγελίες, ο Τούρκος πρέσβης στα κατεχόμενα, Εκρέμ Σερίμ -γιος του πρώην υπουργού Μακσούτ Σερίμ, στενού συνεργάτη του Ταγίπ Ερντογάν-, διορίστηκε για να ανακτήσει τις κασέτες, αλλά παρέδωσε μόνο τις 40, ενώ τα υπόλοιπα 5 βίντεο εξαφανίστηκαν.
Ο Οζέλ επέκρινε τη σιωπή του Ερντογάν για την υπόθεση και ζήτησε τη διερεύνηση από έναν «θαρραλέο εισαγγελέα».
Το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών χαρακτήρισε τις καταγγελίες «αβάσιμες και αναληθείς», απειλώντας με νομικές ενέργειες. Παράλληλα, ο Χακάν Φιντάν συνεχίζει να επιδεικνύει σκληρή ρητορική για την Κύπρο, δηλώνοντας ότι «δεν θα επιτρέψει κανένα τετελεσμένο γεγονός στο νησί». Ωστόσο, τα ερωτήματα για την εμπλοκή του περιβάλλοντός του σε κυκλώματα διαφθοράς παραμένουν ανοιχτά, ενώ η αδυναμία ανάκτησης των 5 κασετών τροφοδοτεί θεωρίες για επίσημη συγκάλυψη.
Το σκάνδαλο έρχεται σε περίοδο έντασης στα τουρκοκυπριακά, με τον Φιντάν να επαναλαμβάνει την αντίθεση της Άγκυρας σε οποιαδήποτε «μονομερή βήματα». Ωστόσο, η εσωτερική πίεση λόγω των καταγγελιών μπορεί να επηρεάσει την εικόνα της τουρκικής κυβέρνησης, ιδιαίτερα σε μια περίοδο οικονομικής και πολιτικής ανασφάλειας.
Η έλλειψη διαφάνειας και η διαρροή πληροφοριών δείχνουν βαθιές ρωγμές εντός του τουρκικού κατεστημένου, με το CHP να αξιοποιεί το θέμα για να το εντάξει στην αντιπολίτευση.
Σύμφωνα με τον τουρκικό τύπο, η ανάλυση των γεγονότων υπογραμμίζει την ανάγκη για ανεξάρτητη διερεύνηση, καθώς οι εκβιαστικές κασέτες φαίνεται να αγγίζουν υψηλά κλιμάκια της Άγκυρας και της κατεχόμενης Κύπρου, δημιουργώντας νέες προκλήσεις στη διεθνή σκηνή.
Η κριτική που δέχεται ο Ερντογάν για το Κυπριακό από το εσωτερικό
Σε πρόσφατες αναλύσεις τους, έγκυροι Τούρκοι διπλωματικοί συντάκτες υποστήριξαν πως για πολλά χρόνια ένα από τα ζητήματα για το οποίο έχει επικριθεί περισσότερο το κόμμα του Ερντογάν (ΑΚΡ) είναι η εξωτερική πολιτική. Μάλιστα, η αναφορά στο πρόσφατο πολιτικό σκάνδαλο που ξέσπασε στη λεγόμενη «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου», που εμπλέκει και τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, που ενσωματώνει ταυτόχρονα όλα τα προβλήματα που έχουν σημειωθεί σχετικά με την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας κατά την εποχή του ΑΚΡ.
Η Τουρκία έχει διαχρονικά θέσει σε προτεραιότητα την αποκαλούμενη «ΤΔΒΚ» και τους Τουρκοκύπριους στην εξωτερική της πολιτική. «Όχι μόνον οι πολιτικές ασφαλείας μας αλλά και η διπλωματία μας είχαν ως στόχο την προστασία των δικαιωμάτων μας στην Κύπρο. Με τον καιρό, η Κύπρος έγινε ο πλέον θεμελιώδης παράγοντας που επηρέαζε τόσο την πολιτική της Τουρκίας στον ΟΗΕ όσο και τη διαδικασία ένταξης στην ΕΕ. Φτάσαμε στο σημείο να θυσιάσουμε άλλους διπλωματικούς στόχους και συμφέροντα για να προστατεύσουμε τη θέση μας στην Κύπρο. Σήμερα βλέπουμε ότι το ΑΚΡ έχει εγκαταλείψει όχι μόνον αυτούς τους στόχους, αλλά σχεδόν και την ίδια την Κύπρο» θα γράψει μεγάλη τουρκική εφημερίδα της προηγούμενες ημέρες.
Σύμφωνα με την ανάλυσή τους, εγκλήματα όπως ο τζόγος, η πορνεία, το παράνομο στοίχημα, η εμπορία ανθρώπων, το λαθρεμπόριο όπλων και το ξέπλυμα χρήματος, τα οποία έχουν ξεφύγει από κάθε έλεγχο στην «ΤΔΒΚ» κατά την περίοδο διακυβέρνησης του ΑΚΡ, έχουν αρχίσει να στιγματίζουν τη διεθνή εικόνα της «ΤΔΒΚ» και να υπονομεύουν τα αιτήματα της Τουρκίας για την Κύπρο.
Εν τω μεταξύ, το πρόβλημα για το καθεστώς Ερντογάν είναι πως η Τουρκία έμαθε για τις βαθιές σχέσεις του μεγαλύτερου εγκληματία των Κατεχομένων με πολιτικά στελέχη του κόμματος Ερντογάν.
Μάλιστα, ο διορισμός του Γιασίν Εκρέμ Σερίμ, συνεταίρου του δολοφονημένου αρχιμαφιόζου Χαλίλ Φαλιαλί, στην πρεσβεία της Λευκωσίας προκάλεσε αντιδράσεις τόσο στην Τουρκία όσο και στην «ΤΔΒΚ». Όταν ο Σερίμ απομακρύνθηκε μήνες αργότερα, υποστηρίχθηκε ότι ο σκοπός του διορισμού του ήταν να παραλάβει τα βίντεο εκβιασμού που αφορούσαν πολιτικά στελέχη του ΑΚΡ και ότι ο υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν ήταν επικεφαλής αυτής της αποκαλούμενης «επιχείρησης διάσωσης». Ακόμα και αν οι ισχυρισμοί αυτοί δεν έχουν τεκμηριωθεί, είναι απαράδεκτο ο υπουργός Εξωτερικών μιας χώρας όπως η Τουρκία να εμπλέκεται σε κάτι τέτοιο.
Ο αντιπολιτευόμενος τύπος, σταχυολογώντας τα συνεχή λάθη που έχουν γίνει τα τελευταία 15 χρόνια από το καθεστώς Ερντογάν, αποδίδει τη χρόνια πλέον αποτυχία, όπως τη χαρακτηρίζει, στον τομέα αυτόν σε τρεις βασικούς λόγους.
Ο πρώτος είναι η αποτυχία εξισορρόπησης μεταξύ πραγματισμού ή ωφελιμισμού και των παραδοσιακών αρχών του κράτους. Κάθε χώρα μπορεί να επιδιώκει υλικά συμφέροντα στην εξωτερική της πολιτική για να αυξήσει την ισχύ της. Ωστόσο, για να επιτύχει αυτά τα συμφέροντα πρέπει να έχει φήμη και αξιοπιστία στα μάτια άλλων κρατών και διεθνών οργανισμών. Αυτή η φήμη απαιτεί μια προβλέψιμη εξωτερική πολιτική, βασισμένη σε αρχές.
Στο σκάνδαλο μεταξύ της αυτοαποκαλούμενης «ΤΔΒΚ» και της Τουρκίας είναι προφανές ότι οι αρχές της εξωτερικής πολιτικής αγνοούνται και ότι ο πρέσβης διορίζεται όχι για να επιτελεί τα καθήκοντά του στις διεθνείς σχέσεις, αλλά για προσωπικά συμφέροντα ορισμένων ατόμων. Ένα τέτοιο σκάνδαλο είναι άνευ προηγουμένου στην τουρκική ιστορία.
Το δεύτερο ζήτημα είναι ο συνεχής αποκλεισμός επαγγελματιών διπλωματών από το ΑΚΡ και ο διορισμός εξωτερικών προσώπων κοντά στον πρόεδρο Ερντογάν ως πρέσβεις, παρακάμπτοντας το υπουργείο, το οποίο δεν κατάφερε ιδεολογικά να ελέγξει και να μεταμορφώσει επαρκώς. Τα πρόσωπα αυτά, των οποίων η επάρκεια είναι συχνά αμφισβητούμενη, έχουν κοστίσει πολλά στην Τουρκία στην εξωτερική της πολιτική. Το τελευταίο τέτοιο παράδειγμα είναι ο Γιασίν Εκρέμ Σερίμ.
Το τρίτο και τελευταίο σημείο είναι ότι ο πρόεδρος Ερντογάν και το επιτελείο του έχουν χρησιμοποιήσει τη ρητορική της εξωτερικής πολιτικής αποκλειστικά για να συσπειρώσουν τη δική τους εκλογική βάση στην εσωτερική πολιτική.
Οι λεγόμενες εθνικιστικές ρητορικές του συνασπισμού ΑΚΡ-ΜΗΡ βασίζονταν στην προστασία των Τουρκοκυπρίων και στην προτεραιότητα μιας λύσης δύο κρατών στην Κύπρο.
«Σήμερα, έχει καταστεί σαφές ότι οι ελίτ του ΑΚΡ δεν έχουν καμία προτεραιότητα στην προστασία των Τουρκοκυπρίων. Τη στιγμή που οι Τουρκοκύπριοι περιθωριοποιούνται οικονομικά και πολιτικά σε ολόκληρο τον κόσμο, η μόνη ανησυχία των λεγόμενων κυβερνώντων στην Τουρκία είναι να εξασφαλίσουν το μερίδιό τους από το βρώμικο οικονομικό σύστημα στο νησί…» θα καταλήξουν με νόημα.